“Πέφυκε δε το ανθρώπειον διά παντός άρχειν μεν του είκοντος, φυλάσσεσθαι δε το επιόν”
(Θουκυδίδης,Δ,61.5, Διότι είναι φυσικό στον άνθρωπο ανέκαθεν να επιβάλλει την εξουσίαν του στους υποκύπτοντας, αλλά να αμύνεται εναντίον των επιδρομέων).
Δεν ξέρω αν είναι σύμπτωση ή οι Ισραηλινοί έχουν διαβάσει πολύ καλά τον Θουκυδίδη. Διαφορετικά δεν εξηγείται αυτή η σύμπτωση των επιχειρημάτων των Ισραηλινών με τη θέση του Συρακούσιου στρατηγού Ερμοκράτη, ενός σφοδρού εχθρού των Αθηναίων και του αθηναϊκού ιμπεριαλισμού.
Το Ισραήλ με αφορμή τις απάνθρωπες ενέργειες της Χαμάς στο έδαφός του και γνωρίζοντας την συντριπτική του στρατιωτική ισχύ έναντι αυτής και των Παλαιστινίων επικαλείται το «δικαίωμα στην αυτοάμυνα» και το δίκαιο που απορρέει από αυτό. Έτσι ο ανηλεής βομβαρδισμός της λωρίδας της Γάζας προβάλλεται ως μία φυσική (πέφυκε) ενέργεια που στοχεύει στην υπεράσπιση του δικαιώματος των Ισραηλινών να ζουν σε συνθήκες ασφάλειας στη χώρα τους (φυλλάσεσθαι δε το επιόν).
Σε ένα άλλο σημείο ο Θουκυδίδης διακηρύσσει με έμφαση τη βασική θέση των Αθηναίων σχετικά με τη Φύση της «Δύναμης», ως φυσικού κινήτρου στις ανθρώπινες αλλά και στις διακρατικές σχέσεις.
“…ουδ’ αυ πρώτοι του τοιούτου υπάρξαντες, αλλ’ αιεί καθεστώτος τον ήσσω υπό του δυνατωτέρου κατείργεσθαι” (Βιβλίο Α,76.2),
Ούτε άλλωστε πρώτοι εμείς εγκαινιάσαμε τοιαύτην πολιτικήν, αλλά ανέκαθεν έχει κρατήσει η αρχή, ότι ο ασθενέστερος υποκύπτει στη θέληση του ισχυρότερου).
Με τον ίδιο τρόπο το Ισραήλ, όπως και οι Αθηναίοι στον περίφημο διάλογο με τους Μηλίους, προβιβάζουν και υψώνουν την ιδέα της «Δύναμης» στο επίπεδο μια καθολικής και διαχρονικής κοσμοθεωρίας συμβατής και με την Ηθική. Σύμφωνα με τη θεωρία του Θουκυδίδη, την οποία ασπάζονται και οι Ισραηλινοί, η επιβολή της δύναμης επί του αδυνάτου συνιστά έναν οικουμενικό νόμο που πηγάζει και θεμελιώνεται στην ανθρώπινη φύση.
Εν τω μεταξύ οι κατηγορίες και οι αναθεματισμοί εκατέρωθεν διατυπώνονται με έντονο και φιλοπόλεμο χαρακτήρα με αποτέλεσμα να διχάζεται η κοινή γνώμη και η ανθρωπότητα γενικότερα.
Οι φιλικά διακείμενες χώρες στο Ισραήλ μιλούν για ισλαμική τρομοκρατία, για ισλαμοφασισμό και για θηριωδίες τύπου ISIS. Από την άλλη πλευρά διατυπώνονται χαρακτηρισμοί του τύπου: Κράτος δολοφόνος-τρομοκράτης (Ισραήλ), διεθνής συμμορία των Σιωνιστών κι άλλα παραπλήσια.
Οι φιλο-Ισραηλινές χώρες αναγνωρίζουν στο Ισραήλ το δικαίωμα στην «αυτοάμυνα» κι έτσι αιτιολογούν και δικαιολογούν τους βομβαρδισμούς της πολύπαθης Παλαιστίνης.
