Του Γιώργου Καραμπελιά
Ο Κασσελάκης υπήρξε η νέμεση του ΣΥΡΙΖΑ και ταυτόχρονα η αναπόφευκτη μετεξέλιξή του. Ο «Στέφανος» δεν είναι τίποτε άλλο από έναν τραμπικού στυλ Τσίπρα.
Πράγματι, η μεγάλη μετεξέλιξη του ΣΥΡΙΖΑ ξεκίνησε από την εποχή που, με την κρίση των μνημονίων, οι Έλληνες στρέφονταν αλαφιασμένοι σε οποιαδήποτε πιθανή διέξοδο. Τότε βρέθηκε μπροστά τους ένα κόμμα με στοιχειώδη οργάνωση, με σημαντική δύναμη στα ΜΜΕ και στη διανόηση, με εχέγγυα μιας κάποιας «ριζοσπαστικής αξιοπιστίας», ως προερχόμενο από την Αριστερά, για να αυτοπροταθεί ως μνηστήρας της εξουσίας.
Ο Τσίπρας, αγνοώντας την αντίθεση ανάμεσα στην πραγματικότητα και το κόμμα που εκπροσωπούσε, θέλησε επιτέλους να σπάσει το ταμπού της ανάληψης της αστικής εξουσίας από ένα κόμμα της ριζοσπαστικής Αριστεράς.
Πράγματι, μέχρι τότε, σε ολόκληρη τη μεταπολιτευτική περίοδο, η Αριστερά, και κατ’ εξοχήν η ανανεωτική Αριστερά από την οποία προέρχεται ο ΣΥΡΙΖΑ, λειτουργούσε ως ιδεολογική δεξαμενή σκέψης της κυβερνώσας κέντρο-αριστεράς, δηλαδή του ΠΑΣΟΚ.
Αυτός ο ρόλος της έδινε τη δυνατότητα να βρίσκεται διαρκώς στους προθαλάμους της εξουσίας, τόσο σε επίπεδο συνδικαλιστικό όσο και κυρίως στο πανεπιστήμιο, στην εκπαίδευση, στα μέσα επικοινωνίας, χωρίς ταυτόχρονα να «βρωμίζεται» από τη συνάφεια και τις δουλείες της εξουσίας.
[Αυτή την πολιτική την συνεχίζει έχοντας την αναγάγει σε υψηλή τέχνη ο Κουτσούμπας και το ΚΚΕ. Δεν κινδυνεύει μεν από τη «βρωμιά» της εξουσίας αλλά και κρατιέται μακριά από την άσκησή της – τακτική που σε συνθήκες κρίσης του πολιτικού συστήματος του επιτρέπει να ενισχύεται.]
Αντίθετα ο Τσίπρας μπροστά στην κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ, τόλμησε το μεγάλο βήμα της διεκδίκησης της πολιτικής εξουσίας.
Επειδή όμως στην Ελλάδα δεν εξελισσόταν κάποια κοινωνική επανάσταση, το κοινωνικό σύστημα παρέμενε ακλόνητο, οι ολιγάρχες στη θέση τους, τα κανάλια στα δωμάτιά μας, οι διεθνείς δεσμοί της χώρας ακλόνητοι και η χώρα σε υπαρξιακή κρίση, η ανάληψη της διακυβέρνησης από ένα ριζοσπαστικό αριστερό κόμμα οδηγούσε αναπόφευκτα στην εγκατάλειψη των θέσεών του.
Και όλοι ζήσαμε με οδυνηρό τρόπο αυτή την «προσαρμογή», που κόστισε εκατοντάδες δισεκατομμύρια στη χώρα, επίταση της φυγής των νέων, διάλυση του εθνικού τραπεζιτικού συστήματος και ανείπωτες οδύνες για τους φτωχότερους Έλληνες. Τελικώς, ο Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ, τον Ιούλιο του 2015, διέβησαν τον Ρουβίκωνα και μεταβλήθηκαν σε ένα κόμμα περιστασιακών εραστών της εξουσίας – κρατώντας από την Αριστερά μόνο το όνομα.
