Ο East Med, η ενεργειακή κρίση και τα διακυβεύματα της νέας χρονιάς

Απαιτείται η χάραξη μιας εθνικής στρατηγικής που θα αυξάνει τους βαθμούς αυτονομίας στο ενεργειακό μείγμα.
Sergey Pakulin / EyeEm via Getty Images

Τρία είναι τα μέτωπα που θα καθορίσουν τις πολιτικές εξελίξεις το 2022: α) Η εξέλιξη της πανδημίας, με το πιο αισιόδοξο σενάριο αυτό της μετάπτωσής της σε ενδημία είτε λόγω νόσησης της πλειοψηφίας είτε εμβολιασμού, β) η ενεργειακή κρίση και οι πληθωριστικές πιέσεις, γ) οι χειρισμοί Ερντογάν ενόψει των προεδρικών εκλογών του 2023, σε συνδυασμό με τη γεωπολιτική ρευστότητα στην Ευρασία.

Στο μέτωπο της πανδημίας έχουν καταβληθεί ήδη στα δύο χρόνια κρατικές ενισχύσεις ύψους 43 δισ. €, τα δε διαθέσιμα προβλεπόμενα εντός του ’22 ανέρχονται περίπου στο 1 δισ. €[1].

Οι δημοσιονομικοί περιορισμοί κι οι κανόνες, που φαίνεται πως θα επανέλθουν στην Ευρώπη το 2023[2], δεν αφήνουν περιθώρια γενικευμένου λοκντάουν. Ο πολλαπλασιασμός των κρουσμάτων λόγω της μετάλλαξης Όμικρον -σε συνδυασμό με τη Δέλτα- θα συνεχίζει να πιέζει το δημόσιο σύστημα υγείας και να απειλεί την ανθρώπινη ζωή.

Ίσως το μεγαλύτερο έλλειμμα των πολιτικών που εφαρμόστηκαν κατά κρίση της πανδημίας συνίσταται στη διατήρηση των κενών της πρωτοβάθμιας υγειονομικής φροντίδας, ιδιαίτερα στην περιφέρεια, με τις σημαντικές ελλείψεις σε προσωπικό και σε υποδομές στα νοσοκομεία και στα κέντρα υγείας.

Στο μέτωπο της ενέργειας, έχουν ήδη καταβληθεί από τον Σεπτέμβριο του ’21, υπό τη μορφή επιδοτήσεων σε νοικοκυριά, περί τα 1,3 δισ. €, ενώ μόνο για τον Ιανουάριο του 2022 θα καταβληθούν επιπλέον 400 εκατ. € για την ελάφρυνση των τιμολογίων του ρεύματος και του φυσικού αερίου σε νοικοκυριά, στη βιομηχανία, σε αγροτικές & εμπορικές επιχειρήσεις[3].

Οι εκτιμήσεις διεθνών αναλυτών, της Goldman Sachs και της Wall Street για εκτίναξη της τιμής του αργού στα 100 $ το βαρέλι το 2022 και το 2023, σε συνδυασμό με τον περιορισμό της προσφοράς φυσικού αερίου από τη Ρωσία, ως αντίποινα για τις δυτικές κυρώσεις για την Ουκρανία και την αστάθεια των ρωσογερμανικών σχέσεων με αφορμή τον Nord Stream II, δείχνουν ότι η ενεργειακή κρίση δεν θα περιοριστεί στο πρώτο τρίμηνο του 2022.

Η επιδοματική πολιτική δεν μπορεί να αντιμετωπίσει μακροπρόθεσμα τις αναπτυξιακές και κοινωνικές παρενέργειες των υψηλών τιμών της ενέργειας και την αστάθεια των ελλείψεων καυσίμων από την αγορά[4]. Απαιτείται άρα η χάραξη μιας εθνικής στρατηγικής που θα αυξάνει τους βαθμούς αυτονομίας στο ενεργειακό μείγμα, καθώς και περιφερειακές συνεργασίες που θα λαμβάνουν υπόψη τα γεωπολιτικά συμφέροντα της χώρας.

Η προτροπή της Ουάσιγκτον μέσω του non-paper για εγκατάλειψη του ισραηλινής εμπνεύσεως αγωγού φυσικού αερίου East Med, επικαλούμενο την οικονομική βιωσιμότητα, την πράσινη μετάβαση και τις εντάσεις που θα προκαλούσε στη Ν. Ανατολική Μεσόγειο, ήταν λίγο ως πολύ αναμενόμενη, δεδομένης της έλλειψης σχετικής χρηματοδότησης μετά την υποχώρηση της Ε.Ε.

