Ανοιχτή εκδήλωση στην πλατεία Χαλανδρίου πραγματοποίησε το απόγευμα της περασμένης Παρασκευής η αναρχική ομάδα Ρουβίκωνας.
Σήμερα Δευτέρα σε ιστοσελίδα του αντιεξουσιαστικού χώρου αναρτήθηκε κείμενο με όλες τις λεπτομέρειες της εκδήλωσης:
«Με αφορμή την εκδήλωση «ο Ρουβίκωνας συζητάει με τους Χαλανδραίους», που μια ετερόκλητη πρωτοβουλία ανθρώπων διοργανώσαμε, την Παρασκευή 22 Ιουνίου το απόγευμα η κεντρική πλατεία Χαλανδρίου ξαναέζησε στιγμές Πολιτικής[i] (που δεν είναι καθόλου φίλη ούτε με την ΤΙΝΑ ούτε με τον ΞΕΡΟΛΑ). Στιγμές που θύμισαν σε πολλούς και πολλές από μας τις μέρες των μεγάλων λαϊκών συνελεύσεων στην ίδια πλατεία το 2011 – δικός μου ο συνειρμός, παρότι διαφορετικά τα χαρακτηριστικά, ίδιοι ωστόσο οι μονίμως απόντες απ’ό,τι δεν ελέγχουν πλήρως ή δεν περιλαμβάνει κρύες μπύρες αντίστοιχα. Ήταν μια συζήτηση πρόσωπο με πρόσωπο με τους «τρομοκράτες» που «τίποτα δεν κάνουν» -κι όμως ο Ρουβίκωνας δέχεται συχνά και τις δύο εκ διαμέτρου αντίθετες κριτικές ταυτόχρονα. Ήταν η πρώτη αυτοπαρουσίαση του Ρουβίκωνα σε δημόσιο χώρο στην Αθήνα, μια πρωτόγνωρη εμπειρία άμεσης συνάντησης με την κοινωνική βάση, κάτι που υπήρξε διαχρονικά στην παράδοση των αναρχικών και έχει κάπως εκλείψει, όπως επισημάνθηκε και σε μια απ’τις ομιλίες.
Ο Ρουβίκωνας ξεκίνησε και παραμένει μια αναρχική συλλογικότητα, στην πράξη όμως λειτουργεί στην ουσία και ως μια ομάδα έμπρακτης αντίστασης λαϊκής βάσης με απελευθερωτικό πρόσημο. Πολλές φορές ο Ρουβίκωνας έχει απευθυνθεί ανοιχτά στην κοινωνία, της οποίας σε κάθε ευκαιρία οι συμμετέχοντες τονίζουν ότι είναι κομμάτι της. Για την ακρίβεια σχεδόν σε κάθε κείμενό του υπάρχει η προτροπή που λέει περίπου: «κάν’το κι εσύ όπως νομίζεις» αλλά πάντα με απελευθερωτικό πρόσημο, «δε θα λύσουμε τίποτα από μόνοι μας, έλα μαζί ή κάν’το καλύτερα». Ρητά δηλαδή και έμπρακτα καλλιεργεί στο βαθμό που του αναλογεί το ακριβώς αντίθετο απ’ότι διάφοροι άσπονδοι φίλοι του προσάπτουν, δηλαδή την ανάθεση. Δημόσιες εκδηλώσεις στις οποίες το έχει διατρανώσει αυτό –το σπάσιμο της ανάθεσης με την ανάληψη ατομικής ευθύνης- σαν ομάδα έχει κάνει πολλές. Ωστόσο, ήταν η πρώτη φορά που αυτή η επαφή γινόταν πρόσωπο με πρόσωπο σε μια κεντρική πλατεία στην Αθήνα. Και ήταν μια εκδήλωση που πήγε λίγο καλύτερα απ’ότι περιμέναμε εμείς που την διοργανώσαμε. Καλύτερα με βάση τη συγκυρία της γενικευμένης ύφεσης του ανταγωνιστικού κινήματος.
