Σε ένα συγκινητικό κλίμα, καθώς ο απερχόμενος πρόεδρος του ΣΕΤΕ, Γιάννης Ρέτσος, μετά από 6 χρόνια στο τιμόνι του ΣΕΤΕ και συνολικά 24 χρόνια διαδρομή στα κοινά του τουρισμού (ΕΞΑΑΑ, ΠΟΞ), παρέδωσε τη σκυτάλη, κατόπιν εκλογών, βέβαια, στον Γιάννη Παράσχη, για τα επόμενα 3 χρόνια, καθώς τριετής είναι η θητεία του προέδρου του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων.
Όπως έχω γράψει σχετικά, με την εκλογή Παράσχη ο ΣΕΤΕ όχι μόνο γυρίζει σελίδα, αλλά βάζει νέο τίτλο, διότι για πρώτη φορά δεν έχουμε ιδιοκτήτη ξενοδοχείου επικεφαλής του διοικητικού συμβουλίου, αλλά έναν μάνατζερ και μάλιστα εγνωσμένης αξίας και δυναμικής.
Με τον Γιάννη Παράσχη CEO του Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών, η ταξιδιωτική κίνηση εκτοξεύεται συνεχώς στην Αθήνα. Η συμβολή του αεροδρομίου προς αυτή τη κατεύθυνση είναι τεράστια, επειδή ακριβώς το αεροδρόμιο που ενώ κατά 55% ανήκει στο δημόσιο, λειτουργεί με ιδιωτικό μάνατζμεντ. Το πολυβραβευμένο αεροδρόμιο της Αθήνας αποτελεί φωτεινό παράδειγμα για το πώς πρέπει να λειτουργήσει το Ελληνικό Δημόσιο και ο ΣΕΤΕ, με τον Γιάννη Παράσχη δημιουργεί νέες προοπτικές ανέλιξης τόσο του Συνδέσμου, όσο και του ελληνικού τουρισμού.
Κατά τη διάρκεια της Ανοικτής Συνεδρίασης της 31ης Τακτικής Γενικής Συνέλευσης του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων, ο Γιάννης Παράσχης έθεσε και τους πυλώνες πάνω στους οποίους θα στηριχθεί το σχέδιο του ΣΕΤΕ στο εγγύς μέλλον.
Αφού επισήμανε ότι οι 31 εκατομμύρια αφίξεις και τα 18,2 δισεκατομμύρια ευρώ έσοδα του 2019 θα ξεπεραστούν το 2023, αναφέρθηκε στο «σταυροδρόμι των κρίσιμων επιλογών που θα καθορίσουν την ανταγωνιστικότητα του ελληνικού τουριστικού προϊόντος και την ανάπτυξη στην επόμενη δεκαετία», τονίζοντας ότι «νέες τάσεις στις τουριστικές αγορές, τεχνολογικές εξελίξεις, αλλαγές στην αγορά εργασίας, και κυρίως η επιτακτική ανάγκη για τη διαμόρφωση ενός τουριστικού προϊόντος με γνώμονα τη κοινωνικά και περιβαλλοντικά βιώσιμη ανάπτυξη οφείλουν να ληφθούν υπόψη και να συμπεριληφθούν σήμερα στο στρατηγικό μας σχεδιασμό για τον ελληνικό τουρισμό».
Οι πυλώνες που συνδέονται άμεσα με το «Στρατηγικό Σχέδιο Ελληνικός Τουρισμός 2030» που έχει εκπονήσει ο ΣΕΤΕ.
Ακολουθεί η τοποθέτηση του Γιάννη Παράσχη:
1ος Πυλώνας: Επενδύσεις και ανταγωνιστικότητα
Σήμερα, η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε αναπτυξιακή τροχιά, παρά τις αβεβαιότητες, οι οποίες επικρατούν παγκοσμίως. Οι επενδύσεις που αφορούν στο ΑΕΠ της χώρας έχουν αυξηθεί σημαντικά σε σχέση με τα χρόνια της κρίσης αλλά πρέπει να γίνουν ακόμα πολλά για να καλύψουμε το περίφημο επενδυτικό κενό.
Οι επενδύσεις αποτελούσαν το 2022 περίπου το 14% του ΑΕΠ έναντι σχεδόν 23% του μέσου όρου στην Ευρωζώνη, ενώ σε απόλυτα μεγέθη υπολείπονται σημαντικά από τα επίπεδα των 50 και πλέον δισ. ευρώ της δεκαετίας του 2000-2010.
Στην απαραίτητη προσπάθεια για την κάλυψη του επενδυτικού αυτού κενού και ανεξάρτητα από προσεγγίσεις που μιλούν για ανάγκη διαφοροποίησης του αναπτυξιακού μοντέλου της ελληνικής οικονομίας, ο τουριστικός κλάδος ο οποίος συνεισφέρει σε ποσοστό άνω του 20% στο ΑΕΠ της χώρας καλείται να διαδραματίσει και θα διαδραματίσει πρωταγωνιστικό ρόλο.
Σημαντικές επενδύσεις Ελλήνων επιχειρηματιών του κλάδου, η είσοδος μεγάλων ξένων επενδυτών, η δραστηριοποίηση νέων μεγάλων διεθνών ξενοδοχειακών αλυσίδων και ειδικότερα στην κατηγορία luxury, οι σημαντικές πράξεις εξαγορών και συγχωνεύσεων σε μεγέθη πρωτοφανή για την ελληνική πραγματικότητα, καθώς και το μεγάλο ενδιαφέρον από επιχειρήσεις και ιδιώτες για κάθε μορφής τουριστικό ακίνητο είναι εξαιρετικά μηνύματα από τις αγορές.
