Είναι δυνατόν ο ιστότοπος του οργανισμού αστικών συγκοινωνιών μιας ευρωπαϊκής μεγαλούπολης τεσσάρων εκατομμυρίων να μην έχει χάρτη του δικτύου του; Είναι – και το συναντάμε στην ελληνική πρωτεύουσα. Παρόλο που εδώ και χρόνια υπάρχει ενιαίο κόμιστρο για όλα τα μέσα δημόσιας συγκοινωνίας -μέτρο σημαντικό που συμπληρώθηκε με τον πρόσφατο εκσυγχρονισμό των εισιτηρίων- ο χρήστης δεν έχει τη δυνατότητα να βρει εποπτική παρουσίαση των αθηναϊκών γραμμών σταθερής τροχιάς στη σελίδα του ΟΑΣΑ. Το μενού των χαρτών παραπέμπει στο Google Transit, την πολύ χρήσιμη εφαρμογή με πληροφορία σε πραγματικό χρόνο. Για να βρει κανείς ένα κλασικό, «στατικό» διάγραμμα πρέπει να πάει στη σελίδα της εταιρείας μέσων σταθερής τροχιάς (ΣΤΑ.ΣΥ.), στο οποίο παραπέμπουν και οι μηχανές αναζήτησης.
Μικρό το κακό, θα πει κανείς. Εν τέλει το βασικό ζητούμενο είναι το πώς θα πας από το Α σημείο στο Β – και αυτό, το βρίσκεις εύκολα. Δεν πρέπει όμως να παραγνωρίζεται η ανάγκη του χρήστη να ρίξει μια συνολική ματιά στο δίκτυο. Ιδίως του περιστασιακού: του τουρίστα ή άλλου επισκέπτη, ή απλά αυτού που αποφάσισε να αφήσει για λίγο το αυτοκίνητο και το ταξί. Του ανθρώπου που εν τέλει είναι άσχετος με τις δυνατότητες του συστήματος δημόσιας συγκοινωνίας και που θα πρέπει όχι απλά να ενημερωθεί αλλά και να προσελκυσθεί, ως κατ’ επιλογήν και όχι από ανάγκη πελάτης.
Αυτός ο υποψήφιος επιβάτης, λοιπόν, στους χάρτες της ΣΤΑ.ΣΥ. βλέπει καταρχάς τις τρεις γραμμές του μετρό -με τα σωστά χρώματα (πράσινο, κόκκινο και μπλε) που συναντά και στους σταθμούς επιβίβασης. Με λεπτότερη και ενιαίου χρώματος γραμμή εμφανίζεται το τραμ. Το τελευταίο – last αλλά και least – από τα μέσα σταθερής τροχιάς παρουσιάζεται με τέτοιο τρόπο ώστε να μη μένει καμιά αμφιβολία για τη θέση του στην ιεραρχία.
Ο φτωχός συγγενής με το όνομα προαστιακός εμφανίζεται με γραμμές λιγότερο έντονες από αυτές του μετρό και με ατελή πληροφόρηση ως προς τις στάσεις και τις ανταποκρίσεις του. Αντίστοιχη και χειρότερη είναι η απεικόνιση μέσα στα οχήματα του μετρό, που δείχνουν το αθηναϊκό δίκτυο της ΤΡΑΙΝΟΣΕ μόνο στα σημεία που συναντά το μετρό, λες και η υπόλοιπη διαδρομή του είναι σε μια άλλη περιφέρεια κι όχι στην Αττική.
Κάτι δεν πάει καλά με όλο αυτό, το λέω και το γράφω εδώ και χρόνια. Με χαρά λοιπόν διάβασα στην ιστοσελίδα ypodomes.gr ότι δεν είμαι μόνος, καθώς παρόμοια ανησυχία είχε κι ένας αναγνώστης της. Ζώντας στο Λονδίνο όπου τα δίκτυα προαστιακού και μετρό αλληλοσυμπληρώνονται εδώ και δεκαετίες και εμφανίζονται με ανάλογο τρόπο στους αναγνωρίσιμους χάρτες δικτύου, ο Ελληνοκύπριος πρότεινε το αυγό του Κολόμβου και για την Αθήνα: έναν χάρτη με ισότιμη απεικόνιση και του προαστιακού.