Με δεδομένη τόσο την γενικότερη κινηματική νηνεμία όσο και το θέμα της εκδήλωσης (αυπαρουσίαση Ρουβίκωνα και συζήτηση με τους Χαλανδραίους) αλλά και το γεγονός ότι την ίδια μέρα είχε χιπ-χοπ συναυλία στο Χολαργό απ’τους antifa Χαλανδρίου, η προσέλευση ήταν αρκετά καλή. Πάνω από 200 άνθρωποι πέρασαν απ’την εκδήλωση που είχε σταθερά ένα κοινό περίπου 150 ανθρώπων που την παρακολούθησαν. Πολύ λίγοι για έναν τεράστιο δήμο, πάρα πολλοί για τα δεδομένα της εποχής, και ενώ μάλιστα έπαιζε και συναυλία, κανονισμένη πολύ καιρό πριν. Προφανής η επιλογή για την πλειονότητα.
Η αυτοπαρουσίαση/συζήτηση άρχισε στις 8 μ.μ. με δύο δεκαπεντάλεπτες περίπου παρουσιάσεις του Ρουβίκωνα από συμμετέχοντες σε αυτόν. Προσωπική άποψη ότι η μετριοπάθεια και η αυτοκριτική διάθεση των αρχικών εισηγήσεων έδωσαν τον τόνο για μια εξαιρετική κουβέντα, απ’την οποία έλειψαν οι κορώνες. Με αυτή την έννοια έγινε δυνατό να ακουστούν και να ανταλλαγούν απόψεις και όχι να διαξιφιστούν ανούσια προκάτ διαφωνίες. Ήταν κατά τη γνώμη μου ένα τοπικό πολιτικό γεγονός με ευρύτερη απήχηση και κυρίως τροφή για σκέψη η εκδήλωση. Δεν είναι τυχαίο ότι αμέσως μετά δημιουργήθηκαν παντού πηγαδάκια που συνέχιζαν την κουβέντα. Πηγαδάκια μάλιστα όχι μόνο στην πλατεία αλλά και στην παρακείμενη κατάληψη Πραπόπουλου που σε αντίθεση με ανθρώπους από άλλες συλλογικότητες της περιοχής, παραδόξως δεν εμφανίστηκε κατά κανέναν τρόπο στην πλατεία, στην οποία σε καλύτερους καιρούς διοργάνωνε ως κατάληψη ανταλλακτικά-χαριστικά παζάρια και μικροφωνικές κάθε τόσο. Κρίμα κι ωστόσο ευεξήγητο λόγω της συναυλίας την ίδια μέρα στο Χολαργό. Κρίμα γιατί θεωρώ πως αξίζει τον κόπο να μπολιάζονται νεότεροι ειδικά σύντροφοι με την πείρα από τα λάθη των κάπως παλιότερων. Κρίμα και μέχρις εκεί.
