Ο Άρης Λεμπεσόπουλος στη HuffPost Greece

«Ο άνθρωπος με το λουλούδι στο στόμα» μιλά για την αφέλεια και εξηγεί τι σημαίνει «υπήρξα με τον δικό μου τρόπο»

«... Θα με ρωτήσεις για κάτι και δεν ξέρω τι θέλει να πει ο συγγραφέας. Και δεν με ενδιαφέρει τι θέλει να πει ο συγγραφέας. Εάν στις 500 λέξεις ενός κειμένου, μία είναι για μένα προσωπική, αφορά τον Άρη, κατ’ εμέ εκεί είναι ο ρόλος. Στη μία λέξη...»

Συνεχίζει ως «Κλαύδιος» στην παράσταση του σαιξπηρικού «’Αμλετ» που παίζεται για δεύτερη σεζόν -σε νέα θεατρική στέγη, στο (γεμάτο) Altera Pars- και από το Σάββατο 20 Οκτωβρίου γίνεται «Ο άνθρωπος με το λουλούδι στο στόμα» του Λουίτζι Πιραντέλο.

«Αυτό είναι το θέμα με τη ζωή. Είναι εύθραυστη, πολύτιμη και απρόβλεπτη και κάθε μέρα είναι ένα δώρο, όχι ένα κεκτημένο δικαίωμα. Ακούστε…»

Στο απόλυτο σκοτάδι, η μελωδία ενός ακορντεονίστα. Όταν ανάβουν τα φώτα, ένας κύριος μαγεμένος από τους ήχους ξεσπά σε χειροκροτήματα.... Και ύστερα; Ξεκινάει μια πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση. Για τη μουσική, το χρήμα, τις γυναίκες, τη μοναξιά, τη συντροφικότητα, τον έρωτα, τον φόβο του θανάτου.

Ο Άρης Λεμπεσόπουλος μονολογεί και συνδιαλέγεται με έναν μουσικό, όπως και με το κοινό, για τα μικρά και τα μεγάλα.

«... Έχει πολύ ματαιότητα και κενότητα το θέατρο, αλλά είναι και δουλειά, πρέπει να ζήσεις...» λέει στα πέντε πρώτα λεπτά της συνάντησης μας, μία συνάντησης που -θεωρητικά, τουλάχιστον- ήταν συνέντευξη, αλλά, κατά την προσφιλή συνήθεια του και με έναν εντελώς φυσικό τρόπο, φρόντισε να αποδομήσει προτού καν ξεκινήσει.

Ο Λεμπεσόπουλος είναι, ως γνωστόν, ένας από τους κορυφαίους ηθοποιούς της γενιάς του. Το στοιχείο ωστόσο, που δίνει προστιθέμενη αξία στις ζηλευτές ερμηνείες του, είναι ο τρόπος του -όπως εκείνα τα χαμηλόφωνα «δεν ξέρω» που επαναλαμβάνει σταθερά.

Όπως λέει στη HuffPost Greece «δεν ξέρω ποιος Κλαύδιος ήταν πέρυσι, ούτε τώρα το βρήκα ακριβώς, ας με συγχωρέσουν». Και σε άλλο σημείο: « Δηλαδή, σε έναν, τρεις, πέντε μήνες πρόβας, βρήκες αυτό που κάποτε ο συγγραφέας είχε σκεφτεί; Μπράβο!». Και μετά από λίγο για το δέος απέναντι στον Σαίξπηρ και την αρχαία τραγωδία: «... Με φόβιζε η τραγωδία, δεν μου ήταν κάτι οικείο. Και ο Σαίξπηρ μου είναι κάτι μακρινό, πολύ βρετανικό...».

Η συνέντευξη δεν έχει γραμμική αφήγηση, οι ερωτήσεις θα μπορούσαν να καταγραφούν με αυτή ή με άλλη σειρά και η πρώτη έρχεται από εκείνα τα πρώτα (ήσυχα) λεπτά, όταν η ηχογράφηση δεν είχε ακόμη ξεκινήσει.