Ο Αλέξης Τσίπρας δεν θα μείνει στην ιστορία μόνο ως ο μοιραίος άνθρωπος που έφερε το τρίτο αχρείαστο μνημόνιο στη χώρα αλλά και εκείνος που διέφθειρε μέχρι μυελού οστέων το ίδιο το σώμα της ριζοσπαστικής Αριστεράς. Η οποία, σαν έτοιμη από καιρό, εθίστηκε στην εξουσία – πρόθυμη για οτιδήποτε για να την διατηρήσει και να την ανακτήσει.
Ο ίδιος ο μηχανισμός του Σύριζα, όταν βεβαιώθηκε οριστικά, μετά τις εκλογές του 2023, πως με τον Τσίπρα δεν έχει πλέον αυτή τη δυνατότητα ήταν πλέον ώριμος να καταφύγει στον οποιονδήποτε θα της αντικατόπτριζε έστω και την οφθαλμαπάτη της εξουσίας.
Και βρήκε τον κατάλληλο άνθρωπο στον Στέφανο Κασσελάκη . Ο «Στέφανος» έχοντας απύθμενο θράσος, μερικές ισχυρές πλάτες και σπρωγμένος από τον ίδιο τον Τσίπρα, θεώρησε πως, στην Ελλάδα, η πλέον επικερδής επιχείρηση είναι η πολιτική. Ένα κόμμα χωρίς πλέον κανένα ιδεολογικό άξονα μεταβλήθηκε στο όχημα ενός αετονύχη σπεκουλαδόρου. Οι κατ’ όνομα πλέον «αριστεροί» του ΣΥΡΙΖΑ, αφού πρώτα είχαν καταπιεί τα πούρα του Αλέξη στα γιοτ των επιχειρηματιών, τώρα πια ήταν έτοιμοι να δεχτούν και τις βίλες στην Αμερική, και το διαμέρισμα των 1,8 εκατ. στο Κολωνάκι, και τα αυτοκίνητα των 350 χιλιάδων δολαρίων, τελικώς και τη νέα «Αγία Οικογένεια»: Κασσελάκης, Τάιλερ και Φάρλι. Αποδείχτηκαν έτοιμοι να δεχτούν έναν θεατρίνο που αναφέρεται αποκλειστικά στον εαυτό του και ξεστομίζει ουρανομήκεις συναρτησίες αντί για πολιτικές θέσεις· αυτοί οι « υπερ-πολιτικοποιημένοι» που όταν πρόκειται για τον Μητσοτάκη διυλίζουν τον κώνωπα , ήταν πλέον έτοιμοι να τα δεχθούν όλα.
Χαρακτηριστική είναι η μοίρα που επιφύλαξαν σε όσους ήθελαν να διατηρήσουν, έστω στην κρεμάστρα τους, κάποια από τα παλιά κουρέλια της Αριστεράς που περιέφερε στα έργα του ο Θόδωρος Αγγελόπουλος. Το 2015, ο Λαφαζάνης και η ομάδα του –θεματοφύλακες του Όχι στο δημοψήφισμα του Ιουλίου– απέτυχαν να μπουν στη Βουλή στις εκλογές του Σεπτεμβρίου. Στην πρόσφατη περίπτωση, η Νέα Αριστερά συνετρίβη. Οι Συριζαίοι δεν έχουν ιδεολογίες, την Εξουσία θέλουν έστω και χωρίς καθόλου φτιασίδια. Γι’ αυτό λοιπόν και Κασσελάκης και Τάιλερ και Σπέτσες, και Τζάκρη και Πολάκης και ό,τι άλλο τύχει.
Όμως ο μπιζιμποντισμός του Στέφανου, παρά την κρίση της Νέας Δημοκρατίας και τη δυσαρέσκεια των πολιτών, δεν κατόρθωσε να αναστήσει τον ΣΥΡΙΖΑ· αντίθετα, ο λαϊκός κόσμος και ένα μεγάλο κομμάτι των ψηφοφόρων του Κέντρου(!) ενίσχυσε τον Βελόπουλο και τη Λατινοπούλου. [Όπως αποκάλυψε το exit poll των ευρωεκλογών η Ελληνική Λύση και η ΝΙΚΗ παίρνουν τα υψηλότερα ποσοστά τους σε όσους ψηφοφόρους αυτοχαρακτηρίζονται ως Κεντρώοι!]
