Η αίθουσα ήταν γεμάτη και στο ακροατήριο επικρατούσε απόλυτη σιωπή. Η παρουσίαση του βιβλίου «Αόρατοι Άνθρωποι» της δημοσιογράφου και συγγραφέας Τόνιας Τσακίρη, κρατούσε το κοινό μαρμαρωμένο.
Τα υγρά μάτια κάποιων ανθρώπων φανέρωναν τη συγκίνησή τους από την περικομμένη ιστορία που άκουγαν. Στο πάνελ των ομιλητών βρισκόταν ο ήρωας του βιβλίου, ο Μιχάλης Σαμόλης, ο οποίος διηγούταν περιστατικά από τη ζωή των τελευταίων ετών. Κάποιες στιγμές κόμπιαζε και δάκρυα του έρχονταν στα μάτια. Δίπλα του, ο πρώην δήμαρχος Αθηναίων, Κώστας Μπακογιάννης, του χάιδευε φιλικά τον ώμο για να προχωρήσει στην αφήγηση του και ο άστεγος Μιχάλης Σαμόλης συνέχιζε…
«Μια φορά είδα ένα γκρουπ πενήντα ανθρώπων να ανεβαίνει τις σκάλες του μετρό και φώναξα όπως πάντα “Περιοδικό δρόμου σχεδία”. Με προσπέρασαν. Στο βάθος της κυλιόμενης σκάλας ανέβαινε μια τυφλή με το μπαστουνάκι της. Φτάνοντας στην έξοδο την άκουσα να φωνάζει “Πού είσαι; Πού είσαι;“ Δεν κατάλαβα ότι απευθυνόταν σε μένα και δεν αντέδρασα. Η ίδια τότε φώναξε ξανά “Σχεδία, πού είσαι;“ Την πλησίασα αμέσως και τη χαιρέτησα. “Εδώ είμαι “ της είπα. ’Έβαλε το μπαστουνάκι της στο πόδι μου. Με ρώτησε τι κάνω και μου ζήτησε ένα περιοδικό. Δεν μπορώ να περιγράψω αυτό που αισθάνθηκα. Συγκινήθηκα και έβαλα τα κλάματα. Αυτή το κατάλαβε αμέσως χωρίς να της έχω μιλήσει καθόλου. “ Γιατί κλαίς; “ με ρώτησε. Της απάντησα “Έχουν περάσει χιλιάδες άνθρωποι σήμερα από μπροστά μου και κανένας δεν με είδε. Κι εσείς με είδατε με τα μάτια της ψυχής σας και αγοράσατε το περιοδικό.“ Χαμογέλασε. “Μη στεναχωριέσαι, πάντα βρίσκω κάποιον να μου το διαβάσει» απάντησε κι έφυγε».
Ο Μιχάλης Σαμόλης είναι ο πιο διάσημος άστεγος των Αθηνών. Έχει παραχωρήσει συνεντεύξεις σε διεθνή μέσα, έχει εμφανιστεί σε τηλεοπτικά κανάλια της Αμερικής, της Κίνας, του BBC, ενώ έχει μιλήσει και στη «Στέγη» ως καλεσμένος από την Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Κατερίνα Σακελλαροπούλου.
Δεν ήταν πάντα άστεγος. Μεγαλωμένος σε μια μεσοαστική οικογένεια της Καλλιθέας, έφυγε στα 18 του χρόνια για τη Νέα Υόρκη, όπου σπούδασε μηχανικός αεροσκαφών.
Επέστρεψε πίσω με το πτυχίο του, αλλά και με το δίλλημα που του έθεσαν οι δικοί του να ασχοληθεί με την οικογενειακή επιχείρηση. Έτοιμη δουλειά, πολλά χρήματα, πήρε την απόφαση κι έβαλε το πτυχίο στο συρτάρι.
Για χρόνια όλα κυλούσαν καλά. Έκανε δύο γάμους, δύο παιδιά… είχε αδυναμία στο γυναικείο φύλο και στην καλή ζωή. Μόνο που η δική του η ζωή του επιφύλασσε άλλα. Κάποιες απανωτές ατυχίες, απώλεια αγαπημένων προσώπων και στο τέλος μαζί με την οικονομική κρίση, η κλοπή του δεκάμετρου φορτηγού μεταφορών που διέθετε.
Αυτό ήταν το τελευταίο χτύπημα που τον στράγγιξε οικονομικά. Το 2013 ετοίμασε μια βαλίτσα με ελάχιστα πράγματα, λίγα ρούχα, φωτογραφίες και κάποια αγαπημένα μικροαντικείμενα και βγήκε στον δρόμο. Όχι για να ζητιανέψει, αλλά για να κοιμηθεί, μια και δεν είχε πια ούτε σπίτι.