-... Την οποία (ματαιότητα) πώς τη διαχειρίστηκες στα είκοσι, πώς στα τριάντα και στα πενήντα;

Ενστικτωδώς κατάλαβα νωρίς τη ματαιότητα. Δεν ήμουν φανατικός. Ήθελα και να περπατάω. Να κάνω βόλτες, να καπνίζω, να πίνω καφέδες, αν θέλεις. Δεν ήμουν μανιακός αυτού του επαγγέλματος. Έχω ένα αγαπο…

-… Αγαπό-μίσος.

Ναι. Δεν μπορούσα χωρίς αυτό, αλλά δεν ήμουν φανατικός. Δεν είμαι ασκητής.

-Το γεγονός ότι δεν ήσουν φανατικός σου έδωσε και μία νηφαλιότητα;

Δεν ξέρω πως δούλεψα. Δούλεψα έτσι, από μόνος μου. Διατήρησα μία αφέλεια σε αυτό που έκανα -το έλεγα και στον Τάσο (Ιορδανίδη)- και διατηρώ μία αφέλεια -όχι αθωότητα, αφέλεια. Είμαι χαζός και είναι πολλά που δεν καταλαβαίνω. Θα με ρωτήσεις για κάτι και δεν ξέρω τι θέλει να πει ο συγγραφέας. Και δεν με ενδιαφέρει τι θέλει να πει ο συγγραφέας. Εάν στις 500 λέξεις ενός κειμένου, μία είναι για μένα προσωπική, αφορά τον Άρη, κατ’ εμέ εκεί είναι ο ρόλος. Στη μία λέξη…. Δεν ξέρω εάν απαντώ στην ερώτηση σου. Έχει να κάνει με την αφέλεια. Δεν μπορώ να κάνω κάθε βράδυ το ίδιο πράγμα, τρελαίνομαι. Με σκοτώνει. Κάνω μικροαλλαγές. Η ζωή έχει πιο πολύ φαντασία από το θέατρο. Άρα, προτιμώ την αφέλεια. Και τον μη φανατισμό. Είναι δυνατόν μία παράσταση που κρατάει εννέα μήνες, κάθε βράδυ να είναι το ίδιο; Δηλαδή, σε έναν, τρεις, πέντε μήνες πρόβας, βρήκες αυτό που κάποτε ο συγγραφέας είχε σκεφτεί; Μπράβο!... Τι ήθελες να με ρωτήσεις, όμως, αυτό το μαγικό σούρουπο σ’ αυτόν τον δρόμο;

-... Που είναι γεμάτος ζωή, όπως όλος ο Κεραμεικός.

Είχα να έρθω χρόνια εδώ και πραγματικά έχει τρομερή ενέργεια.

-Κάνεις μία επιτυχημένη παράσταση, σταματάς στο τέλος της σεζόν και μήνες μετά τη συνεχίζεις. Σαν να πρέπει να παίξεις παράταση με διαφορά μηνών. Πώς είναι;

Αλλιώς… Στην περίπτωση του Άμλετ που αλλάξαμε θέατρο, φεύγεις από τέσσερις τοίχους και έρχεσαι σε άλλους τέσσερις τοίχους, που σου υποβάλλουν μία άλλη κατάσταση. Το ότι μπαίνει το κοινό από έναν δρόμο, μία γειτονιά που σφύζει από ζωή, από νεολαία –σαν κι εμένα, δηλαδή (γέλια)- κάθονται στο μπαρ το οποίο παίζει μουσική είναι άλλο πράγμα, άλλη συνθήκη… Το προηγούμενο θέατρο ήταν αστικό με έναν τρόπο, με το βελούδο του και τα λοιπά.

-Η φόρμα αλλάζει την ουσία;

Δεν ξέρω. Κάτι σίγουρα επηρεάζει.

-Σαν να λέμε, άλλος Κλαύδιος είσαι φέτος.

