Το κατά πόσο η ρωσική οικονομία θα καταφέρει να βγει αλώβητη μακροπρόθεσμα από τις σκληρές οικονομικές κυρώσεις της Δύσης, διχάζει τους οικονομολόγους.
Οι περισσότεροι ωστόσο φαίνεται να συμφωνούν, ότι μέχρι σήμερα οι πάνω από 11.000 διεθνείς κυρώσεις που της έχουν επιβληθεί, δεν κατάφεραν το βαρύ πλήγμα που επιζητούσε η Δύση ως «τιμωρία» για την εισβολή στην Ουκρανία.
«Η Ρωσική οικονομία κλυδωνίζεται αλλά δεν πνίγεται» δήλωσε χαρακτηριστικά στο CNBC ο Κρις Γουίφερ, Διευθύνων Σύμβουλος της Macro-Advisory με έδρα τη Μόσχα, παρουσιάζοντας μια οικονομία που θα αντέξει για μια ακόμη φορά στις σκληρές εξωτερικές πιέσεις.
«Παρά την επίθεση των κυρώσεων και τις προβλέψεις πολλών οικονομολόγων, η οικονομία της Ρωσίας δεν έχει καταρρεύσει. Η συρρίκνωση της κατά 4% το δεύτερο τρίμηνο του 2022, κάτω από τις αρχικές προβλέψεις για 5%, δεν την οδηγεί σε κατάρρευση ή οποιασδήποτε άλλης μορφής οικονομικής ή χρηματοπιστωτικής κρίση», εκτιμά ο Γουίφερ.
Ωστόσο, η Κεντρική Τράπεζα της Ρωσίας περιμένει οτι η ύφεση θα βαθύνει στα επόμενα τρίμηνα, φτάνοντας στο χαμηλότερο σημείο της το πρώτο εξάμηνο του 2023, κυρίως λόγω του εμπορικού αποκλεισμού της χώρας.
«Υπήρξαν σημάδια σταθεροποίησης σε πολλούς τομείς τους τελευταίους δύο μήνες, αλλά δεν αναμένουμε ότι η ύφεση θα φτάσει σε ιδιαίτερα χαμηλό επίπεδο έως το δεύτερο τρίμηνο του 2023, με την οικονομία να παραμένει στάσιμη στην καλύτερη περίπτωση, στη συνέχεια», δήλωσε ο Λίαμ Πιτς, ανώτερος οικονομολόγος αναδυόμενων αγορών της Capital Economics.
Οι τρεις κρίσιμες αποφάσεις
Το γεγονός οτι η Ρωσία κατάφερε να διασώσει την οικονομία της οφείλεται σε 3 βασικές και γρήγορες αποφάσεις της Κεντρικής τράπεζας. Την άμεση διακοπή όλων των οικονομικών δραστηριοτήτων στο εξωτερικό (CBR), την επιβολή των capital Controls και την αύξηση των επιτοκίων.
Τα μέτρα αυτά σταθεροποίησαν την ρωσική αγορά και κατάφεραν να ανεβάσουν γρήγορά την αξία του ρουβλίου, ανάμεσα στα νομίσματα με τις κορυφαίες επιδόσεις στον κόσμο φέτος, μετά την κατακόρυφη πτώση του το Φεβρουάριο, .
Στα τέλη του περασμένου μήνα, η κεντρική τράπεζα μείωσε κατά 150 μονάδες βάσης το βασικό επιτόκιο της Ρωσίας, ανεβάζοντας το στο 8%, σηματοδοτώντας την πέμπτη συνεχόμενη μείωση του από το 20% που είχε βρεθεί στα τέλη Φεβρουαρίου.
«Η ύφεση θα μπορούσε να ήταν πολύ βαθύτερη, αλλά η κεντρική τράπεζα έλαβε άμεσα μέτρα για να αποτρέψει την επικράτηση μιας οικονομικής κρίσης. Φαίνεται ακόμη, ότι η ανθεκτικότητα του ενεργειακού τομέα της Ρωσίας μείωσε τον αντίκτυπο των δυτικών κυρώσεων», πρόσθεσε ο Πιτς.
Εμπόριο και brain drain
Ωστόσο, πολλοί οικονομολόγοι θεωρούν ότι η μακροπρόθεσμη ζημιά στην οικονομία της Ρωσίας θα είναι πολύ πιο σοβαρή, λόγω της φυγής χιλιάδων ξένων επιχειρήσεων και του brain drain που θα συμπιέζει σταδιακά την οικονομική δραστηριότητα, μαζί με την έλλειψη πρόσβασης σε κρίσιμες τεχνολογίες.
