Ο πόλεμος στην Ουκρανία και η επαναξιολόγηση της Πυρηνικής Αποτροπής

Δεν θα αποτελέσει έκπληξη να αυξηθεί ο αριθμός των κρατών που θα προσπαθήσουν να ενταχθούν στην κλειστή και «ακατάδεκτη» οικογένεια των πυρηνικών δυνάμεων.
Anton Petrus via Getty Images

Συχνά αναφέρεται ότι η εν εξελίξει ρωσική εισβολή στην Ουκρανία θα αποτελέσει κομβικό σημείο στη σύγχρονη ιστορία, με θετικό ή αρνητικό πρόσημο, καθώς και σημείο επανεξέτασης των διεθνών ισορροπιών ίσως και αναμόρφωσης ή επαναϊεράρχησης των κλασσικών μοντέλων του «διεθνούς συστήματος».

Η πλειονότητα των κρατικών φορέων επαναξιολογεί συμμαχίες, εγγυήσεις ασφαλείας και αποτρεπτικές ικανότητες σε σχέση πάντα με πραγματικούς ή δυνητικούς αντιπάλους. Οι εκτιμήσεις για την οριστική απομάκρυνση του ενδεχομένου διακρατικής πολεμικής σύρραξης και η επικράτηση των υβριδικών συγκρούσεων αποδείχθηκε λανθασμένη.

Ο πόλεμος αποδείχθηκε «αναντικατάστατος» και η έσχατη λύση όταν οι υβριδικές επιχειρήσεις και ο πειθαναγκασμός δεν αποφέρουν το επιθυμητό αποτέλεσμα. Τελικά οι ομιλούντες για πολέμους πλήρους φάσματος απεδείχθησαν εγγύτερα στην πραγματικότητα από τους οπαδούς των ασύμμετρων συγκρούσεων, των υβριδικών επιχειρήσεων και των συγκρούσεων χαμηλής έντασης.

Εκτός όμως από τον εφιάλτη του συμβατικού πολέμου δεν μπορούμε να αγνοήσουμε και την επανεμφάνιση του κινδύνου ενός πυρηνικού ολέθρου. Ενδεχόμενο μακρινό καθώς Δύση και Ρωσία έχουν αποδείξει ότι μπροστά στην αναπόφευκτη πυρηνική καταστροφή λειτουργούν ως ορθολογικοί δρώντες.

Παρά ταύτα μια σειρά κρατών διαπιστώνουν ότι η ύπαρξη -έστω και περιορισμένου αριθμού- πυρηνικών όπλων πιθανόν να αποτελεί την καλύτερη εγγύηση της εδαφικής ακεραιότητος, εθνικής ανεξαρτησίας και γιατί όχι μακροημέρευσης του καθεστώτος.

Η περίπτωση της Βορείου Κορέας υπό την ηγεσία του Kim Jong-un καταδεικνύει την ορθότητα αυτού του επιχειρήματος. Ορθώς λοιπόν - με το δικό τους σκεπτικό- οι μουλάδες του Ιράν θέλουν να ενταχθούν στο κλειστό club των πυρηνικών δυνάμεων παρασέρνοντας όμως την ευρύτερη περιοχής έναν αναπόφευκτο και άκρως επικίνδυνο ανταγωνισμό απόκτησης πυρηνικών όπλων. Ακόμη και στην ταλαίπωρη Ουκρανία ακούστηκαν φωνές για την εσφαλμένη απόφαση παραχώρησης των πυρηνικών όπλων της Σοβιετικής Ένωσης.

Βέβαια έχει ιστορικά αποδειχτεί ότι η κατοχή πυρηνικών όπλων δεν εξασφαλίζει πάντα την επίτευξη των αντικειμενικών στόχων των πυρηνικών δυνάμεων. Το κόστος της χρησιμοποιήσεως τους κρίνεται (τουλάχιστον μέχρι σήμερα) υπερβολικό έναντι των περισσοτέρων επιδιωκόμενων στόχων και παρατηρείται αυτοσυγκράτηση. Ούτε όμως τα πυρηνικά όπλα εμπόδισαν τις οικτρές αποτυχίες των πυρηνικών δυνάμεων σε διάφορες περιοχές του πλανήτη. Ούτε εμπόδισαν την κατάρρευση και διάσπαση της Σοβιετικής Ένωσης. Μάλιστα συμβατικές συγκρούσεις έχουν λάβει χώρα μεταξύ πυρηνικών δυνάμεων χωρίς να εξελιχθούν σε πυρηνική σύρραξη (ΕΣΣΔ-Κίνα, Ινδία-Πακιστάν).