Δεν ξέρω ποιος Κλαύδιος ήταν πέρυσι, ούτε τώρα το βρήκα ακριβώς, ας με συγχωρέσουν. Εννοώ, ότι με την αλλαγή του χώρου, έγιναν κάποιες τροποποιήσεις, επιχειρώντας να βρεθεί ένα άλλο στίγμα ίσως -και καλώς. Τώρα, εάν χάθηκαν ή κερδήθηκαν πράγματα, θα φανεί στην πορεία. Σαίξπηρ μία ολόκληρη σεζόν, σπάνια παίζεται. Κατ’ αρχάς είναι αφόρητο -ναι, είναι αφόρητο (γέλια)- συνήθως ο Σαίξπηρ παίζεται έναν μήνα, σαράντα μέρες. Στο εξωτερικό, τουλάχιστον.

-Πρόκειται ωστόσο, για μία παράσταση επιτυχημένη.

Για το πλαίσιο αυτό. Γιατί, όπως είχε πει κάποτε κάποιος, πότε ο Σαίξπηρ έκανε επιτυχία στην Ελλάδα; Είναι ένα ερώτημα. Το γεγονός ότι, η παράσταση αυτή άντεξε μία ολόκληρη σεζόν από Οκτώβριο έως Μάιο, αυτό θεωρώ επιτυχία. Ούτε εάν είναι αποδεκτή, ούτε η πληρότητα, αλλά το γεγονός ότι, άντεξε μία ολόκληρη σεζόν και συνεχίζεται. Αυτό είναι επιτυχία…. Άλλωστε, φέτος παίζουμε συγκεκριμένο αριθμό παραστάσεων.

-Έως τις 19 Δεκεμβρίου…

... Ξέρεις εάν επιμένεις σε κάτι γίνεται διαστροφή (γέλια).

-Από τις ρουτίνες και τις εμμονές δεν οριζόμαστε;

Πιστεύω στις ρουτίνες, όπως πιστεύω και στις εμμονές. Όλα είναι ένας κύκλος και όλοι γυρίζουμε πίσω από τις εμμονές μας. Δεν ξέρω πώς ανανεώνεται η έμπνευση -και χωρίς να αναφέρω ονόματα στη μουσική ή στο σινεμά- πάντως η τέχνη έχει να κάνει με εμμονές.

-Σα να λέμε, ένας συγγραφέας αφηγείται μία ιστορία, ένας συνθέτης γράφει ένα έργο και όλα τα άλλα είναι παραλλαγές στο ίδιο θέμα.

Μπορεί. Κι εγώ συχνά σκέφτομαι δύο τρία πράγματα από το παρελθόν μου, από την οικογένεια μου. Ο πατέρας, η μάνα, κάποια στιγμή, τα σκέφτομαι και εκτός και εντός σκηνής. Σα να γυρνάμε όλοι κάπου.

-Το δέος της νεότητας για τον Σαίξπηρ, για την αρχαία τραγωδία, εξανεμίζεται με το πέρασμα του χρόνου;

Έκανα νέος Σαίξπηρ. Το 1984, στο «Ανοιχτό Θέατρο» του Γιώργου Μιχαηλίδη. Και έπαιζα με ένα στραβό στόμα που νόμιζαν ότι ήταν άποψη. Έλεγαν κοίτα πώς έχει κάνει το πρόσωπο του -ήταν στραβό το χείλος- αλλά ήταν τρακ, ποιος ξέρει τι είχα πάθει… Από το άγχος, μάλλον. Δεν μπορώ να πω ότι, μάθαμε ιδιαίτερα πώς πρέπει να παιχτεί ο ποιητικός λόγος. Η τραγωδία πάντα με φόβιζε και τρεις φορές που έκανα αρχαία τραγωδία, η καρδιά μου ήταν άδεια. Με φόβιζε η τραγωδία, δεν μου ήταν κάτι οικείο. Και ο Σαίξπηρ μου είναι κάτι μακρινό, πολύ βρετανικό, ξένο στο DNA μας. Το φλέγμα, το χιούμορ -και δεν μιλάω μόνο για τον Σαίξπηρ, ο Πίντερ, για παράδειγμα- δεν νομίζω ότι μας είναι οικεία. Και από την άποψη του κοινού. Βεβαίως, εξαρτάται από τον τρόπο που θα το ανεβάσεις. Π.χ. η προηγούμενη βερσιόν του Άμλετ ήταν περίεργη, δεν ήθελε τη σκοτεινάδα ο σκηνοθέτης. Και διερωτώμαι, τώρα που έχει πάει σε μία γραμμή πιο δραματική, γιατί και ο Έλληνας είναι δραματικός, του αρέσει η τραγωδία, μήπως έχει κάτι πιο ενδιαφέρον. Αλλά, ξαναλέω νομίζω ότι δεν είναι στο DNA μας.

