«Κοίτα, μπαμπά μπαμπά, ο πύργος» και το μικρό δάχτυλο να δείχνει την πανέμορφη οικία Κουλούρα, ένα κτίριο φρουριακής μορφής που δεσπόζει από τα τέλη του 19ου αιώνα στην παραλία του Παλαιού Φαλήρου.
«Ποιός ζει εκεί μέσα; Είναι στοιχειωμένος; Πόσες μάχες δόθηκαν γύρω του; Μπορώ να δω πώς είναι μέσα; Πότε θα ζωντανέψει;».
Οι παραθαλάσσιες βόλτες μας ως το άγαλμα του Κωνσταντίνου (Παλαιολόγου) έγιναν μεγαλύτερες εξαιτίας της απαραίτητης στάσης μπροστά στον πύργο που μια μέρα απέκτησε σκαλωσιές λόγω των απαραίτητων εργασιών μέχρι την έναρξη της λειτουργίας του ως μουσείο.
«Ξέρεις, αυτός ο πύργος θα γίνει το Μουσείο Παιχνιδιών».
Παύση. Άνοιγμα ματιών. Άνοιγμα στόματος.
Μουσείο. Παιχνιδιών.
Τι καλύτερο θα μπορούσες να πεις σ’ ένα παιδί για ένα κτίριο που είχε ήδη πάρει εντός του παραμυθένιες διαστάσεις, απ′ το ότι θα γέμιζε με παιχνίδια.
Και ο πύργος ζωντάνεψε τον Οκτώβριο του 2017.
Και γέμισε παιχνίδια.
Πάνω από 20.000 παιχνίδια, βιβλία, έντυπο υλικό και αντικείμενα της παιδικής ηλικίας, προερχόμενα από την Ελλάδα, την Ευρώπη, την Αμερική, την Αφρική και από χώρες της Ανατολής.
Ξεκινώντας από την αρχαιότητα και φτάνοντας μέχρι περίπου το 1970 η συλλογή κατάφερε να καλύψει όλες τις πτυχές του θέματος ”Παιδί και Παιχνίδι” και θεωρείται πλέον μια από τις καλύτερες συλλογές παιχνιδιών της Ευρώπης.
Βασικός πυρήνας αυτής της συλλογής η πολύτιμη δωρεά της Μαρίας Αργυριάδη, μιας γυναίκας με όλα τα χαρακτηριστικά του αυθεντικού συλλέκτη, που η αγάπη της για το παιχνίδι και ό,τι αφορά την παιδική ηλικία της έδωσε επάξια τον τίτλο ”Πρωθιέρεια των Παιχνιδιών”.
Σε κάθε παιχνίδι ή αντικείμενο που έβγαινε από την κούτα είχε να πει μια ιστορία. Δεν ήταν μόνο ο κατασκευαστής ή η χώρα προέλευσης, αλλά το πώς ήρθε στα χέρια της, πόσο έψαξε για να το βρει ή πόσο επέμεινε για να το αποκτήσει.
Περιέγραφε με τόσο έντονο τρόπο τα ταξίδια της σε όλη την Ελλάδα και την Ευρώπη που σε έκανε να αισθάνεσαι ότι ήσουν και εσύ μαζί της και ότι έψαχνες και ρωτούσες από πόρτα σε πόρτα αν έχουν παλιά παιχνίδια. Γι’ αυτό τον λόγο, άλλωστε, ήταν τόσο εύκολο για εκείνη να δωρίσει τη συλλογή της στο Μουσείο Μπενάκη έπειτα από λίγες μόνο κουβέντες με τον Άγγελο Δεληβορριά όταν εκείνος της το ζήτησε.
Τον ίδιο θαυμασμό για τον όμορφο πύργο και τη λαχτάρα να τον δούμε γεμάτο με παιχνίδια, φάνηκε να μοιράζονταν κι άλλα πολλά παιδιά και έτσι οι πρώτες μέρες λειτουργίας του μουσείου με τις μεγάλες ουρές παιδιών μαζί με τους γονείς τους που περίμεναν να πάρουν τη μυρωδιά του καινούριου χώρου ήταν αποτρεπτική για εμάς τους ”ντόπιους”. Μπορεί η πρώτη επίσκεψη να καθυστέρησε λίγο, όμως η αναμονή άξιζε για πολλούς λόγους.
Οι πόρτες άνοιξαν επιτέλους για τον μικρό και τρέχοντας σχεδόν, μπήκε σε έναν χώρο που δεν του επιβλήθηκε όπως κάποια μεγαλύτερα μουσεία, αλλά τον κάλεσε εντός του.
Οι διακοσμητικές τοιχογραφίες, το τζάκι από κόκκινο μάρμαρο και τα ξύλινα στοιχεία φτιάχνουν μια οικεία και ζεστή ατμόσφαιρα και δίνουν την αίσθηση ότι πραγματικά βρίσκεσαι σε ένα πυργόσπιτο.