Παρόλα αυτά η ύπαρξη πυρηνικών όπλων εμφανίζεται ως ένα επιπλέον εχέγγυο μιας ισχυρής αποτροπής αλλά και πειθαναγκαστικού όπλου κατά τυχόν «δύστροπων» γειτόνων που αρνούνται να υποκύψουν σε αναθεωρητικές «ορέξεις». Επιπλέον δικτατορικά καθεστώτα, όπως στη Βόρεια Κορέα, δεν διστάζουν να απειλούν με εξαπόλυση πυρηνικών πληγμάτων ακόμη και στην περίπτωση δολοφονίας ή προσπάθειας ανατροπής του ηγέτη.

Ακόμη όμως και η Μόσχα, έχοντας αποτύχει -μέχρι στιγμής- στην εκπλήρωση των στόχων της στην Ουκρανία δεν διστάζει «διακριτικά» να επισείσει τον κίνδυνο πυρηνικό ολέθρου στους δυτικούς υποστηρικτές του Κιέβου.

Υπό αυτές τις συνθήκες, δεν θα αποτελέσει έκπληξη να αυξηθεί ο αριθμός των κρατών που θα προσπαθήσουν να ενταχθούν στην κλειστή και «ακατάδεκτη» οικογένεια των πυρηνικών δυνάμεων. Φυσικά μετά την ένταξη της θα ενστερνιστούν τις αρχές της μη διάδοσης των πυρηνικών όπλων προσπαθώντας και αυτά να εξασφαλίσουν το ολιγάριθμο της οικογένειας.

Μήπως τελικά έχοντας από δεκαετίες εγκαταλείψει αρχικά το μοντέλο της ισορροπίας ισχύος (1815-1914) και το χαλαρό διπολικό μοντέλο (1945-1991) κινούμαστε ολοταχώς προς το μοντέλο με βέτο της κάθε μονάδος της κλασσικής ταξινόμησης των έξη μοντέλων διεθνών συστημάτων που παρουσίασε το 1957 ο Morton Kaplan;

Το μοντέλο αυτό περιγράφει ένα διεθνές σύστημα στο οποίο ένας μεγάλος αριθμός κρατών διαθέτει πυρηνικά όπλα και έκαστο στηρίζει την επιβίωση του στις δικές του πυρηνικές αποτρεπτικές δυνατότητες και όχι σε αυτές των υπερδυνάμεων όπως στο χαλαρό διπολικό σύστημα. Σε ένα τέτοιο σύστημα οι αναθεωρητικές και ηγεμονικές επιδιώξεις είναι δύσκολα να υλοποιηθούν καίτοι δεν μπορούμε να αποκλείσουμε περιορισμένου εύρους συμβατικές συγκρούσεις.

Ο Kaplan ισχυρίζονταν ότι από θεωρητικής απόψεως ένα τέτοιο σύστημα πιθανόν να ήταν πιο σταθερό από το διπολικό με ενδεχόμενο υπαρξιακό κίνδυνο την απόκτηση πυρηνικών όπλων από μη κρατικούς δρώντες, ένα ατύχημα αλλά και μια ανεύθυνη ηγεσία σε μια πυρηνική δύναμη. Η τελευταία εκτίμηση του Kaplan συνάντησε κριτική από πολλούς αναλυτές καίτοι η κατηγοριοποίηση των μοντέλων των διεθνών συστημάτων που παρουσίασε συναντά σημαντική αποδοχή.

Ίσως να φαίνεται σήμερα αναπόφευκτη η αύξηση των πυρηνικών δυνάμεων καίτοι το κόστος, όχι μόνο το οικονομικό αλλά κυρίως το πολιτικό είναι τεράστιο.

Η πρόσφατη ενεργειακή κρίση δείχνει ότι ενδυναμώνει τις επιθυμίες χρήσης ή και επιστροφής στη χρήση της πυρηνικής ενέργειας που αποτελεί το πρώτο και αναγκαίο βήμα στην εν συνεχεία απόκτηση πυρηνικών όπλων.

Το επόμενο βήμα της απόκτησης πυρηνικών όπλων, δύσκολο και πολλαπλά κοστοβόρο, εξαρτάται και από το τεχνολογικό επίπεδο της κάθε χώρας αλλά και την απαραίτητη εξωτερική τεχνογνωσία και βοήθεια που συνήθως κεκαλυμμένα θα λάβει. Σε μια τέτοια κατάσταση είναι απαραίτητη η έγκαιρη λήψη δύσκολων αποφάσεων με γνώμονα τις απειλές που αντιμετωπίζεις και την αξιοπιστία των συμμάχων σου και όχι ουτοπικές σκέψεις και επιθυμίες.

Δημοφιλή