Οι μουσαλμανικές χώρες και όχι μόνον αυτές μιλούν για το δίκαιο των απελπισμένων, των καταφρονημένων και των εγκλωβισμένων Παλαιστινίων. Αιτιολογούν και δικαιολογούν κάθε ενέργειά τους στο όνομα του δικαιώματός τους για μια Πατρίδα.
Κι ενώ οι αλληκατηγορίες και οι δημόσιες δηλώσεις των διαφόρων αρχηγών κρατών συνεχίζονται, στον ΟΗΕ και στο συμβούλιο Ασφαλείας όλοι επικαλούνται υποκριτικά το «διεθνές δίκαιο» και το «δίκαιο του Πολέμου». Χύνονται κροκοδείλια δάκρυα για τους νεκρούς του πολέμου και για τα αθώα θύματα (άμαχος πληθυσμός) και ομνύουν στο βωμό της Ηθικής και της Ανθρωπιάς.
Ωστόσο όλοι γνωρίζουν πως εκείνο που θα κρίνει την εξέλιξη των γεγονότων και την τελική έκβαση του πολέμου θα είναι η Δ ύ ν α μ η.
Η επίκληση του Δικαίου και της Ηθικής (και από τις δύο πλευρές αλλά και από τους συμμάχους τους) δεν είναι μόνον υποκριτική, αλλά και δηλωτικό της άγνοιας τόσο της ανθρώπινης φύσης όσο και της ιστορικής πραγματικότητας. Μόνο οι εθελοτυφλούντες δεν θέλουν ή δεν μπορούν να αποδεχτούν την αλήθεια, όσο σκληρή κι αν είναι, που απορρέει από την πείρα παρόμοιων ιστορικών γεγονότων. Η υπόμνηση του Θουκυδίδη θα μάς φανεί χρήσιμη και εξόχως διδακτική:
“…ον ουδείς πω παρατυχόν ισχύι τι κτήσασθαι προθείς του μη πλέον έχειν απετράπετο”
(76.3, Ποτέ πράγματι άνθρωπος στον οποίο παρουσιάστηκε η ευκαιρία να αποκτήσει κάτι δια της σκαιάς βίας , δεν παρέλειψε να το κάνει, προτιμήσας τη δικαιοσύνη).
Πολλοί διεθνολόγοι και αναλυτές θεωρούν πως η παραπάνω θέση του Θουκυδίδη βρήκε την απόλυτη εφαρμογή και δικαίωσή της στην καταστροφή της λωρίδας της Γάζας από το Ισραήλ, που χρόνια τώρα αναζητούσε ένα ισχυρό άλλοθι για την πραγμάτωση των σχεδίων του.
Ένα άλλοθι που του πρόσφερε ανέλπιστα και απλόχερα η Χαμάς με τις θηριωδίες της. Αλήθεια η Χαμάς δεν γνώριζε την αντίδραση του Ισραήλ; Αφήνω την άποψη πως το Ισραήλ γνώριζε από καιρό τα σχέδια της Χαμάς και δεν τα ακύρωσε για να έχει το ισχυρό άλλοθι του ακρωτηριασμού της λωρίδας της Γάζας, σύμφωνα και με τα λόγια του Νετανιάχου.
Οι ιστορικοί και οι φιλόσοφοι προβάλλουν εμφαντικά το νόμο της εναντιοδρομίας ανάμεσα στη Φύση (Ισχύς) και στο Νόμο (Ηθική). Θεωρούν, δηλαδή, πως μεταξύ των ανθρώπων και των κρατών ισχύει απόλυτα ο νόμος της Φύσης που δεν είναι άλλος από το «δίκαιο του ισχυρότερου». Όταν υπάρχει μία ασυμμετρία ισχύος μεταξύ ανθρώπων και κρατών, τότε ο αδύνατος δεν σώζεται από την επίκληση των αρχών του δικαίου και της Ηθικής, παρά μόνον υποχωρεί όσο του επιβάλλει η αδυναμία του.
