Το ερώτημα τι και πόσο θα πρέπει να διαβάζουμε θέτει ένα πολύ μεγάλο ζήτημα. Εδώ θα γίνει αναφορά, κυρίως, στα γνωστικά πεδία του πολιτικού στοχασμού που συνδέουν τα τρία επίπεδα: Του Ανθρώπου, του Κράτους και του Διεθνούς Συστήματος. Γιατί όμως επιβάλλεται να διαβάζουμε και γιατί η έμφαση σε αυτά τα τρία επίπεδα; Τι σημασία έχει, εν τέλει; Η σημασία, εκτιμάται, είναι πρωτίστως Πολιτική. Πολιτική με την βαθύτερη και πλατύτερη έννοια του όρου. Πέραν άλλων κριτηρίων όπως καλλιέργεια πνεύματος, μορφωτική υπόσταση, περιέργεια και τα λοιπά, πόση και ποια γνώση χρειάζεται ο άνθρωπος ως πολίτης ενός κράτους; Ποιος ο ρόλος κάθε πολίτη όσον αφορά τον δημοκρατικό προσανατολισμό, την ευνομία και την ασφάλεια του κράτους στο οποίο ανήκει; Τι σημαίνει, εν τέλει, πολιτική παιδεία, και πως κανείς την αποκτά;
Κατ’ αρχήν, Πολιτικός πολιτισμός, Πολιτεία και Κοινωνικό-Πολιτικό γεγονός σημαίνει πολιτική συγκρότηση κάθε κοινωνικής οντότητας σύμφωνα με τις ανθρωπολογικές της προϋποθέσεις. Μεταξύ άλλων, τον πολιτισμό των μελών της, εθνικές ταυτότητες, ήθη και τα έθιμα, κριτήρια μεταφυσικής και πολιτικές παραδόσεις.
“Τα κράτη που θα επιβιώσουν στην Μεταψυχροπολεμική εποχή όπως προχωράμε στον 21ο αιώνα θα είναι εκείνα των οποίων οι πολίτες θα επιδίδονται στο άθλημα απόκτησης πολιτικής υπόστασης υψηλών βαθμίδων και με τρόπο που θα τους καθιστά ενδολοδόχους της εξουσίας του κράτους τους.”
Παρά τις μοντερνιστικές ιδεοληψίες, η πολιτική παιδεία δεν είναι ζήτημα μεγάλων δασκάλων ή φαντασιόπληκτων στοχαστών. Οι βρακοφόροι γέροντες ενός παραδοσιακού χωριού και τα μέλη των κοινοτήτων οι οποίες διαιωνίζουν τις παραδόσεις τους, μπορεί και να μην έχουν πάει καν δημοτικό σχολείο, πλην παιδεύονται πολιτικά μέσα στον Δήμο των ενοριών και των Κωμοπόλεων. Είναι πολιτικοί στοχαστές καλύτεροι από πολλούς ιδεολογικά προσανατολισμένους φορείς επιστημονικών τίτλων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο «αγράμματος» Μακρυγιάννης ο οποίος μας κληροδότησε έργο το οποίο πολλοί λένε είναι εφάμιλλο των έργων του Αριστοτέλη.
Με δεδομένο το πώς εξελίχθηκε ο κόσμος και τα κράτη τους πέντε τελευταίους μετά-Μεσαιωνικούς αιώνες, ο πολίτης των σύγχρονων κρατών απαιτείται να συμπληρώνει την όποια πολιτική παιδεία διαθέτει με εκλεκτικά επιλεγμένα κείμενα του πολιτικού στοχασμού. Υπάρχουν κύρια και δευτερεύοντα. Εδώ θα τονιστούν αυτά που θεωρούνται Παραδειγματικά και Καταστατικά της πολιτικής σκέψης.
