Ο Βλαδίμηρος Πούτιν από τα μέσα της δεκαετίας του 2000 είχε φιλοτεχνήσει για τον ίδιο και για την χώρα του ένα προφίλ ιδιαίτερα ελκυστικό για την ελληνική κοινή γνώμη. Η επιδίωξη των Ελλήνων για πολύπλευρη εξωτερική πολιτική, που σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό όλες οι μεταπολιτευτικές κυβερνήσεις ακολούθησαν, «κούμπωσε» με το μοντέλο μιας αναδυόμενης Ρωσίας. Μιας Ρωσίας που κάλυπτε μια ευρεία γκάμα γούστων.
Προσέλκυε επιχειρηματίες γοητευμένους από την νέα επιχειρηματική τάξη της Ρωσίας, που μέσα σε μερικά χρόνια έγιναν δισεκατομμυριούχοι και έλυναν τα προβλήματα τους με δυναμικούς τρόπους.
Γοήτευε τους Δεξιούς/Ακροδεξιούς που έβλεπαν ότι στον πυρήνα της σύγχρονης Ρωσίας βρίσκεται η αυτοκρατορική Ρωσία με όλα τις συμπαρομαρτούντα (επιστροφή της Ρωσικής Εκκλησίας στο προσκήνιο, ενίσχυση της εθνικής ταυτότητας κ.λπ.).
Γοήτευε και τους Αριστερούς/Ακροαριστερούς που η νέα Ρωσία, τέκνο της μπολσεβικικής. αντιμετώπιζε στα ίσα τους ιμπεριαλιστές Αμερικανούς.
Άλλους γοήτευε και το προσωπικό στιλ διακυβέρνησης του Πούτιν, π.χ. όταν μήνες πριν την έναρξη των χειμερινών Ολυμπιακών Αγώνων του Σότσι, μπροστά στις κάμερες τα έψαλε σ’ έναν επιχειρηματία που αργούσε να παραδώσει έργο απαραίτητο για την διεξαγωγή των αγώνων. Όλοι έμεναν στην εικόνα του αποτελεσματικού ηγέτη και ελάχιστοι πληροφορήθηκαν ότι οι Ολυμπιακοί του Σότσι στοίχισαν γύρω στα 50 δισ. ευρώ, και τα μισά πήγαν στα προς εκτέλεση έργα και τα άλλα μισά σε μίζες.
Στα χρόνια των μνημονίων, όταν το δίδυμο Μέρκελ – Σόιμπλε και οι χώρες δορυφόροι τους μας έστυβαν για παραδειγματισμό στις υπόλοιπες χώρες του ευρωπαϊκού νότου, τότε που η Αμερική του Ομπάμα περιοριζόταν σε λεκτική στήριξη και συμβουλές πώς το μαρτύριο μας θα γινόταν λιγότερο επώδυνο, η Ρωσία του Πούτιν μεταμορφώθηκε στα μάτια πολλών σε φάρο ελπίδας.
Θυμόμαστε το καλοκαίρι του 2015 πώς οι υπουργοί των ΣΥΡΙΖΑ-Ανελ έτρεχαν στην Μόσχα για να εξασφαλίσουν επιταγές 5 δισ. ευρώ, που θα έδιναν στην κυβέρνηση περιθώριο για να διαπραγματευτεί από ισχυρότερη θέση με τη Γερμανία και όχι υπό το φάσμα της άμεσης χρεοκοπίας.
Ξεχνούν όμως ότι ο Πούτιν ήταν αυτός που «κάρφωσε» στον Ολάντ το ελληνικό αίτημα, την επομένη του δημοψηφίσματος, να μας τυπώσουν οι Ρώσοι δραχμές.
Ξεχνούν ότι στα δεκαέξι χρόνια που συνυπήρξαν στις ηγεσίες των χωρών τους, Μέρκελ και Πούτιν είχαν αγαστή συνεργασία. Η Μέρκελ φρόντιζε οι κυρώσεις κατά της Ρωσίας, μετά την κατάληψη της Κριμαίας και την δημιουργία αποσχιστικού κινήματος στο Ντονμπάς, να είναι όσο το δυνατόν μικρότερες. Από την άλλη ο Πούτιν τροφοδοτούσε την γερμανική βιομηχανία και τα γερμανικά νοικοκυριά με φτηνή ενέργεια.