“ότι δίκαια μεν εν τω ανθρωπείω λόγω από της ίσης ανάγκης κρίνεται, δυνατά δε οι προύχοντες πράσσουσι και οι ασθενείς ξυγχρούσιν”
(E,89,…πως κατά την ανθρώπινη λογική μπορούμε να μιλάμε για δίκαιο όταν και τα δύο μέρη έχουν ίση ισχύ και ότι οι ισχυροί πράττουν ό,τι τους επιτρέπει η δύναμή τους και οι αδύναμοι υποχωρούν όσο τους επιβάλλει η αδυναμία τους).
Η παραπάνω θέση του Θουκυδίδη, διαχρονική και πλήρως επιβεβαιωμένη από τα ιστορικά γεγονότα, όσο σκληρή και αν είναι, όσο κι αν αποτυπώνει με ωμότητα τη στάση των Αθηναίων απέναντι στους αδύναμους Μηλίους, δεν παύει να αποτυπώνει με καθαρότητα την πικρή ιστορική αλήθεια. Και είναι λάθος ερμηνευτικό να ψέγει κάποιος τον Θουκυδίδη για την παραπάνω θέση. Ο ιστορικός απλά κατέγραψε μία πραγματικότητα, χωρίς αυτό να σημαίνει πως την υιοθετεί και την προπαγανδίζει. Είχε και αυτός τις ενστάσεις του για την ωμότητα των Αθηναίων και τις υπερβολές της πόλης του έναντι των άλλων πόλεων.
Τα ηθικά επιχειρήματα και η επίκληση του δικαίου πολλές φορές στον πόλεμο είναι κενά περιεχομένου μπροστά στο «δίκαιο» της Δύναμης του αντιπάλου. Κι αυτό γιατί στον πόλεμο ισχύει η θέση-που τείνει να πάρει τη μορφή αξιώματος-του Θουκυδίδη πως:
“Τα μεν ηδέα καλά νομίζουσι, τα δε ξυμφέροντα δίκαια”
( Ε,105.4…θεωρούν καλό ό,τι τους αρέσει και δίκαιο ό,τι εξυπηρετεί τα συμφέροντά τους).
Σε έναν πόλεμο οι επιλογές των αδύναμων και στρατιωτικά υποδεέστερων είναι περιορισμένες. Πολλές φορές τίθεται με ωμότητα το δίλημμα: Πώς συμφέρει σε έναν λαό να είναι δούλος τη στιγμή που ο εχθρός του είναι ο κυρίαρχος; Υποδούλωση ή Πόλεμος και καταστροφή; Σχετικά στον περίφημο διάλογο Αθηναίων και Μηλίων γράφει ο Θουκυδίδης:
“Και πώς χρήσιμον αν ξυμβαίη ημίν δουλεύσαι, ώσπερ και υμίν άρξαι; // Ότι υμίν μεν προ του τα δεινότατα παθείν υπακούσαι αν γένοιτο, ημείς δε μη διαφθείραντες υμάς κερδαίνοιμεν αν”
(E, 92-93…Αλλά πώς μπορεί να συμβεί ώστε να είναι εξίσου συμφέρον για εμάς να γίνουμε δούλοι, όπως είναι και δικό σας συμφέρον να γίνετε κυρίαρχοί μας; // Διότι σάς παρέχετε η ευκαιρία να υποταχθείτε, αποφεύγοντας τα χειρότερα δεινά, εμείς δε να ωφεληθούμε χωρίς να σας καταστρέψουμε).
Με άλλα λόγια στους Παλαιστινίους σήμερα τίθεται το τραγικό δίλημμα: Καλύτερο για έναν λαό είναι η υποδούλωση ή η καταστροφή του; Έμμεσα, δηλαδή, προβάλλεται η θέση πως δεν είναι και τόσο ταπεινωτικό για ένα λαό να υποκύπτει σε μια συντριπτικά ανώτερη στρατιωτικά δύναμη.
Οι θεωρητικοί της δύναμης και του δικαίου που απορρέει από αυτήν διατυπώνουν τη θέση πως αυτή υπακούει στο νόμο των αερίων που έχουν την τάση να καταλαμβάνουν όλον τον διαθέσιμο χώρο. Μία θέση που βρίσκεται έξω από τις κατακτήσεις του ανθρωπισμού και του πολιτισμού μας, αλλά τείνει να προκρίνεται από κάθε χώρα όταν βρεθεί στη θέση του δυνατού.
