Αντιμέτωπη με μια ακόμη έξοδο, στα πρότυτα του Brexit μπορεί να βρεθεί η ΕΕ και αυτή τη φορά η χώρα προς αποχώρηση θα είναι η Πολωνία, όπως προειδοποιεί ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.
Ο Ντόναλντ Τουσκ, ο οποίος έχει διατελέσει πρωθυπουργός της χώρας και παραμένει ένας ισχυρός πολιτικός αντίπαλος του δεξιού, λαικιστικου κόμματος Νόμος και Δικαιοσύνη (Pis) που βρίσκεται στην εξουσία, σε συνέντευξή του στο περιοδικό Tygodnik Powszecnhy, δηλώνει χωρίς περιστροφές πως δεν έχει «την παραμικρή αμφιβολία πως το Pis θέλει να “ελευθερώσει” την πολιτική της Πολωνίας από το βάρος της ΕΕ».
Η δήλωση του Τουσκ έρχεται τη στιγμή που η Κομισιόν έχει εκκινήσει διαδικασίες επιβολής κυρώσεων στη χώρα – για πρώτη φορά μάλιστα στην ιστορία της Ένωσης- με αφορμή τις μεταρρυθμίσεις στον τομέα της Δικαιοσύνης που προωθούνται στην Πολωνία και κρίθηκε πως παραβιάζουν κατάφορα του Κανόνες του Κράτους Δικαίου.
Οι σχέσεις βέβαια Βαρσοβίας- Βρυξελλών είναι ταραχώδεις εδώ και καιρό ενώ το προσφυγικό έχει αποτελέσει επίσης μια βασική αιτία ρήξης αφού η Πολωνία περιλαμβάνεται στο μπλοκ των απείθαρχων της ομάδας του Βίζενγκρναντ και αντιδρά στο πρόγραμμα μετεγκατάστασης. Πίσω βέβαια από τις διαμαρτυρίες που συνεχώς διατυπώνονται από τη Βαρσοβία υπάρχουν ζητήματα που αφορούν την χρηματοδότηση και τα κοινοτικά κονδύλια. Η Πολωνία είναι μια από τις χώρες που λαμβάνει πολύ μεγάλη χρηματοδότηση αλλά αυτό δεν θα συνεχιστεί για πάντα.
«Για το PiS το όφελος της συμμετοχής στην ΕΕ συμπυκνώνεται στο ισοζύγιο πληρωμών αδιαφορώντας πλήρως για άλλα οφέλη, όπως η κοινή αγορά, η έννομη τάξη, η εγγυημένη ασφάλεια κτλ» εξηγεί ο Τουσκ και συμπληρώνει πως για το κόμμα, για όσο η Πολωνία δεν είναι μεταξύ των χωρών που συμβάλλουν σημαντικά στον προϋπολογισμό της ΕΕ, η παραμονή αξίζει. «Εύκολα όμως μπορώ να φανταστώ μια κατάσταση, όπου αν μια μέρα αυτό αλλάξει η πολωνική κυβέρνηση θα αποφασίσει ότι ήρθε η ώρα να ρωτήσει τους Πολωνούς αν θέλουν να παραμείνει η χώρα στην ΕΕ και μετά φροντίσουν ώστε ώστε να φθάσουν στο συμπέρασμα ότι είναι αναγκαίο να πουν αντίο».
Πηγή: Τhe Times,The Telegraph