H Κυβέρνηση θεωρεί ότι η τελευταία μεγάλη δοκιμασία της ήταν το πολυνομοσχέδιο. Κοινοβουλευτικά αυτό, εν μέρει, είναι σωστό. Θεωρητικά μπαίνουμε αργά αλλά σταθερά στο τέλος του δράματος των μνημονίων. Ο ιστορικός του μέλλοντος θα εξετάσει τι και πως φταίει. Κι είναι αλήθεια ότι θα έχει μια τεράστια δεξαμενή πληροφοριών, διότι πολλοί ήταν εκείνοι που κατέγραψαν τις σκέψεις τους και τις αγωνίες του.
Θεωρητικά, η Ελλάδα αργά αλλά σταθερά μπαίνει σε μια μορφή κανονικότητας. Αλλά είναι αυτή η πραγματικότητα;
Υπάρχουν τρία σημεία κλειδιά που θα μας δείξουν εάν είναι και, κυρίως, πώς θα εξελιχθεί το 2018: Πρώτον, η γερμανική κυβέρνηση. Η σημερινή κυβέρνηση, με την υπερψήφιση του πολυνομοσχεδίου, φαινομενικά πέρασε και την τελευταία δέσμη μέτρων που ζητούσαν οι σύμμαχοι-δανειστές. Ετοιμάζεται για την έξοδο στις αγορές. Οι Βρυξέλλες αυτό το επιθυμούν διακαώς. Η Ευρώπη πρέπει να δείχνει ότι έχει κλείσει κάθε μέτωπο που άνοιξε με την κρίση του 2008. Όμως η Ευρώπη κινείται αυτόν τον καιρό με τον γερμανικό παράγοντα εν υπνώσει. Το πλέον σημαντικό για εμάς θα είναι εάν ο νέος Υπουργός Οικονομικών ανήκει στην επιρροή του κ. Wolfgang Schäuble. Εάν ναι, προσωπικά περιμένω με πολιτική αγωνία να δω ποια θα είναι η στάση της Γερμανίας έναντι της ελληνικής κυβέρνησης. Διότι έχω βάσιμες αμφιβολίες εάν η συνολική πολιτική επικοινωνία, ιδιαίτερα του κ. Τσίπρα, έναντι στον πρώην Υπουργό Οικονομικών περάσει χωρίς κάποια μορφής αντίδρασης.
Δεύτερον, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Υπενθυμίζοντας ότι όλα τα τελευταία εμπόδια τα έχουμε περάσει με πολιτικές αποφάσεις (γεγονός το οποίο δεν υφίστατο στην αρχή της κρίσης, όπου τα οικονομικά κριτήρια ήταν σαφέστατα πιο ισχυρά στη διαδικασία λήψης αποφάσεων) κι ότι το ΔΝΤ έχει επιλέξει πρακτικά ένα έργο εγγυητή συνέχειας της Ευρώπης του ευρώ, κινούμενο σε μια ιδιαίτερα λεπτή ισορροπία. Μένει να δούμε μέσα στη χρονιά τι θα πει κι εκείνο για την Ελλάδα και την πορεία της οικονομίας της. Κι αν το ΔΝΤ θεωρείται από ορισμένους ένας παλαιολιθικός οικονομικός οργανισμός ή ότι οι εκθέσεις του αφορούν έναν δανειστή κι όχι έναν συγκροτημένο αναλυτή, στην πράξη οι αγορές και πολλοί επενδυτές το παρακολουθούν με ζέση και ιδιαίτερη προσοχή. Η άποψη του ΔΝΤ για την ελληνική οικονομία θα διαδραματίσει ρόλο και μάλιστα σημαντικό.