Η Ελλάδα και η Κύπρος για τον Πούτιν είχαν ανέκαθεν μικρή αξία, καλές για να στηρίζουν εντός της ευρωζώνης τα ρωσικά συμφέροντα, αφού σταθερά τα δύο ελλαδικά κράτη (με κάθε ηγεσία) είχαν φιλορωσική στάση, γεγονός που δεν ξεχνούν οι Ανατολικοευρωπαίοι, χωρίς πολλά ανταλλάγματα, αλλά μέχρι εκεί. Στάση που έγινε ακόμα πιο έκδηλη μετά το 2016, όταν η Ρωσία με μια εντυπωσιακή στροφή διέσωσε τον Ερντογάν στο εναντίον του πραξικόπημα και έκτοτε συμμάχησε αταλάντευτα μαζί του.
Ο Ντιμίτρι Πεσκόφ, η φωνή του Πούτιν, όταν ο Ερντογάν το καλοκαίρι του 2020 μετέτρεψε την Αγία Σοφία σε τζαμί, κάλυψε την τουρκική ηγεσία λέγοντας ότι αυτό είναι εσωτερικό θέμα της Τουρκίας. Έγινε ακόμα πιο κυνικός προσθέτοντας αυτή η κίνηση είναι προς το συμφέρον των Ρώσων τουριστών που πια δεν θα χρειάζεται να πληρώνουν εισιτήριο κατά την επίσκεψή τους στην Αγία Σοφία. Χαρακτηριστικές είναι οι μετρήσεις δημοφιλίας της Ρωσίας στην Ελλάδα σύμφωνα με τη Διανέοσις.
Πράγματι η επιρροή που είχε χτίσει στην Ελλάδα ο Πούτιν διαπιστώνεται με καθαρό τρόπο από τις έρευνες της Διανέοσις «Τι πιστεύουν οι Έλληνες;», που έχουν διεξαχθεί από το 2015 έως σήμερα.
Το ερώτημα, «Αντί της συμμετοχής στην ευρωζώνη μήπως τα συμφέροντα της Ελλάδας διασφαλίζονται περισσότερο με μια προνομιακή σχέση/συμμαχία με κάποια από τις παρακάτω χώρες;» τέθηκε από τους ερευνητές τέσσερις φορές, σε δύο έρευνες το 2015 πριν και μετά το δημοψήφισμα, τον Δεκέμβριο του 2016 και τον Ιανουάριο του 2018.
Πριν το δημοψήφισμα, Απρίλιος 2015, όταν υπήρχαν υψηλές προσδοκίες από την Ρωσία, το 30% των ερωτηθέντων απαντούσε Ρωσία, ενώ 47,4% διαφωνούσε ότι μπορεί να βρεθεί μια καλύτερη σχέση/συμμαχία.
Μετά το δημοψήφισμα και την πρώτη ψυχρολουσία από την Ρωσία από την στάση της το καλοκαίρι του τρίτου μνημονίου, συμφωνούσαν με την προοπτική της Ρωσίας το 24,5% των ερωτηθέντων και το 51,2% διαφωνούσε.
Τον Δεκέμβριο του 2016 με τις δυσμενείς συνέπειες του τρίτου μνημονίου να επηρεάζουν τους ερωτηθέντες η επιρροή της Ρωσίας απογειώθηκε στο 33,4%, ενώ μόνο το 37% διαφωνούσε εμμένοντας στην ευρωζώνη.
Έναν χρόνο μετά με την φιλοτουρκική στροφή της Ρωσίας να είναι πια ορατή το ποσοστό όσων ήθελαν στενότερη σχέση/συμμαχία με την Ρωσία περιορίστηκε εκ νέου στο 24,1%, ενώ οι διαφωνούντες που προτιμούσαν ευρωζώνη αυξήθηκαν στο 43,3%.
