Το ΠΑΣΟΚ δεν προτίθεται να δώσει λευκή επιταγή στη κυβέρνηση για την αναζήτηση λύσης στο ζήτημα της ονομασίας της πΓΔΜ και αυτή θα έχει εγγυήσεις για τη διασφάλιση των εθνικών συμφερόντων.
Όπως ανέφεραν πηγές της Χαριλάου Τρικούπη,πριν από λίγη ώρα, το ζητούμενο είναι μία «αποτελεσματική και ολοκληρωμένη λύση που διασφαλίζει πλήρως τα ελληνικά συμφέροντα και περιλαμβάνει το σύνολο των απαραίτητων εγγυήσεων, που θα αποτρέπουν ενέργειες αλυτρωτισμού, προπαγάνδας και καταστρατήγησης του πνεύματος και της ουσίας των όσων θα συμφωνηθούν».
Επιπλέον, το ΠΑΣΟΚ σημειώνει «προς πάσα κατεύθυνση ότι κανείς δεν μπορεί να προεξοφλεί την τελική μας στάση, η οποία θα καθοριστεί με αίσθημα πατριωτικής ευθύνης και όχι με μικροκομματικές σκοπιμότητες, αξιολογώντας στο σύνολό της την τελική κυβερνητική πρόταση αν και όταν αυτή διατυπωθεί επισήμως».
Επίσης, υπενθυμίζει ότι η κ. Γεννηματά, με την πρόσφατη τοποθέτησή της, υπογράμμισε ότι οι κίνδυνοι που εγκυμονεί η παράταση του σημερινού αδιεξόδου καθιστούν επιβεβλημένη την αναζήτηση εθνικά επωφελούς λύσης χωρίς να δίνει λευκή επιταγή για οποιαδήποτε «λύση».
Το ΠΑΣΟΚ καθιστά σαφές ότι η κ. Γεννηματά, με αίσθημα ευθύνης, επανέλαβε και υπενθύμισε προς πάσα κατεύθυνση τη διαμορφωμένη θέση της χώρας, την οποία έχουν συμφωνήσει και αποδεχθεί όλες οι δημοκρατικές πολιτικές δυνάμεις τα προηγούμενα χρόνια, με τρόπο που δεν επιτρέπει ούτε στην κυβέρνηση να συζητά και να διαπραγματεύεται παρά μόνο αυστηρά σε αυτό το πλαίσιο, ούτε στην αξιωματική αντιπολίτευση υπεκφυγές και όψιμες μεταμορφώσεις.
Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, «κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση, για μικροκομματικούς λόγους, με αφορμή το Σκοπιανό, έχουν επιδοθεί σε έναν διαγκωνισμό, που αναζωπυρώνει την πόλωση και απειλεί να πλήξει ανεπανόρθωτα την εθνική υπόθεση και να διχάσει ξανά την ελληνική κοινωνία».
Το ΠΑΣΟΚ καταγράφει το χρονικό τού προβλήματος από το 1991, κατηγορώντας τη ΝΔ ότι δημιούργησε και συντήρησε το θεμα, καθώς συμφωνήσε για τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, χωρίς να διασφαλιστεί ότι στο όνομα της ανεξάρτητης πλέον χώρας δεν θα υπήρχε η λέξη Μακεδονία ή παράγωγο αυτής, ενώ υποβαθμίστηκαν και οι άλλες σοβαρές διαστάσεις του ζητήματος (αλυτρωτισμός, μειονοτικά ζητήματα, κ.λπ.).
Κάνει μνεία για τον Απρίλιο του 1993, όταν η γειτονική χώρα γίνεται δεκτή στον ΟΗΕ με την προσωρινή ονομασία «Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας-ΠΓΔΜ» και έτσι στην πράξη ανατρέπεται η απόφαση του Συμβουλίου Πολιτικών Αρχηγών του Απριλίου 1992.
Όπως τονίζει, το 1995 υπογράφεται η Ενδιάμεση Συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και ΠΓΔΜ, με την οποία αποκαθίστανται οι διπλωματικές σχέσεις και προβλέπεται η ανάπτυξη της συνεργασίας σε σειρά τομέων (οικονομίας, τουρισμού, κ.ά.). Προηγουμένως, με πρωτοβουλία του υπουργού Εξωτερικών, είχε ενεργοποιηθεί ο διάλογος για την εξεύρεση λύσης.
Τέλος, το ΠΑΣΟΚ αναφέρει το 2008, οπότε «η ΝΔ με βάση τη θέση για σύνθετη ονομασία με γεωγραφικό προσδιορισμό απειλεί στο Βουκουρέστι με άσκηση veto (που δεν ασκεί τελικά) στην πρόσκληση ένταξης της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ (η οποία τελικά δεν γίνεται). Σε συζήτηση στη Βουλή στις 10 Απριλίου 2008 ο τότε πρωθυπουργός, Κώστας Καραμανλής, επισημαίνει ότι στόχος είναι «μία αμοιβαία αποδεκτή σύνθετη ονομασία». Επομένως, «οι διαρροές του για μη αποδοχή της λέξης Μακεδονία είναι εντελώς αβάσιμες και απλώς θολώνουν τα νερά».
(Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ)