
Η Ιστορία του ματιού (L’histoire d’oeil) του Ζορζ Μπατάιγ (1897-1962) είχε επίσης ενοχλήσει πολλούς σεμνότυφους, όταν κυκλοφόρησε λαθραία το 1928. Ο αναγνώστης σαστίζει από ένα ύφος γραφής που παραμένει αταξινόμητο· δεν είναι ερωτικό, ούτε πορνογραφικό, ούτε κάτι ανάμεσα στα δύο. Εδώ ένα αγόρι ερωτεύεται παράφορα τη Σιμόν, και οι δύο έφηβοι επιδίδονται σε ευφάνταστα σεξουαλικά παιχνίδια, παρασύροντας στην ακολασία τους την ευκολόπιστη Μαρσέλ. Μαγεμένοι από τις αισθήσεις τους εισδύουν στη φρενίτιδα και στην παραβατικότητα. Για τους επαΐοντες σημειώνω ότι στην κινηματογραφική μεταφορά του βιβλίου τη Σιμόν ενσαρκώνει η Λάουρα Αντονέλι (1941-2015).
Η αναζήτηση μυθιστορημάτων ερωτικού περιεχομένου σε διάφορες γλώσσες στο διαδίκτυο αποφέρει πολλούς ακόμη χιλιάδες τίτλους. Ανάμεσά τους εμβληματικά παρατίθεται και η Πορνογραφία (1960) του Πολωνού Βιτόλντ Γκομπρόβιτς (1904-1969), η οποία συνιστά μια σκηνοθεσία του σώματος με πορνογραφικές προεκτάσεις. Ωστόσο, τούτο το μυθιστόρημα πόρρω απέχει από αυτό που περιμένει κανείς· θέτει έναν μάλλον φιλοσοφικό προβληματισμό για το σώμα με ενοχλητικό τρόπο γραφής, ο οποίος διερευνά τη φύση της σχέσης με τον Άλλο. Ο κεντρικός ήρωας είναι ένας ηλικιωμένος ηδονοβλεψίας, τον οποίο ορισμένοι κριτικοί ονόμασαν σκηνοθέτη των σωμάτων, που εκφράζει τη νοσταλγία της νεότητας εστιάζοντας στα σώματα των δύο εφήβων που παρακολουθεί. Πρόκειται για αισθησιακά μεταφυσικό μυθιστόρημα και συνάμα για μια υπαρξιακή αναζήτηση.
Μιλώντας για σινεμά, υπάρχουν εκατοντάδες τέτοια υψηλής ποιότητας φιλμ. Ο επίσης Πολωνός Βαλέριαν Μπορόβτσικ (1923-2006) ακροβατούσε κινηματογραφικά ανάμεσα στον ερωτισμό και στην πορνογραφία με τις ταινίες του Το κτήνος (1975), Ανήθικες Ιστορίες (1974) κτλ. Ο Πιερ Πάολο Παζολίνι (1922-1975) βασισμένος στο βιβλίο 120 Μέρες των Σοδόμων του ντε Σαντ συγκλονίζει με το Salò (1975), όπου αφηγείται τη συνύφανση του μουσολινικού φασισμού με τη σεξουαλική διαστροφή. Ο Γιαπωνέζος Ναγκίσα Όσιμα (1932-2013) στην Αυτοκρατορία των αισθήσεων (1976) προκάλεσε σάλο προβάλλοντας έναν απροσδόκητα τολμηρό ύμνο στον σαρκωμένο έρωτα, μοναδικό καλλιτεχνικό πορνό στον κινηματογράφο. Στη βραβευμένη στις Κάννες Αυτοκρατορία του πάθους (1978) δείχνει την ασίγαστη ερωτική περιπέτεια μιας σαραντάχρονης συζύγου που παρασύρεται μέχρι θανάτου στη συνουσία με έναν εικοσάχρονο εραστή.
Στις παλιές ελληνικές ταινίες επίσης, που προβάλλουν μια κοινωνία του μόχθου αλλά ευγενική, που δεν προσβάλλει, δεν πάσχει από λεξιπενία και οι χαρακτήρες είναι αμείλικτα αληθινοί, ακούγονται φράσεις, όπως «Τη χούφτωσες; Τη χούφτωσες; Χούφτωσ’ την!», οι οποίες σήμερα θα τελούσαν υπό διωγμό και όλες οι καρακάξες της τηλεκριτικής θα κατακραύγαζαν.
Η λιακάδα του χιούμορ, του ευγενικού και ευφάνταστου φλερτ, αυτή η υπό εξαφάνιση πλέον joie de vivre, που στρεφόταν γύρω από την αναζήτηση μιας αγκαλιάς, μιας κουβέντας κι ενός ποτηριού κρασί, τελεί υπό διωγμό, από την εποχή των μνημονίων και του δυτικοευρωπαίου διώκτη αυτής της χαράς. Η πανδημία εδραίωσε στανικά τον γλίσχρο ατομικό ζωτικό χώρο, και μαζί με τα αγγίγματα και την αφή καταργήθηκε και το βλέμμα. Οι προοδευτικοί στενόμυαλοι υποκλίθηκαν ασμένως και ακρίτως στα δικαιώματα που απαιτούσε κάθε ανόητα χαρούμενος τσαχπίνης. Ζούμε ανέραστοι στα χρόνια της φοβέρας και γέρασε η χαρά της κάθε μέρας, διότι έρωτας στ’ αλήθεια δεν είναι το σεξ, αλλά η καλοπροαίρετη αισθαντική διάθεση απέναντι στον συνάνθρωπό μας.
Πώς ξεθώριασε το βλέμμα μας πάνω στη σάρκα του άλλου και πώς ο λόγος για το σώμα έγινε ποινικά κολάσιμος; Ποια υπόδειξη εξορθολογισμού μάς μετέτρεψε σε κάτι τόσο άνοστο, άχαρο και θλιβερά φοβικό; Γιατί η δυτική ερωτογραφία ή η γιαπωνέζικη shunga, από υποτιθέμενη χειραφέτηση και ελευθεριότητα, εξέπεσαν στα αγαθά της αγοραίας βιομηχανίας ενός πολιτισμού άθλιας λαϊκής κατανάλωσης και μαζικής κουλτούρας; Πώς εξαπλώθηκαν τόσο πολύ οι κρυφές διαστροφές της κακοποίησης και η υποκρισία της παιδοφιλίας, της κτηνώδους βίας, του καταχθόνιου και του κακού; Γιατί στην ιδιωτική θέαση γίναμε χυδαίοι και δημοσίως υποκρινόμαστε το κλαρίνο, συμμορφωμένοι ταχύρρυθμα σε έναν άκρατο μικροαστικό καθωσπρεπισμό;
Η απάντηση αναφέρεται στον νεολογισμό «δικαιωματισμός», από τη γαλλική λέξη droits-de-l’hommisme. Η ασέβεια, η υποτίμηση και η προσβολή των γυναικών και των μειονοτήτων αφορούν στην αγωγή και στην πνευματικότητά μας, αλλά η φίμωση της άλλης άποψης ή της διαφορετικής γνώμης τεκμηριώνει τη συνθήκη του φόβου λόγω πάσης φύσεως καταγγελίας ή σεξουαλικής παρενόχλησης. Στα χρόνια μας το σκυλί του ολοκληρωτισμού υλακτεί στην εξώθυρα της αυτολογοκρισίας και της χαράς της ζωής.
Ο Κώστας Θεολόγου είναι Διευθυντής του Τομέα Ανθρωπιστικών, Κοινωνικών Επιστημών και Δικαίου στη Σχολή ΕΜΦΕ ΕΜΠ