Με κάθε κριτήριο η περιπετειώδης μετά-Μεσαιωνική μοντερνιστική φάση που οικοδομήθηκε πάνω σε εύθραυστα ιδεολογικά θεμέλια, ολοκλήρωσε τον κύκλο της. Τα κράτη που θα επιβιώσουν στην Μεταψυχροπολεμική εποχή όπως προχωράμε στον 21ο αιώνα θα είναι εκείνα των οποίων οι πολίτες θα επιδίδονται στο άθλημα απόκτησης πολιτικής υπόστασης υψηλών βαθμίδων και με τρόπο που θα τους καθιστά ενδολοδόχους της εξουσίας του κράτους τους. Αυτό σημαίνει, συμπληρωματικά με την εμπράγματη πολιτική παιδεία που αποκτούν μέσα στον οικείο κοινωνικοπολιτικό στίβο, εκλεκτικά επιλεγμένη γνώση στα πεδία της πολιτικής σκέψης.
Μείζον ζήτημα ήταν πάντα η ορθολογιστική κατανόηση της δομής του διεθνούς συστήματος, της αποστολής του κράτους και τα φυσιογνωμικά και λειτουργικά χαρακτηριστικά της διεθνούς πολιτικής. Αντίθετα με τις ύστερες εσχατολογικές ιδεολογικές διακηρύξεις, η διαχρονία του ιστορικού γίγνεσθαι ποτέ δεν ήταν γραμμική. Πάντα ήταν γεμάτη καμπυλότητες, θυελλώδεις διαμορφωτικές δίνες, μικρούς και μεγάλους πολέμους, εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες και ανοδικές και καθοδικές τροχιές. Σε ένα τέτοιο παντοτινά ανελέητα ανταγωνιστικό κόσμο, το μεγάλο στοίχημα κάθε κοινωνικής οντότητας και των πολιτών της ήταν και συνεχίζει να είναι η ασφάλειά της και η επιβίωσή της. Ως προς τούτο, οι εσχατολογικές ιδεολογικές φωνασκίες αποπροσανατολίζουν.
Παναγιώτης Κονδύλης: «Στον βαθμό όπου κατανοούσα καλύτερα τους μηχανισμούς της ιδεολογικής και ουτοπικής σκέψης, την κλασική αρχαιότητα την έφερνε κοντύτερα μου ένα ακόμα γνώρισμα της: η απουσία εσχατολογίας και ευθύγραμμων αντιλήψεων για το ιστορικό γίγνεσθαι, … εκκοσμικεύθηκαν τόσο από τον σοσιαλιστικό μαρξισμό όσο και από τον καπιταλιστικό φιλελευθερισμό. Για να αποφευχθεί η υστερία μπροστά στον πλήρη και αμετάκλητο θάνατο, νομιμοποιήθηκε κοσμοθεωρητικά η υστερία της εσχατολογίας. … Αν κάπου μπορεί να πάρει κανείς αυτό το ύψιστο μάθημα [αποφυγής της εσχατολογίας], είναι από την κλασσική αρχαιότητα, η οποία αγνόησε την ευθεία γραμμή με την αίσια απόληξη, για να προσηλωθεί στην θέαση και βίωση του αΐδιου κύκλου».
Αυτός ακριβώς είναι ο κόσμος, εκεί βρίσκεται η Καταστατική γνώση του πολιτικού πολιτισμού. Στην κλασική εποχή κατά την διάρκεια της οποίας, επειδή οι ιστορικές συγκυρίες συνηγορούσαν με την ανάπτυξη του πολιτικού πολιτισμού, ουσιαστικά έκλεισε τον κύκλο της πολιτικής σκέψης. Ουσιαστικά, στα πεδία του πνεύματος και της πολιτικής σκέψης, αν κάτι διακρίνει τους μετά τον 16ο αιώνα Νέους Χρόνους από προγενέστερες ιστορικές φάσεις, είναι το γεγονός ότι κυριάρχησε μια ιδεολογική-εσχατολογική γραμμική σύλληψη του ιστορικού γίγνεσθαι.
Λέμε λοιπόν ότι η αποκοπή των ανθρώπων από την «ιδεολογική ιστορική παρένθεση» των δύο τελευταίων αιώνων, είναι και η σημαντικότερη προϋπόθεση για να επανέλθουν οι άνθρωποι στις στέρεες κλασικές προδιαγραφές του πολιτικού πολιτισμού. Αυτό είναι βασικά πλέον και το μείζον στοίχημα του αθλήματος απόκτησης πολιτικής παιδείας εντός κάθε κράτους. Πέραν της πολιτικής τριβής που σμιλεύει και αναβαθμίζει τον Πολιτειακό ρόλο των πολιτών χρήσιμη είναι και η εμβάθυνση στα πεδία της πολιτικής σκέψης για το τι σημαίνει Κοινωνικό-Πολιτικό γεγονός.
