Tο 1987 εμπνευσμένος από τον ενθουσιασμό της αναπάντεχης επιτυχίας και της πανευρωπαϊκής πρωτιάς της Εθνικής μας τόλμησα κι εγώ να πάω για σπουδές στη Γερμανία. Παρακολουθώντας από μακρυά την πορεία της Ελλάδας παρατηρούσα πως οι επιτυχίες μεμονωμένων Ελλήνων αλλά και ομάδων άρχισαν σιγά-σιγά να διαδέχονται η μία την άλλη και στο αθλητικό και στο επιστημονικό – σαράντα πέντε Έλληνες επιστήμονες γεννημένοι από το 1974 και μετά έχουν δημοσιεύσει μέχρι το 2018 εργασίες με επιρροή στο κορυφαίο 0,1% της παγκόσμιας επιστήμης– και στο καλλιτεχνικό στερέωμα –Θεόδωρος Κουρεντζής, Λεωνίδας Καβάκος, Δημήτρης Παπαϊωάννου, Θεόδωρος Τερζόπουλος, Αγγελόπουλος, πέρα από τους κλασσικούς Χατζιδάκι, Θεοδωράκη, Ελύτη, Σεφέρη, Καζαντζάκη κ.ά. Σκέφτηκα πως εάν τους εκλάβουμε ως κλασσικούς ολυμπιονίκες θα έπρεπε και μεις κλασσικά να γκρεμίζουμε μέρος από τα πνευματικά μας Τείχη της Ανασφάλειας και να διευρύνουμε τους πνευματικούς μας ορίζοντες όπως μου συνέβαινε και μένα στο εξωτερικό. Σήμερα τολμώ, τροποποιώντας την πρόσφατη κριτική ανάρτηση του κ. Π. Τατσόπουλου για την δήλωση του Προέδρου της Δημοκρατίας σχετικά με την νίκη του Στέφανου Τσιτσιπά, να απορρίψω την απαρχαιωμένη μυθολογία θεοσύστατων ηρώων και ημίθεων καταρρίπτοντας τον αρνητικό μύθο της αδικημένης και ανήμπορης σύγχρονης Ελλάδας και του ρεμπεσκέ Νεοέλληνα.
Το να ταυτίζεις έναν κορυφαίο αθλητή, επιστήμονα, καλλιτέχνη, Έλληνα ή Ελληνίδα με την Ελλάδα, μιλώντας σε όλους όσους μοιράζονται την ελληνική ιθαγένεια, είναι δίκοπο μαχαίρι. Είναι ο ορισμός της κολακείας προς ένα λαό που πασχίζει να δραπετεύσει από την εφηβική νοοτροπία αντίδρασης και ανατροπής, αυτοάνοσα φορέων αποστεωμένων ηθών και θεσμών που προσδοκούν θεόπεμπτους σωτήρες μαρτυρικών προδιαγραφών, και να ενηλικιωθεί. Αλλά όταν εκτρέφεται με παθολογική αυταρέσκεια ο μέσος Έλληνας αποπροσανατολίζεται απαξιώνοντας τον κυριαρχικό του ρόλο στη καθημερινότητα και την αξία της καθημερινής του αυτοβελτίωσης. Μαστουρωμένος από εθνική υπερηφάνεια για τις κορυφαίες επιδόσεις άλλων αδυνατεί να αποκαταστήσει την προσωπική του αυτοεκτίμηση και κατά συνέπεια να εξυγιάνει την κοινωνική του εξαθλίωση που κατά κοινή ομολογία χρήζει ριζικών μεταρρυθμίσεων. Όταν όμως επικεντρώνεται μόνο σε τεχνολογικά εργαλεία και οικονομικές παροχές ή αβάντες που θα του εξασφαλίσουν τις πολυπόθητες συνθήκες διαβίωσης, αρνείται να δει και να κατανοήσει τα στάδια εξέλιξης που διέπουν την ζωή κάθε ήρωα, πριν έρθει το κύρος και η καταξίωση, που του προβάλλεται ως πρότυπο. Αντί ν’ αναλώνεται γκρινιάζοντας για τις ελλειμματικές παροχές και δίνοντας υπέρμετρη δύναμη και αξία σε εκπροσώπους και παράγοντες σαγηνευμένος από την απρόσιτη δόξα, θα μπορούσε να εστιάσει σε πολλά, συνεχή, μικρά και εφικτά βήματα αυτοεξέτασης και αυτοεξέλιξης αναδεικνύοντας έτσι σταδιακά τον καθημερινό ήρωα του ίδιου του του εαυτού.
