Η γαλλική έκδοση της HuffPost δημοσίευσε μία προσωπική μαρτυρία, προστατεύοντας το όνομα του Γάλλου πολίτη που την κατέθεσε στην ιστοσελίδα. Η αξιοπιστία της είναι δεδομένη. Άλλωστε και στις επίσημες ανακοινώσεις των ελληνικών αρχών αναφέρεται ένας αριθμός Γάλλων τουριστών, οι οποίοι διασώθηκαν τελικά από το λιμενικό και μεταφέρθηκαν στο λιμάνι της Ραφήνας.
Οι λεπτομέρειες της περιγραφής και οι φωτογραφίες - ντοκουμέντα που την συνοδεύουν μπορεί να συμπίπτουν σε ορισμένα σημεία με ανάλογες περιγραφές από κατοίκους στο Μάτι και στο Νέο Βουτζά, ωστόσο έχουν μία πρόσθετη αξία: μας βοηθούν να αντιληφθούμε τί σημαίνει να είσαι ξένος επισκέπτης στην χώρα μας και να βρίσκεσαι ξαφνικά στη δίνη μίας μεγάλης φυσικής καταστροφής.
Ποιός θα σε ενημερώσει; Ποιός θα σε καθοδηγήσει; Ποιός θα σε βοηθήσει;
H συγκεκριμένη μαρτυρία κερδίζει ”πόντους” αξιοπιστίας και για ένα επιπλέον λόγο. Επειδή ο άνθρωπος που περιγράφει τα γεγονότα, δεν διστάζει να στραφεί με αυστηρότητα εναντίον (και) του γαλλικού Προξενείου στην Αθήνα, εξηγώντας ότι η συμπεριφορά των αρχών της χώρας του δεν ήταν καλύτερη από αυτή των ελληνικών αρχών...
Επιλέξαμε να μεταφράσουμε όσο το δυνατόν πιστά το κείμενο από την γαλλική έκδοση και το παραθέτουμε αυτούσιο:
«Νοικιάσαμε μια πανέμορφη οικογενειακή βίλα (12 ατόμων) στον Νέο Βούτζα, μια τοποθεσία δίπλα στο Μάτι, ένα παραθαλάσσιο θέρετρο με τον μεγαλύτερο αριθμό θυμάτων. Ήμασταν στον παράδεισο: ο χώρος ήταν όμορφος και η βίλα το μέρος των ονείρων μας!
“Το λίκνο του πολιτισμού και η πόλη του φωτός της Αθήνας έχουν μετατραπεί στη μνήμη μου, μέσα σε λίγες ώρες, σε σκοτάδι.”
Αποτελούσαμε μια μικρή οικογενειακή ομάδα, με διαφορετικές ηλικίες: από 15 τών η την ανιψιά μου, η νεότερη, έως 83 ετών ο θείος μου!
Αυτό το ταξίδι ξεκίνησε το Σάββατο 21 Ιουλίου και τελείωσε απότομα τη Δευτέρα, 23 Ιουλίου αργά το απόγευμα.
17:00: Γύρω από την πισίνα απολαμβάνουμε έναν καυτό καιρό παρά τον ισχυρό αέρα που άρχιζε να φυσάει.
Μυρίζουμε κάτι που καίγεται, κοιτάμε γύρω μας και βλέπουμε πολύ μακριά μια στήλη καπνού να βγαίνει από τη βλάστηση των λόφων της περιοχής.
Ακούμε έπειτα να πετούν κάποια ελικόπτερα. Τηλεφωνώ αμέσως στον ιδιοκτήτη που μου λέει ότι θα το ερευνήσει. Μου τηλεφωνεί με τη σειρά του λίγα λεπτά αργότερα, διαβεβαιώνοντας ότι η φωτιά ήταν μακριά και ότι δεν πρέπει να ανησυχούμε! Έτσι δεν κινητοποιηθήκαμε αμέσως.
Παρακολουθούμε κάθε στιγμή από τον κήπο τη στήλη του καπνού που προχωρούσε. Δεν έχει φτάσει καμία πληροφορία! Δεν μεταδόθηκε κανένα μήνυμα!
17:15: Στη συνέχεια, παίρνουμε την απόφαση να εγκαταλείψουμε τα πάντα ... Αναγκαστικά, φοράμε τα πάνινα παπούτσια μας, παίρνουμε τα δελτία ταυτότητάς μας και τα χρήματά μας και χωριζόμαστε στα δύο οχήματα που είχαμε ενοικιάσει. Στο μεταξύ, η σύζυγος του ιδιοκτήτη φτάνει πανικοβλημένη και φωνάζει «Φύγετε, φύγετε!»