Ήταν μια γόνιμη αυτοπαρουσίαση-συζήτηση. Ήταν, θεωρώ, ένα πολιτικό γεγονός που το Χαλάνδρι είχε κάποια χρόνια να ζήσει, χαμένο όπως όλες οι γειτονιές (;;;) στις αγκαλιές της ΤΙΝΑ, αλλά με αριστερό διαχειριστή της ΤΙΝΑ στη συμπολίτευση του Δήμου. Είναι ενδεικτικό ότι πολλοί κάτοικοι του Χαλανδρίου χαίρονται που ο δήμος τακτοποίησε κάπως για παράδειγμα τους κάδους των σκουπιδιών, χωρίς να λαμβάνουν υπόψη ότι αυτό είναι ο τελευταίος τροχός της αμάξης, αν δεν τεθούν συνολικά τα ευρύτερα ζητήματα. Αρκούνται στο να μαζεύονται σωστά τα σκουπίδια κι από εκεί και πέρα ας καίγεται γύρω τους το σύμπαν. Αυτά ζούμε για την ώρα με την «ματαιωμένη Ελπίδα» του συριζα να’χει περάσει ό,τι δε θα μπορούσε ποτέ να περάσει δεξιά κυβέρνηση (40 χρόνια μέτρα για μια απλή επιμήκυνση αποπληρωμής), όπως ειπώθηκε και στην εκδήλωση, και κυρίως να έχει διαχύσει καταθλιπτική και καθηλωτική ενοχή στους κοψοχέρηδες πρώτα (γιατί για τους «κάνω το άσπρο μαύρο» και τους Ιζνογκούντ καμία σωτηρία δεν υπάρχει). Αυτά ήταν σχόλια δικά μου προφανώς, πάμε στο ίδιο το γεγονός που προσπαθώ να μεταφέρω με όση γίνεται μεγαλύτερη ακρίβεια με βάση εκτενείς σημειώσεις που κρατήθηκαν. Μετά τις τυπικές ευχαριστίες έγινε μια σύντομη ιστορική αναδρομή από τον Σ.Δ., συμμετέχοντα στο Ρουβίκωνα, για το πότε και πώς ιδρύθηκε, τον ακτιβιστικό του χαρακτήρα και ενδεικτικές δράσεις του. Από την παρέμβαση στην Άμφισσα την εποχή της δίκης του Κορκονέα (δολοφόνου του Γρηγορόπουλου) μέχρι και την πρόσφατη παρέμβαση στον ΑΒ Βασιλόπουλο, που παρέμεινε ανοιχτός για να μη χάσει τα κέρδη της μέρας, ενώ ένας υπάλληλος είχε πέσει νεκρός από κατάρρευση οροφής εν ώρα εργασίας σε παρακείμενο του καταστήματος χώρο αποθήκευσης του σούπερ μάρκετ. «Ναι, θα έπρεπε να πάει το σωματείο, έλα όμως που δεν υπάρχει σωματείο», είπε ο Θ., έτερος ομιλητής και συμμετέχων στο Ρουβίκωνα. Ζητήθηκε απ’τον κόσμο που συμμετείχε στην εκδήλωση να διατυπώσει τις όποιες ερωτήσεις/ενστάσεις/κριτικές του χωρίς σαβουάρ βιβρ, αλλά και το ότι οι απαντήσεις μπορεί να είναι αντίστοιχες. Εξηγήθηκε η συμμετοχή στην Αναρχική Ομοσπονδία ως μια ανάγκη να δραστηριοποιείται ο Ρουβίκωνας και πιο «μετωπικά». Επίσης έγινε λόγος για τις θεματικές και την οριζόντια δομή της ομάδας.
Στη συνέχεια κουβεντιάστηκε το «τι σημαίνει είμαστε αναρχικοί», τη διατήρηση στοιχείων του παρελθόντος (οριζοντιότητα, άρνηση κοινωνικού συμβολαίου, εξωθεσμική δράση), την προσπάθεια για αποφυγή λαθών του παρελθόντος (ελιτισμός, μικρομεγαλισμός κ.τ.