Ένα από τα ερωτήματα που απασχολούν τη διεθνή κοινή γνώμη είναι αν θα ξεσπάσει, εν τέλει, πόλεμος Ρωσίας Ουκρανίας. Θα επιτεθεί, άραγε, η Ρωσία στην Ουκρανία; Προφανώς και κανείς δεν μπορεί να απαντήσει με βεβαιότητα. Όχι μόνο γιατί οι προθέσεις σε τέτοιο επίπεδο είναι επτασφράγιστο μυστικό ολίγων, αλλά και γιατί σε μια κατάσταση στρατιωτικής έντασης κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει το ατύχημα που θα μπορούσε να αποτελέσει και τη σπίθα του πολέμου.
Παρόλα αυτά, μια πειστική απάντηση στο αρχικό ερώτημα θα μπορούσε να δοθεί μέσα από την σποφθεγματική ρήση ενός εκ των σημαντικότερων θεωρητικών του πολέμου, του Σουν Τσου: «Οι αρχές της στρατηγικής είναι να ξέρεις το πεδίο μάχης, να ξέρεις τις δυνάμεις του αντιπάλου σου και να κάνεις κάτι που ο αντίπαλος σου δεν περιμένει».
Μια διαρροή με νόημα
Πράγματι, οι Ρώσοι γνωρίζουν καλά και το πεδίο της μάχης και τις δυνάμεις του αντιπάλου καθώς η Ουκρανία συνιστά μια σημαντική για αυτούς πρώην Σοβιετική Δημοκρατία. Είναι, λοιπόν, μάλλον απίθανο να παραβλέψουν την τρίτη αρχή στρατηγικής, επιτιθέμενοι τη στιγμή ακριβώς που αναμένουν οι Ουκρανοί. Ίσως για αυτό και ο Ζελένσκυ ανακοίνωσε ως ημερομηνία της ρωσικής επίθεσης την 16η Φεβρουαρίου ή εν πάση περιπτώσει τις επόμενες ημέρες, επιθυμώντας την ακύρωση ακόμη και μιας προγραμματισμένης ρωσικής επίθεσης μέσα από την διάρροή της. Εν γένει, η παραπλάνηση και ο αιφνιδιασμός (το αιφνιδιαστικό χτύπημα με άκρα μυστικότητα, κατά τον άλλο σημαντικό θεωρητικό του πολέμου, τον Κλαούζεβιτς) είναι βασικές προϋποθέσεις της στρατιωτικής επιτυχίας. Και ο Πούτιν το γνωρίζει.
Εξάλλου δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι ο Πούτιν έχει ήδη αποκομίσει πολλά στρατηγικά κέρδη μέσα από αυτό το ανησυχητικό casus Belli που τεχνηέντως οικοδομεί εδώ και καιρό στα σύνορα Ρωσίας- Ουκρανίας. Γιατί να διακινδυνεύσει την απώλεια τους μέσα από την πρόκληση ενός πολέμου με αβέβαιη έκβαση;
Συγκεκριμένα, καταρχάς έχει έμμεσα καταδείξει στους Ουκρανούς ότι δύσκολα κάποιος θα έρθει να τους συντρέξει αποφασιστικά στην αφόρητη για αυτούς συγκυρία παράταξης στρατευμάτων στα σύνορά τους. Υπό αυτό το πρίσμα, οποιαδήποτε ψευδαίσθηση των Ουκρανών για προσεταιρισμό τους με το ΝΑΤΟ εξανεμίζεται. Και αυτό το γεγονός έχει μία ακόμη πολύ προσοδοφόρα για τους Ρώσους συνέπεια.
Υπενθυμίζεται και σε άλλες πρώην σοβιετικές δημοκρατίες, όπως η Γεωργία και η Μολδαβία, που ενδεχομένως θα ήθελαν να μπουν στο δρόμο της δυτικής νατοϊκής επιρροής, το ηχηρό μήνυμα: «Μην το σκέφτεστε καν!»
Η ενέργεια τους αφορά όλους
Σημειωτέον μέσω της Γεωργίας διέρχεται προς την Ευρώπη ένας πολύ σημαντικός αγωγός, ανταγωνιστικός των ρωσικών συμφερόντων, ο ΤΑΝΑP, που μεταφέρει αζέρικο αέριο, γεγονός που καθιστά απειλητική για τους Ρώσους οποιαδήποτε επιπλέον ενίσχυση της δυτικής και αμερικανικής επιρροής σε αυτήν την πρώην Σοβιετική Δημοκρατία.