“Παρακολουθούμε κάθε στιγμή από τον κήπο τη στήλη του καπνού που προχωρούσε. Δεν έχει φτάσει καμία πληροφορία! Δεν μεταδόθηκε κανένα μήνυμα!”
17h25: Στο όχημα των ”νέων” (ο γιος μας και η αρραβωνιαστικιά του, ο αδελφός μου και η φίλη του και η αδελφή μου με την ανηψιά μου) επιβιβάζονται πρώτοι.
Επιβιβαζόμαστε στο δεύτερο αυτοκίνητο με τους γονείς μου, τον θείο μου και τη θεία μου. Ο σύζυγός μου με περιμένει στη γκαραζόπορτα της βίλας και ουρλιάζει να προχωρήσουμε πολύ γρήγορα.
Θα καταλάβω μόνο αργότερα τον λόγο για τις κραυγές του: Οι φλόγες απέχουν ένα μέτρο από αυτόν και έχουν ήδη κυκλώσει τη βίλα! Πηδάει στο όχημα και φεύγουμε. Στην κατεύθυνση της παραλίας και γρήγορα!
Στο τέλος του δασικού δρόμου που οδηγούσε στη βίλα μας και ενώ οι φλόγες ήταν πίσω μας, νέες φλόγες ξεπηδούν μπροστά μας και στις δύο πλευρές του δρόμου. Ο άνεμος είναι δυνατός και ο καπνός μειώνει σημαντικά την ορατότητα. Έτσι, ενθαρρυμένη έντονα από τους συνεπιβάτες μου, επιταχύνω για να περάσω. Δεν υπήρχε άλλη επιλογή! Οποιαδήποτε αντίστροφη κίνηση θα ήταν θανατηφόρα!
“Στο τέλος του δασικού δρόμου που οδηγούσε στη βίλα μας και ενώ οι φλόγες ήταν πίσω μας, νέες φλόγες ξεπηδούν μπροστά μας και στις δύο πλευρές του δρόμου”
5.30 μ.μ.: Οι φλόγες είναι πίσω μας. Πηγαίνουμε στην παραλία όταν κουδουνίζει το τηλέφωνο! Είναι ο γιος μας: το αυτοκίνητο των «νέων» καθώς απομακρυνόταν συγκρούστηκε με ένα όχημα που ανέβαινε με μεγάλη ταχύτητα (από το αντίθετο ρεύμα;) λόγω και της μειωμένης ορατότητας από τον πυκνό καπνό. Δόξα τω Θεώ, δεν είχαν χτυπήσει.
5:40 μ.μ.: Το όχημά μας φτάνει στο Μάτι, στο λιμάνι και μπροστά σε έναν προβλήτα. Η περιοχή είναι ασφαλτοστρωμένη. Αισθανόμαστε καθησυχασμένοι. Προχωράμε και βοηθάμε τους μεγαλύτερους σε ηλικία να ακουμπήσουν σε έναν μικρό τοίχο. Εχουμε εγκατασταθεί δίπλα σε βράχους, ένα μέτρο από τη θάλασσα.
18:00: Καταλαβαίνουμε λοιπόν ότι είμαστε από τους πρώτους που έχουν φύγει: γυναίκες, παιδιά, κατοικίδια ζώα εισβάλλουν σταδιακά σε αυτό το μικρό κομμάτι του προβλήτα, που θα γίνει το στρατόπεδο μας για αρκετές ώρες. Μια μακρινή συναυλία από κόρνες αυτοκινήτων ακούγεται, αντανακλώντας τον πανικό ενός πληθυσμού που προσπαθεί να απομακρυνθεί από τις φλόγες. Τα τηλεοπτικά ρεπορτάζ που θα δούμε αργότερα, θα συσχετίσουν τις τραγικές εικόνες με αυτές τις ηχητικές αναμνήσεις που δεν πρόκειται να ξεχάσουμε...
Παράλληλα, καλούμε τους νεώτερους, που μας καθησυχάσουν: είχαν εγκατασταθεί σε μια παραλία βρίσκοντας εκεί καταφύγιο ... ή τέλος πάντως, αυτό πίστευαν!
“Μια μακρινή συναυλία από κόρνες αυτοκινήτων ακούγεται, αντανακλώντας τον πανικό ενός πληθυσμού που προσπαθεί να απομακρυνθεί από τις φλόγες.”