-Ο Ιψεν, μακρινός κι αυτός;

-Ο Τσέχωφ;

Όχι, αυτόν τον αγαπάω. Κάπου τον καταλαβαίνει η ψυχή μου. Παίζεται πάρα πολύ δύσκολα βεβαίως, αλλά είναι τόσο σημερινός. Όμως, το όνειρο, το ανεκπλήρωτο, η προσδοκία, όλα για όσα μιλάει, πάντα αισθανόμουν ότι είναι τώρα. Χωρίς τίποτα το κραυγαλέο.

Ο Άρης Λεμπεσόπουλος στην παράσταση «Ο άνθρωπος με το λουλούδι στο στόμα». Φωτογραφία: Μελίνα Δόσιου
Ο Άρης Λεμπεσόπουλος στην παράσταση «Ο άνθρωπος με το λουλούδι στο στόμα». Φωτογραφία: Μελίνα Δόσιου

-Ο Πιραντέλο που θα κάνεις;

Το «ούνα φάτσα ούνα ράτσα» ισχύει. Αλλά από τη Ρώμη και κάτω, όχι από το Μιλάνο και πάνω, γιατί αυτοί είναι κεντροευρωπαίοι (γέλια), το είπα όταν πήγα στο Μιλάνο… Όταν όμως πήγα στη Ρώμη και άρχιζα να κατεβαίνω προς τον Νότο, λέω, ναι, έτσι είναι. Είμαστε συγγενείς, με ένα τρόπο. Και ιστορικά. Όταν ήμουν νέος και είχα διαβάσει το έργο του Πιραντέλο «Ο άνθρωπος με το λουλούδι στο στόμα», είπα τότε -τόλμησα να πω- αχ, να το ’παιζα αυτό κάποτε. Πέρασαν πάρα πολλά χρόνια και μου το πρότεινε ο Τάσος, γιατί ήταν ιδέα του Τάσου και τον ευχαριστώ.

-Ο μονόλογος είναι ειδική συνθήκη για τον ηθοποιό.

Δεν μου άρεσε ποτέ να είμαι μόνος επί σκηνής. Στο έργο του Πιραντέλο υπάρχει και ένα δεύτερο πρόσωπο. Αλλά και εγώ είχα την αίσθηση -και τελικά ο Τάσος συμφώνησε- μήπως το δεύτερο πρόσωπο δεν υπάρχει και είναι ένας μουσικός. Άρα, η συνομιλία θα είναι μέσω ενός μουσικού οργάνου. Και όποτε -σπάνια- μου συνέβη στο θέατρο να έχω μουσική επί σκηνής ήταν μεγάλη ανακούφιση.

-Πόσες φορές έχεις κάνει μονόλογο;

Έχω κάνει τον «Θαυματοποιό», αλλά στην ουσία ήταν τρία τα πρόσωπα. Ήμουν μόνος, έβγαινα, μετά έβγαινε άλλος ηθοποιός, στη συνέχεια άλλη ηθοποιός και μετά ξαναέβγαινα. Εν μέρει το μοιραζόμουν με τους άλλους. Αλλά δεν μου άρεσε ποτέ να είμαι μόνος επάνω στη σκηνή. Δεν μου αρέσει, θέλω να υπάρχει και ένας άλλος....

