Χτες, ένιωσα πολύ ωραία, πολύ γλυκά ... μετά από από πολύ καιρό. Από την φριχτή εκείνη μέρα των γενεθλίων μου που συνέπεσε με την φονική πυρκαγιά. Και τις συνακόλουθες αθλιότητες που μάς συγκλόνισαν όλους... Που χάσαμε πάλι, σε συλλογικό επίπεδο, το έδαφος κάτω από τα πόδια μας.
Χτες, είδα ξανά μέσα από τα μάτια ενός νεκρού ολοζώντανη την Ελλάδα που αγαπώ. Την Ελλάδα που θέλω να είμαι. Την Ελλάδα που ήμασταν και οφείλουμε να ξαναγίνουμε. Μιαν Ελλάδα όχι μόνο υψηλής τέχνης αλλά κυρίως ουσιαστικής παιδείας, αστικής ευπρέπειας και αγωγής, υψηλού γούστου και ευαισθησίας. Κι όλα αυτά μέσα στα δύσκολα χρόνια του ’50, του ’60, του ’70... Τότε που η μετεμφυλιακή πατρίδα αγωνιζόταν να βρει ένα δρόμο ανάμεσα στην ιστορία και στην καθημερινότητα. Στην παράδοση και στον εκσυγχρονισμό. Το δράμα και την υπέρβαση του.
Αναφέρομαι στην Ελλάδα του Κωνσταντίνου Καραμανλή αλλά και της Ελένης Βλάχου, του Πικιώνη αλλά και του Σεφέρη, του Χόρν αλλά και του Τσαρούχη. Του Μητρόπουλου αλλά και της Κάλλας. Του Κακογιάννη και του Κούνδουρου...Της Μαργαρίτας και της Μπούμπας Λυμπεράκη αλλά και του ζεύγους Ναταλίας και Άρη Κωνσταντινίδη. Του Μαυροΐδη αλλά και του Νικολάου, του Μυταρά, του Κανιάρη, του Καρά, του Φασιανού, του Κουζούνη, του Μακρή, του Σαμίου δηλαδή των μαθητών του.
Η ζωγραφική του Μόραλη όταν δεν καταφεύγει σ′ ένα τρυφερό πένθος, όταν δεν αποδίδει επιτύμβια νεανικών σωμάτων που υποκύπτουν στον χρόνο, τότε εμψυχώνει φόρμες ενός ήρεμου πλην υψηλόφρονος κλασικισμού. Πρόκειται για μια τέχνη που ενσωματώνει τους μοντερνιστικούς κλασικισμούς του Μεσοπολέμου τύπου Novecento (Sironi, De Pisis κλπ, αλλά και Picasso, Derain, Delvaux, Spencer, Sloan κλπ.) για να καταλήξει σε ένα προσωπικό ύφος μοναδικής συνέπειας.
Ο Μόραλης εξελίσσεται χωρίς οπισθοβασίες από τον οξυδερκή ρεαλισμό του ’40 στην ακριβή, καλοσχεδιασμένη γεωμετρική αφαίρεση του ’80 και του ’90 χωρίς δισταγμούς ή αντιφάσεις. Πειθαρχία, συνέπεια, ακριβής σχεδιασμός...Θα μπορούσαν να ήσαν πολιτικά σχόλια κι όμως πρόκειται για αναφορές αισθητικές. Ούτως ή άλλως έχουμε να κάνουμε μ’ ένα μείζον μάθημα διαχείρισης της συλλογικής μας καθημερινότητας με όρους ποιητικούς. Γιατί περί αυτού πρόκειται...Κάτι δηλαδή που μπορούν να μας δώσουν οι καλλιτέχνες αλλά όχι οι πολιτικοί. Παρά τις μεγαλοστομίες τους και τις αρλούμπες περί πολιτισμού.