Από τις 18:15 έως τις 1:00 το πρωί: Το θέαμα που παρακολουθούμε είναι τρομακτικό: βλέπουμε τεράστιες φλόγες να ξεπηδούν από διαφορετικούς λόφους. Οι εστίες πολλαπλασιάζονται κατά μήκος της ακτής, κοκκινίζοντας μέσα στη νύχτα που αρχίζει να πέφτει. Κάθε τόσο, ακούγεται μία έκρηξη που ακολουθείται από φλόγες. Λογικά είναι φυάλες αερίου ή ντεπόζιτα βενζίνης, που σκάνε από την έντονη θερμότητα. Η ατμόσφαιρα είναι αποπνυκτική, επικρατεί τρομερή ζέστη και η στάχτη τσούζει στα μάτια μας.
Αναπνέουμε με υγρά υφάσματα που βάζουμε μπροστά στο πρόσωπό μας. Παρόλο που οι ελληνικές αρχές απουσιάζουν όλη αυτή την ώρα, ο ελληνικός πληθυσμός έχει δείξει εξαιρετική αλληλεγγύη: οι ηλικιωμένοι εγκαταστάθηκαν σε πολυθρόνες που έφεραν οι νεότεροι. Τα μπουκάλια νερού μοιράστηκαν και καθένας βοηθούσε τον άλλο όσο καλύτερα μπορούσε.
Στο μεταξύ καλούμε τους νεότερους της οικογένειάς μας τηλεφωνικά, ώστε να μάθουμε νέα τους: Τίποτα!
Πολλαπλασιάζουμε τις κλήσεις για δύο ώρες: αναπάντητα μηνύματα, αναπάντητες κλήσεις. Το άγχος μας καταλαμβάνει. Προσπαθούμε να παραμείνουμε θετικοί: ήταν στην παραλία ... Τι θα μπορούσε να συμβεί;
“Παρόλο που οι ελληνικές αρχές απουσιάζουν όλη αυτή την ώρα, ο ελληνικός πληθυσμός έχει δείξει εξαιρετική αλληλεγγύη”
Δεν θα το μάθουμε παρά μόνο αργότερα, όταν θα τους συναντήσουμε στις 2 τα ξημερώματα, αφού θα τους διασώσει το ελληνικό ναυτικό. Ήταν στην πραγματικότητα αρκετά ασφαλείς στην παραλία τους, όταν τα πάντα κινδύνευαν. Η παραλία τους ήταν στην πραγματικότητα ένας μικρός όρμος στο Μάτι, μια λωρίδα άμμου πλάτους 5 μέτρων και περιτριγυρισμένη από πευκοδάσος.
Για κακή τους τύχη, αυτό το πευκοδάσος έπιασε φωτιά!
Ποτέ, σύμφωνα με τα λόγια των ηλικιωμένων Ελλήνων, η πυρκαγιά δεν είχε φτάσει στην ακτή. Ετσι έπρεπε αναγκαστικά να εγκαταλείψουν την ακτή και να βυθιστούν στο νερό.
Θα παραμείνουν επί δυόμιση ώρες στο νερό, αρπάζοντας ένα βράχο κάθε 6 χέρια! Το νερό ήταν κρύο, η νύχτα έπεφτε, το ρεύμα ήταν ισχυρό, και τα πρόσωπά τους ζάρωναν από τη θερμότητα καύση της πυρκαγιάς που κατέστρεψε το πευκοδάσος πάνω από τα κεφάλια τους.
Στη συνέχεια, έβγαλαν και έβρεξαν τα μπλουζάκια τους για να προστατεύουν τα πρόσωπά τους από τις στάχτες και από μικρές ακίδες με φωτιά...
Η κόλαση τους θα διαρκέσει δυόμιση. Θα βγουν εξαντλημένοι, χωρίς δυνάμεις, παγωμένοι, με πολλαπλές πληγές, ελαφρά εγκαύματα και βαθιές αμυχές. Θα περιμένουν πολλές ώρες στην παραλία, πριν έρθει το ελληνικό ναυτικό για να τους πάρει.
Από την πλευρά μας, αφήνουμε την παραλία μας 1:30 το πρωί, αφού λάβουμε την άδεια από την αστυνομία που ήταν παρούσα στην περιοχή.
Ξαναβρίσκουμε τα παιδιά μας στο Λιμάνι της Ραφήνας και στη συνέχεια επιδιώκουμε να βρούμε ένας μέρος για να φιλοξενηθούμε για να ξεκουραστούμε και να πλυθούμε!