λ) και την αναγκαιότητα για προσήλωση κυρίως στη δράση και τα αποτελέσματά της. Ανακεφαλαιωτικά τονίστηκε η επιδίωξη για συνεχείς πειραματισμούς, για την αναζήτηση ενός τρίτου δρόμου κατά κάποιον τρόπο, αλλά χωρίς αυταπάτες. Λίγο αργότερα αυτό θα συμπυκνωθεί απ’τον Θ., τον δεύτερο ομιλητή, στη φράση «στην τελική να αποτύχουμε με καινούριους τρόπους», να μην επαναλαμβάνουμε «αυτά ξέρουμε, αυτά κάνουμε». {Λατρεμένο αυτοκόλλητο των «φίλων του ανθρώπου» : «Αν συνεχίσεις να κάνεις αυτά που έκανες, θα συνεχίσεις να λαμβάνεις αυτά που λάμβανες».} Επίσης ο Θ. επισήμανε την απογοήτευση που αισθάνεται κάθε φορά που σύντροφοι και συντρόφισσες απ’το εξωτερικό έρχονται στην Ελλάδα και αντιμετωπίζουν με ένα υπερβολικό δέος έως και θαυμασμό τους αναρχικούς εδώ. Συγκεκριμένα ανέφερε ότι «απογοητεύομαι, γιατί αυτό δείχνει πόσο το αναρχικό κίνημα έχει ηττηθεί στην Ευρώπη και όχι ότι εδώ κάνουμε τόσο σπουδαία πράγματα. Για να φαίνονται αυτά τα λίγα που κάνουμε εδώ τόσο σπουδαία, δε λέει τόσο καλά πράγματα για το εδώ, όσο κακά πράγματα για το τι συμβαίνει εκεί». Ακόμα διατυπώθηκε μια κριτική προσέγγιση στα αντιμνημονιακά προτάγματα της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς και όχι μόνο. «Όποιος τάζει στον κόσμο εύκολη έξοδο απ’το ευρώ και την Ε.Ε., ότι τάχα 300 ας πούμε μάγκες σε αυτές τις συνθήκες θα επιβάλουν χωρίς ιδιαίτερο κόστος να βγει η Ελλάδα απ’την Ε.Ε. σε αυτές τις διεθνείς συνθήκες, επειδή αυτοί το αποφάσισαν, κοροϊδεύει τον κόσμο, τον αποκοιμίζει και λαϊκίζει. Το μόνο που μπορεί να υποσχόμαστε όλοι και στον εαυτό μας πρώτα είναι αίμα, δάκρυα και ιδρώτας.».
Έπειτα έγινε κουβέντα για τα όρια της βίας και την εκμετάλλευση των αντιφάσεων του συστήματος, την επιλεκτική χρήση των μίντια, καθώς και για ένα ευρύτερο κίνημα που με ενότητα στη βάση μπορεί να συμμαχεί περιστασιακά σε κοινή δράση και με κομμάτια της αριστεράς. Χαρακτηριστική η φράση «αυτά που κάνουμε εμείς, θα έπρεπε να τα κάνει μια σοβαρή ΑΝΤΑΡΣΥΑ ή και μια ΛΑΕ και εμείς να ασχολούμαστε με σοβαρότερα ακόμα πράγματα». Επιπλέον, σε μια σύντομη γενικότερη ιστορική αναδρομή από τον Σ.Δ. για το κίνημα ευρύτερα, διατυπώθηκε η παραδοχή ότι «έχουμε ηττηθεί και οφείλουμε να το παραδεχτούμε και να το διαχειριστούμε» και το ότι δεν εκμεταλλευτήκαμε την συγκυρία, σε αντίθεση με τον συριζα που «έπιασε κότσο πολύ κόσμο. Βέβαια εμείς ως αναρχικοί έχουμε και το πρόβλημα ότι θα πρέπει να φανούμε συνεπείς με αυτά που λέμε. Ενώ οι σοσιαλδημοκράτες του συριζα δεν έχουν τέτοιο ζόρι». Και συνέχισε λέγοντας περίπου τα εξής «Το ότι όλα αυτά που κάναμε 2008-2012 όντας στο δρόμο, κατέληξαν με έναν τρόπο στην κατάντια του καθεστώτος του συριζα πρέπει να μας προβληματίσει. Ενώ επιπρόσθετα θα πρέπει να λάβουμε υπόψη πως ένα νεαρό κίνημα όπως το αναρχικό στην Ελλάδα έχει τα καλά (ορμητικότητα, ριζοσπαστισμός) και τα κακά (απειρία, έλλειψη σημαντικών τοπικών ιστορικών σημείων αναφοράς πριν το 75΄) που έχει η ηλικία του.»