-... Να μιλάτε.

Να μιλάμε, να το πάρει πάνω του, να με εκπλήξει, να τον εκπλήξω, να τον τραβήξω εγώ, να με συμπαρασύρει αυτός. Τώρα όμως, με τον Πιραντέλο η συνοδεία της μουσικής, μπορεί να απαλύνει την αίσθηση της μοναξιάς στη σκηνή. Ο Πιραντέλο μιλάει με τρυφερότητα για τη ζωή, τον θάνατο -δεν ξέρω τι θέλει να πει ο Πιραντέλο ακριβώς- αλλά αυτό το έργο που μιλάει για έναν άνθρωπο που κουβαλάει μία ασθένεια, έχει γι αυτά τα θέματα ένα χαμόγελο. Και ο Τάσος με αφορμή αυτό το έργο, γιατί έχουν προστεθεί κι άλλα λόγια, θέλει –κόντρα στη φύση μου- να δώσει μια νότα αισιοδοξίας και ένα φως. Και το κατανοώ.

-Δηλαδή, η φύση σου ποια είναι;

Είμαι μαχόμενος.

-Αλλά με το πολύ φως δεν τα πας καλά;

Όχι, δεν είναι αυτό… Είναι στιγμές που λέω, σκέψου θετικά. Όταν το λέω αυτό, έρχεται κάτι καλό.

-Παροτρύνοντας τον εαυτό σου.

Ναι, γιατί εάν παροτρύνω τον εαυτό μου, πιθανώς στην πορεία παροτρύνω και κανέναν άλλον.

Φωτογραφία: Μελίνα Δόσιου
Φωτογραφία: Μελίνα Δόσιου

-Ποιο είναι το μεγαλύτερο άγχος που έχεις για τους γιους σου;

Να μην χτυπήσουν, να μην τραυματιστούν, γιατί είναι δύο αγόρια που παίζουν, πλακώνονται…

-Η σχέση τους με την τέχνη;

Μπήκαν αναγκαστικά από νωρίς… Σκέψου ότι ήταν λίγων μηνών όταν -και επειδή δεν είχαμε πού να τ’ αφήσουμε- χρειάστηκε να πάω στο Όσλο, οπότε είπα στον διευθυντή, εάν θέλεις να έρθω πρέπει να φέρω μαζί μου και τα μωρά. Τα οποία άλλαζαν αεροπλάνο κι έκαναν βόλτες όσο εγώ προσπαθούσα να φέρω την υποκριτική μου στο κοινό του Όσλο. Γνώρισαν από μικρά τη σκηνή, τα παρασκήνια, τον κόσμο του θεάτρου.

-Το βρίσκουν παιχνιδιάρικο;

Τους αρέσει που πηγαίνουν από πίσω και βλέπουν πώς γίνεται. Ομολογώ ότι παρακολουθούν με ευγένεια αυτό που συμβαίνει. Είναι περίεργο και θαυμαστό για την παιδική ψυχή αυτή η εμπειρία. Η αγωνία μου είναι η υγεία τους. Το παρόν, όχι τι θα απογίνουν. Όταν βλέπω τη βία που υπάρχει γύρω…. Στην ηλικία τους δεν είχα τέτοια ερεθίσματα.

My way...

