Πριν από 75 χρόνια, με την ήττα της ναζιστικής Γερμανίας και των συμμάχων της του Άξονα, οι δυνάμεις του ελεύθερου και δημοκρατικού Δυτικού κόσμου, έθεταν τις βάσεις για την οικοδόμηση του παγκόσμιου μεταπολεμικού αύριο. Οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής και η Μεγάλη Βρετανία, αποτέλεσαν τις βάσεις αυτής της συμμαχίας. Την 9η Μαΐου του 1950, η δημοσιοποίηση της πρότασης Σουμάν για μια Ευρώπη ενωμένη σε πολιτικό και οικονομικό επίπεδο, με κοινή ασφάλεια και άμυνα, θα κινητοποιούσε δυο προαιώνιους εχθρούς. Η Γαλλία και η Γερμανία έθεταν τις βασικές προϋποθέσεις για την ευρωπαϊκή ενοποίηση, η Ιταλία, το Βέλγιο, η Ολλανδία, το Λουξεμβούργο, αποδέχθηκαν την πρόσκληση για ένα κοινό ευρωπαϊκό πεπρωμένο.
Διαβάστε επίσης: Ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ και οι στρατηγικοί προσανατολισμοί της Αμερικής τον 21ο αιώνα
Η ευρωπαϊκή ήπειρος έμελλε να γίνει το πεδίο της ψυχροπολεμικής διαίρεσης του κόσμου, το Βερολίνο μια πρωτεύουσα διαιρεμένη από το Τείχος του Αίσχους, με τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης να αποκόπτονται βίαια από την παράδοση του ιστορικού και φιλελεύθερου παρελθόντος της ηπείρου μας, βιώνοντας μισό αιώνα ολοκληρωτισμού.
Η μεταπολεμική παγκόσμια αρχιτεκτονική άλλαξε το 1989, τα ανελεύθερα καθεστώτα του υπαρκτού σοσιαλισμού σε όλη την Ανατολική Ευρώπη σαρώθηκαν το ένα μετά το άλλο από ένα άνεμο δημοκρατίας. Τα αιτήματα για δημοκρατικές ελευθερίες, ανθρώπινα δικαιώματα, πλουραλισμό, πολυφωνία, ελευθεροτυπία και πολυκομματισμό, έβαλαν τέλος στον ολοκληρωτισμό του ενός και μοναδικού κόμματος-καθεστώτος.
Ο διπολισμός τα επόμενα χρόνια θα κυριαρχούσε, ο τερματισμός του θα ερχόταν με την διάλυση της ΕΣΣΔ και του Συμφώνου της Βαρσοβίας. Οι διεθνείς σχέσεις θα δοκιμάζονταν από τις κρίσεις στον Περσικό Κόλπο, ο αραβικός εθνικισμός του Σαντάμ Χουσεΐν επιτέθηκε δυο φορές στο Κουβέϊτ, προκαλώντας τις επεμβάσεις της Δυτικής συμμαχίας στους δυο πολέμους του Kόλπου. Με το τέλος του επιφανειακά ενιαίου του Τιτοϊκού Γιουγκοσλαβικού κράτους, τα δημιουργηθέντα ανεξάρτητα ομόσπονδα κρατίδια διεκδίκησαν την ανεξαρτησία και αναγνώριση τους. Όμως, στα Βαλκάνια προκλήθηκαν πολεμικές συγκρούσεις, ζήσαμε πρακτικές εθνοκάθαρσης σε περιοχές όπως η Βοσνία-Ερζεγοβίνη. Η άνοδος ακραίων, ριζοσπαστικών, ισλαμικών ομάδων, αιματοκύλισε ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, η δημιουργία του Ισλαμικού Χαλιφάτου γίνεται μια απειλή όχι μόνον τις χώρες και τους πληθυσμούς της Μέσης Ανατολής, αλλά και για την παγκόσμια κοινότητα, ο σκοταδισμός του καταστρέφει μοναδική μνημεία της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς.
Εβδομήντα πέντε χρόνια από τον τερματισμό του τελευταίου μεγάλου πολέμου, η ειρήνη, η συνεργασία, η ασφάλεια σε όλο τον πλανήτη, υπονομεύεται από δυνάμεις που επενδύουν στον εθνικολαϊκιστικό απομονωτισμό, αμφισβητούν μεταπολεμικές σταθερές, αποδυναμώνουν δυτικές αρχές και αξίες, το κράτος δικαίου.
