Αν μπορούσε κάποιος να παγώσει στιγμιαία το χρόνο και να δει τί συμβαίνει ταυτόχρονα στον πλανήτη αυτές τις μέρες, θα οδηγούνταν στη συνειδητοποίηση -κοινότυπο μεν, υψίστης σημασίας δε - ότι ζούμε στιγμές ιστορικές στο μεταπολεμικό βίο του παγκόσμιου πολιτισμού. Και αν η αξιολόγηση του γεγονότος από πλευράς επιδημιολογικής ή ιστορικής θα ήταν καλύτερο να αφεθεί στους αρμόδιους γιατρούς και ιστορικούς του μέλλοντος αντιστοίχως, καλό θα ήταν να δούμε τις κοινωνικές προεκτάσεις του ιδιότυπου αυτού εγκλεισμού για τη χώρα μας.
Είναι εύκολο να επικεντρωθεί κανείς στους – μάλλον αρκετούς- ανυπάκουους συμπολίτες μας οι οποίοι αψήφησαν τις συγκεκριμένες συστάσεις και περιορισμούς που έχουν επιβληθεί για την αποφυγή μετάδοσης του ιού και είτε εξέδραμαν σε παραλίες, παραθεριστικές κατοικίες και πάσης φύσεως ανοιχτούς χώρους για να χαρούν την άνοιξη, είτε άνοιξαν καφετέριες, ταβέρνες και εκκλησίες, επιδεικνύοντας αρνητική κοινωνική προσαρμοστικότητα και παρανομώντας ενίοτε. Προκαλεί εξάλλου γνήσια απογοήτευση η ξεροκεφαλιά του «Ελληναρά», ο οποίος με μία δόση ιδιότυπου χιούμορ και customized αδιαφορίας, προασπίζεται την ανυπακοή ως έμφυτο στοιχείο του γένους που καμιά επιστημονική ή κρατική σύσταση δεν μπορεί να μετριάσει.
Η συνεχής ανάδειξη της στάσης του «Ελληναρά» στο δημόσιο διάλογο παρουσιάζει δύο σημαντικά προβλήματα:
Πρώτον, αγνοεί αντίστοιχα φαινόμενα κοινωνικής ψευδοαντίστασης σε άλλες χώρες του κόσμου, τα οποία αμφισβητούν την προνομία των εκπροσώπων του έθνους στην ευήθεια. Γιατί να αγνοήσουμε τους Αμερικάνους φοιτητές, οι οποίοι εν μέσω lockdown εξακολουθούν να σερφάρουν στις παραλίες της Florida και να ξεφαντώνουν σε φοιτητικά party; Ή τους Γάλλους οι οποίοι σε παράβαση των αυστηρών μέτρων που έχει επιβάλλει η κυβέρνησή τους διασκέδαζαν μαζικά στις παραλίες του Νότου της χώρας; Ακόμα και τα 40.000 πρόστιμα και συλλήψεις των ιταλικών αρχών, στην πιο βαριά πληττόμενη από τον ιό χώρα του πλανήτη, για αδιανόητες μεταξύ άλλων παρανομίες: από ιερωμένους που συνέχιζαν να τελούν κηδείες παρουσία κόσμου μέχρι διαπιστωμένους φορείς του ιού που βόλταραν στα super market.
Το πρόβλημα λοιπόν δεν είναι αμιγώς ελληνικό και πώς θα μπορούσε να είναι εξάλλου αφού ζούμε το πρώτο στη σύγχρονη ιστορία πείραμα μαζικού κοινωνικού περιορισμού σε σχεδόν πλήρως παγκόσμια κλίμακα; Αντίθετα, η ανάδειξή του ως τέτοιου δίνει παραπάνω θάρρος στους δικούς μας ανυπάκουους να συνεχίζουν ακάθεκτοι και δικαιωμένοι από τη δήθεν γλαφυρότητα της συμπεριφοράς τους.
Το δεύτερο πρόβλημα έχει να κάνει με την αγνόηση, για μια ακόμα φορά φοβάμαι, της σιωπηλής πλειοψηφίας στη χώρα μας. Είναι αυτή η πλατιά πλειοψηφία των μετριοπαθών συμπολιτών μας, νέων και μεγαλύτερων σε ηλικία, που αντιλαμβάνεται τους κινδύνους της ανέλεγκτης εξάπλωσης του ιού, και αυτοπεριορίζεται στα σπίτια μειώνοντας στο ελάχιστο τις μετακινήσεις. Είναι οι νέοι επαγγελματίες που στο ξεκίνημα της καριέρας τους βλέπουν το μέλλον τους να φαντάζει αβέβαιο σε περίπτωση παράτασης του lockdown. Eίναι η γενιά της κρίσης που μόλις είδε λίγο φως στο τούνελ τρομάζει μπρος σε μια νέα και ίσως σκληρότερη ύφεση. Eίναι οι οικογενειάρχες, οι αστοί, οι εποχικοί εργαζόμενοι, οι άνεργοι, οι γηραιότεροι, που σέβονται τα μέτρα γιατί έμαθαν να σέβονται το συνάνθρωπο σε πείσμα του «Ελληναρά». Είναι οι γονείς μας, οι φίλοι μας, οι συνάδελφοί μας, που δεν βγαίνουν για βόλτα στον ήλιο, που περιμένουν στην ουρά στα super market, που τρέχουν μόνοι τους στο δρόμο ή γυμνάζονται στα εφηβικά τους δωμάτια, που μένουν μόνοι τους και διαβάζουν βιβλία ή βλέπουν Netflix με τις ώρες και κάνουν facetime με συγγενείς και φίλους οι οποίοι μένουν λίγα τετράγωνα παρακάτω. Αυτή τη σιωπηλή πλειοψηφία που με τόσο κόπο φαίνεται πως χτίζουμε στην Ελλάδα πρέπει να αναδείξουμε.
Περάσαμε δύσκολα τα τελευταία σχεδόν δέκα χρόνια. Εξαιτίας και της πλήρους επικράτησης του «Ελληναρά» στη σύγχρονη κουλτούρα και συμπεριφορά είχαμε το αρνητικό προνόμιο να μας θεωρεί η παγκόσμια κοινότητα ως τα κακομαθημένα, αναξιόπιστα και υπερχρεωμένα παιδιά του πλανήτη. Ζήσαμε δύσκολες στιγμές, χάσαμε τις δουλειές μας, φύγαμε (και μείναμε) στο εξωτερικό, κάναμε αποτυχημένα πολιτικά πειράματα, φτάσαμε στο χείλος της πλήρους καταστροφής κι όμως επιζήσαμε, αλλάζοντας και δίνοντας λίγο χώρο στη νέα γενιά και στην κοινή λογική. Τώρα ζούμε μεν πρωτόγνωρες καταστάσεις αλλά δεν είμαστε πλέον η εξαίρεση. Συμμετέχουμε σε κάτι που μας ξεπερνά. Και θα κερδίσουμε στα πλαίσια της παγκόσμιας, συλλογικής και πανανθρώπινης προσπάθειας. Ας αφήσουμε τον «Ελληναρά» στη μοναξιά της μειοψηφίας, στη γραφικότητά του και στην καταστολή του νόμου, ειδικά ενόψει επιβολής πλήρους απαγόρευσης κυκλοφορίας. Οτιδήποτε άλλο δεν είναι αστείο. Ούτε έχει πλάκα.