Τελικώς, το εκλογικό αποτέλεσμα της 9ης Ιουνίου κατέδειξε τα όρια του κασσελακισμού και του υπαρκτού ΣΥΡΙΖΑ που περιορίστηκε σε νέο ιστορικό χαμηλό.
Καθώς η Ελλάδα απειλείται ακόμα και με ιστορική έκλειψη τις επόμενες δεκαετίες δεν είναι δυνατό να υπάρξει ανανεωμένη αριστερή ή κεντρο-αριστερή πρόταση με αξιώσεις εξουσίας εάν δεν προτάσσει έναν ισχυρό δημοκρατικό πατριωτισμό με όλα όσα συνεπάγεται αυτός: Επικέντρωση στο δημογραφικό, στην αποκέντρωση, στην παραγωγική ανασυγκρότηση, στην αμυντική θωράκιση, στην αντιμετώπιση των μεταναστευτικών ρευμάτων, στην απόρριψη ενός μπαχαλοποιητικού δικαιωματισμού. Αυτά είναι τα ζητήματα που καίνε τα λαϊκά στρώματα.
Και στα μόνα ζητήματα που θα μπορούσε μια πατριωτική κεντρο-αριστερά να διαφέρει ουσιωδώς από την κέντρο-δεξιά, δεν είναι η άρνηση του πατριωτισμού, αλλά η μεγαλύτερη επιμονή στα κοινωνικά ζητήματα.
Και προφανώς ο Κασσελάκης και η Αγία Οικογένεια καθώς προσωποποιούν τις αξίες μιας woke ατζέντας, δεν είναι δυνατό να την εκφράσουν, Ο ΣΥΡΙΖΑ, αναπόφευκτα, θα παραμένει ένα μικρό κόμμα πλίνθων και κεράμων ατάκτως ερριμένων, αναμένοντας τη νέα διάσπαση που αναπόφευκτα θα έρθει – και γι’ αυτή δουλεύει ήδη ο πρώην αρχηγός.
Πράγματι ο απαξιωμένος Αλέξης Τσίπρας που πριν ένα χρόνο έφερε τον Κασσελάκη σήμερα δοκιμάζει να βγάλει έναν νέο λαγό από το φθαρμένο καπέλο του ταχυδακτυλουργού. Μαζί με τον ΓΑΠ –οι δύο άνθρωποι που φέρουν τη μεγαλύτερη ευθύνη για τη μνημονιακή καταστροφή– και τη συνεπικουρία πολλών ολιγαρχιών θέλουν να ρίξουν στο τραπέζι μια νέα ψευδεπίγραφη «ενωμένη κεντροαριστερά»: Επιχειρώντας να αποσυνθέσουν το ΠΑΣΟΚ και τον Κασσελακισμό να φτιάξουν ένα νέο σχήμα με επικεφαλής κάποιον αχυράνθρωπο.
Δυστυχώς όμως, όπως συνέβη και στη Γαλλία ή στην Ιταλία, οι δυνάμεις της αλλαγής του πολιτικού σκηνικού συνεχίζουν να έρχονται από τα δεξιά, όταν στη μεταπολίτευση έρχονταν από τα αριστερά. Και αν στην Ελλάδα το κύμα αυτό δεν έχει ακόμα ενισχυθεί, αυτό συμβαίνει εν πολλοίς διότι δεν διαθέτει αξιόπιστες ηγεσίες, έχει περιθωριακά χαρακτηριστικά, και είναι συνδεδεμένο με τον Πούτιν, γεγονός που στην πράξη αναιρεί τον όποιο πατριωτισμό.
Όσο και αν δεν αρέσει σε όσους –όπως ο υποφαινόμενος– έχουν αριστερή καταγωγή, το μόνο που μπορούν να κάνουν(με) είναι να επιταχύνουν τη στροφή της ελληνικής κοινωνίας προς έναν πατριωτισμό που θα είναι εκσυγχρονιστικός, θα έχει υψηλότερο πολιτιστικό επίπεδο, δεν θα είναι περιθωριακός, φιλορωσικός και απομονωτιστικός. Και αυτό σήμερα δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να πράξει ο ΣΥΡΙΖΑ, ο Τσίπρας, ο ΓΑΠ και πόσο μάλλον ο Κασσελάκης.