* Γκάμπυ Γαβριηλίδης, Ερευνητής και Υπ. Διδάκτωρ στο Τμήμα Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, μέλος του Εργαστηρίου Οικονομικής Πολιτικής και Στρατηγικού Σχεδιασμού στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας.
Ο ρόλος του στρατηγικού σχεδιασμού σε συνθήκες μόνιμης κρίσης (permacrisis)
Ο Στρατηγικός Σχεδιασμός (ΣΣ) ως έννοια προέρχεται από την ορολογία των στρατιωτικών επιστημών (Μεταξάς και Λαλένης, 2006; Fifield, 2007) και αργότερα υιοθετήθηκε από τις διοικητικές, οικονομικές και περιφερειακές επιστήμες. Ο ΣΣ είναι μια συστηματική και οργανωμένη διαδικασία που χρησιμοποιούν οι οργανισμοί, οι επιχειρήσεις, τα ιδρύματα και οι φορείς αυτοδιοίκησης για να καθορίσουν τους στόχους τους, να θέσουν προτεραιότητες, να κατανείμουν πόρους και να χαράξουν μια σαφή κατεύθυνση για το μέλλον. Περιλαμβάνει τη λήψη συνειδητών αποφάσεων σχετικά με το μακροπρόθεσμο όραμα, την αποστολή και τους στόχους του εκάστοτε οργανισμού, καθώς και τις στρατηγικές και τακτικές που απαιτούνται για την επίτευξή τους.
Ο ΣΣ χαράσσει συνεπώς έναν οδικό χάρτη ενεργειών που τον καθιστά ζωτικό εργαλείο για κάθε οργανισμό, επιχείρηση ή γεωγραφική οντότητα σε μια συνθήκη μόνιμης κρίσης (permacrisis) την οποία διανύει η ανθρωπότητα, με επικαλυπτόμενες κρισιακές καταστάσεις (κίνδυνοι δημόσιας υγείας, γεωπολιτικές εντάσεις, επιπτώσεις κλιματικής αλλαγής, εγγενή αστάθεια οικονομικού και χρηματοοικονομικού συστήματος, κλπ.) η οποία αυξάνει τόσο την ένταση όσο και συχνότητα των διαταραχών στις τοπικές οικονομίες και κοινωνίες.
Η ικανότητα αυτή του ΣΣ πηγάζει από το γεγονός ότι καλύπτει και ταυτόχρονα συνδέει μεταξύ τους όλα τα κρίσιμα πεδία της οργάνωσης και λειτουργίας των σύγχρονων κοινωνιών όπως:
1) ο χωροταξικός σχεδιασμός και η βιώσιμη αστική ανάπτυξη
2) ο τομέας του τουρισμού
3) οι μεταφορές
4) η υγειονομική περίθαλψη
5) η εκπαίδευση
6) η ενέργεια
7) η στεγαστική πολιτική
8) η Τοπική Αυτοδιοίκηση
9) η γεωργική παραγωγή και
10) η διαχείριση φυσικών καταστροφών.
Ο ΣΣ είναι μια δυναμική και συνεχής διαδικασία που βοηθά τους οργανισμούς να προσαρμόζονται σε ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον, περιλαμβάνοντας θεμελιώδεις ενέργειες προς αυτή την κατεύθυνση όπως:
1) η ανάλυση του πολιτικού, οικονομικού, κοινωνικού, τεχνολογικού, περιβαλλοντικού και νομικού περιβάλλοντος (PESTEL) και της τρέχουσας κατάστασης
2) ο καθορισμός των στόχων του οργανισμού
3) η διεξαγωγή ανάλυσης SWOT
4) η ανάπτυξη υποθέσεων και σεναρίων και
5) ο έλεγχος και η αξιολόγηση των αποτελεσμάτων και η αναγκαία ανατροφοδότηση από το πεδίο εφαρμογής.
Το έλλειμμα σχεδιασμού της τοπικής αυτοδιοίκησης στην Ελλάδα: ποσοτικές και ποιοτικές διαστάσεις
Η διαχρονικά περιορισμένη εφαρμογή του στην Ελλάδα γεννά ωστόσο έντονο προβληματισμό. Αυτό πρώτον αντανακλάται στον πολύ μικρό αριθμό αναφορών στη διεθνή ακαδημαϊκή βιβλιογραφία σχετικά με την εφαρμογή του σχεδιασμού στις ελληνικές Περιφέρειες και τους Δήμους. Εκτός όμως από τα ποσοτικά στοιχεία υπάρχει και η ποιοτική διάσταση του προβλήματος. Ειδικότερα, ακόμα και σε Δήμους που έχουν ΣΣ, αυτός δεν εφαρμόζεται ή και δεν συνδιαμορφώνεται σε συνεργασία με την τοπική κοινωνία και τους πολίτες.