Οι ερωτήσεις και οι τοποθετήσεις που έγιναν απ’τους συμμετέχοντες στην εκδήλωση έπιαναν ένα ευρύ φάσμα θεμάτων. Συζητήσαμε για τη βία και την άρνηση των αναρχικών να αποδεχτούν το μονοπώλιό της απ’το κράτος. Όλα τα πρόσφορα μέσα ανάλογα, όπου και όσο χρειάζεται το καθένα. Χαρακτηριστική η απάντηση του Θ. «υπάρχουν σύντροφοι που ρισκάρουν πολύ περισσότερα από εμάς, αλλά συχνά το αποτέλεσμα είναι πολύ μικρότερο», άρα το ζητούμενο είναι να χρησιμοποιήσεις τα μέσα που θα είναι όσο γίνεται πιο «ασφαλή» και αποτελεσματικά ταυτόχρονα. Κουβεντιάστηκε το κατά πόσον η Ελλάδα είναι όντως μια ιμπεριαλιστική χώρα με την άποψη του Ρουβίκωνα να είναι ότι σήμερα δεν μπορεί να ειπωθεί κάτι τέτοιο με την ακρίβεια του όρου, κάτι που εν μέρει πήγε να ισχύσει τα πρώτα χρόνια μετά την πτώση του τείχους το 89΄, όπου η Ελλάδα πήγε να παίξει για ένα διάστημα ρόλο περιφερειακής ιμπεριαλιστικής δύναμης ως προκεχωρημένο φυλάκιο της Δύσης απέναντι στο καταρρέον ανατολικό μπλοκ. Η λυδία λίθος σχεδόν κάθε οργάνωσης στο ανταγωνιστικό κίνημα, το τι «είναι εργατική τάξη», τέθηκε επίσης, με τις απαντήσεις να ποικίλουν, καθώς ο καθορισμός του τι σημαίνει αυτό πρέπει να λαμβάνει υπόψη τα νέα δεδομένα και να μη μένει σε αυτά του 19ου αιώνα.
Και πολλά άλλα κουβεντιάστηκαν όπως «τι είναι αριστερά;» , «γιατί εκμεταλλεύτηκε ο συριζα τη συγκυρία και όχι εμείς;», «η παράδοση του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και η σχέση που έχουνε με αυτό οι αναρχικοί» καθώς και η συνακόλουθη αγωνία του κκε να μην του αποσπάσουν έστω εν μέρει αυτό που θεωρεί αποκλειστική του παράδοση. Ενδεικτικά αναφέρθηκε «ας μην έχει αγωνία το κκε, είναι πράγματι μια δική του κατά βάση παράδοση, μιας και αυτό ηγεμόνευε τότε σε αυτόν τον αγώνα του εμφυλίου, όπως όμως πιστώνεται τον αγώνα σε μεγάλο βαθμό, έτσι χρεώνεται και πρέπει να εξηγήσει και την ήττα του στο βαθμό που του αναλογεί». Πολύ κουβέντα έγινε και για το εδώ και τώρα με βασική άποψη απ’την πλευρά των ομιλητών περίπου το εξής : να προετοιμαστούμε και να οργανωθούμε όσο γίνεται καλύτερα περιμένοντας την κατάλληλη ευκαιρία για να συνομιλήσουμε με την ιστορία, όσο βαρύγδουπο κι αν ακούγεται. Με δυο λέξεις: στράτευση και οργάνωση.
