Σικελία, άνοιξη του 1860. Ο Ντον Φαμπρίτσιο πρίγκιπας ντι Σαλίνα, είναι αρχηγός μιας από τις ισχυρότερες οικογένειες του νησιού. Όμως ο κόσμος του αργοσβήνει, καθώς ο Τζουζέπε Γκαριμπάλντι ενώνει την Ιταλία υπό το σκήπτρο ενός νέου βασιλιά.
Ο Ντον Φαμπρίτσιο -«Ο Γατόπαρδος» (όνομα που παραπέμπει στο οικόσημο της οικογένειας)- διαισθάνεται την αλλαγή που έρχεται. Τη βλέπει στα φέουδά του, που εξανεμίζονται. Στα πρόσωπα των εύρωστων αστών που ετοιμάζονται να πάρουν τη θέση της γερασμένης αριστοκρατίας, ακόμη και στους ανθρώπους που έχει στα υποστατικά του. Και πάνω απ′ όλα, στον έρωτα ανάμεσα στον λατρεμένο του ανιψιό, γιο της αδελφής του, τον καιροσκόπο Τανκρέντι, και τη νεαρή καλλονή Αντζέλικα, κόρη του άξεστου και νεόπλουτου δημάρχου ντον Καλότζερο Σεντάρα. Ανίκανος ν′ ανατρέψει την πορεία των γεγονότων, την αποδέχεται με το ύφος που θεωρεί ότι αρμόζει στην τάξη του.
Γραμμένο από τον τελευταίο πρίγκιπα της Λαμπεντούζα, Τζουζέπε Τομάζι, και δημοσιευμένο το 1958, το κλασικό μυθιστόρημα της ιταλικής λογοτεχνίας « Il Gattopardo», αποτελεί μία εκ των έσω καταγραφή ενός τέλους εποχής: Της πτώσης της σικελικής αριστοκρατίας και του «Risorgimento», της διαμόρφωσης ενός εθνικοπατριωτικού κινήματος στην Ιταλία στο πρώτο μισό του 19ου αιώνα, που ολοκληρώθηκε με την οικοδόμηση του ενιαίου ιταλικού κράτους.
Ο συγγραφέας του έργου, Giuseppe Tomasi di Lampedusa, δούκας της Πάλμα και πρίγκιπας της Λαμπεντούζα, γεννήθηκε στις 23 Δεκεμβρίου 1896 στο Παλέρμο και απεβίωσε στις 23 Ιουλίου 1957 στη Ρώμη. Ασχολήθηκε με τη συγγραφή σε μεγάλη ηλικία και το «Il Gattopardo», το μοναδικό μυθιστόρημα του, εκδόθηκε έναν χρόνο μετά τον θάνατο του, από τον οίκο Feltrinelli (αφού απορρίφθηκε από δύο εκδότες).
Έγινε ένα από τα μεγαλύτερα μπεστ σέλερ της μεταπολεμικής περιόδου, κερδίζοντας το Strega, το κορυφαίο λογοτεχνικό βραβείο της Ιταλίας, το 1959, αλλά όχι «αναίμακτα». Η Αριστερά δήλωνε ότι ήταν υπερβολικά συντηρητικό, η Δεξιά χαρακτήρισε το μυθιστόρημα υπερβολικά φιλελεύθερο. Ο Λαμπεντούζα θρηνούσε για την απώλεια της οικογενειακής του περιουσίας ή, μήπως ζητωκραύγαζε για το ενοποιημένο κράτος;
Λίγα χρόνια μετά, το 1963, η σχεδόν αυτοβιογραφική ιστορία -καθώς βασίζεται στον προπάππου του συγγραφέα- μεταφέρθηκε στη μεγάλη οθόνη από τον Λουκίνο Βισκόντι, με πρωταγωνιστές τον Μπαρτ Λάνκαστερ (στον ρόλο του Γατόπαρδου), την Κλαούντια Καρντινάλε (Αντζέλικα) και τον Αλέν Ντελόν (Τανκρέντι). Η ταινία του -επίσης, γόνου αριστοκρατικής οικογένειας της Λομβαρδίας, αλλά κομμουνιστή-, Βισκόντι, κέρδισε τον Χρυσό Φοίνικα στις Κάννες και μία περίοπτη θέση στην ιστορία του παγκόσμιου κινηματογράφου.
Έξι δεκαετίες μετά, το μυθιστόρημα μεταφέρεται στη μικρή οθόνη από το Netflix. Στην ιταλική μίνι σειρά πρωταγωνιστούν ο Κιμ Ρόσι Στιούαρτ ως Ντον Φαμπρίτσιο, πρίγκιπα ντι Σαλίνα, η Μπενεντέτα Πορκαρόλι στον ρόλο της αγαπημένης του κόρης Κοντσέτα, η Ντέβα Κασέλ -κόρη της Μόνικα Μπελούτσι και του Βενσάν Κασέλ- ως Αντζέλικα και ο Σολ Νάνι στον ρόλο του Τανκρέντι.
Το σενάριο της big-budget παραγωγής με τα υπέροχα σκηνικά και κοστούμια, που έκανε πρεμιέρα στην πλατφόρμα στις 5 Μαρτίου, υπογράφουν οι Βρετανοί Benji Walters και Richard Warlow (The Serpent) και τη σκηνοθεσία των πιο πολλών από τα έξι επεισόδια, ο επίσης Βρετανός Τομ Σάνκλαντ (η σύζυγος του οποίου είναι Σικελή).
Το μεγάλο ερώτημα που θέτει «Ο Γατόπαρδος» -όπως συμβαίνει σε κάθε μεταβατική περίοδο- είναι αν πρέπει να προσαρμοστούμε και να αποδεχτούμε τα νέα δεδομένα ή να αγωνιστούμε για τον κόσμο που ξέραμε.
«Η Σικελία δεν είναι πλέον απλώς ένα νησί», λέει ο Τανκρέντι στην ερωτευμένη Κοντσέτα, «αλλά μέρος ενός έθνους». Μπορεί όπως σε όλα τα μεγάλα ιστορικά μυθιστορήματα να υπάρχει και εδώ ένα love story, στην πραγματικότητα όμως, πρόκειται για την απλή ιστορία ενός άνδρα σε ώριμη ηλικία που βλέπει τους καιρούς να αλλάζουν μπροστά στα μάτια του. Όπως λέει ο πρίγκιπας, «Εμείς είμαστε λεοπαρδάλεις, λιοντάρια. Εκείνοι που θα πάρουν τη θέση μας είναι τσακάλια, ύαινες. Όλα θα είναι διαφορετικά, αλλά χειρότερα».