Ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε ήταν ο σύγχρονος Γερμανός πολιτικός που συνέδεσε το ονομά του περισσότερο από κάθε άλλον με την ελληνική κρίση, τα capital control και την ακραία δεκαετή λιτότητα.
Δεν ήταν τυχαίο που για χρόνια αντιμετωπίστηκε ως «persona non grata» στην Ελλάδα - τουλάχιστον από μεγάλη μερίδα της κοινωνίας και του πολιτικού συστήματος - με τον ίδιο να έχει δηλώσει χρόνια αργότερα, ότι «πονούσε όταν τον παρουσίαζαν σαν τον Χίτλερ».
Ο βετεράνος πολιτικός έφυγε από τη ζωή στα 81 του χρόνια, έχοντας μια σπουδαία πολιτική καριέρα και μια σταθερά αυστηρή ματιά, απέναντι σε οτιδήποτε ερχόταν αντίθετο με την έντονα γερμανική κουλτούρα του.
Ηταν από τους λίγους γερμανούς πολιτικούς που μπορούσε να ορθώσει ανάστημα απέναντι στην πανίσχυρη Άγκελα Μέρκελ. Υπέρμαχος της σφιχτής δημοσιονομικής πειθαρχίας τόσο στη Γερμανία όσο και στην Ευρωπαική Ένωση, παραδέχθηκε χρόνια αργότερα ότι «η Ελλάδα πλήρωσε ακριβό τίμημα, με τη ζημιά σε κοινωνικό επίπεδο (σ.σ από την λιτότητα και τα μνημόνια) να είναι μεγάλη».
Δεν σταμάτησε ποτέ να υποστηρίζει με πάθος το Grexit λέγοντας χαρακτηριστικά ότι «η Ελλάδα θα έπρεπε να είχε αποχωρήσει την περίοδο των μνημονίων από την Ευρωζώνη».
«Από νωρίς συμβούλεψα τους Έλληνες συναδέλφους μου: Χρειάζεστε το εργαλείο της εξωτερικής υποτίμησης για να κάνετε την οικονομία σας και πάλι ανταγωνιστική. Γι’ αυτό και θα πρέπει να φύγετε προσωρινά από τη Νομισματική Ένωση και θα μπορέσετε να επιστρέψετε αργότερα σε αυτήν», είχε δηλώσει σε συνεντεύξεις του.
Τέτοιες συμβουλές, που συχνά συνοδεύονταν με ένα βλοσυρό βλέμα, τον έκαναν για ορισμένους «μισητό» ξένο πολιτικό στην Ελλάδα.Ο ίδιος είχε δηλώσει ότι αυτά που υποστήριζε δεν τον έκαναν δημοφιλή, αλλά ήταν από οικονομικής απόψεως σωστά.
«Μια εσωτερική υποτίμηση μέσω των μισθών είναι πολιτικά μη βιώσιμη», υποστήριζε ο πρώην πρόεδρος της Bundestag και πρώην υπουργός Οικονομικών σε συνέντευξή του στην Handelsblatt, απαντώντας σε σχόλιο δημοσιογράφου ότι «η Ελλάδα τελικά τα κατάφερε και παρέμεινε στην Ευρωζώνη».
Σε μια άλλη συνέντευξη, είχε αναφερθεί στα σκίτσα που κυκλοφορούσαν στα χρόνια των μνημονίων σε ελληνικές εφημερίδες απεικονίζοντας τον ως Χίτλερ με σβάστικες λέγοντας ότι «είχε πληγεί σοβαρά τότε η εικόνα της Γερμανίας» με τον ίδιο να ομολογεί ότι «πονούσε με όσα του καταλόγιζαν οι Έλληνες».
Όταν είχε ερωτηθεί εάν αισθάνεται υπεύθυνος γι αυτό, με τη στάση του κατά τη διάρκεια της κρίσης, όταν «κουνούσε το δάχτυλο στις άλλες χώρες» απάντησε:«Ρωτήστε τους συναδέλφους μου πρώην υπουργούς Οικονομικών: Υπήρχε πάντα μια ξεκάθαρη πλειοψηφία υπέρ των θέσεών μου μεταξύ των ευρωπαίων υπουργών Οικονομικών, δεν ακολουθούσα μοναχική πορεία. Και πλέον πολλές χώρες τα πάνε και πάλι πολύ καλά, όπως η Πορτογαλία, η Ιρλανδία, η Ισπανία».