Παράλληλα, πολλοί Δήμοι έχουν ως μόνο στρατηγικό σχέδιο τη διευκόλυνση κάθε μορφής επένδυσης (τουριστικής, real estate, κ.λπ) ανεξαρτήτως αξιολόγησης της βιωσιμότητάς της, του περιβαλλοντικού αποτυπώματος, της συνεισφοράς στην ποιοτική απασχόληση, της αξιοποίησης του τοπικού πολιτισμικού κεφαλαίου, της συτινολικής βελτίωσης της ζωής των πολιτών κ.λπ. Τα τραγικά γεγονότα του καλοκαιριού στην Ελλάδα καταδεικνύουν πόσο προβληματικό είναι αυτό το έλλειμμα δεδομένων των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής (ακραίες πλημμύρες και πυρκαγιές).
Λαμβάνοντας υπόψη ότι ο ΣΣ έχει εφαρμογή κυρίως σε τοπικό επίπεδο και ότι οι επιπτώσεις των διαφόρων κρίσεων, και ειδικότερα της κλιματικής, γίνονται πρωτίστως αισθητές σε αυτό το επίπεδο, αποτελεί επιτακτική ανάγκη για τα νέα δημοτικά και περιφερειακά συμβούλια να αξιοποιήσουν το εργαλείο του Σχεδιασμού στα πρότυπα που εφαρμόστηκε από άλλες αναπτυγμένες χώρες.
ΣΣ και βέλτιστες διεθνείς πρακτικές
Στο πλαίσιο ολοκληρωμένης μελέτης -η οποία θα δημοσιευτεί το προσεχές διάστημα από το Παρατηρητήριο Βιώσιμης Ανάπτυξης του Ινστιτούτου ΕΝΑ και εξετάζει πιο αναλυτικά την αποτελεσματικότητα του ΣΣ ως εργαλείο για την επίτευξη της βιώσιμης ανάπτυξης σε τοπικό επίπεδο- πραγματοποιήθηκε μια συστηματική επισκόπηση της βιβλιογραφίας και της διεθνούς εμπειρίας με συγκεκριμένα παραδείγματα στα οποία χρησιμοποιήθηκε επιτυχώς ο ΣΣ. Ενδεικτικά, αναφέρονται μεταξύ άλλων τα παραδείγματα των στρατηγικών σχεδίων του Σίδνεϋ (Searle. 2013) και της Γερμανίας (Hansson, 2017) που εστίασαν στην επίτευξη της βιώσιμης αστικής ανάπτυξης, εφαρμόζοντας πρακτικές όπως η δημιουργία χώρων πρασίνου και πράσινων δικτύων εντός των πόλεων και περισσότερων δημόσιων χώρων που επιτρέπουν τις κοινωνικές δραστηριότητες, διατήρηση και ενίσχυση της «ζωντάνιας» του κέντρου της πόλης και αναζωογόνηση δευτερευόντων κέντρων, δημιουργία ποδηλατοδρόμων, εφαρμογή χωροταξικών πολιτικών που εστιάζουν στην κοινωνική και προσιτή στέγαση, κτλ.
Ο ΣΣ ως εργαλείο για την αναγέννηση του τοπικού κοινωνικού κεφαλαίου
Συνολικά, η ανάλυση της διεθνούς εμπειρίας επιβεβαίωσε ότι ο ΣΣ μπορεί να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στην επίτευξη της βιώσιμης ανάπτυξης σε τοπικό επίπεδο. Τα οφέλη της εφαρμογής του αντανακλώνται σε οικονομικούς, κοινωνικούς, χωροταξικούς και περιβαλλοντικούς όρους, καθώς και σε νομοθετικές και διαχειριστικές βελτιώσεις. Επιπλέον, ο ΣΣ συμβάλλει στην καθιέρωση μιας κουλτούρας συνεργασίας μεταξύ ιδιωτικών και δημόσιων φορέων, καθώς και στην εφαρμογή πρακτικών, οι οποίες θέτουν τον ανθρώπινο παράγοντα στο επίκεντρο του σχεδιασμού.
Χαρακτηριστικά ως προς το τελευταίο είναι τα δυνητικά οφέλη του ΣΣ ως εργαλείο συμμετοχικής διακυβέρνησης, ανάκτησης της εμπιστοσύνης προς τις δημόσιες αρχές και αναγέννησης του τοπικού κοινωνικού κεφαλαίου. Ο σχεδιασμός δεν πρέπει δηλαδή να προσληφθεί ως μια τεχνική άσκηση (που μπορεί κάλλιστα να ανατεθεί σε μια συμβουλευτική εταιρεία και η μελέτη να «μείνει στα συρτάρια» των δημοτικών υπηρεσιών) αλλά πρωτίστως ως μια διαδικασία που συνδυάζει επιστημονικά δεδομένα και διαδικασίες ουσιαστικής αλληλεπίδρασης των στελεχών της αυτοδιοίκησης με την κοινωνία. Δηλαδή, βοηθά να διασφαλιστεί ότι οι αποφάσεις λαμβάνονται συλλογικά και ότι τα συμφέροντα και η ευημερία της κοινότητας βρίσκονται στην πρώτη γραμμή των προσπαθειών διακυβέρνησης. Αυτό είναι πιθανώς και μια «απάντηση» στο πρόβλημα της αποχής από τις δημοτικές και περιφερειακές αλλά και εθνικές εκλογές.