Συσχετίζοντας γνώση, διάβασμα, πολιτική παιδεία και τον ρόλο του πολίτη στεκόμαστε εδώ σε έργα κύρια και αξονικά. Αφενός δεν μπορούμε και ούτε χρειάζεται να επεκταθούμε. Εάν μη τι άλλο σημαντικό κριτήριο είναι το γεγονός ότι οι άνθρωποι στην σύντομη ζωή τους δεν έχουν χρόνο να χάνουν παγιδευμένοι μέσα σε προπαγανδιστικά κείμενα, ογκώδη βιβλία γεμάτα ασυνάρτητες εσχατολογίες και εκατοστής τάξης γνώμες αργόσχολων συγγραφέων. Γι’ αυτό, αναζητώντας καταστατική πολιτική σκέψη των πιο υψηλών προδιαγραφών το μείζον είναι η ανάδειξη των κορυφαίων έργων της πολιτικής σκέψης που περιέγραψαν και ερμήνευσαν την θεμελίωση του Πολιτειακού Παραδείγματος και το κράτος-Πολιτεία ως το κύριο εάν όχι το μόνο πολιτικά κυρίαρχο μέλος κάθε κρατοκεντρικού συστήματος (στην σύγχρονη εποχή αυτό βασικά αποτυπώθηκε στον Καταστατικό Χάρτη του ΟΗΕ).
“Τρείς πνευματικές δεξαμενές περιέχουν σχεδόν τα πάντα: Όμηρος, Αριστοτέλης, Θουκυδίδης.”
Αναζήτηση επίσης των αξιωμάτων αυτού του Παραδείγματος και των αληθινών και όχι φανταστικών οντολογικών θεμελίων του. Αυτό θα βεβαιώσει το γεγονός ύπαρξης πολλών κοινωνικών οντοτήτων οι περισσότερες εκ των οποίων είναι πλέον πολιτικά κυρίαρχες και θα οδηγήσει σε βάσιμες εκτιμήσεις για τον χαρακτήρα και τις λειτουργίες της διεθνούς πολιτικής.
Το γεγονός ότι τους τελευταίους αιώνες πολλοί ξέχασαν αξιώματα του Πολιτειακού και του συναρτημένου με αυτό διεθνούς γίγνεσθαι απορρέει από το γεγονός ότι ανυπόστατα μοντέρνα και μεταμοντέρνα ιδεολογικά δόγματα και πλήθος συμπαρομαρτούντων ιδεολογημάτων και θεωρημάτων αν και από καιρό παρωχημένα και ξεπερασμένα λόγω κεκτημένης ταχύτητας των φορέων συνεχίζουν να προκαλούν πνευματικά μπερδέματα, αποπροσανατολισμό και διαμάχες οι οποίες σχετίζονται ελάχιστα ή καθόλου με το κατά κοινωνία Κοινωνικό και Πολιτικό γεγονός.
Τρείς πνευματικές δεξαμενές περιέχουν σχεδόν τα πάντα: Όμηρος, Αριστοτέλης, Θουκυδίδης. Κανείς αξίζει να εντρυφήσει καθότι με διαχρονικά άφθαρτο και εσχατολογικά στερημένο τρόπο περιγράφουν και ερμηνεύουν την συγκρότηση και τις προϋποθέσεις του πολιτικού πολιτισμού των ανθρώπων. Πέραν του γεγονότος ότι διαθέτουν ορθή θέαση των διαχρονικά αναλλοίωτων ιδιοτήτων του ανθρώπου, του κράτους και του διεθνούς συστήματος, περιέχουν τα περισσότερα εάν όχι όλα τα αξιώματα του Παραδείγματος του πολιτικού γίγνεσθαι και της περί αυτό πολιτικής σκέψης. Ο πνευματικός και πολιτικός πλούτος μιας Πολιτείας και οι βαθμίδες ωρίμανσης της πολιτικής της συγκρότησης συναρτώνται με τον βαθμό και την έκταση που αποτελούν κτήμα των πολιτών!