Όχι, κύριε ή κυρία Δημόσιε Ομιλητή, ο Στέφανος Τσιτσιπάς, ο Γιάννης ‘Greek Freak’ Αντετοκούνμπο, ο Νίκος, ο Παναγιώτης, η Σοφία, η Άννα, η Βούλα, ο Πύρρος, οι Εθνικές και τ’ άλλα τα παιδιά δεν απέδειξαν τι σημαίνει εξ ορισμού Ελλάδα και Έλληνες.
Απέδειξαν και αποδεικνύουν ότι πέρα από υψηλά ιδανικά και το γόητρο της δόξας απαιτείται ακόρεστη όρεξη για διάκριση, ταλέντο, συστηματική προσωπική δουλειά και αυτογνωσία κόντρα στην ελληνική νουθεσία του αυτο-υποβιβασμού και του χλευασμού στις αποτυχίες και στην εκκίνηση. Γι αυτό συχνά το ξύπνημα γίνεται στο εξωτερικό.
Μπορούμε να ξεπεράσουμε επιτέλους τον πρωτόγονο εθνικισμό που περιορίζεται σε ινδάλματα, τυμπανοκρουσίες και καθημερινό παράπονο; Που εάν το καλοσκεφτούμε μόνο ανακουφίζει, όπως η μέθη στην κατάθλιψη, ενώ συντελεί στη χρόνια λήθη, την δυστροφία του διογκωμένου αυτοπροσδιορισμού και την αδράνεια που αδυνατούν να προσφέρουν λύσεις σε ζητήματα παγκόσμιας πλέον εμπλοκής που ανατροφοδοτούν την εγχώρια κατάσταση.
Η εναλλακτική; Βρες, βρε αδελφέ, αυτό που αγαπάς και προσκολλήσου σε αυτό και σε ένα δρόμο να εξελίσσεσαι σε ό,τι κάνεις, με γνώμονα το ωραίο και το χρήσιμο για ολόκληρη την κοινωνία. Τα γνωστικά εργαλεία πλέον υπάρχουν και είναι προσβάσιμα στους πολλούς. Γίνε ο ήρωας του καθημερινού σου δράματος! Το μοιραζόμαστε άλλωστε όλοι.
Αυτός θα μπορούσε να είναι ο νέος μύθος του σύγχρονου καθημερινού Έλληνα. Ένας γόνιμος τρόπος για να μετατρέψει ο μέσος Έλληνας οριστικά το περιβόητο μειονέκτημα της ανυποταξίας του σε ανυποταγή στις αντιξοότητες. Η αδούλευτη ιδιοσυγκρασία αντικατοπτρίζεται σε αναποτελεσματική κρατική οργάνωση, με την οποία ουσιαστικά αυτοκυβερνάται, και σε θλιβερή κοινωνική κατάσταση που εισπράττει, έντεχνα μελοποιεί και τραγουδά, η οποία γεννιέται και γαλουχείται σ’ ένα περιβάλλον με το στίγμα της εκστατικής ασκητικής της αποδοκιμασίας. Το αντικλείδι βρίσκεται στην επιστράτευση δυνάμεων με συνέπεια, εστίαση σε αυτό που πραγματικά θέλει κανείς με αγάπη και μεράκι και στην πεισματική, άρα υπομονετική, υπέρβαση όλων των “φαινομένων βαρύτητας και αδράνειας” του υπάρχοντος συστήματος και της ενδοχώρας αλλά και του εξωτερικού. Το κάθε σύστημα, όσο βελτιωμένο και να είναι, συνιστά εξ ορισμού ένα βαρυτικό πεδίο, ένα σημείο αναφοράς για υπέρβαση με βάση αξίες και όχι για καταστολή. Αυτό είναι άλλωστε το έμμεσο μήνυμα του φαινομένου όλων των μεγάλων μας Τέκνων.
Με ευλαβικό σεβασμό προς τους απανταχού Έλληνες ήρωες και ηρωίδες και με το θάρρος της αφοσίωσης στην Ατραπό του Δυναμικού Μέσου Νεοέλληνα.