Ο πόλεμος και τα αίτιά του είναι πολύ σοβαρή υπόθεση για να αντιμετωπίζεται επιπόλαια και με τρόπο που εκκολάπτει νέες ασθένειες σε ήδη υπάρχουσες ευάλωτων κρατών τα οποία η ιστορία τα τοποθέτησε σε κρίσιμες γεωπολιτικές ζώνες. Η διάγνωση των αιτιών πολέμου, σωστά έγραψε ο Kenneth Waltz, είναι το αντίστοιχο των ιατρικών διαγνώσεων. Λάθος διάγνωση και λάθος θεραπεία προκαλεί σοβαρές βλάβες ή θάνατο.
Το μείζον ερώτημα που απαιτεί άμεση απάντηση όσον αφορά τον πόλεμο της Ουκρανίας είναι το πώς προσανατολίζεται το διεθνές σύστημα στην νέα ιστορική φάση ηγεμονικών ανταγωνισμών. Ποιες είναι επίσης οι προεκτάσεις για τις περιφέρειες.
Το σύντομο κείμενο που ακολουθεί στέκεται στην μεγάλη εικόνα με κύριο σκοπό την καλύτερη κατανόηση της όξυνσης της ηγεμονικής διαπάλης στην νέα ιστορική φάση που έχουμε ήδη εισέλθει.
To σημαντικότερο ερώτημα στα πεδία της στρατηγικής ανάλυσης τις τρεις τελευταίες δεκαετίες ήταν και συνεχίζει να είναι το πώς θα εξελιχθεί η διαμάχη των ηγεμονικών δυνάμεων την Μεταψυχροπολεμική εποχή. Ενώ επί τρεις δεκαετίες η συντριπτικά πιο ισχυρή δύναμη ήταν οι ΗΠΑ, δύο ορατές τάσεις ήταν πρώτο η ωρίμανση του πολυπολικού διεθνούς συστήματος με κύριο ζήτημα την ισχύ της Κίνας, και δεύτερο, το πώς θα εξελιχθούν τυπικές ή άτυπες συμμαχίες.
Η ιστορική εμπειρία διδάσκει ότι οι συμμαχίες εντός ενός διεθνούς συστήματος πολλών ηγεμονικών δυνάμεων είναι ρευστές, ευμετάβλητες και εναλλασσόμενες. Έτσι ήταν και τον Ψυχρό Πόλεμο, εάν θυμηθούμε την σύγκλιση ΗΠΑ-Κίνας την δεκαετία του 1970.
Παρενθετικά τονίζεται ότι ουκ ολίγοι αναλυτές, ιδιαίτερα της Θουκυδίδειας παράδοσης στα πεδία της στρατηγικής ανάλυσης, υποστήριζαν ότι δεν ήταν υποχρεωτική μια νέα όξυνση της ηγεμονικής διαπάλης και ότι, ενόψει κινδύνου πυρηνικού ολοκαυτώματος αλλά και άλλων προβλημάτων κοινού συμφέροντος, για λόγους στοιχειώδους στρατηγικού ορθολογισμού, ήταν επιτακτικό ένας νέος προσανατολισμός προς ένα modus vivendi στρατηγικών ισορροπιών. Θα μπορούσε να συνοδευόταν από υψηλότερες βαθμίδες διεθνούς διακυβέρνησης και αντιμετώπισης περισσότερων προβλημάτων όπως οι κοινωνικοπολιτικά ανεξέλεγκτοι διεθνικοί δρώντες κάθε είδους.
Τρεις δεκαετίες μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου ο πόλεμος της Ουκρανίας κατέδειξε προς τα πού προσανατολιζόμαστε: Πέραν της με κάθε κριτήριο παράνομης εισβολής της Ρωσίας, των αβάστακτων δεινών των κατοίκων της Ουκρανίας και της καθημερινής ροής των ειδήσεων και των «πληροφοριών», είναι ανάγκη να υπάρξει έγκαιρη, ψύχραιμη και ρεαλιστική σκέψη για το σημαίνει μεγάλη όξυνση της ηγεμονικής διαμάχης η οποία ήδη εν μέσω πολέμου εντείνεται.
Αναζητώντας τα αίτια για να κατανοήσουμε τις παθογένειες, μια διάσταση είναι οι ανακατανομές ισχύος που δεν οδήγησαν είτε σε μια σταθερή νέα ισορροπία είτε σε ένα τυπικά ή άτυπα συμφωνημένο modus vivendi στο οποίο έγινε αναφορά προηγουμένως.
Μπροστά μας, δηλαδή, έχουμε μια αναπόδραστη διαμάχη για απόκτηση ισχύος, θέσης και ρόλου. Αυτό απαιτείται να συνεκτιμηθεί με το γεγονός της ωρίμανσης του πολυπολικού συστήματος νέων και πολλών ηγεμονικών δυνάμεων όπως η Κίνα, η Ινδία και το Πακιστάν, αλλά και μεγάλων περιφερειακών δυνάμεων όπως το Ιράν και η Τουρκία.