H δημοφιλία Πούτιν–Ρωσίας κατακρημνίζεται
Στις έρευνες της Διανέοσις μετρήθηκε δύο φορές και η δημοφιλία του Βλαδίμηρου Πούτιν, πρώτη τον Νοέμβριο – Δεκέμβριο του 2019 και η δεύτερη στην τελευταία μέτρηση του περασμένου Μαρτίου.
Στην πρώτη ο Πούτιν είχε σε ποσοστό 41,3% θετικές απόψεις και ερχόταν τέταρτος μετά τον Μπ. Ομπάμα (74,8%), Μπιλ Γκέιτς (54,4%) και Εμ. Μακρόν (48%).
Στην δεύτερη μέτρηση, αυτή του περασμένου Μαρτίου, οι θετικές απόψεις για τον Πούτιν κατακρημνίζονται στο 18,8% έναντι αρνητικών 69,1%.
Είναι πια τρίτος από τον τέλος, πάνω μόνο από τον Ερντογάν (5,7% των ερωτηθέντων έχουν θετική άποψη) και τον Κινέζο ηγέτη Σι Τζιν Πίνγκ (18,5%).
Στον αντίποδα ο Μακρόν σκαρφάλωσε στο 65,1% και είναι η προσωπικότητα με τις περισσότερες θετικές απόψεις και δεύτερος είναι ο, μέχρι χθες άγνωστος για την πλειονότητα των Ελλήνων, Βολοντίμιρ Ζελένσκι.
Στην τελευταία έρευνα η Διανέοσις μετρά ποια χώρα θεωρείται η καλύτερη σύμμαχος της Ελλάδος, η Γαλλία συγκεντρώνει 64,9% θετικές απόψεις και μετά το χάος: οι ΗΠΑ 6,7%, η Ρωσία 4,8% και το Ισραήλ 4,5%.
Στην μέτρηση του Φεβρουαρίου (πριν την ρωσική εισβολή) η Ρωσία συγκέντρωνε 7%. Όταν στους ερωτηθέντες δίνονταν δυνατότητα διπλής επιλογής, η Γαλλία ανέβαινε στο 72,5, οι ΗΠΑ στο 20,4% και η Ρωσία 7,5% (στη μέτρηση πριν την εισβολή το ποσοστό της ήταν στο 15,2%).
Οι χρυσές εποχές που η Ρωσία και ο Πούτιν έχαιραν του θαυμασμού ενός πολύ μεγάλου ποσοστού των Ελλήνων, κοντά στο 1/3, πέρασαν ανεπιστρεπτί. Αρχικά η συμμαχία Ρωσίας-Τουρκίας άλλαξε τον τρόπο που βλέπουν Ρωσία και Πούτιν και τώρα η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, τα εγκλήματα του ρωσικού στρατού και ο φόβος ότι αν η Ρωσία βγει κερδισμένη θα βρει μιμήτρια πρώτη την Τουρκία, έριξαν στα τάρταρα την αποδοχή Ρωσίας και Πούτιν.
Επίσης, κινήσεις, όπως αυτές που πρόσφατα αποκαλύφθηκαν, δηλαδή Ρώσοι πράκτορες να προσεγγίζουν καθηγητές ΑΕΙ και ΤΕΙ, ιδιοκτήτες ιστοτόπων κ.λπ.[1] για να διατηρήσει η Ρωσία ερείσματα στην κοινή γνώμη αποδεικνύεται και αυτή καταστροφική και κίνηση απελπισίας, αφού «καίει» και αυτούς που μακροχρόνια ή παροδικά συνεργάζονται με το ρωσικό καθεστώς. Οι «απολογητές» του Πούτιν μπορεί να κάνουν πολύ φασαρία, αλλά πια δεν πείθουν κανέναν εκτός από έναν σκληρό πυρήνα εμμονικών.
[1] Βασίλης Λαμπρόπουλος, «Η άγνωστη έρευνα της ΕΥΠ για τους 12 ρώσους διπλωμάτες – Όλο το παρασκήνιο των απελάσεων», εφημερίδα Το Βήμα.