H έκθεση της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή του ΟΗΕ (IPCC) που δημοσιεύτηκε πριν λίγες ημέρες, με βασικούς συγγραφείς 91 κορυφαίους επιστήμονες και αναφορές σε 6 χιλιάδες επιστημονικές δημοσιεύσεις, ήταν παραπάνω από ξεκάθαρη. Για να έχουμε μια ρεαλιστική ελπίδα να αποφύγουμε πρωτόγνωρα ολέθριες καταστάσεις, η απεξάρτηση από το κάρβουνο θα πρέπει να αποτελέσει κορυφαία προτεραιότητα της ανθρωπότητας τα επόμενα 12 χρόνια. Και τα τέσσερα σενάρια που εξετάστηκαν εκτιμούν ότι για την αποφυγή ανόδου της παγκόσμιας θερμοκρασίας πάνω από τους 1,5 βαθμούς Κελσίου θα πρέπει η παγκόσμια κατανάλωση κάρβουνου να μειωθεί μεταξύ 59% και 78% ως το 2030.
Τι κάνει η Ευρώπη για όλα αυτά;
Η Γερμανία έχει ήδη ξεκινήσει το διάλογο για τον ορισμό συγκεκριμένης ημερομηνίας για την πλήρη απεξάρτηση από τον λιγνίτη και τον λιθάνθρακα, ενώ 14 χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης είτε δεν παράγουν πλέον ηλεκτρική ενέργεια από αυτά τα ορυκτά καύσιμα είτε έχουν δεσμευτεί ότι θα το πράξουν μέσα στην επόμενη δεκαετία. Ακόμα και η Ρουμανία που παραδοσιακά βασιζόταν σε παραγωγή ενέργειας από κάρβουνο, πρόσφατα ξεκίνησε τη συζήτηση για να αντικατασταθεί το πιο ρυπογόνο καύσιμο στον πλανήτη από φυσικό αέριο.
Πλήγμα όμως δέχτηκε η λιγνιτική βιομηχανία και στις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων, όπου οι μονάδες καύσης λιγνίτη δεν υποχρεώνονται να πληρώνουν τα πανάκριβα πλέον δικαιώματα εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Την προηγούμενη εβδομάδα η Παγκόσμια Τράπεζα απέσυρε τη χρηματοδότησή της για έναν νέο λιγνιτικό σταθμό ισχύος 500 MW και κόστους εγκατάστασης 1 δισεκατομμυρίου ευρώ στο Κόσοβο, όπου παρουσία της Κριστίν Λαγκάρντ, ο πρόεδρος της Παγκόσμιας Τράπεζας επικαλέστηκε αμιγώς οικονομικούς λόγους, υπογραμμίζοντας ότι οι ΑΠΕ είναι πλέον φθηνότερες από τον λιγνίτη.
Κι ενώ ακόμα και στο Κόσοβο αρχίζει να υπερισχύει σταδιακά η κοινή λογική, στην Ελλάδα φαίνεται να έχει χαθεί. Η κατασκευή της νέας λιγνιτικής μονάδας της ΔΕΗ «Πτολεμαΐδα V» προχωρά ακάθεκτη παρά το γεγονός ότι ο ίδιος ο πρόεδρός της παραδέχεται δημοσίως ότι χωρίς τα δωρεάν δικαιώματα εκπομπών που η Ελλάδα δεν πήρε τελικά, θα είναι μία ζημιογόνα επένδυση. Και σαν να μην έφτανε η αιμορραγία των 1,4 δισεκατομμυρίων ευρώ αυτής της καταστροφικής επένδυσης που θα γονατίσει οικονομικά τόσο την επιχείρηση όσο, κυρίως, τους έλληνες καταναλωτές, ΔΕΗ και κυβέρνηση προωθούν πεισματικά και δεύτερη νέα λιγνιτική μονάδα στη Μελίτη της Φλώρινας.
Ο παραλογισμός δεν σταματά ούτε εδώ, καθώς η ελληνική κυβέρνηση αγωνίζεται τα τελευταία 3 χρόνια να παρατείνει τη λειτουργία δύο εκ των πιο ρυπογόνων λιγνιτικών σταθμών στην Ευρώπη, των ΑΗΣ Αμυνταίου και Καρδιάς. Κι αυτό παρά το γεγονός ότι κανένας από τους δύο σταθμούς δεν δικαιούται επιπλέον ώρες λειτουργίας και χωρίς να γίνεται λόγος για αναβαθμίσεις, οι οποίες θα περιορίσουν τις εκπομπές που υπερβαίνουν κατά πολύ τα όρια, προστατεύοντας έτσι στοιχειωδώς την υγεία των πολιτών.
Όμως η πραγματικότητα είναι αμείλικτη. Οι εξελίξεις στην ευρωπαϊκή περιβαλλοντική νομοθεσία και κλιματική πολιτική, αλλά και η πρόοδος στις τεχνολογίες ΑΠΕ και αποθήκευσης ενέργειας, καθιστούν την απεξάρτηση από τον λιγνίτη νομοτελειακή υπόθεση.
Το βασικό ερώτημα είναι αν η μετάβαση θα είναι δίκαιη ή βίαιη για τις λιγνιτικές περιοχές της χώρας που εδώ και έξι δεκαετίες «θυσιάζονται» για να μας παρέχουν ηλεκτρικό ρεύμα.
Η κυβέρνηση θα πρέπει να κάνει στροφή 180 μοιρών στη στάση της πριν να είναι πολύ αργά. Αυτό που απαιτείται είναι η ματαίωση κάθε σχεδίου για νέες λιγνιτικές μονάδες, o ορισμός συγκεκριμένης ημερομηνίας απεξάρτησης από τον λιγνίτη στις αρχές της δεκαετίας του 2030 και η διοχέτευση πόρων για τη στήριξη των εργαζομένων και τον μετασχηματισμό των τοπικών οικονομιών που ως τώρα ήταν εξαρτημένες από τον λιγνίτη.
Του Νίκου Μάντζαρη, Υπεύθυνου Τομέα ενέργειας και κλιματικής αλλαγής, WWF Ελλάς