Αυτή η διάχυση της δύναμης και η επιβολή της τείνει να ηθικοποιείται κατά περίπτωση και να προβάλλεται και ως συμβατή με το Φυσικό και Θεϊκό δίκαιο. Το «Ο Θεός είναι Μεγάλος» κάτι μπορεί να σημαίνει για κάποιους που μάχονται για το δικό τους δίκαιο.
Όλοι στον πόλεμο συνηθίζουν να επικαλούνται την εύνοια-βοήθεια των θεών, αφού θεωρούν πως το δίκαιο και η ηθική είναι με το μέρος τους. Θεωρούν, δηλαδή, ως μία φυσική αναγκαιότητα και συμπαντικό νόμο να κυριαρχεί ο ισχυρότερος έναντι του ασθενέστερου. Εξάλλου η ιστορία μάς διδάσκει πως όσοι κατέχουν τη δύναμη συμπεριφέρονται με τον ίδιο τρόπο, πράττοντας ανερυθρίαστα όσα είχαν καταγγείλει για τις βιαιότητες των αντιπάλων-εχθρών τους.
Ο Θουκυδίδης, ο μεγάλος ανατόμος της ανθρώπινης ψυχής, προβάλλοντας ως νόμο της φύσης το «δίκαιο του δυνατού» διατύπωσε αλήθειες που η σκληρή πραγματικότητα όλων των πολέμων τις επικύρωσε. Στον πόλεμο, δηλαδή, οι αδύνατοι χρησιμοποιούν τη λογική του «δικαίου» και της «Ηθικής», ενώ οι δυνατοί την «Ηθική» της «Δύναμής» τους.
Αλήθεια πως μπορούμε μετά από τόσες κατακτήσεις του ανθρώπινου πνεύματος και τις τόσες αναβαθμίσεις της Ηθικής να ανατρέψουμε και να παρεκκλίνουμε από τη «θεία τάξη», το «φυσικό νόμο» και τον εσώτερο νόμο του ανθρώπινου όντος, το «Νόμο του Ισχυρότερου»;
Τα παρακάτω λόγια του Θουκυδίδη μάς προτρέπουν και μάς επιτάσσουν να δούμε το πραγματικό Πρόσωπο της ανθρώπινης φύσης και να μην εφησυχάζουμε στις υποκριτικές φωνές και στο «αθώο» Προσωπείο όλων εκείνων που δήθεν μάχονται για το διεθνές Δίκαιο, την Ηθική και τα ανθρώπινα Δικαιώματα.
“Της μεν τοίνυν προς το θείον ευμενείας ουδ’ ημείς οιόμεθα λελείψεσθαι. Ουδέν γαρ έξω της ανθρωπείας των μεν ες το θείον νομίσεως, των δ’ ες σφας αυτούς βουλήσεως δικαιούμεν ή πράσσομεν. Ηγούμεθα γαρ το τε θείον δόξη το ανθρώπειόν τε σαφώς δια παντός υπό φύσεως αναγκαίας, ου αν κρατή, άρχειν. Και ημείς ούτε θέντες τον νόμον ούτε κειμένω πρώτοι χρησάμενοι, όντα δε παραλαβόντες και εσόμενον ες αιεί καταλείψοντες χρώμεθα αυτώ, ειδότες και υμάς αν και άλλους εν τη αυτή δυνάμει ημίν γενομένους δρώντας αν ταυτό” (
Ε,105…Όσον αφορά την εύνοια των θεών, ούτε εμείς νομίζουμε ότι θα μάς λείψει. Γιατί τίποτε απ’ ό,τι απαιτούμε ή πράττουμε δεν αντιβαίνει σε αυτά που οφείλουν οι άνθρωποι να πιστεύουν σε σχέση με τους θεούς και να θέλουν σε σχέση με τους άλλους. Πιστεύουμε δηλαδή ό,τι και οι θεοί και, προφανώς, οι άνθρωποι από φυσική αναγκαιότητα επιβάλλουν πάντοτε την κυριαρχία τους στον ασθενέστερο. Αυτόν το φυσικό νόμο ούτε τον θεσπίσαμε εμείς ούτε πρώτοι τον εφαρμόσαμε, αλλά τον βρήκαμε να υπάρχει και θα τον αφήσουμε να ισχύει παντοτινά, και ξέρουμε πως και εσείς και κάθε άλλος που θα είχε την ίδια με εμάς δύναμη θα έκανε το ίδιο).
