Δεν χρειάζεται πλέον να εξηγήσουμε γιατί η ελληνική παρουσία στην Ευρωβουλή διασύρει την Ελλάδα. Πότε; Σε μια περίοδο όπου η Ελλάδα οφείλει να αναλάβει ακριτικό ρόλο εντός της Ευρώπης, έναντι του τουρκικού επεκτατισμού και των Ευρασιατικών του προσανατολισμών, και να αναβαθμίσει την παρουσία της υπέρ των ελληνικών συμφερόντων, πρωτίστως, αλλά και σε ό,τι αφορά στην υπόθεση της ευρωπαϊκής κυριαρχίας και αυτοδυναμίας.
Αντ’ αυτού τι έχουμε; Η Εύα Καϊλή, άλλοτε σούπερ-σταρ της ελληνικής ομάδας, όχι μόνον διώκεται για διαφθορά, ξέπλυμα μαύρου χρήματος, και εγκληματική οργάνωση αλλά βρίσκεται στο επίκεντρο ενός σκανδάλου –του Κατάρ Γκέητ– μέσω του οποίου γεωπολιτικά ανταγωνιστικές προς την Ελλάδα δυνάμεις, όπως το ίδιο το Κατάρ, το Μαρόκο, η Τουρκία του Ερντογάν φιλοδοξούσαν να εξαγοράσουν την επιρροή τους στους κόλπους των Ευρωπαίων αξιωματούχων. Ο Αλέξης Γεωργούλης, δεν αρκέστηκε στη θυμηδία που προκαλεί για τις «παρεμβάσεις» του στις Βρυξέλλες, αλλά μετά τις τελευταίες αποκαλύψεις, κατηγορείται για βιασμό και πρόκληση σοβαρής σωματικής βλάβης· ο Γιάννης Λαγός, της Χρυσής Αυγής, εκτίει την ποινή του στο Δομοκό, ενώ η Μαρία Σπυράκη (ΝΔ, υπό αναστολή) ελέγχεται και εκείνη από την δικαιοσύνη καθώς εντοπίστηκαν παρατυπίες σε ό,τι αφορά στην διαχείριση της ευρωκοινοβουλευτικής της αποζημίωσης.
Πέραν, όμως, τον περιπετειών των Ελλήνων Ευρωβουλευτών με την δικαιοσύνη, θα πρέπει να δούμε και το τι αποτύπωμα έχει και η παρουσία των υπολοίπων: Ο Δημήτρης Παπαδημούλης, στρατηγικός επενδυτής ακινήτων, μαζί με τον Κ. Αρβανίτη και τον Στ. Κούλογλου πρωταγωνιστούν σε κάθε απόπειρα διασυρμού της χώρας μας κυρίως σε ό,τι αφορά στο μεταναστευτικό και την προσπάθειά της να απαντήσει στις υβριδικές επιθέσεις της Τουρκίας.
Οι ευρωβουλευτές του ΚΚΕ, αναδεικνύουν ως κύριο σκοπό της παρουσίας τους στα ευρωπαϊκά έδρανα την υπεράσπιση του ρωσικού ιμπεριαλισμού· είναι μάλιστα δευτεραθλητές στην φιλοπουτινική ψήφο, καθώς υπολείπονται μόνο από το Κομμουνιστικό Κόμμα Πορτογαλίας με την τετράδα να συμπληρώνεται από το κόμμα της Λεπέν και βεβαίως εκείνο του Ορμπάν.
Μεγάλες ευθύνες για την εικόνα που δίνουν οι Έλληνες στην Ευρωβουλή, έχει και η Νέα Δημοκρατία που έχει προωθήσει στην Ευρωβουλή πολιτικούς όπως ο Μιχάλης Κεφαλογιάννης και ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης, εν είδει τιμητικής αποστρατείας.
Τουλάχιστον ο Θοδωρής Ζαγοράκης, όσο ήταν στα έδρανα του Ευρωκοινοβουλίου προσέφερε μια βασική συνεισφορά στο κόμμα του και την Ελλάδα, επιλέγοντας να μην μιλάει ενώ αντίθετα ο Γιώργος Κύρτσος περνάει το χρόνο του στο τουΐτερ, υβρίζοντας το κόμμα με το οποίο εξελέγη.