Επίσης, οι ήδη σύμμαχοι του ΝΑΤΟ (κυρίως η Γερμανία αλλά και πολλά κράτη στην Ανατολική Ευρώπη που κατά τον Ψυχρό Πόλεμο ήταν υπό τη σοβιετική επιρροή ως μέλη του Συμφώνου της Βαρσοβίας) παρατηρούν συγκλονισμένοι της εξελίξεις. Με τον Πούτιν να τους υπενθυμίζει, μέσα από την ένταση που εσκεμμένως εντείνει, ότι εκείνος (και όχι η Αμερική) κρατάει στα χέρια του το «κλειδί» όχι μόνο για την ευημερία αλλά και για την επιβίωσή τους. Γιατί;
Blackout
Γιατί ένας πόλεμος με την Ουκρανία δεν ενέχει μόνο των κίνδυνο εκτόξευσης των τιμών των ενεργειακών πόρων (και κατά συνέπεια των τιμών όλων των βασικών αγαθών) αλλά κυρίως γιατί ενέχει τον κίνδυνο ενός blackout στην Ευρώπη. Αυτή, σημειωτέον, αφενός εξαρτάται από τη Ρωσία για τουλάχιστον το 40% του φυσικού αερίου της, αφετέρου τροφοδοτείται μέσα από τους αγωγούς που διέρχονται από την Ουκρανία με το 1/3 των συνολικών εισαγωγών της από Ρωσία (η δε Γερμανία με το 50% των ρωσικών εισαγωγών της).
Ένας πόλεμος λοιπόν Ρωσίας- Ουκρανίας εγκυμονεί τον κίνδυνο ένα μεγάλο κομμάτι της Ευρώπης να βυθιστεί στο σκοτάδι, όχι μόνο γιατί ο Πούτιν μπορεί να κλείσει τις στρόφιγγες (δεν το έκανε, βέβαια, ούτε κατά την ρωσοουκρανική εμπλοκή στην Κριμαία) αλλά γιατί το ίδιο το γεγονός της στρατιωτικής σύγκρουσης ενέχει πάντα από μόνο του τον κίνδυνο καταστροφής υποδομών, και των ενεργειακών.
Πόκερ
Και φυσικά σε αυτήν την περίπτωση οι Ρώσοι έχουν να χάσουν πολλά, καθώς τα έσοδα από το ενεργειακό εμπόριο είναι ο κινητήριος μοχλός της Ρωσικής οικονομίας ( και κατά συνέπεια της γεωπολιτικής τους ισχύος) αλλά οι Ευρωπαίοι κινδυνεύουν να χάσουν σχεδόν τα πάντα! Χωρίς ενέργεια δεν θα μπορούν να κινήσουν σχεδόν τίποτε (να ετοιμάσουν το φαγητό τους, να κινηθούν, να εργαστούν, να παράγουν, να λειτουργήσουν τα νοσοκομεία τους εν μέσω πανδημίας, να ενεργοποιήσουν την στρατιωτική τους μηχανή).
Με αυτήν λοιπόν, την απειλή του απόλυτου χάους, ο Πούτιν ενδεχομένως να «τζογάρει», σε μια εποχή, που τον εξυπηρετεί πολιτικά (ενισχύοντας το κύρος του ως ισχυρού ηγέτη εσωτερικά και εξωτερικά), σε μια εποχή που η Αμερική δημόσια δείχνει να εστιάζει το ενδιαφέρον της στην Κίνα, έχοντας ήδη υποστεί ένα πλήγμα στο γόητρό της με τους χειρισμούς της στο Αφγανιστάν.
Έρχεται λοιπόν η Ρωσία τώρα να θυμίσει στους Ευρωπαίους ότι δεν είναι πλέον η παρηκμασμένη δύναμη της εποχής του τέλους του Ψυχρού πολέμου, αλλά μια ηγέτιδα που κρατάει στα χέρια της το «κλειδί» για την ασφάλεια στην Ευρώπη (αφού βασική προϋπόθεση για αυτήν είναι η ενεργειακή ασφάλεια).
Ενεργειακές εξαρτήσεις
Και έρχεται να κουνήσει το δάχτυλο στους Γερμανούς και συνολικά στους Ευρωπαίους, υπενθυμίζοντας τους ότι την έχουν ανάγκη και ότι πρέπει να της ανοίξουν όσο το δυνατόν περισσότερους δρόμους για να τους εφοδιάσει ενεργειακά, και ένας τέτοιος δρόμος είναι ο Nord Stream 2.