Καταλαβαίνετε τώρα από πού εκπορεύεται η χτεσινή χαρά μου; Όχι μόνο από την απόλαυση μίας μεγάλης, κυριολεκτικά και μεταφορικά, έκθεσης και μίας μεγάλης ζωγραφικής ενός κλασικού της σύγχρονης ευαισθησίας μας, την οποία ( ζωγραφική ) έχουμε στερηθεί επί χρόνια - από τεράστια λάθη πολιτιστικής διαχείρισης - αλλά και από ένα προφανές αίσθημα αξιοπρέπειας. Εφόσον μέσα από το έργο του Μόραλη επαναβεβαιώνεται εκείνη η Ελλάδα που δεν κατάφεραν να εξαλείψουν οι ποικίλοι δολιοφθορείς της. Εσωτερικού και εξωτερικού.
Και δεν είναι μόνον ο δημιουργός ο ίδιος. Είναι κι οι χιλιάδες μαθητές του, έμμεσοι και άμεσοι, είναι ο κύκλος του ο στενότερος κι ο ευρύτερος, είναι όσοι αγάπησαν το συγκεκριμένο έργο έστω μέσα από μιαν αφίσα, μια μεταξοτυπία ή ένα βιβλίο. Επίσης μέσα από μια παράσταση της Ραλλούς Μάνου ή του Θεάτρου Τέχνης. Ή ένα εξώφυλλο δίσκου όπως ο Μεγάλος Ερωτικός του Μάνου Χατζιδάκι που μάς σημάδεψε μέσα στην δικτατορία (1972 ). Βλέπετε πως σιγά σιγά μαζεύεται ψηφίδα - ψηφίδα ένας ολόκληρος κόσμος σε κύκλους που είτε τέμνονται είτε διαφοροποιούνται δημιουργικά. Και όπου ταμπέλες του τύπου προοδευτικό - συντηρητικό ή αριστερό - δεξιό είναι κυριολεκτικά κενές περιεχομένου. Έως και επικίνδυνες! Από την μια έχουμε τέχνη, υγεία, αίσθημα, εσωτερικότητα, ζωντανή σχέση με την παράδοση, ταλαντούχο πειραματισμό και από την άλλη νοσηρότητα, προσκόλληση σε πεθαμένα κλισέ και φαλκίδευση της πραγματικότητας μέσα από ιδεοληψίες. Είναι περιττό, φαντάζομαι, να σάς ρωτήσω τι θα διαλέγατε...
ΥΓ. Τριγυρνούσα τις αίθουσες του μουσείου Μπενάκη στην Πειραιώς και έβλεπα συγκινημένος τα έργα που ήταν τα μόνιμα εκθέματα στην Εθνική Πινακοθήκη. Πίνακες μπροστά στους οποίους έκανα επί είκοσι χρόνια εκατοντάδες (!) ξεναγήσεις σε σχολεία και στο κοινό όλης της Ελλάδας.
Η έλλειψη επαφής με ζωντανή ζωγραφική υψηλού επιπέδου στην αθηναϊκή μητρόπολη είναι κάτι παραπάνω από ζοφερή. Με κλειστές ή υπολειτουργούσες την Εθνική Πινακοθήκη, το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, την Δημοτική Πινακοθήκη κλπ. το κενό της εικαστικής παιδείας είναι τεράστιο και οι ευθύνες όλων των ανευθυνοϋπεύθυνων πολιτιστικάριων που ανέχονται αυτή την άθλια κατάσταση, αληθινά δραματικές. Εφόσον πρόκειται για υποβάθμιση της ουσιαστικής παιδείας και καλλιέργειας γενιών ολόκληρων που μεγαλώνουν αποκλειστικά με την αισθητική της ιδιωτικής τηλεόρασης και των σχολείων και των γιαλαντζί πανεπιστημίων του κ. Γαβρόγλου. Ακριβώς τα αντίθετα δηλαδή εκπροσωπεί ο δάσκαλος Γιάννης Μόραλης, η σαραντάχρονη παρουσία του στην ΑΣΚΤ και το σαγηνευτικό έργο του. Ο κ. Μόραλης με τα κορίτσια του που ξαναγύρισε!
Αναδημοσίευση από το FB με την άδεια του συγγραφέα