Του Δρα Ευάγγελου Στεργιούλη*
Αναμφίβολα, η επικινδυνότητα του αστυνομικού επαγγέλματος είναι ιδιαιτέρως υψηλού επιπέδου και η Ελληνική Αστυνομία έχει καταβάλει βαρύ φόρο αίματος κατά πολύ υψηλότερο από το μέσο όρο των ευρωπαϊκών αστυνομιών, ωστόσο αυτό δε σημαίνει σε καμία απολύτως περίπτωση ότι ο αστυνομικός είναι ένα «αναλώσιμο είδος», μια αντίληψη που επικρατεί σε ένα μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας.
Ένας αστυνομικός λοιπόν χαροπαλεύει αυτή τη χρονική περίοδο, έχει ήδη ακρωτηριαστεί, ωστόσο οι αντιδράσεις της ελληνικής κοινωνίας δεν είναι σε καμία περίπτωση αυτές που θα έπρεπε να είναι τόσο για τον αστυνομικό που δίνει τη μάχη για τη ζωή του όσο και για το ειδεχθές εγκληματικό φαινόμενο της οπαδικής βίας που ολοένα και περισσότερο ανθεί σε αυτή τη χώρα, σε αντίθεση με άλλες χώρες του δυτικού κόσμου που έχει περιοριστεί αποτελεσματικά.
Πέραν βεβαίως της απόμακρης και σιωπηλής στάσης ενός μεγάλου μέρους της ελληνικής κοινωνίας για το τραγικό περιστατικό με θύμα τον άτυχο αστυνομικό, ένα εξόχως σημαντικό ζήτημα το οποίο χρήζει ιδιαίτερης κοινωνιολογικής προσέγγισης, ιδιαίτερη εντύπωση προκαλούν διάφοροι πολιτικοί μονόλογοι, δηλώσεις, προσεγγίσεις και επισημάνσεις για την αντιμετώπιση της οπαδικής βίας.
Κατά κύριο λόγο, αυτοί οι πολιτικοί μονόλογοι για την αντιμετώπιση της οπαδική βίας στη χώρα μας, κινούνται σε ένα πλαίσιο γενικών θεωρητικών και αφηρημένων προσεγγίσεων, καθιστώντας εμφανές ότι αποφεύγεται εσκεμμένα η αναζήτηση και ο εντοπισμός ευθυνών των αρμοδίων φορέων και προσώπων.
Σε αυτό το γενικό και αφηρημένο πλαίσιο πολιτικού διαλόγου, διεξάγονται συσκέψεις επί συσκέψεων ως προς την λήψη μέτρων αντιμετώπισης της οπαδικής βίας, γίνονται γενικές και αφηρημένες ανακοινώσεις, ωστόσο αποφεύγεται συστηματικά να αναδειχθεί το ιδιαιτέρως ακανθώδες πρόβλημα της συστημικής ανομίας που κυριαρχεί σε αυτή τη χώρα καθόλη τη διάρκεια της μεταπολίτευσης.
Εύλογα και έλλογα λοιπόν δημιουργούνται τεράστια ερωτήματα και ερωτηματικά αναφορικά με την εφαρμογή των νόμων που έχουν θεσπιστεί από την ελληνική πολιτεία για την αντιμετώπιση της οπαδικής βίας, όπως:
- εφαρμόζεται ο Νόμος 4049/2012 (άρθρο 8) που προβλέπει ότι οι αθλητικοί σύνδεσμοι ευθύνονται για τις πράξεις βίας των μελών τους, ο δε εκπρόσωπος τους υποχρεούται να ασκεί την εποπτεία και τον έλεγχο στο χώρο των αθλητικών λεσχών;
- εφαρμόζεται ο Νόμος 4049/2012 (άρθρο 6) οι διατάξεις του οποίου προβλέπουν τη θέσπιση του ηλεκτρονικού εισιτηρίου και της κάρτας φιλάθλου, έτσι ώστε να είναι δυνατή ανά πάσα στιγμή η εξακρίβωση της ταυτότητας των δραστών σε περιπτώσεις οπαδικής βίας;
- εφαρμόζεται ο Νόμος 3372/2005 (άρθρο 1) που προβλέπει ότι στις αθλητικές εγκαταστάσεις για τη διεξαγωγή αγώνων εθνικών πρωταθλημάτων τοποθετούνται ηλεκτρονικά συστήματα εποπτείας, τα οποία λειτουργούν αποτρεπτικά για τους εν δυνάμει παραβάτες, για να γνωρίζουν ότι οι πράξεις βίας θα καταγραφούν ηλεκτρονικά και θα είναι στη διάθεση των αστυνομικών αρχών για την εξακρίβωση της ταυτότητας τους;
Λαμβάνοντας υπόψη το υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο αντιμετώπισης της οπαδικής βίας στη χώρα μας, ακόμη και ένας πρωτοετής φοιτητής μιας νομικής σχολής πολύ εύκολα μπορεί να εξάγει το συμπέρασμα ότι η υφιστάμενη νομοθεσία ρυθμίζει επαρκώς τις υποχρεώσεις των αθλητικών συνδέσμων και τις υποχρεώσεις των ΠΑΕ, σε συνδυασμό βεβαίως με τις υποχρεώσεις της ελληνικής αστυνομίας και της ελληνικής δικαιοσύνης για την τήρηση, εφαρμογή και επιβολή του Νόμου.
Τούτων δοθέντων λοιπόν μήπως το γεγονός ότι οι κύριοι μέτοχοι των ΠΑΕ, στους οποίους υπάγονται οι αθλητικοί σύνδεσμοι, που είναι εν πολλοίς και μέτοχοι των μεγάλων ΜΜΕ αυτής της χώρας καθώς και άλλων μεγάλων οικονομικών και επιχειρηματικών συμφερόντων, αποτελεί έναν από τους βασικότερους και κυριότερους λόγους που η υφιστάμενη νομοθεσία της ελληνικής πολιτείας δεν εφαρμόζεται;
Μήπως έτσι τελικά εξηγείται το γενικό και αφηρημένο πλαίσιο των πολιτικών μονολόγων, ανακοινώσεων και προσεγγίσεων για το εγκληματικό φαινόμενο της οπαδικής βίας στη χώρα μας;
Εν κατακλείδι, όσο το πολιτικό σύστημα της χώρας και οι εκάστοτε αρμόδιοι φορείς και πρόσωπα που διαχειρίζονται τη πολιτική εξουσία, αποφεύγουν συστηματικά να αντιπαρατεθούν με τα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα, θα συνεχίζουμε να θρηνούμε θύματα οπαδικής βίας.
ΥΓ: Η Αστυνομία, ειρήσθω εν παρόδω, δεν έχει καμία θέση εντός των αθλητικών εγκαταστάσεων που αποτελούν ιδιοκτησία μεγάλων οικονομικών παραγόντων της χώρας, διότι με αυτόν τον τρόπο παραβιάζονται οι συνταγματικές αρχές της ισότητας και της ισονομίας των Ελλήνων πολιτών.-
*Ο κ. Ευάγγελος Στεργιούλης είναι Διδάκτωρ Κοινωνιολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου και Υποστράτηγος ε.α. της Ελληνικής Αστυνομίας. Έχει διατελέσει προϊστάμενος των εθνικών υπηρεσιών Interpol και Europol και υπεύθυνος εξωτερικών και δημοσίων σχέσεων της Ευρωπαϊκής Αστυνομίας στη Χάγη.
https://m.facebook.com/evangelos.stergioulis