«... Δεν τελείωσα καλό σχολείο. Αυτό είναι ένα μείον. Είναι πολύ σημαντικό ένα καλό σχολείο, καθορίζει μία ολόκληρη πορεία. Όπως και ποιος είναι ο πατέρας και η μητέρα μας. Εγώ άντεξα. Κάποια στιγμή, στην αρχή της κρίσης, επειδή η σύζυγος είναι μηχανικός ηλεκτρονικών υπολογιστών, είχε τη δυνατότητα, πολύ σύντομα, να φύγει από την Ελλάδα, να πάει ακόμη και στις ΗΠΑ. Και με ρώτησε, εσύ φεύγεις; Να πάω πού; Δεν μπορούσα να με φανταστώ εκεί. Θα μπορούσα να φύγω -γνωρίζω τη γλώσσα- αλλά να κάνω τι; Ούτε ως νέος θα έφευγα. Όχι. Θα πρέπει να δουν τα παιδιά μου ότι υπήρξα. Θα εξακολουθήσω να κάνω αυτό το επάγγελμα, όποτε δουλεύω, όποτε μου προτείνουν κάτι, αλλά θα πω στα παιδιά μου, υπήρξα σ’ αυτή τη δουλειά και υπήρξα με τον τρόπο μου. Μεγάλη προσωπική νίκη. Ξέρεις, τι είναι να υπάρξεις με τον τρόπο σου; Αρεστός, μη αρεστός, συμπαθής, μη συμπαθής, πάντως υπήρξα. Και να σου πω και κάτι άλλο; Τον εαυτό μου περιέφερα επί σκηνής. Δεν νομίζω ότι άλλαξα, ότι έγινα κάτι άλλο. Κι όταν στην αρχή είπα για τη μία λέξη, σημαίνει ότι, έστω για μία στιγμή επάνω στη σκηνή, υπήρξα προσωπικώς επειδή με αφορούσε. Ακόμη κι αν ήταν ένα «και». Κι ας έχασα 499 λέξεις…. Δεν αισθάνθηκα ότι μεταμορφώθηκα. Κομμάτια του εαυτού μου έβγαζα -κάποια κομμάτια- τα δάνειζα σε έναν ρόλο, μου τα δάνειζε κι ο άλλος, αυτό ήταν. Δεν αισθάνθηκα ποτέ ότι άλλαξα. Και τα πιο βαθιά κομμάτια μου ίσως να μην τα ’βγαλα. Ίσως μόνο κάποιες μικρές στιγμές, που δεν έγιναν αντιληπτές. Το τι συμβαίνει κάτω γίνεται ερήμην μου, δεν ξέρω τι κουβαλάνε οι ανθρώπινες ψυχές, οι άνθρωποι που βλέπουν μία παράσταση. Ή μπαίνουν σ’ αυτό το παραμύθι ή, δεν μπαίνουν. Είναι πολύ σημαντική υπόθεση μία παράσταση -εξού και η θρησκεία πήρε στοιχεία από το τελετουργικό του θεάτρου- αλλά τι θα πει, ο ηθοποιός ένιωσε ωραία στη σκηνή; Ότι άκουγα τον εαυτό μου και με λάτρευα; Κι ο γιατρός λέει «ωραία», αλλά εννοεί ότι πήγε καλά η εγχείριση. Η Λαμπέτη έλεγε ο ηθοποιός έχει το νευρικό του σύστημα. Τίποτα άλλο...»

Info

«Ο άνθρωπος με το λουλούδι στο στόμα»

Βασισμένο στο έργο του Λουίτζι Πιραντέλο

Από τις 20 Οκτωβρίου στο θέατρο Altera Pars

Συντελεστές:
Διασκευή - σκηνοθεσία - μουσική επιμέλεια - φωτισμοί - σκηνικά - κοστούμια: Τάσος Ιορδανίδης, Άρης Λεμπεσόπουλος

Ερμηνεύει ο Άρης Λεμπεσόπουλος

Ημέρες και ώρες παραστάσεων:

Σάββατο & Κυριακή: 18:00

Τιμές εισιτηρίων:

Γενική είσοδος 10 ευρώ

Μειωμένο (φοιτητές άνεργοι, άνω των 65): 8 ευρώ

Διάρκεια παράστασης: 60 λεπτά

Προπώληση εισιτηρίων: viva.gr

Και στο ταμείο του θεάτρου (Μεγάλου Αλεξάνδρου 123, τηλ. 210 3410011).

Δημοφιλή