Τρίτον, η ανεκτικότητα των πολιτών. Ίσως το πιο θεωρητικό και ταυτόχρονα πιο ενδιαφέρον μέρος για την ανάγνωση των εξελίξεων. Φαινομενικά, και με βάση το γεγονός ότι η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών παλεύει για την επιβίωσή του, η κυβέρνηση είχε εξασφαλίσει ένα άτυπο moratorium κοινωνικής ειρήνης. Πολλοί -κι ορθά- πιστεύουν πως αυτό είναι ένα βουβό ποτάμι οργής. Οι συνθήκες είναι τέτοιες που το 2018 και περισσότερο το 2019 θα αρχίσουν να έρχονται τα πρώτα πρακτικά χτυπήματα της κρίσης, ως συνέπεια της αυστηρότατης έως αγνώμονος στάσης των τραπεζών. Η ίδια η κυβέρνηση, με τις στρατηγικές λεκτικές της επιλογές, δεν έχει συμβάλει στην εκτόνωση της βουβής οργής. Μάλιστα, μια πιο εμπεριστατωμένη μελέτη αριστερών διανοούμενων θα δείξει πόσο έχει απογοητεύσει η σημερινή Κυβέρνηση την ελίτ διανοουμένων της. Και θα συνειδητοποιήσει ότι, ενώ όντως θα μπορούσε η Κυβέρνηση να επικαλείται χρόνια την παθολογία των προηγούμενων κυβερνήσεων, με τις ανεκδιήγητες επικοινωνιακές και πολιτικές επιλογές της απώλεσε κάθε ηθικό πλεονέκτημα. Από την άλλη στην πράξη κανείς δεν το θέλει να ξεχειλίσει το ποτάμι της βουβής κοινωνικής οργής. Αλλά δεν θα είναι στα χέρια κανενός η διαχείρισή του.
Στα παραπάνω θα πρέπει κανείς να υπολογίσει κι ένα ακόμα γεγονός. Ότι ο χάρτης των ΜΜΕ μέσα στο 2018 θα έχει συνολικά αναδιαμορφωθεί. Οι άδειες στην τηλεόραση βγαίνουν (σημείωση: δύο διαγωνισμούς για τηλεοπτικές άδειες έκανε η κυβέρνηση, σε κανέναν δεν κατάφερε να πείσει να συμμετάσχει ένας ξένος όμιλος, μια ιδιοκτησία με διεθνή παρουσία σε άλλες χώρες – δείγμα της συνολικής εικόνας που έχουν οι διεθνείς παράγοντες για την χώρα μας), το τοπίο στις εφημερίδες και τα ραδιόφωνα είναι σχεδόν καθορισμένο επομένως δεν θα υπάρξουν άλλες μεγάλες συγκρούσεις συμφερόντων. Οι επιλογές που έκανε η κυβέρνηση δεν έχουν μεγάλη σταθερά. Οι σύμμαχοι που έχει επιλέξει δεν είναι σίγουρο ότι διακρίνονται από πιστότητα, ενώ οι εχθροί της έχουν πλέον γίνει φανατικοί. Τα ΜΜΕ ασκούν σίγουρα μια επιρροή, άσχετα εάν στην Ελλάδα έχουν τόσο λοιδορηθεί. Μένει να φανεί μέσα στο 2018 εάν η κυβέρνηση θα βρει συμμάχους στην προσπάθεια διασποράς των επιχειρημάτων της ή στην πράξη θα διαβεί μια τεράστια μοναξιά.
Σε κάθε περίπτωση πρέπει όλοι να έχουμε στη διαμόρφωση της σκέψης μας για τις πολιτικές εξελίξεις το ακόλουθο εξαιρετικά απλό: ότι ο χρόνος τρέχει. Κι είτε πάμε για εκλογές τον φθινόπωρο του 2018, είτε τον Μάιο του 2019, είτε το Σεπτέμβριο του 2019, η αντίστροφη μέτρηση για εκλογές έχει αρχίσει. Η κυβέρνηση έχει περισσότερες ημέρες πίσω της απ’ ότι έχει μπροστά της. Οι εκλογές θα έρθουν. Και τότε οι πολίτες θα μιλήσουν.