Το 2020 φεύγει και κλείνοντας πίσω του την πόρτα θα αφήσει κυριολεκτικά χάος. Δε θυμάμαι ποτέ ξανά μια χρονιά τόσο αρνητικά φορτισμένη καθολικά για όλο τον πλανήτη-οι συμφορές ήταν πάντα λίγο έως πολύ εστιασμένες τοπικά και πολλές ήταν οι φορές που όσο και αν μας προβλημάτιζαν, δε μας άγγιζαν πραγματικά άμεσα. Το χάος τώρα είναι κοινό βίωμα για όλους και παντού, αυτό κάνει τη συγκεκριμένη συγκυρία τόσο ιστορική. Όμως εκτός από την τεράστια αρνητική της φόρτιση και τον πόνο για τους ανθρώπους που χάθηκαν, αφήνει σε ατομικό επίπεδο και κάποια θετικά σημάδια. Και δε μιλάω για τα πολύ τετριμμένα, όπως ότι επικεντρωθήκαμε στον εαυτό μας, εκτιμήσαμε την αξία της οικογένειας και των φίλων, αντιληφθήκαμε στην πράξη ότι τίποτα δεν είναι δεδομένο και άλλα τέτοια. Μιλάω για αλλαγές που καθόρισαν τον τρόπο που βλέπουμε τον εαυτό, τις δυνατότητες και τις ανάγκες μας.
Πρώτον: Εκφραστήκαμε ανοιχτά για τα όρια, τις αντοχές και ευρύτερα την ψυχική μας υγεία. Οι κρίσεις πανικού, η κυκλοθυμία και τα ξεσπάσματα, η κατάθλιψη, το στρες, ο θυμός και συνεπακόλουθα τα αισθήματα της απομόνωσης και παραίτησης ή κάποιες διέξοδοι όπως η κατανάλωση αλκοόλ, αγχολυτικών κ.α. έγιναν κομμάτι μιας ρουτίνας για την οποία μεταξύ σοβαρού και αστείου μιλήσαμε ανοιχτά, με λιγότερη συστολή, φόβο στιγματισμού και στερεότυπα.
Δεύτερον: Απενοχοποιήσαμε την ατημέλητη πλευρά μας και μας αποδεχτήκαμε έτσι όπως προέκυψε να είμαστε: ακούρευτοι και ακούρευτες, με πιτζάμες και φόρμες, ίσως με παραπάνω κιλά, σίγουρα χωρίς γυμναστήριο και χωρίς πολλά-πολλά φτιασιδώματα. Ναι, ακόμα και όσοι στην πρώτη καραντίνα επένδυσαν σε μια εικόνα περισσότερο άρτια αισθητικά στα zoom meetings τους, νομίζω στην δεύτερη είπαν το λυτρωτικό,”it is what it is“ και με επίγνωση της ματαιότητας αποδόμησαν την εικόνα ως προτεραιότητα.
Τρίτον: Κλισέ ή μεγάλη αλήθεια; Αναγκαστήκαμε να δούμε το σπίτι μας σαν ένα χώρο διαβίωσης όχι επιβίωσης. Για όσους το σπίτι ήταν αποκλειστικά και μόνο ένα pit stop για ντους και ύπνο, αυτή η πρόκληση είχε σημαντικές δυσκολίες. Διότι πλέον έγινε κάτι παραπάνω-ένας χώρος όπου κυριολεκτικά χρειάστηκε να κάνουμε τα πάντα, γι’ αυτό έπρεπε ξαφνικά να καλύπτει πολλές ανάγκες: Να γίνει «φωλίτσα». Να είναι χουχουλιάρικος, άνετος, ευχάριστος, λειτουργικός. Να μας εμπνέει και προπαντός να μας αντιπροσωπεύει.
Τέταρτον: Η διαρκής κατάσταση του φόβου για την έξαρση της πανδημίας και ο συνεχής βομβαρδισμός κακών ειδήσεων (θάνατοι, κρούσματα, διασωληνώσεις) ενίσχυσε έναν απελπισμένο αυθορμητισμό και μια αμεσότητα στην έκφραση συναισθημάτων. Το «Σήμερα είμαστε-αύριο δεν είμαστε» μας έφερε κοντά ή μας χώρισε (ναι, ακόμα και μέσα από τα social media) πιο άμεσα, ειλικρινά, χωρίς υπονοούμενα, γρήγορα και ωμά μιας και όλο το στρες και ο φόβος της περιρρέουσας ατμόσφαιρας έκαναν κάθε άλλο χειρισμό να μοιάζει χρονοβόρος και περιττός.
Τώρα, αναρωτιέμαι, αυτά τα 4 σημεία δεν είναι ένας πολύ σοβαρός λόγος να είμαστε αισιόδοξοι; Εγώ λέω ναι. Γιατί αν μέσα από όλη την κακουχία της πανδημίας προέκυψε ένας άνθρωπος πιο απελευθερωμένος από στερεότυπα, πιο άμεσος στην έκφραση των αναγκών και βιωμάτων του, ειλικρινής και αυθόρμητος στις σχέσεις και τα θέλω του, αλλά και περισσότερο συνδεδεμένος με το χώρο του, τότε ναι, σε ατομικό επίπεδο πράγματι κάτι καλό αφήνει πίσω της αυτή η περιπέτεια…Έναν εαυτό πιο γειωμένο, ελεύθερο, ειλικρινή και γενναίο. Έναν εαυτό που όσο και απομακρυνθούμε χρονικά από την πανδημία, όσο και αν ξεχάσουμε τις δυσκολίες της, θα ήθελα -για εμένα προσωπικά και για τους γύρω μου- να συνεχίσω να βλέπω. Αυτό τον εαυτό που δε λεονταρίζει. Δείχνει ό,τι αισθάνεται. Είναι τρωτός και πιο ανθρώπινος.