Μια μεγάλη ρωσική επένδυση που αφενός θα εξυπηρετήσει τον ενεργειακό εφοδιασμό της Ευρώπης (κυρίως της Γερμανίας), παρακάμπτοντας τα ανασφαλή «εδάφη» της Ουκρανίας, αφετέρου θα διαιωνίσει την ενεργειακή εξάρτηση της Ευρώπης στους Ρώσους.
Πράγμα που φυσικά δεν επιθυμούν οι ΗΠΑ, όχι τόσο γιατί επιθυμούν να τροφοδοτούν οι ίδιοι την Ευρώπη με υγροποιημένο φυσικό αέριο όσο γιατί βλέπουν ότι οι Ρώσοι χρησιμοποιούν το δικό τους αέριο σαν γεωπολιτικό όπλο, για να ενισχύσουν την επιρροή τους στην περιοχή και να περιορίσουν την όποια επέκταση της νατοϊκής ισχύος.
Για αυτόν το λόγο ο Μπάιντεν δημόσια απειλεί τη Ρωσία ότι αν συνεχίσει την ένταση στην Ουκρανία, να ξεχάσει τον Nord Stream 2. Όσο όμως η άμεση, βασική εναλλακτική στον ευρωπαϊκό ενεργειακό εφοδιασμό από τους Ρώσους, στην περίπτωση της αδρανοποίησης των αγωγών στην Ουκρανία, είναι ο ΥΑΜΑL ένας αγωγός που διέρχεται από την «τιμωρημένη» και σχεδόν εχθρική Λευκορωσία (μετά από τους αντιευρωπαϊκούς χειρισμούς της στο μεταναστατευτικό) το δίλημμα για τη Γερμανία και την ΕΕ παραμένει αναπόδραστο.
Και ο Πούτιν θα συνεχίσει διατηρώντας ανοιχτή την ένταση και το ενδεχόμενο πολέμου και ψιθυρίζοντας, τρόπον τινά στο αυτί της Ευρώπης «αφήστε με να σας εφοδιάσω και μέσω του Nord Stream 2, καθώς οι φλόγες μιας ενδεχόμενης σύρραξης κινδυνεύουν να κάψουν κυρίως εσάς»!
Ο ρόλος της Τουρκίας και οι ανησυχίες της Ελλάδας
Τέλος, δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι η ένταση αγγίζει σε μεγάλο βαθμό το βασικό μας γεωπολιτικό αντίπαλο την Τουρκία, κυρίως γιατί επηρεάζει την Περιοχή της Μαύρης Θάλασσας. Μιας περιοχής μεγάλης γεωστρατηγικής σημασίας τόσο για τη Ρωσία (καθώς είναι το πρώτο θαλάσσιο «σκαλοπάτι» για την έξοδό τους στο Αιγαίο), όσο και για την Τουρκία.
Όχι μόνο για τους υδρογονάθρακες, που φιλοδοξεί να εξορύξει από αυτήν ο Ερντογάν, αλλά κυρίως γιατί ο έλεγχος της ναυσιπλοΐας στα Στενά και την ευρύτερη θαλάσσια περιοχή, είναι κυρίως στα χέρια της μέσα από τη Σύμβαση του Μοντρέ.
Είναι λογικό, λοιπόν η Τουρκία να αντιμετωπίζει ως απειλητική για την ίδια οποιαδήποτε αλλαγή στο status quo της περιοχής, ιδίως καθώς αφενός η Ουκρανία αποτελεί πλέον σημαντικό στρατηγικό και επιχειρηματικό εταίρο της, αφετέρου γιατί η Τουρκία συμμετέχει στους ενεργειακούς ρωσικούς σχεδιασμούς, εφοδιαζόμενη και η ίδια με ρωσικούς ενεργειακούς πόρους σε πολύ μεγάλο ποσοστό.
Οι εξελίξεις στην περιοχή, λοιπόν, αφορούν και τη χώρα μας όχι μόνο γιατί μια επιβάρυνση της ήδη υπάρχουσας ενεργειακής κρίσης στην Ευρώπη θα επιβαρύνει αποφασιστικά την ποιότητα ζωής μας, αλλά κυρίως γιατί οι εξελίξεις στην περιοχή της Μαύρης Θάλασσας, τον «προθάλαμο» των Στενών και του Αιγαίου δεν είναι δυνατόν να μην έχουν αντίκτυπο όχι μόνο στη Θράκη και το Βόρειο Αιγαίο, αλλά και συνολικά στη χώρα μας, ως βασικού μάλιστα νατοϊκού συμμάχου στην περιοχή, δεδομένου του αναμφίλεκτου πλέον ψυχροπολεμικού κλίματος Ρωσίας - ΗΠΑ.