Ως προς αυτό, να θυμίσουμε ότι η κατεδάφιση της Σοβιετικής Ένωσης προκάλεσε μια μεγάλη ανακατανομή ισχύος, δημιούργησε πολλά «κενά ισχύος» στην περίμετρο της πρώην υπερδύναμης και ενεργοποίησε σχεδόν ακαριαία αποφάσεις διείσδυσης μέσα σε αυτά τα κενά ισχύος με αναμενόμενο πρωταγωνιστή την υπερισχύουσα υπερατλαντική ηγεμονική δύναμη. Όπως γίνεται φανερό, η προσέγγιση για να κατανοήσουμε τι συμβαίνει δεν είναι καταγγελτική αλλά αξιολογικά ουδέτερη περιγραφή και ερμηνεία.
Παρατηρούμε λοιπόν ότι ο πόλεμος της Ουκρανίας λειτουργεί ως επιταχυντής των ανακατανομών θέσης, ρόλων, ισχύος και συμφερόντων που άρχισε μετά το 1990. Ενώ η διαπάλη των ηγεμονικών δυνάμεων, ιδιαίτερα τον 20ο αιώνα αλλά και τους προηγούμενους αιώνες, διεξαγόταν στις περιφέρειες, και κυρίως πάνω στις ζώνες της Περιμέτρου της Ευρασίας. Υπό τις συνθήκες που δημιουργήθηκαν οι ανταγωνισμοί και οι συγκρούσεις μιας νέας ηγεμονικής διαπάλης του 21ου αιώνα θα πυκνώσουν και θα οξυνθούν. Επιπλέον, θα παραμονεύει το μοιραίο λάθος ενός πυρηνικού πολέμου οπότε πιθανότατα τελειώνει το τέλος της επίγειας ζωής όπως την ξέραμε επί χιλιάδες χρόνια.
Το πώς διεξάγονται αυτές οι συγκρούσεις έχουν τύχει αριστουργηματικής περιγραφής από τον John Mearsheimer στο εμβληματικό του έργο Η Τραγωδία της Πολιτικής των μεγάλων δυνάμεων. Βασικά στην στρατηγική ανάλυση θεωρείται το σημαντικότερο κείμενο για τις ηγεμονικές διαμάχες και για το πως προβάλλονται οι ηγεμονικοί ανταγωνισμοί στον ορίζοντα του 21ου αιώνα. Τον John Mearsheimer τον διαβάζουμε πρόσφατα σε αναφορά με πολλές προειδοποιητικές αναλύσεις που έκανε μετά το 1990 συμπεριλαμβανομένης της Ουκρανίας.
Παρά το ότι λογικό είναι εν μέσω πολέμου και επικοινωνιακών σκοπιμοτήτων τέτοιες αναλύσεις εγείρουν συνηγορίες ή αντιπαραθέσεις, τυγχάνει να συμφωνούμε επειδή τις θεωρούμε ακριβείς και αξιολογικά ουδέτερες περιγραφές και ερμηνείες για το πώς προσανατολιζόταν οι Μεταψυχροπολεμικές σχέσεις μεταξύ των ηγεμονικών δυνάμεων.
Συνοψίζοντας τα πάγια διαχρονικά χαρακτηριστικά στην βάση της τυπολογίας του John Mearsheimer –η οποία μάλιστα, με όσα μπορούμε να δούμε με γυμνό οφθαλμό, καταμαρτυρείται καθημερινά εν μέσω πολέμου– το κύριο είναι το «τραγικό παράδοξο», ότι δηλαδή μια παγκόσμια ηγεμονία είναι δύσκολη και μεγάλου κόστους ή ανέφικτη, εξ ου και κύριο μέλημα είναι σχέδια και αποφάσεις παρεμπόδισης άλλων ηγεμονικών δυνάμεων να κυριαρχήσουν περιφερειακά, διαρκώς εναλλαγών συμμαχιών για να δυναμώσουν τα γεωπολιτικά τους ερείσματα και για να ελέγξουν παραγωγικούς πόρους. Συνοπτικά και ο καθείς μπορεί με κοινή λογική στερημένη εμπαθών προκαταλήψεων να τα εντάξει στην συντρέχουσα αντιπαράθεση:
1. «Μεταφέρουν βάρη»: ανάληψη αναχαίτησης από τρίτο κράτος όχι κατ’ ανάγκη συμμαχικό ενώ το ίδιο ενθαρρύνει, υποκινεί και μεθοδεύει την αποδυνάμωση του αντιπάλου.
2. «Εξισορροπητικές υποσχέσεις»: Δέσμευση αναχαίτισης του επιτιθέμενου αντιπάλου προς όφελος του αμυνόμενου και έμπρακτα μέτρα υλοποίησης των δεσμεύσεων. Τι παρατηρούμε; Όταν υπάρχει κίνδυνος πυρηνικού πολέμου εφαρμόζεται το προηγούμενο, δηλαδή μεταφορά βαρών.