Κατ’ αρχήν, Μέγιστος, υπέρτατος και ολιστικός για τον άνθρωπο, το κράτος και τον κόσμο είναι ο Όμηρος. Θα πρόσθετα ως πανάξιο σύγχρονο εκφραστή τον Αλεξανδρινό «ποιητή» αλλά και πολιτικό στοχαστή Κωνσταντίνο Καβάφη. Κατόρθωσε σε μερικές μόνο σελίδες «ποιημάτων» –Πόλις, Απολείπειν ο Θεός Αντώνιον, Ιθάκη, Θερμοπύλες– να συμπυκνώσει πολλές πτυχές, τους προσανατολισμούς της καταστατικής Ομηρικής πολιτικής σκέψης για τον άνθρωπο, την Πόλι/Πατρίδα/Ιθάκη και τις προϋποθέσεις επιβίωσης και ασφάλειας της τελευταίας.
Παρενθετικά ότι δεν είμαστε σίγουροι για τον μεγαλοφυή Πλάτωνα. Ενώ πολλά μας άφησε και σημαντικά, η «φυλάκιση» των ανθρώπων στην ανύπαρκτη ιδεατή πολιτεία ιστορικά αποδεικνύεται ότι είναι αντί-παραγωγική. Πολλοί και συχνά, φαντασιώνονται νομίζοντας πως γνωρίζουν τι σημαίνει η ιδεατή πολιτεία ενώ δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η Πλατωνική εσχατολογία βρίσκεται στον πυρήνα των μεταγενέστερων εσχατολογικών δογμάτων. Ακόμη, ιστορικά ουκ ολίγοι νόμισαν πως είναι οι ίδιοι Πλάτωνες αλλά μπορούσαν να είναι μόνο παρεξηγημένες και φαντασιόπληκτες μικρογραφίες του ιδιοφυούς Πλάτωνα.
“Ότι γράφτηκε για την Πολιτειακή συγκρότηση είναι υποσημειώσεις στο έργο του Αριστοτέλη.”
Γι’ αυτό με σιγουριά και χωρίς την παραμικρή αμφιταλάντευση οδηγούμαστε στον επόμενο μετά τον Όμηρο ταγό της ανθρωποκεντρικής πολιτικής σκέψης, τον διαχρονικό και αξεπέραστο «θετικιστή» Αριστοτέλη. «Θετικιστής», ακριβώς, επειδή το έργο του δεν αποσκοπούσε στην ιδεολογική-εσχατολογική κατασκευή του πολίτη αλλά στην αποτύπωση μιας αληθινής τυπολογίας πνευματικών διλημμάτων και ζητημάτων κάθε Κοινωνικού-Πολιτικού γεγονότος, τα οποία μπορούν να προσαρμοστούν στις ανάγκες κάθε συλλογικής οντότητας σύμφωνα με τις ιδιαιτερότητες και ιδιομορφίες μιας εκάστης κοινωνικής οντότητας.
Αναγκαστικά, τον ανθρωποκεντρικό Αριστοτέλη δεν τον αντέχουν όσοι θέλουν να απογειωθούν ιδεολογικά και φαντασιόπληκτα. Θα συμφωνούσα απόλυτα με την θέση του Γιώργου Κοντογιώργη, ένα από τους σημαντικότερους μελετητές του Αριστοτέλη, πως έκτοτε ότι γράφτηκε για την Πολιτειακή συγκρότηση είναι υποσημειώσεις στο έργο του Αριστοτέλη. Όταν κάποιος κολυμπήσει μέσα στον ωκεανό της Αριστοτελικής και της Ομηρικής σκέψης για τον αυτεξούσιο άνθρωπο, για το κράτος που ενσαρκώνει την συλλογικότητα και για την ανελέητη διεθνή πολιτική που απαιτεί ασφάλεια, θα κατανοήσει ότι η ζωή και η ασφάλεια του ίδιου και η συλλογική ελευθερία των ομοεθνών του μέσα σε ένα εθνικά ανεξάρτητο κράτος, είναι ένα άθλημα-ταξίδι προς την Ιθάκη της Ελευθερίας του οικείου κόσμου.