Δεν έχει σημασία αν η εθελοντική αυτή πρόταση έχει λάθη ή ατέλειες, ούτε και έχω πληροφόρηση για τυχόν ανταπόκριση από τους φορείς συγκοινωνιών της Αθήνας. Θεωρώ την ιδέα εξαιρετική, κυρίως ως ευκαιρία αφύπνισης. Ο προαστιακός από την αρχή της λειτουργίας του έχει του κόσμου τα προβλήματα – από τα εξαιρετικά αραιά δρομολόγια και την περιορισμένη συνδεσιμότητα, μέχρι τα ζητήματα συντήρησης, καθαριότητας και ασφάλειας σε γραμμές και συρμούς. Αυτή η κακή ποιότητα αδικεί το δυναμικό που έχει η εκτεταμένη υποδομή του προαστιακού και έχει ως αποτέλεσμα να τον θεωρούν πλέον ξεγραμμένο, όχι μόνο όσοι προωθούν το ανέκαθεν ανταγωνιστικό δίκτυο του μετρό αλλά και οι περισσότεροι κάτοικοι της πρωτεύουσας.
Βλέποντας τη γραμμή του προαστιακού στον πραγματικό γεωγραφικό χάρτη, έστω σε αυτούς της ΣΤΑ.ΣΥ. και της «Αττικό Μετρό» που την δείχνουν διακεκομμένη και αχνή, μπορεί ακόμη κι ο μη ειδικός να διακρίνει τα βασικά της πλεονεκτήματα. Μαζί με την γραμμή του ΗΣΑΠ δημιουργεί ένα ζεύγος αξόνων σταθερής τροχιάς στη διεύθυνση βορρά-νότου – που τυχαίνει να είναι παράλληλη με τον πλέον κορεσμένο οδικό άξονα του Κηφισού. Λειτουργώντας ως δεύτερος ηλεκτρικός δυτικά του πρώτου, στον άξονα Βόρειας Αθήνας – Πειραιά, μια τέτοια γραμμή θα έπρεπε να είναι βασικό εργαλείο αποσυμφόρησης της πολυλώριδης λεωφόρου και εν τέλει εξυπηρέτησης εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων στην πρωτεύουσα.
Εστιάζοντας στα σημεία ανταπόκρισης απορεί κανείς πώς, δεκαπέντε ολόκληρα χρόνια μετά την έναρξη λειτουργίας του προαστιακού, δεν έχουν γίνει οι -όχι ιδιαίτερα δαπανηρές- διορθώσεις που θα διευκόλυναν την επικοινωνία του με τις άλλες γραμμές και γενικότερα την άμεση πρόσβαση του κοινού. Με χαρά μαθαίνω ότι στο έργο της υπογειοποίησης Αθήνα-Ρουφ συμπεριλαμβάνεται η κατασκευή νέου σταθμού στο ύψος του μετρό Κεραμεικού (κάτι που ακόμη και χωρίς την υπογειοποίηση θα ήταν εφικτό με δίδυμες αποβάθρες -όπως αυτές των σταθμών επί της Αττικής Οδού- επί της Κωνσταντινουπόλεως). Δεν είναι το μόνο σημείο που χρειάζεται νέο σταθμό. Στον Αγ. Ιωάννη Ρέντη και τους Αγ. Αναργύρους η γραμμή περνά μερικές δεκάδες μέτρα από τις κεντρικές πλατείες, ωστόσο οι θέσεις που επελέγησαν για τους σταθμούς σε αυτές τις περιοχές (όπως και στο Ρουφ) είναι πιο μακριά και όχι εύκολα προσπελάσιμες με τα πόδια. Ούτε καταλαβαίνω γιατί χρειάζονται διαδοχικές στάσεις σε Άνω Λιόσια και Ζεφύρι σε απόσταση μερικών εκατοντάδων μέτρων μεταξύ τους.
Αφήνω στην άκρη τις χαμένες ευκαιρίες που διορθώνονται μόνο με δαπανηρές «υπερπαραγωγές», όπως τον υπερσταθμό Αττικής-Λαρίσης που σε έναν ιδανικό σχεδιασμό θα έφερνε κοντά τον προαστιακό (και το δίκτυο ΟΣΕ γενικότερα) με δύο γραμμές του μετρό. Εύκολα μιλά ο καθένας για το τι θα μπορούσε να είχε γίνει καλύτερα και για το πώς θα αποκτούσε κάθε δήμος σύνδεση σταθερής τροχιάς αν υπήρχαν τα λεφτά. Το σημαντικό και ταυτόχρονα ρεαλιστικό στοίχημα για τον προαστιακό θα είναι η καλύτερη ένταξη του διαμορφωμένου δικτύου στον ιστό της πόλης. Και, τελικά, στον χάρτη.