Ποιος διεθνής οργανισμός, ποιο φιλειρηνικό κίνημα, ποιος πολιτικός ηγέτης, ποια ανθρώπινη επιστήμη και ποια κινητοποίηση των λαών υπέρ της ειρήνης θα μπορέσει να αποδομήσει το κύρος της παραπάνω θέσης του Θουκυδίδη που ισχύει απόλυτα εδώ και αιώνες; Ποιος θα ανατρέψει την άποψη τόσο του Θουκυδίδη όσο και του Πλάτωνα για το «δίκαιο της δύναμης» που τείνει να καταστεί φυσικός νόμος, αν δεν είναι;
“Φημί γαρ εγώ είναι το δίκαιον ουκ άλλο τι ή το του κρείττονος συμφέρον;” (Πλάτων, Πολιτεία,338c…Λέγω πως τίποτε άλλο δεν είναι το δίκαιο παρά το συμφέρον του ισχυρότερου).
Σε ένα άλλο σημείο ο Πλάτων υπερθεματίζει υπέρ του δικαίου του ισχυρότερου τονίζοντας πως «Ούτω το δίκαιον κέκριται, του κρείττω του ήσσονος άρχειν και πλέον έχειν» (Γοργίας,48.3δ, έτσι κρίνεται το δίκαιο, να κυριαρχεί ο ισχυρότερος πάνω στον ασθενέστερο και να κατέχει περισσότερα).
Αν ως ανθρωπότητα δεχτούμε σήμερα το «δίκαιου του ισχυρότερου», το γνωστό και ως το «Δίκαιο της Πυγμής» που γειτνιάζει με το «δίκαιο της ζούγκλας», σίγουρα δεν θα πρέπει να υπερηφανευόμαστε για τον πολιτισμό μας. Ωστόσο, όσο κακό είναι να αποδεχόμαστε την πραγματικότητα άκριτα και χωρίς προσπάθεια να την αλλάξουμε προς το καλύτερο, άλλο τόσο κακό είναι να την αγνοούμε και να μην διδασκόμαστε από το παρελθόν.
Ο πόλεμος Ισραηλινών και Παλαιστινίων είναι η τελευταία μας ευκαιρία να δείξουμε ως ανθρωπότητα την αξία και τη δύναμη του Διαλόγου και την απόρριψη ως εργαλείου σκέψης και επίλυσης των διαφορών τη μανιχαϊστική λογική του Μαύρου-Άσπρου, του Κακού-Καλού.
Όταν στη λογική των δύο χωρών κυριαρχεί η άποψη πως η ύπαρξη του ενός κράτους και η ασφάλειά του προϋποθέτουν τον αφανισμό του άλλου, όπως διακηρύσσουν και οι δύο χώρες, τότε σίγουρα ανοίγει η Πύλη της Κολάσεως για τον σύγχρονο κόσμο…
Το απευχόμαστε…
Και όσοι αποφασίζουν τον Πόλεμο ας έχουν υπόψη τους την υπόμνηση του Θουκυδίδη πως η Οργή είναι κακός σύμβουλος για τη σωστή απόφαση «Δύο τα εναντιώτατα ευβουλία είναι, τάχος τε και οργήν» κα το κυριότερο πως το Δίκαιο και το Συμφέρον δεν βαδίζουν πάντοτε παράλληλα:
“…Τo αυτό δίκαιον και ξύμφορον της τιμωρίας ουχ ευρίσκεται εν αυτώ δυνατόν ον άμα γίγνεσθαι” (Γ,47.5)