Ο πολίτης κάθε κράτους συμφέρον έχει να εμβαθύνει τον Αριστοτέλη για να κατανοήσει τον ρόλο του και την Πολιτική ως άθλημα συλλογικού κατ’ αλήθειαν βίου, πολιτικής ελευθερίας και εθνικής ανεξαρτησίας. Να καταλάβει πρωτίστως ότι δημοκρατικός προσανατολισμός σημαίνει:
α) αυτεξούσιο άνθρωπο,
β) πολίτη πολιτικά παιδευμένο,
γ) πολίτη εντολέα της εντολοδόχου και ανακλητής εξουσίας και
δ) ανένδοτη και ακλόνητη φιλοπατρία που αν χρειαστεί μεταφράζεται σε αυτοθυσία.
Για να παραφράσουμε τον Αλεξανδρινό «ποιητή», εάν οι πολίτες δεν τα ξέρουν αυτά ή εάν τα παραμελούν όπως συχνά συμβαίνει αργά ή γρήγορα το τίμημα είναι μεγάλο: «… την τύχη τους που ενδίδει πια, τα έργα τους που απέτυχαν, τα σχέδια της ζωής τους που βγήκαν όλα πλάνες, ανωφέλετα θα θρηνήσουν». «Σαν έτοιμοι από καιρό, θα αποχαιρετήσουν την Aλεξάνδρεια που έφυγε», τουτέστιν τις συμφορές που θα πλήξουν τον κόσμο τους, την συλλογική τους ελευθερία και την ασφάλειά τους.
“Διεθνισμοί και οι οικουμενικισμοί είναι αδίστακτες ιδιοτελείς μεταμφιέσεις των ηγεμονικών αξιώσεων κάθε ιστορικής συγκυρίας”
Ερχόμαστε τώρα στον τρίτο και ανυπέρβλητο γνωστικό άξονα ο οποίος αν και παραθέτει πλήθος αξιωμάτων και για τα τρία επίπεδα που μας ενδιαφέρουν –του ανθρώπου, του κράτους, της διεθνούς πολιτικής– σωστά ο «Πελοποννησιακός Πόλεμος» του Θουκυδίδη θεωρείται το Παράδειγμα κάθε κρατοκεντρικού διεθνούς συστήματος όπου βρίσκονται όλα τα αξιώματα. Πολιτική σκέψη περί τα διεθνή ή όπως κάποιοι την ονομάζουν, «θεωρία διεθνών σχέσεων», εάν δεν είναι συμβατή με τα θεμέλια Θουκυδίδεια αξιώματα είναι γνώμες, ιδεολογήματα και ασήμαντες ή «αήττητες» παραπλανητικές εκλογικεύσεις.
Το γεγονός πως οι εσχατολογικές ιδεολογίες, τα ιδεολογήματα και τα συμπαρομαρτούντα θεωρήματα είναι ανυπόστατα και αβάσιμα δεν χρειάζεται καν να επιμείνουμε γιατί λογικά είναι πλέον αντιληπτό σε όποιον διαθέτει όραση και ακοή. Λογικά δεν χρειάζεται πλέον να εξηγούμε ότι σε όλες ανεξαιρέτως τις ιστορικές συγκυρίες οι διεθνισμοί και οι οικουμενικισμοί (δηλαδή τα διεθνιστικά ιδεολογικά δόγματα όλων των εκδοχών και αποχρώσεων) είναι αδίστακτες ιδιοτελείς μεταμφιέσεις των ηγεμονικών αξιώσεων κάθε ιστορικής συγκυρίας (περί αυτού βλ. την ανυπέρβλητη ανάλυση του Edward. H. Carr).