Ο κατάλογος της ελληνικής παρουσίας της ΝΔ κλείνει με τους Κιμπουρόπουλο, Βόζεμπεργκ, και Ασημακοπούλου, τις μοναδικές περιπτώσεις που έχουν να επιδείξουν ένα κάποιο έργο στα πεδία ευθύνης τους. Και για να είμαστε δίκαιοι και ο Νίκος Ανδρουλάκης, προτού εκλεγεί πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ έκανε σε πολλές περιπτώσεις αισθητή την παρουσία του, με τις καταγγελίες για τα πεπραγμένα του τουρκικού επεκτατισμού .
Η πλην ελαχίστων εξαιρέσεων άθλια εικόνα της Ελλάδας στο ευρωκοινοβούλιο θέτει αρκετά, καίρια ζητήματα ταυτοχρόνως:
Πρώτον, ότι τα κριτήρια επιλογής των μεγάλων κομμάτων για την εκπροσώπησή τους στο ευρωκοινοβούλιο είναι άθλια. Οι Ευρωεκλογές λογίζονται αποκλειστικά ως πρόκριμα για τις επικείμενες εθνικές, χωρίς κάποια επί της ουσίας άποψη για τα ευρωπαϊκά πράγματα και το ρόλο της Ευρώπης, ούτε κάποια μέριμνα ώστε οι παρεμβάσεις όλων των Ελλήνων ευρωβουλευτών να συνυπηρετούν τις εθνικές κόκκινες γραμμές. Έτσι καταλήγουν στο να προωθούν άσχετους, σελέμπριτι, και μεγαλοστελέχη, υπό πολιτική συνταξιοδότηση ώστε να απομακρυνθούν από την εγχώρια πολιτική ζωή δια του ευρωκοινοβουλίου. Αυτό καταδεικνύει το πόσο κυρίαρχη είναι η ευρωεπαρχιωτική νοοτροπία, που θέλει τους Έλληνες μέσα στην Ευρώπη μουσαφίρηδες δεύτερης κατηγορίας, τουρίστες ή ακολούθους.
Δεύτερο, ότι τα κριτήρια με τα οποία και οι ψηφοφόροι επιλέγουν τους εκπροσώπους τους στην Ευρωβουλή είναι εξίσου άθλια. Κάτι που αποτελεί αντανάκλαση της τρομακτικής υποβάθμισης της πολιτικής συνείδησης της ελληνικής κοινωνίας, μετά από δεκαετίες σχολικής αποτυχίας, πολιτιστικής καθίζησης, και αξιακής χρεοκοπίας. Έτσι, για παράδειγμα, ο «ρήτορας» Θοδωρής Ζαγοράκης θα επιλεγεί από 195 χιλ. ψηφοφόρους, ενώ ο Αλέξανδρος Μαλλιάς, διπλωμάτης εγνωσμένου κύρους, με ουσιαστικές παρεμβάσεις στα ζητήματα της εξωτερικής πολιτικής θα λάβει μόλις… 34 χιλ ψήφους.
Δεν είναι τυχαίο, εξάλλου πως για την αντιμετώπιση του προβλήματος συζητείται η επαναφορά της λίστας στα ευρωψηφοδέλτια και όχι η συμμετοχή στο ευρωψηφοδέλτιο των πιο ικανών στελεχών των κομμάτων και προσωπικοτήτων.
Τρίτον, η στάση των περισσότερων εκπροσώπων μας στο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο αναδεικνύει ένα μεγάλο κενό εθνικής ευθύνης και εθνικής στρατηγικής. Περισσότερο από τους ευρωβουλευτές κάθε άλλης χώρας, οι Έλληνες επιδεικνύουν την μικροπολιτική νοοτροπία του να εξάγουν τις εγχώριες πολιτικές κόντρες μέσα στο ευρωκοινοβούλιο, ή το εσωτερικό των ευρωπαϊκών κομμάτων.