Σύγκρουση δύο μοντέλων διακυβέρνησης στην τοπική αυτοδιοίκηση
Η μελέτη ωστόσο εστιάζει και στα εμπόδια του ΣΣ τα οποία εντοπίζονται στις συγκρούσεις μεταξύ των εμπλεκόμενων φορέων, στην εξυπηρέτηση ιδιοτελών οικονομικών συμφερόντων εις βάρος της κοινότητας, στην έλλειψη διαφάνειας και στον αποκλεισμό των πολιτών από τη διαδικασία του σχεδιασμού. Φαίνεται ότι σε επίπεδο τοπικής αυτοδιοίκησης συγκρούονται δύο μοντέλα διακυβέρνησης.
Το προοδευτικό μοντέλο είναι αυτό που επενδύει στην γνώση και στην τοπική κοινωνική και δημοκρατική ενδυνάμωση με άξονα τον συμμετοχικό ΣΣ. Το δεύτερο μοντέλο, το οποίο βλέπουμε να ανθίζει σε πολλές ακόμα περιοχές τη χώρας μας, επενδύει αντιθέτως στην άναρχη ανάπτυξη ενώ χαρακτηρίζεται από υψηλά επίπεδα διαπλοκής και, συνολικότερα, στοιχεία πολιτισμικής παρακμής. Σε περιόδους κρίσιμης ιστορικής σημασίας και διαρκών αναταραχών, όπως η σημερινή, έχει ιδιαίτερη σημασία να επιλεγεί το πρώτο μοντέλο, το οποίο είναι το μοναδικό που μπορεί να εξασφαλίσει ένα μέλλον με προοπτική για τις επόμενες γενιές.
Εν κατακλείδι, ο ΣΣ είναι ένα ιδιαίτερα ισχυρό εργαλείο για την επίτευξη της βιώσιμης τοπικής ανάπτυξης και την ενίσχυση της ανθεκτικότητας των κοινοτήτων. Προϋπόθεση όμως είναι, όπως για κάθε επιστημονικό εργαλείο, να χρησιμοποιείται με ανθρωποκεντρική προσέγγιση και με βάση το κοινό καλό. Με άλλα λόγια, είναι καθαριστικό με βάση ποιους στόχους και με ποιες προθέσεις χαράζεται ο σχεδιασμός. Αν τηρούνται οι παραπάνω προϋποθέσεις μπορεί να συμβάλει στη συλλογική ευημερία, στη μείωση των ανισοτήτων και στη δικαιότερη κατανομή του παραγόμενου πλούτου, προσφέροντας μια εναλλακτική προσέγγιση στη γραμμική θεώρηση της ανάπτυξης που υιοθετεί το νεοφιλελεύθερο μοντέλο (Τσουκαλάς, 2023).
Ενδεικτική βιβλιογραφία:
Antonson, H., Isaksson, K., Storbjörk, S., & Hjerpe, M. (2016). Negotiating climate change responses: Regional and local perspectives on transport and coastal zone planning in South Sweden. Land use policy, 52, 297-305
Birkmann, J., Garschagen, M., & Setiadi, N. (2014). New challenges for adaptive urban governance in highly dynamic environments: Revisiting planning systems and tools for adaptive and strategic planning. Urban Climate, 7, 115-133.
Bramley, G., & Watkins, D. (2016). Housebuilding, demographic change and affordability as outcomes of local planning decisions: Exploring interactions using a sub-regional model of housing markets in England. Progress in Planning, 104, 1-35.
Cavenago, D., & Trivellato, B. (2010). Organizing strategic spatial planning: Experiences from Italian cities. Space and Polity, 14(2), 167-188.
Fifield, P. (2007). Marketing strategy. Amsterdam: Elsevier/Butterworth-Heinemann.
Metaxas, T., Lalenis, K. (2006). Strategic Planning as a tool of design and effective Urban Management, AEICHOROS, 5(1), pp. 4-34.
Hansson, A. G. (2017). Promoting planning for housing development: What can Sweden learn from Germany?. Land Use Policy, 64, 470-478.
Searle, G. (2013). ‘Relational’ Planning and Recent Sydney Metropolitan and City Strategies. Urban Policy and Research, 31(3), 367-378.