Υποχρεωτικά συντομογραφικά, ερχόμαστε τώρα σε αξιόλογους μεταγενέστερους και σύγχρονους στοχαστές. Ο καλλιεργημένος Πολίτης πέραν της αξίωσης να συμμετέχει ενεργά και ουσιαστικά στον Πολιτικό γίγνεσθαι, διαθέτει σημαντικά μη ιδεολογικά κείμενα: Για παράδειγμα, Clausewitz και Machiavelli. Για τον τελευταίο σωστά γράφτηκε, «τον ευχαριστούμε που μας είπε αυτό που πρέπει να ξέρουμε και όχι ότι θέλουμε να ξέρουμε» (το ίδιο ισχύει για τον ανελέητα αληθή Θουκυδίδη).
Παρακάμπτοντας πολλούς σύγχρονους, μερικοί μάλιστα ταυτόχρονα ποιητές και πολιτικοί στοχαστές όπως τον Ελύτη, αναφέρω τον Γιώργο Κοντογιώργη του οποίου τα έργα για την διαχρονική Ελληνικότητα είναι βιβλιογραφική παρακαταθήκη αλλά και ωκεανός γνώσης για το διαχρονικό πολιτικό γίγνεσθαι των τριών επιπέδων. Ταυτόχρονα, αναλύοντας το κοσμοσύστημα της Βυζαντινής Οικουμένης, ο Κοντογιώργης ανοίγει ένα νέο μεγάλο πεδίο πολιτικού στοχασμού για να σκεφτούμε τον μετάκρατοκεντρικό κόσμο (σε αντίθεση με τον διεθνιστικό, ανθρωπολογικά εξομοιωτικό και πολιτικά εξισωτικό μετακρατικό κόσμο των ιδεολογιών και ιδεολογημάτων). Ο Θόδωρος Ζιάκας, επίσης, προσφέρει εξαίρετη πολιτική σκέψη για το έθνος, τους πολιτισμούς, τις πολιτικές παραδόσεις και την πολιτική συγκρότηση. Ολοκληρώνω με τους σύγχρονους Έλληνες μνημονεύοντας τον Παναγιώτη Κονδύλη. Ο Κονδύλης, στερημένος κάθε εσχατολογίας, είναι ταυτόχρονα υποψιασμένος για τον ρόλο τους πνεύματος συμπεριλαμβανομένης της μεταφυσικής. Αναμφίβολα ο σημαντικότερος στοχαστής της ιστορικής φάσης των Νέων Χρόνων, ο Κονδύλης πέρασε σε κάτι ανεκτίμητα χρήσιμο για το μέλλον, την ανάλυση του περάσματος από τον μοντερνισμό στον μεταμοντερνισμό. Και αυτού τα έργα είναι παρακαταθήκη.
Τέλος, θα ήταν παράλειψη να μην αναφερθώ στους ταγούς του Θουκυδίδειου Παραδείγματος της Δυτικής μεταπολεμικής πολιτικής σκέψης περί τα διεθνή. Στερημένοι και αυτοί εσχατολογιών και ιδεολογιών έγραψαν πολύ αξιόλογα έργα για την μεταπολεμική διεθνή πολιτική. Τα κείμενά τους είναι μοναδικά για την κατανόηση του μεταπολεμικού κόσμου αλλά και του επερχόμενου στο βάθος του 21ου αιώνα. Ο καθείς μπορεί να αναζητήσει τα έργα τους στο διαδίκτυο. Ολοκληρώνω λοιπόν αναφέροντας συγγραφείς κλασικών προδιαγραφών των οποίων τα έργα μεταφράστηκαν και κυκλοφόρησαν στα Ελληνικά μετά από προτροπή και επιμέλεια Ελλήνων διεθνολόγων της Θουκυδίδειας κυρίως παράδοσης. Μερικοί ηρωικοί εκδότες τα πρόσφεραν στην Ελληνική βιβλιογραφία: Edward H. Carr, Kenneth Waltz, Robert Gilpin, Martin Wight, J.F.C Fuller, Hedley Bull, Adam Watson και John Mearsheimer. Την πρώτη εβδομάδα του Ιανουαρίου 2019, εξάλλου, μαθαίνω ότι κυκλοφορεί και η σύγχρονη «βίβλος των διεθνών σχέσεων»: Το αριστούργημα «Πολιτική των Εθνών. Ο αγώνας για ισχύ και ειρήνη» του Hans Morgenthau.