Από την πλευρά των διοργανωτών τονίστηκε εμβόλιμα ότι τα κίνητρα για την εκδήλωση ήταν κυρίως τρία. Πρώτον η αναγκαιότητα διάδοσης ιδεών και πρακτικών σαν κι αυτές που εφαρμόζει ο Ρουβίκωνας, δηλαδή η προσπάθεια για αναβίωση στοιχειωδών αντιστάσεων. Δεύτερον η ενημέρωση απ’την πρόσφατη δίκη 12 συμμετεχόντων στο Ρουβίκωνα (πήγε για 15/2/2019) και για άλλη δίκη όπου εμπλέκονται 20 άνθρωποι για παρέμβαση στο Υ.ΠΡΟ.ΠΟ (πήγε για 27/6/2018). Τρίτον η ανάγκη που νιώθουμε κάποιοι άνθρωποι για ένα νέο ξεκίνημα στο Χαλάνδρι, να δημιουργηθεί σταδιακά μια ετερόκλητη ομάδα ενεργών πολιτικών ακτιβιστών που με απελευθερωτικό πρόσημο παρεμβαίνουν σε ζητήματα που συμφωνούν και συνδιαμορφώνουν, και με χαρακτηριστικά, περιεχόμενα και πρακτικές παρόμοιες με του Ρουβίκωνα αλλά υπό συζήτηση. Το μεγαλύτερο κέρδος της βραδιάς για μένα δεν ήταν ούτε το ίδιο το γεγονός της συζήτησης αυτό καθεαυτό, πράγμα που θα μου έφτανε, ούτε τα μέηλ που μαζεύτηκαν, αλλά ότι υπήρξε ενδιαφέρον για διοργάνωση παρόμοιας εκδήλωσης στα Βριλήσσια και το Χαϊδάρι. Το πρώτο το βλέπω πολύ δύσκολο, το δεύτερο με ενδιαφέρει πολύ. Ρουβίκωνες , με τα δικά τους ονόματα και ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, παντού να ξαναπιάσουμε το νήμα της αντίστασης και ξανατσακωνόμαστε για το ποιος συμπαθεί ποιον και για την Κροστάνδη σε νεότερη ευκαιρία, σε μια καλύτερη ενδεχομένως συγκυρία.
Η εκδήλωση έκλεισε με την προτροπή για περισσότερη τόλμη, καλύτερη οργάνωση και προετοιμασία εν όψει αυτών που έρχονται, αλλά και περισσότερα αποτελέσματα, ώστε να αρχίζουμε να ανατρέπουμε σιγά σιγά το κλίμα ήττας που αναπόφευκτα έχει ενσκήψει στο μεγαλύτερο μέρος του κινήματος. Τέλος ως παρατήρηση από τα μοιράσματα σε λαϊκές (Παρνασσου, Σαρανταπόρου, Φραγκοκκλησιάς, Γυφτοπούλου) που προπαγάνδιζαν την εκδήλωση, επισημάνθηκε ότι πολύς κόσμος πάει επικίνδυνα εύκολα απ’τον πραγματικό του καναπέ, όπου είναι καθηλωμένος, στα φαντασιακά καλάσνικοφ και μάλιστα σε β΄πληθυντικό. «Να πάΤΕ, να πάρεΤΕ καλάσνικοφ, να μπείΤΕ στη Βουλή, να τους θερίσεΤΕ, αλλιώς δεν κάνεΤΕ τίποτα». Και τους λες, άνθρωπέ μου, πέρα απ’το να μη μου το αναθέτεις, δεν είναι αυτοσκοπός και καημός μου να σκοτώσω κανέναν. Μπορούμε απ’τον καναπέ να πάμε ένα βήμα προς την συλλογικοποίηση των αντιστάσεών μας προς μια απελευθερωτική κατεύθυνση; Όχι ! Για πολλούς μόνο φαντασιακά καλάσνικοφ, πράγμα πιο ανέξοδο και βολικό απ’την αυτοδέσμευση και στο πιο στοιχειώδες επίπεδο.
Αυτή η ανάθεση πρέπει να σπάσει πρωτίστως. Και σπάει όταν βλέπεις ότι υπάρχει αντίσταση, ότι γίνεται, ότι μπορεί να το κάνει σχεδόν οποιοσδήποτε, χωρίς να υπάρχουν ειδικοί της αντίστασης, ζορό επιφορτισμένοι αποκλειστικά με αυτό το ρόλο. Αυτό είναι το δικό μου συμπέρασμα απ’την εκδήλωση, αυτό που εγώ κυρίως κρατάω. Αυτό και ότι τελικά οι Ρουβίκωνες έχουν έκαστος/η ένα κεφάλι, δυο χέρια και δυο πόδια, αλλά κυρίως ότι είναι απ’τους λίγους σήμερα που έχουν φωνή σε μια κοινωνία που έχει σωπάσει, την ώρα που η επιδίωξη να εξαθλιωθεί ακόμα περισσότερο έχει ενταθεί και θα ενταθεί…αν δεν αντιδράσουμε».