Η κόντρα με τον Αλέξη Τσίπρα
Στο σκληρό 2015, όπου κυριαρχούσε το παρασκήνιο των συνομιλιών, αντιπαραθέσεων και συγκρούσεων ανάμεσα στη νεοεκλεγείσα κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ και στις Βρυξέλες, ο Σόιμπλε δεν έκρυψε την κακή σχέση που είχε με τον Αλέξη Τσίπρα.
Μνημειώδης ήταν η ευχή που είχε δώσει τότε στον Τσίπρα, να ηττηθεί τις εκλογές που τον έφεραν τελικά στην εξουσία.
Ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, είχε προειδοποιήσει τότε τον αρχηγό του ΣΥΡΙΖΑ ότι οι υποσχέσεις του για παραμονή της Ελλάδας στην ευρωζώνη άνευ όρων δεν θα ήταν δυνατόν να γίνουν πραγματικότητα.
Σε αποκλειστική συνέντευξη που είχε παραχωρήσει στον ΣΚΑΪ, ο πρώην υπουργός Οικονομικών είχε αποκαλύψει ότι το 2014 ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ του αποκάλυψε ότι σχεδίαζε «προεκλογική εκστρατεία υποσχόμενος ότι η Ελλάδα θα παραμείνει στο ευρώ, αλλά χωρίς πρόγραμμα διάσωσης».
«Του απάντησα ότι του εύχομαι προς το δικό του συμφέρον να μην κερδίσει αυτές τις εκλογές, γιατί δεν θα μπορούσε να τηρήσει τις υποσχέσεις του. Εάν η Ελλάδα επρόκειτο να παραμείνει στην ευρωζώνη θα ήταν υποχρεωμένη να κάνει μεταρρυθμίσεις», είπε ο Σόιμπλε.
Προσέθεσε μάλιστα ότι εκείνη την περίοδο, μολονότι η ελληνική οικονομία είχε αρχίσει να σταθεροποιείται, ο τότε πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς είχε ζητήσει ένα διάλειμμα στις μεταρρυθμίσεις διότι η αντίσταση στην Ελλάδα ήταν μεγάλη και υπήρχε η προοπτική διάλυσης της Βουλής λόγω της αδυναμίας στην εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας.
Είχε υποστηρίξει μάλιστα ότι δεν πρότεινε την έξοδο της Ελλάδας από την ευρωζώνη μετά το δημοψήφισμα του 2015, διευκρινίζοντας ότι την εν λόγω περίοδο η «μεγάλη πλειονότητα» των υπουργών Οικονομικών, «ουσιαστικά όλοι», πίστευαν ότι θα ήταν καλύτερα για την Ελλάδα να βγει προσωρινά από την ευρωζώνη με τη στήριξη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Η Ελλάδα τελικά έμεινε στην ευρωζώνη διότι «ήταν ξεκάθαρο» πως αυτή ήταν που αποφάσιζε, και τελικά η κυβέρνηση Τσίπρα αποφάσισε να υπογράψει νέο Μνημόνιο και να προσφύγει σε εκλογές, ώστε να επικυρωθεί η στροφή στην πολιτική της, προσέθεσε τότε ο Σόιμπλε.
Η «αντιπάθεια» με τον Βαρουφάκη
Αν η σχέση του με τον Αλέξη Τσίπρα ήταν ταραχώδης, με τον Γιάνη Βαρουφάκη ήταν ακόμη χειρότερη.
Αναφερόμενος στο 2015, ο Σόιμπλε είχε δηλώσει τότε ότι «δεν μπορεί να αποτιμήσει το ακριβές κόστος της περιόδου Βαρουφάκη» λέγοντας ότι «αυτά που λέει, απέχουν τόσο από την πραγματικότητα, ώστε δεν μπορώ να ασχοληθώ πραγματικά μαζί τους».
Τον Ιούλιο του 2022 έδωσε την τελευταία του συνέντευξη ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε σε ελληνικό Μέσο.
Μιλώντας στην εφημερίδα «Νέα Σαββατοκύριακο», είχε δηλώσει ότι είχε ήσυχη τη συνείδησή του για τις επιλογές του αναφορικά με τη χώρα μας, αφού το κίνητρό του ήταν να βοηθήσει και όχι να βλάψει τους Έλληνες.
Είχε παραδεχθεί τότε ότι «η Ελλάδα πέτυχε πολλά», αν και όπως υπογράμμισε «η κρίση δεν ξεπεράστηκε τελεσίδικα – κυρίως υπό το φως και των επίκαιρων συνθηκών».
«Χρειάστηκε να απαιτήσουμε πολλά από την Ελλάδα, αλλά πρωτίστως η Ελλάδα χρειάστηκε να απαιτήσει πολλά από τον εαυτό της» είχε πει.