Η ελληνική διπλωματία θα πρέπει να αξιοποιήσει πάραυτα το «πράσινο φως» που δίνει το εν λόγω έγγραφο για την ηλεκτρική διασύνδεση Ισραήλ-Κύπρου-Ελλάδας (Eurasia Interconnector), καθώς και την αντίστοιχη Αιγύπτου –Ελλάδας (Euro Africa Interconnector), στον χώρο της οριοθετημένης ΑΟΖ των δύο χωρών.

Η ηλεκτρική διασύνδεση Ισραήλ-Κύπρου και Ελλάδας στο πλαίσιο του σχετικού μνημονίου Συν-αντίληψης των τριών χωρών αποκτά ιδιαίτερη σημασία, καθώς η χάραξή του στη διαδρομή του East Med απονομιμοποιεί το τουρκολυβικό μνημόνιο και δίνει ώθηση στη χάραξη της ΑΟΖ Ελλάδας-Κύπρου, υπό την προϋπόθεση ότι υπάρχει η σχετική πολιτική βούληση.

Η αξιοποίηση των κοιτασμάτων φυσικού αερίου στην Ν. Ανατολική Μεσόγειο και νοτίως της Κρήτης αποτελούν επιπλέον καθοριστικό παράγοντα στην εθνική ενεργειακή στρατηγική υπό τις προαναφερθείσες προϋποθέσεις, μιας και το φυσικό αέριο θα αποτελεί το στρατηγικό καύσιμο στο πλαίσιο της «πράσινης μετάβασης» για μεγάλο χρονικό διάστημα.

Η εγκατάλειψη των συγκεκριμένων κοιτασμάτων καθιστά τη χώρα εξαρτώμενη σε μεγάλο βαθμό από το εισαγόμενο φυσικό αέριο μέσω του αγωγού TANAP που διέρχεται από Αζερμπαϊτζάν και Τουρκία με προφανείς τις συνέπειες στο ενδεχόμενο μιας ελληνοτουρκικής σύγκρουσης.

Ενδεχόμενο που καθίσταται πιθανό εντός του ’22, όταν ο Ερντογάν θα παίξει τα ρέστα του για την επικράτησή του στις προεδρικές εκλογές του ’23, στην προσπάθειά του να αντιστρέψει τη σημερινή δημοσκοπική του πτώση.

Και ας μην ξεχνάμε ότι στο βαθύ αμερικανικό κράτος (Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας) παραμένουν εκείνες οι φωνές που επιμένουν ότι η Τουρκία είναι σημαντική χώρα και δεν πρέπει να χαθεί για την Δύση…

[1] 850 εκατ. € στον προϋπολογισμό του υπ. Εργασίας και 150 εκατ. στον αντίστοιχο του υπ. Υγείας (υπ. Οικονομικών, Κρατικός Προϋπολογισμός 2022).

[2] Οι διαπραγματεύσεις για το νέο σύμφωνο σταθερότητας στην Ευρώπη λαμβάνουν χώρα ενώ οι εκτιμήσεις της Παγκόσμιας Τράπεζας κάνουν λόγο για ρυθμό ανάπτυξης στην Ευρωζώνη ύψους 4,2% το 2022 –και μόλις 2,1% το 2023-, έναντι 5,2% το 2021. Προβλέψεις που είναι συνάρτηση της μείωσης των παγκόσμιων αναπτυξιακών ρυθμών λόγω των προβλημάτων στις εφοδιαστικές αλυσίδες, τον υψηλό πληθωρισμό, την εκτίναξη του χρέους και τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης. (Πηγή: https://www.worldbank.org/en/news/press-release/2022/01/11/global-recovery-economics-debt-commodity-inequality).

[3] Περί τα 42 € θα είναι η επιδότηση στα οικιακά τιμολόγια του ρεύματος για τον μήνα Ιανουάριο –έναντι 49 € του Δεκεμβρίου- και 20 €/ MWh την αντίστοιχη περίοδο για τους καταναλωτές φυσικού αερίου. (Πηγή: Εφ ΒΗΜΑ, 9/1/2022).

[4] Πέρα από την ενεργειακή φτώχεια που απειλεί τα ευάλωτα νοικοκυριά, οι υψηλές τιμές και οι ενδεχόμενες ελλείψεις φυσικού αερίου απειλούν κάθε προοπτική παραγωγικής ανασυγκρότησης, αφού αποτελεί το βασικό καύσιμο παραγωγής λιπασμάτων και λειτουργίας των βιομηχανικών μονάδων.

Δημοφιλή