Έτσι όμως η χώρα χάνει μεγάλες ευκαιρίες να χρησιμοποιήσει τους διαύλους αυτούς ως βήμα για την προώθηση των ελληνικών θέσεων. Και δεν είναι μόνον ο τουρκικός επεκτατισμός και οι απόπειρές του να ελέγξει μέσα από διάφορα κανάλια τι ψηφίζει το ευρωκοινοβούλιο, ή πως τοποθετούνται οι ευρωπαίοι αξιωματούχοι. Είναι και η απαραίτητη πίεση που πρέπει να ασκηθεί ώστε οι ευρωπαϊκές πολιτικές να μην λειτουργούν σε βάρος της αυτοδυναμίας της χώρας σε πεδία κρίσιμα όπως είναι η ενέργεια, η πρωτογενής παραγωγή, η βιομηχανία,η άμυνα, η ασφάλεια, η δημογραφική πολιτική ή το μεταναστευτικό – Έτσι η Ελλάδα έπρεπε να πρωτοστατεί στη διαφύλαξη των ευρωπαϊκών συνόρων αλλά και στην τροποποίηση του Δουβλίνου ΙΙ.
Οι υπόλοιπες χώρες της ΕΕ, όχι μόνον παραδοσιακές ευρωπαϊκές δυνάμεις όπως είναι η Γαλλία, η Γερμανία ή η Ισπανία, αλλά και χώρες όπως η Πορτογαλία ή εκείνες της Ανατολικής Ευρώπης, κινούνται συντονισμένα προκειμένου να επιτύχουν κρίσιμες εξαιρέσεις κατά την κατάρτιση των κοινών πολιτικών, ή να τις επηρεάσουν με τρόπο που ευνοεί τα εθνικά αναπτυξιακά τους σχέδια.
Τα τελευταία χρόνια, οι παρεμβάσεις της ελληνικής κυβέρνησης σε ευρωπαϊκό επίπεδο έχουν όντως αρχίσει να προσανατολίζονται προς μια κατεύθυνση αναβάθμισης του ρόλου της Ελλάδας. Ωστόσο η έλλειψη οράματος για τον σημαντικό «ακριτικό» ρόλο της χώρας στην Ευρώπη και προπαντός το επίπεδο και η ποιότητα της ελληνικής εκπροσώπησης στην Ευρωβουλή, με σκάνδαλα που τροφοδοτούν την αρνητική δημοσιότητα για την Ελλάδα, υπονομεύουν την όποια θετική προσπάθεια.
Θα πρέπει, επομένως, να υπάρξουν βαθύτατες τομές στον τρόπο που αντιμετωπίζουμε την Ευρωβουλή και τις Ευρωεκλογές. Μια από αυτές –ίσως η πιο πρακτική: δεν είναι δυνατόν, να μεμψιμοιρούμε για τις εκατοντάδες χιλιάδες, ως επί το πλείστον νέων και επιστημόνων, που εγκατέλειψαν τη χώρα την προηγούμενη δεκαετία για τις άλλες χώρες της ΕΕ, και να μην δίνεται η δυνατότητα σε αυτήν την νέα και δυναμική ομογένεια να αναλάβει εθνικό ρόλο. Τόσο μέσω της εκπροσώπησής της στα ευρωψηφοδέλτια όσο και μέσω οργανώσεων που να παρεμβαίνουν σε επίπεδο ομάδων πιέσεων εντός ΕΕ. Η δυναμική εκπροσώπηση του ελληνισμού από μια νέα γενιά ομογενών στις ΗΠΑ δείχνει το δρόμο ως προς την καινούργια νοοτροπία με την οποία πρέπει να παρουσιάζεται η χώρα μας έξω από τα σύνορά της.
Και βέβαια, θα πρέπει να υπάρξει πίεση από όλες τις δημιουργικές δυνάμεις της ελληνικής κοινωνίας, ώστε η εκπροσώπηση της χώρας στο ευρωκοινοβούλιο για όλα τα ζωτικά ζητήματα που αντιμετωπίζει ο Ελληνισμός, στην Κύπρο, τη Θράκη το Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο να είναι ενιαία και να υπερβαίνει κατά το δυνατόν τις παραταξιακές γραμμές.