Η εξάπλωση του λαϊκισμού και της δημαγωγίας πλήττει την δημοκρατία, επιφέρει καταστροφικά αποτελέσματα, υπονομεύει τους θεσμούς. Η περίπτωση της Μεγάλης Βρετανίας είναι ενδεικτική, η συμμετοχή της οποίας στον μεταπολεμικό κόσμο ήταν μιας ηγέτιδας χώρας, με ατλαντικό προσανατολισμό, ισχυρούς θεσμούς, αλλά και μια ιδιότροπη αντίληψη ως προς την συμμετοχή της στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα.
Μπορεί ο Ουίνστων Τσώρτσιλ το 1948, με την εκφώνηση της ιστορικής ομιλίας του στην δημοκρατική συνάθροιση εκατοντάδων Ευρωπαίων Πολιτών στην Χάγη, να συνέβαλλε στην προώθηση του ενοποιητικού σχεδίου, όμως η Βρετανία παρέμεινε μια χώρα που επεδείκνυε έναν παγερό ρεαλισμό στην σχέση της με την Ευρώπη.
Η παρακαταθήκη του Τσώρτσιλ για μια γνήσια, πολιτικά ενοποιημένη Ευρώπη, ελάχιστα έγινε αποδεκτή από το Βρετανικό πολιτικό σύστημα. Οι ένοικοι της Downing Street 10, παρατηρούσαν εξ αποστάσεως κάθε σημαντικό βήμα ενίσχυσης του ενοποιητικού σχεδίου. Το γεγονός ότι από την ιδρυτική συνθήκη της Ρώμης το 1957, πέρασαν 15 χρόνια για να υπογράψει ο πρωθυπουργός Έντουαρντ Χήθ την Συνθήκη Ένταξης της Μεγάλης Βρετανίας στην ΕΟΚ, είναι ενδεικτικό του ενδιαφέροντος που έδειχνε η Βρετανία για την ευρωπαϊκή υπόθεση. Ενδιάμεσα βέβαια, ο Σάρλ Ντε Γκώλ το 1963 αρνήθηκε την ένταξη των Βρετανών, για να ακολουθήσουν αργότερα τα γνωστά opting-out, οι εξαιρέσεις, στην λογική της αποδοχής της ΕΟΚ/ΕΕ, απλά ως Ενιαία Αγορά. Για να φθάσουμε στο τραγικό δημοψήφισμα της πρωθυπουργίας Κάμερον, στα όσα ακολούθησαν, υποτίθεται για να τιθασευθεί η εκρηκτική άνοδος της ακροδεξιάς του Nigel Farage.
Η διαδικασία του Brexit συνιστά μια επιπλέον πρόκληση για την ΕΕ, με την Βρετανική κυβέρνηση να επιλέγει την μονομερή αναθεώρηση άρθρων της σχετικής συμφωνίας, παραβιάζοντας στην ουσία διεθνείς συμφωνίες.
Η ΕΕ έχει μπροστά της ένα απαιτητικό χρονικό ορίζοντα, αλλά και συγκεκριμένες επιλογές, που απαιτούν μεταξύ άλλων και εντατικοποίηση των πολιτικών δράσεων για το Ταμείο Ανάκαμψης, για τον Κοινοτικό Προϋπολογισμό της περιόδου 2021-2027, για το διαπραγματευτικό πλαίσιο με την Βρετανία και την αποχώρηση της.
Ο οδικός χάρτης για μια συνεκτική και αποτελεσματική Ένωση, προϋποθέτει όμως πολιτικές αποφάσεις, επιλογές ενίσχυσης της θεσμικής εμβάθυνσης, για την πολιτική ενοποίηση, την φεντεραλιστική κατεύθυνση. Η ΕΕ, οι 27 εθνικές κυβερνήσεις, με την ιστορική απόφαση της Συνόδου Κορυφής του περασμένου Ιουλίου, εν μέσω μιας κρίσιμης περιόδου, μετακινήθηκαν από την διακυβερνητική λογική του χαμηλού μέσου όρου, του ελάχιστου κοινού παρονομαστή. Από την εξέλιξη όμως της συμφωνίας για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάπτυξης και το πακέτο των 750 δις €, αλλά και τις δεσμεύσεις πάνω στην νέα προγραμματική περίοδο, θα αποτυπωθεί πόσο πραγματικά γνήσιες είναι οι προθέσεις για μια Ένωση ομοσπονδιακού προσανατολισμού.