Και τα παιχνίδια αμέτρητα. Χειροποίητες κούκλες με ελληνικές παραδοσιακές φορεσιές ζωγραφισμένες στο χέρι, κούκλες μόδας από τη Γαλλία με την γκαρνταρόμπα τους, κουρδιστά και μηχανικά παιχνίδια από τσίγκο και ξύλο, φιγούρες καραγκιόζη, μαριονέτες από τη Σικελία, μολυβένια στρατιωτάκια, τρένα και αεροπλάνα, τρυπώνουν στο παιδικό μυαλό που ρουφάει αχόρταγα χωρίς την αγωνία του ”θα μου το πάρεις”.
Γιατί το παιδί, αντιλαμβάνεται ότι έχει μπει σε μια χρονική δίνη όπου ρίχνει κλεφτές ματιές στα παιχνίδια άλλων παιδιών, που δεν είναι πια παιδιά και παραδίνεται σ αυτό απολαμβάνοντάς το.
Το άλλο μαγικό κομμάτι της συγκεκριμένης συλλογής, είναι το κλείσιμο ματιού στον ενήλικα επισκέπτη. Κλείσιμο ματιού μαζί με μια γλυκιά συγκίνηση που έρχεται καλοδεχούμενη με κάποια εκθέματα.
”Σημαντική στιγμή ήταν για μένα, όταν γύρω στο 1970, ξημερώματα Σαββάτου προς Κυριακή στις 3 η ώρα με το λιγοστό φως του φεγγαριού και έναν φακό πρωτοείδα μια μικρή αρκούδα. Την αγόρασα από τον γυρολόγο και την πήρα στα χέρια μου. Ήταν μια μικρή, κίτρινη αρκούδα μαδημένη, ταλαιπωρημένη, κομμένη με ψαλίδι σε μία μεριά απ’ όπου ξεπεταγόταν το άχυρο. Το ένα της πόδι κρεμόταν έτοιμο να κοπεί και της έλειπε το ένα μάτι. Καθώς την κοιτούσα θυμήθηκα τη δική μου αρκούδα και αναρωτήθηκα πώς είναι δυνατόν κάποιοι να τις πετάνε κάποια στιγμή αφρόντιστες στα σκουπίδια. Την κράτησα και από τότε ξεκίνησα να μαζεύω παλιά παιχνίδια.” Εκεί βρίσκεται ως έκθεμα πια και το ξεκίνημα της συλλογής, το ξύπνημα του συλλέκτη, θυμίζοντας σ’ εμάς τη διάσταση του παιχνιδιού ως δέκτη αγάπης, που μεγαλώνοντας ξεχνάμε.
Ακριβά παιχνίδια, φτηνά παιχνίδια, παιχνίδια που έφτιαξαν με πανί και σπάγγο μέλη των Κ.Α.Π.Η. (Κέντρων Ανοιχτής Προστασίας Ηλικιωμένων), αναβιώσεις αυτών που έπαιζαν ως παιδιά. Το παιχνίδι ως μικρό flash back της παιδικής μας ηλικίας.
Των μικρών ανθρώπων που κάποτε υπήρξαμε και που προφανώς υπάρχουν ακόμα μέσα μας, σκουντώντας μας κάθε φορά που τους δείχνουμε κάτι γνώριμο. Κι αυτό είναι το σημαντικότερο δώρο που κάνει το Μουσείο Παιχνιδιών στον ενήλικα επισκέπτη. Την επαφή με το γνώριμο, αυτό που κάποτε μας έφερνε τη χαρά αβίαστα, χωρίς προϋποθέσεις. Γιατί το παιχνίδι, ως μέσο απορρόφησης αγάπης και εκρόφησης χαράς, δεν έχει ημερομηνία λήξης.
Επιστρέφοντας σ ένα σπίτι γεμάτο παιχνίδια, πατώντας ένα απ′ τα εκατοντάδες lego που πλέον δεν μου φαίνεται τόσο ενοχλητικό (έχει κι αυτό τον ρόλο του και τη θέση του στο κάστρο που θα φτιάξει αύριο), δεν μπορώ να πω ότι έχω απόλυτα κατανοήσει και αποδεχτεί την αναγκαιότητα (όπως μου την παρουσίασε την προηγούμενη μέρα) αγοράς ενός πέμπτου καραβιού playmobil, ελπίζω όμως ότι εκείνος κατάλαβε έστω και λίγο την αξία του να εκτιμάς το κάθε παιχνίδι ξεχωριστά γι αυτό που σου δίνει.
”Θα ξαναπάμε, πες μου, θα ξαναπάμε;”
″Όποτε το θελήσεις”.
Μουσείο Μπενάκη Παιχνιδιών
Λεωφ. Ποσειδώνος 14 & Τρίτωνος 1, 175 61 Παλαιό Φάληρο (έναντι Μαρίνας Φλοίσβου)
Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο, Κυριακή:10:00 - 18:00
Κλειστό Δευτέρα, Τρίτη, Τετάρτη