Μια δεύτερη δοκιμασία μας περιμένει: τα κέντρα φιλοξενίας είναι γεμάτα.
Πηγαίνουμε σε ξενοδοχείο στην Ραφήνα: Δεν υπάρχει διαθέσιμο δωμάτιο! Δεν υπάρχει καν πρόσβαση σε ντους. Αυτό είναι το ξενοδοχείο AVRA στο λιμάνι.
Πηγαίνουμε στη ρεσεψιόν όπου μοιράζουν μπουκάλια με νερό και μικρά σάντουιτς. Κουβέρτες λείπουν. Οι νεότεροι βρεγμένοι, κάποιοι με σκισμένα ρούχα, τα μάτια τους κοκκινισμένα από τη μακρά έκθεση σε καπνούς και θαλασσινό νερό.
Εγκαθιστούμε όπως - όπως τους ηλικιωμένους σε πολυθρόνες ή στο αυτοκίνητο, έτσι ώστε να μπορούν να ξεκουραστούν λίγο!
“Μια δεύτερη δοκιμασία μας περιμένει: τα κέντρα φιλοξενίας είναι γεμάτα. Πηγαίνουμε σε ξενοδοχείο στην Ραφήνα: Δεν υπάρχει διαθέσιμο δωμάτιο! Δεν υπάρχει καν πρόσβαση σε ντους.”
Τηλεφωνούμε στο γαλλικό προξενείο στην Αθήνα στη συνέχεια για να βρούμε λύση στέγασης. Δεν μας προτείνουν τίποτα, εκτός από την παραμονή στους χώρους υποδοχής του ξενοδοχείου.
Το τέλος της νύχτας περνά με τις καλύτερες συνθήκες που μπορούμε να δημιουργήσουμε, με βάση αυτά που έχουμε!
Το πρωί, θα κατευθυνθούμε προς την αίθουσα πρωινού, όπου μας αφήνουν να μπούμε με μεγάλη καχυποψία και απαιτούν να πληρώσουμε το πρωινό εκ των προτέρων. Είναι αλήθεια ότι δεν είχαμε σπουδαία εμφάνιση έχοντας περάσει ώρες μέσα στον άνεμο που έφερε στάχτη ή μέσα στο νερό, αλλά αυτό ήταν πραγματικά η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι.
Αρνηθήκαμε να πληρώσουμε προκαταβολικά και πληρώσαμε το πρωινό μας στο τέλος του, όπως όλοι οι άλλοι (πελάτες του ξενοδοχείου). Στη συνέχεια πήγαμε πίσω στην ρεσεψιόν, περιμένοντας νέα ή βοήθεια.
Αφού επιβεβαιώθηκε από την αστυνομία ότι θα ανοίξουν εκ νέου οι δρόμοι και θα κινούνται παντού πυροσβέστες, μια πρώτη μικρή ομάδα ξεκίνησε για να επιστρέψει στην βίλα μας, για να διαπιστώσει την έκταση της ζημιάς και να προσπαθήσει να πάρει τις αποσκευές μας.
Είναι 7:30 π.μ., Τρίτη 24 Ιουλίου. Η βλάστηση γύρω από τη βίλα είναι κατεστραμμένη, ορισμένες εστίες εξακολουθούν να καίνε και στήλες καπνού εξακολουθούν να υψώνοντας στο έρημο τοπίο.
Τηλεφωνικά και ηλεκτρικά καλώδια κρέμονται στη μέση δρόμων και μονοπατιών. Οι κάτοικοι συνειδητοποιούν την καταστροφή.
Ευτυχώς, το εσωτερικό της βίλας που είχαμε νοικιάσει δεν επηρεάστηκε και όλοι μπορέσαμε να ξαναβρούμε τα υπάρχοντά μας.
Δεν υπάρχει πλέον νερό ή ηλεκτρισμός ... Τίποτα δεν λειτουργεί!
Πέρα από το ψυχολογικό τραύμα που έχουμε υποφέρει, δεν μπορούμε να μείνουμε. Δεν ξέρουμε τίποτα, σε αυτό το στάδιο, για τον τραγικό απολογισμό των πυρκαγιών: ανακοινώνουν στην ελληνική τηλεόραση ότι υπάρχουν «μόνο 5 νεκροί».
“Δεν ξέρουμε τίποτα, σε αυτό το στάδιο, για τον τραγικό απολογισμό των πυρκαγιών: ανακοινώνουν στην ελληνική τηλεόραση ότι υπάρχουν «μόνο 5 νεκροί».”