Οι κυρώσεις έπληξαν σκληρά ορισμένους τομείς της οικονομίας, με τη μεταποιητική παραγωγή να μειώνεται κατά 4% σε τριμηνιαία βάση και την παραγωγή σε τομείς που εξαρτώνται από τις εισαγωγές, να πέφτουν περισσότερο από 10%.
Η καταναλωτική ζήτηση επίσης αποδυναμώθηκε. Οι λιανικές πωλήσεις μειώθηκαν κατά 11% από τρίμηνο σε τρίμηνο, μετά το πληθωριστικό σοκ του Μαρτίου, ενώ η καταναλωτική εμπιστοσύνη κατέρρευσε μετά την επιβολή των capital controls.
«Το 3ο τρίμηνο είναι πιθανό να είναι άλλο ένα αδύναμο τρίμηνο, αν και καταγράφει μικρότερη συρρίκνωση σε σχέση με το δεύτερο» εκτιμά ο Πιτς λέγοντας, οτι «οι πτώσεις στις λιανικές πωλήσεις και τη μεταποίηση έχουν αμβλυνθεί, ο πληθωρισμός έχει χαλαρώσει και οι νομισματικές συνθήκες έχουν χαλαρώσει».
Αυτό θα σταθεροποιήσει το ρωσικό ΑΕΠ το οποίο δεν αναμένεται να μειωθεί σημαντικά έως το 2023, σύμφωνα με τους αναλυτές της Capital Economics.
Η Ρωσία ξέρει από κρίσεις
Αναλύοντας την ανθεκτικότητα της ρωσικής οικονομίας η Macro-Advisory εστιάζει στο γεγονός οτι «το ρωσικό κράτος αντιπροσωπεύει πάνω από το 60% του ΑΕΠ, ενώ οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις αποτελούν λιγότερο από το 25%. Αυτή η ανισορροπία περιορίζει την ανάπτυξη σε κανονικούς καιρούς αλλά θωρακίζει την οικονομία σε περιόδους κρίσης» υποστηρίζει.
«Στη Ρωσία, τόσο η κυβέρνηση, όσοι οι εταιρείες και οι άνθρωποι έχουν συνηθίσει σε οικονομικές κρίσεις (αυτή είναι η πέμπτη από το 1991) και οι δομές υποστήριξης, για επιχειρήσεις και κοινωνικούς τομείς, είναι καλά ανεπτυγμένες», είπε ο Γουίφερ.
Αυτό σε συνδυασμό με το οτι η επιχειρηματική εμπιστοσύνη, έχοντας υποχωρήσει απότομα τον Μάρτιο και τον Απρίλιο, έχει επιστρέψει στους μακροπρόθεσμους μέσους όρους στη μεταποίηση και στις υπηρεσίες συμβάλει θετικά.
Η οικονομία δεν θα πέσει σε λήθη
Ο Γουίφερ διαφωνεί με τις πρόσφατες εκτιμήσεις ότι η ρωσική οικονομία βρίσκεται στο δρόμο προς τη «λήθη», υποστηρίζοντας ότι η μαζική έξοδος ξένων εταιρειών από τη Ρωσία δεν είναι τόσο επιζήμια όσο περίμεναν στη Δύση.
«Οι περισσότερες από τις εταιρείες που αποχώρησαν από τη Ρωσία μετά την εισβολή στην Ουκρανία, όπως στο λιανεμπόριο, έχουν πουληθεί σε ρωσικές εταιρείες. Από τις 50 κορυφαίες εταιρείες που ελέγχονται από το εξωτερικό, μόνο τρεις έχουν κλείσει εντελώς», υποστηρίζει.
«Άλλες τρεις έχουν πουληθεί σε Ρώσους ενώ άλλες 10 βρίσκονται σε διαπραγματεύσεις για την πώλησή τους. Όλες οι άλλες ξένες εταιρείες, παραμένουν στη Ρωσία. Υπολογίζεται οτι το πλήγμα στο ρωσικό ΑΕΠ θα είναι τελικά λιγότερο από 1% επειδή τα λειτουργικά περιουσιακά στοιχεία θα παραμείνουν στη χώρα» αναφέρει ο Γουίφερ.
Υποστηρίζει δε, οτι η πραγματική εικόνα τη ρωσικής οικονομίας έρχεται σε πλήρη αντίθεση με το «καταστροφικό» χτύπημα που καταγράφει μελέτη του Πανεπιστημίου Yale και δημοσιεύθηκε τον περασμένο μήνα, η οποία ανέλυσε δεδομένα καταναλωτών, εμπορίου και ναυτιλίας.
Και ο Γουίφερ καταλήγει λέγοντας, οτι «όπως και σε προηγούμενες κρίσεις χώρες όπως η Ρωσία συνήθως αντιμετωπίζουν αποτελεσματικά τέτοια προβλήματα όταν δεν έχουν άλλη επιλογή και συνήθως μόνο τότε».