Για σαράντα δύο ημέρες κοιμόταν στους δρόμους της Αθήνας και αυτοκτονικές σκέψεις κυρίευαν το μυαλό του. Μετά έμαθε για τους ξενώνες, τα συσσίτια και τέλος για το περιοδικό Σχεδία που αποδείχτηκε η σανίδα σωτηρίας του.
Η ζωή του δίδαξε ότι ο πονεμένος άνθρωπος μπορεί να εξελιχθεί σε σοφό, αρκεί να επιλέξει να αξιοποιήσει τον πόνο του, αντί να νιώθει θύμα.
Ο Μιχάλης Σαμόλης σήμερα δεν είναι ένας απλός άστεγος. Ζει σε ξενώνα, αλλά όπως ο ίδιος λέει έχει ξαναγεννηθεί και είναι πιο ευτυχισμένος από πριν γιατί χαίρεται με τα απλά πράγματα και απολαμβάνει την κάθε στιγμή.
Είναι πωλητής του περιοδικού Σχεδία, ένα περιοδικό γραμμένο για τους ανθρώπους του δρόμου, είναι ξεναγός στις «Αόρατες Διαδρομές», διαδρομές στα στενά της Αθήνας που κρύβουν πόνο και δυστυχία και παράλληλα είναι ένας ερασιτέχνης ηθοποιός, μια καλλιτεχνική φλέβα που ξύπνησε στα 55 του χρόνια κι έκτοτε του δίνει δύναμη και χαρά. Έχει παίξει σε θεατρικές παραστάσεις του Εθνικού θεάτρου και της Λυρικής Σκηνής.
Σε ένα από τα έργα που έπαιξε, ο χαρακτήρας του τελειώνει με τα λόγια «Τώρα εγώ κι ο φίλος μου ο Λάμπρος θα φύγουμε από εδώ και θα πάμε να γλεντήσουμε με δύο σουβλάκια και μια - δυο μπίρες και ξέρεις τι; Θα γίνουμε βασιλιάδες» κι ο Μιχάλης Σαμόλης είναι βασιλιάς. Είναι ο βασιλιάς των αστέγων.
Το βιβλίο «Αόρατοι Άνθρωποι» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Παπαδόπουλος.
Απόσπασμα από το βιβλίο
«Κάποιες φορές επινοούσα ότι έτρωγα αόρατα φαγητά στις ταβέρνες που σύχναζα παλιά. Τις περισσότερες όμως φορές χάζευα τις βιτρίνες των εστιατορίων και το στόμα μου γέμιζε σάλια. Οι μυρωδιές των ψητοπωλείων με ζάλιζαν. Κάρφωνα το βλέμμα στους ανθρώπους που έτρωγαν τις πλούσιες μερίδες τους και η κατάθλιψη με έλουζε. Σκεφτόμουνα ότι αυτοί τρώνε την μπριζολάρα τους χωρίς να ενδιαφέρονται για εμάς τους άστεγους. Δεκάδες σκέψεις τριβέλιζαν το μυαλό μου. Πως ήταν δυνατόν να ήμουν και εγώ στη θέση τους πριν από λίγο καιρό και να αγνοούσα τους πεινασμένους και τους άπορους! Τώρα πια, όταν θέλω να σταματήσω το φαγητό, διότι τα κιλά μου περισσεύουν, φέρνω στο νου τα παιδιά στην Αφρική και μου κόβεται η όρεξη.
Στο κέντρο άρχισα δειλά - δειλά να εξοικειώνομαι. Το πρώτο πράγμα που μαθαίνει ένας άστεγος είναι που θα βρει τροφή. Είχα πάνω μου μόνο 2 ευρώ. Όλα κι όλα. Ρωτώντας άλλους άστεγους, πήρα πληροφορίες για το μεγαλύτερο σισσίτιο της Αθήνας. Στην οδό Σοφοκλέους. Έτρωγα κι έσερνα τα βήματά μου στους δρόμους. Βρήκα παρηγοριά στους άστεγους που βρίσκονταν στον δρόμο για μεγάλο διάστημα. Κούρνιαζα κοντά τους, δίπλα στις πλαστικές σακούλες με τα λιγοστά υπάρχοντα που έμοιαζαν με τα αντικείμενα ναυαγών ξεβρασμένα στην ακτή. Ήμασταν σαν ένα κοπάδι περιστεριών που προσπαθούσε να επιβιώσει με λίγα ψίχουλα».