3. «Εκβιασμός»: Απειλές χρήσης υποστηρικτικής βίας οι οποίες όμως όπως σε κάθε ηγεμονική στρατηγική συμπεριφορά σχοινοβατεί στα όρια της μπλόφας, ορατών ή αθέατων εμπράγματων ενεργειών και δηλώσεις που μεγιστοποιούν την παράσταση κόστους.
4. «Πρόκληση πολέμου για κατατριβή αντιπάλων»: Ορατή ή αθέατη μεθόδευση αντιπάλων να εισέλθουν σε αδιέξοδες πολεμικές αναμετρήσεις που προκαλούν συμφορές στους εμπλεκόμενους. Η πιο γνωστή περίπτωση είναι οι μεθοδεύσεις Αμερικανών και Ισραηλινών στον πόλεμο Ιράν-Ιράκ που αποδυνάμωσε αμφότερα τα κράτη. Για την Ουκρανία θα καταλάβουμε καλύτερα τι συμβαίνει όταν έχουμε περισσότερες επαληθευμένες πληροφορίες.
5. «Soft power / μαλακή ισχύς»: Πριν και μετά μια σύρραξη επηρεασμό αποφάσεων και προσανατολισμών άλλων κρατών με αποδυνάμωση το φρονήματος, καλλιέργεια ουτοπικών πεποιθήσεων και καλλιέργεια ανορθολογικών προσδοκιών.
6. «Προσωρινή παραχώρηση ισχύος σε αυριανούς εχθρούς»: Πολύ γνωστή περίπτωση είναι η σύμπραξη και βοήθεια με την Σοβιετική Ένωση κατά της Γερμανίας κατά την διάρκεια του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου.
Υπογραμμίζεται ότι αυτή η τυπολογία αναδύεται και τεκμηριώνεται με βασανιστική μελέτη της ηγεμονικής διαμάχης από τους Ναπολεόντιους πολέμους μέχρι της μέρες μας. Με δεδομένα τα κριτήρια και παράγοντες που ισχύουν τον 21 αιώνα και κυρίως τον κίνδυνο ηγεμονικού πολέμου, αυτές οι στρατηγικές μεθοδεύσεις θα είναι πολύ πιο εντατικές και πυκνές στις περιφέρειες.
Μονολεκτικά λέμε ότι σφάλλει απολύτως εάν κάποιος θεωρεί τις Ευρωστρατηγικές, Ευρωατλαντικές και Ευρωασιατικές σχέσεις γραμμικά κινούμενες, ιδιαίτερα όσον αφορά την ισχυρότερη δύναμη στην «καρδιά της Γης», δηλαδή την ενωμένη και οικονομικά πανίσχυρη Γερμανία αλλά και την εξίσου ισχυρή και πυρηνική δύναμη την Ρωσία.
Το παιχνίδι γεωπολιτικών ανακατατάξεων των πόλων ισχύος και των στρατηγικών των μεγάλων και μεσαίων ηγεμονικών δυνάμεων μόλις αρχίζει.
Για ένα κράτος μεσαίας ισχύος όπως η Ελλάδα πάνω στο πιο ευαίσθητο σημείο της Περιμέτρου της Ευρασίας το μείζον είναι να γνωρίζει το στρατηγικό Αλφαβητάρι. Το προσαρμόζουμε στις ανάγκες του παρόντος και το συνοψίζουμε:
α) Να αποφασίζει προσεκτικά τις στρατηγικές της επιλογές και όχι με αλματώδεις ανορθολογικές εκλογικεύσεις και υποθέσεις ότι όλα κινούνται γραμμικά.
β) Να μην «ανήκει» αλλά να συμμετέχει ισότιμα ως κυρίαρχο κράτος στις συμμαχίες και σε άλλους θεσμούς.
γ) Να συναλλάσσεται στην βάση των ιεραρχημένων εθνικών συμφερόντων που συμπεριλαμβάνουν κόκκινες γραμμές.
δ) Να διαθέτει επαρκή ισχύ και αξιόπιστη στρατηγική για να εφαρμόζει τις πρόνοιες του διεθνούς δικαίου που αφορούν την Επικράτειά της.
ε) Να αποτρέπει τις εξωτερικές απειλές κατά της Επικράτειάς της στην βάση μιας αξιόπιστης εθνικής στρατηγικής ως προς την οποία απαιτείται απόλυτη πολιτική ομοφωνία.
Και στ) να μην αυτοκτονήσει στην Κύπρο με «Διζωνική Δικοινoτική Ομοσπονδία με πολιτική ισότητα» που θα εκτινάξει ακόμη περισσότερο γεωπολιτικά την Τουρκία, θα παγιδεύσει στα πεδία της Τουρκικής επικυριαρχίας το ένα δέκατο του Ελληνισμού και θα έτσι θα παγιδεύσει στρατηγικά το Ελληνικό κράτος.