Είναι 11 π.μ., έχουμε ξαναπάρει τις αποσκευές μας, έχουμε ειδοποιήσει τον ιδιοκτήτη της κατοικίας μας ότι είναι αδύνατο να παραμείνουμε και εξακολουθούμε να μην έχουμε λύση για τη διαμονή ή για την επιστροφή μας στην πατρίδα μας.
Οι κλήσεις μας προς το Γαλλικό Προξενείο πολλαπλασιάζονται.
Οι ελληνικές αρχές απουσιάζουν.
Το προσωπικό του Προξενείου ζήτησε πολλές φορές την ταυτότητά μας και μας λένε ότι θα μας τηλεφωνήσουν.
Όταν τελικά υψώνω τους τόνους, δηλώνοντας ότι είμαι με ανθρώπους μεγαλύτερης ηλικίας που δεν έχουν καν κοιμηθεί, μου αντιτάσσουν ότι και στο Προξενείο «δεν έχουν κοιμηθεί για 24 ώρες.»
Δεν πιστεύω στα αυτιά μου! Τους είπα ότι ως με την ιδιότητα του γιατρού, θα ήθελα να γνωρίζουν ότι τους θεωρώ ως πιθανώς υπεύθυνους για τυχόν ιατρική επιπλοκή, αν δεν βρουν λύση τουλάχιστον για αυτο το ζήτημα.
Παράλληλα, βρισκόμασταν υπό πίεση από τον υπεύθυνο του ξενοδοχείου, που μας ζητούσε επίμονα να βρούμε λύσεις, ώστε να απαλλάξουμε από τον συνωστισμό το λόμπι του ξενοδοχείου, απαλλάσσοντάς τον από την παρουσία μας και από τις πολλές αποσκευές μας.
“Ημουν έκπληκτη από την απόσταση, την έλλειψη κατανόησης και τη βραδύτητα του προξενείου!”
Ζητήσαμε απλά να κάνουμε ένα ντους, να κοιμηθούμε λίγο και να επιστρέψουμε στο σπίτι μας ... Πέρα από την υλικοτεχνική δυσκολία που μπορεί κανείς να φανταστεί και να κατανοήσει υπό αυτές τις συνθήκες, ήμουν έκπληκτη από την απόσταση, την έλλειψη κατανόησης και τη βραδύτητα του προξενείου!
Έτσι, δεν περίμεναμε βοήθεια από κανέναν. Οι περισσότεροι πήραν εισιτήρια επιστροφής για το Παρίσι ή για την Λυόν, χωρίς να μπορούν να πλυθούν ή να ξεκουραστούν λίγο, εκτός από το χώρο υποδοχής του ξενοδοχείου.
Από το Προξενείο μου τηλεφωνούν το απόγευμα για να μου πουν ότι βρήκαν στην Αθήνα 6 δωμάτια έναντι 150 ευρώ ανά διανυκτέρευση (με δικά μας έξοδα) ώστε να περιμένουμε για 3 νύχτες με πιθανό τον επαναπατρισμό μας.
Τι θα γινόταν, αν τα οικονομικά μας μέσα είχαν χαθεί και ήμασταν εξαρτημένοι από το γαλλικό προξενείο στην Αθήνα; Δεν τολμούμε να το φανταστούμε ...
“Γνωρίζουμε ότι είμαστε πολύ τυχεροί και θα ήταν άδικο να διαμαρτυρόμαστε, ενώ πολλά δράματα έχουν εκτυλιχθεί γύρω μας.”
Ο σύζυγός μου και εγώ μείναμε για δύο ημέρες στην Αθήνα, στο ξενοδοχείο και με δικά μας έξοδα για την επίλυση ορισμένων διοικητικών προβλημάτων (τροχαίο ατύχημα με ενοικιασμένο αυτοκίνητο και διακοπή ενοικίασης της βίλας).
Γνωρίζουμε ότι είμαστε πολύ τυχεροί και θα ήταν άδικο ανήθικο να διαμαρτυρόμαστε, ενώ πολλά δράματα έχουν εκτυλιχθεί γύρω μας.
Αλλά αν ο τοπικός πληθυσμός ήταν παρών και μας έδειξε αλληλεγγύη, μεταξύ άλλων, με ρούχα και κουβέρτες που μας προσέφεραν, παραμένουμε τουλάχιστον επιφυλακτικοί... για τη βοήθεια που παρέχουν οι ελληνικές και γαλλικές αρχές!»