Οι τάσεις αυτές δεν θα πρέπει να οδηγήσουν στην εντύπωση ότι οι μελλοντικές επενδύσεις και η ανταγωνιστικότητα του ελληνικού τουριστικού προϊόντος είναι διασφαλισμένες. Επιχειρούμε σε μια χώρα του ευρώ στην Νοτιοανατολική γωνιά της Μεσογείου και ανταγωνιζόμαστε γειτονικές αγορές εκτός Ευρώπης όπως η Τουρκία και η Αίγυπτος με χαμηλότερα κόστη και ασθενέστερα νομίσματα.
Ταυτόχρονα, η ακριβότερη χρηματοδότηση (ελλείψει επενδυτικής βαθμίδας) σε συνδυασμό με το κόστος της γραφειοκρατίας αλλά και τα θέματα φορολογικών επιβαρύνσεων σε σχέση με τους Ευρωπαίους ανταγωνιστές μας, διαμορφώνουν διαχρονικές προκλήσεις για την τουριστική επιχειρηματικότητα.
Προσδοκώντας στην ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας και την μείωση του κόστους χρηματοδότησης στο επόμενο διάστημα , κρίσιμα ζητήματα που έχει κατ’ επανάληψη θέσει ο ΣΕΤΕ, παραμένουν ανοιχτά.
Χαρακτηριστικά θα αναφερθώ σε κάποια από τα πιο σημαντικά, όπως:
- Η ανάγκη ενιαίου ΦΠΑ σε τουρισμό-μεταφορές στο 11%, κοντά στα επίπεδα των Ευρωπαίων ανταγωνιστών,
- Η επίλυση της χρονίζουσας εκκρεμότητας του χωροταξικού ζητήματος με συγκεκριμένες χρήσεις γης και με θεσμικές προϋποθέσεις που να διασφαλίζουν ένα αξιόπιστο περιβάλλον επενδύσεων με «ασφάλεια δικαίου»,
- Η ρύθμιση των βραχυχρόνιων μισθώσεων, διαχωρίζοντας την επαγγελματική δραστηριότητα από τη περιστασιακή ιδιωτική εκμετάλλευση και
- Η αξιοποίηση των χρηματοδοτικών εργαλείων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, του ΕΣΠΑ της περιόδου 2021-2027, και του νέου Αναπτυξιακού Νόμου.
2ος Πυλώνας: Υποδομές
Η τουριστική δραστηριότητα στη χώρα μας χαρακτηρίζεται από γεωγραφική και χρονική συγκέντρωση.
Τα στοιχεία μιλούν από μόνα τους: το 2019 είχαμε 31 εκατομμύρια αφίξεις, εκ των οποίων περίπου το 90% κατανεμήθηκε σε 5 περιφέρειες της χώρας (Αττική – Κρήτη – Ν. Αιγαίο – Κεντρική Μακεδονία και Ιονίους Νήσους).
Ο στόχος για το 2030 με βάση το στρατηγικό σχέδιο του ΣΕΤΕ είναι να φθάσουμε τις 40 εκατομμύρια αφίξεις και 50 εκατομμύρια επισκέψεις σε περιφέρειες όλης της χώρας.
Παρά τις αναβαθμίσεις σημαντικών υποδομών όπως τα 14 περιφερειακά αεροδρόμια ή οι νέοι αυτοκινητόδρομοι και παρά τις εντεινόμενες προσπάθειες των τελευταίων ετών για να μειωθεί η γεωγραφική συγκέντρωση και να επεκταθεί η τουριστική περίοδος πέραν από τους μήνες Ιούνιο-Σεπτέμβριο, ένα είναι σαφές: Οι υφιστάμενες δημόσιες υποδομές δεν επαρκούν για να καλύψουν τις απαιτήσεις της αύξησης των ροών προς το 2030, ειδικότερα δε εάν προσδοκούμε σε ποιοτική αναβάθμιση του προϊόντος με όρους βιώσιμης ανάπτυξης τόσο για τους κατοίκους όσο και για τους επισκέπτες.
Το στρατηγικό σχέδιο του ΣΕΤΕ περιλαμβάνει περίπου 2000 προτάσεις, εκ των οποίων το 50% αφορά σε δημόσιες υποδομές που αφορούν άμεσα τον τουρισμό, ενώ άλλο ένα 20% αναφέρεται σε υποδομές ευρύτερης ωφέλειας (όπως τα μικρά περιφερειακά αεροδρόμια, υποδομές υγείας, διαχείρισης νερού, λυμάτων, απορριμμάτων, κλπ.). Οι προτάσεις αυτές εξειδικεύονται για κάθε περιφέρεια της χώρας και συνδέονται με την ανάπτυξη του τουριστικού προϊόντος στόχου.
Υπάρχει μία πρόταση που αφορά στο τεράστιο έλλειμμα συνεδριακής υποδομής στην Αθήνα. Ένα έλλειμμα που οδηγεί σε απώλειες θέσεων εργασίας και εσόδων, που καθιστά δυσχερή έως αδύνατη την προσέλκυση μεγάλων συνεδρίων στην πόλη και δεν επιτρέπει την άμβλυνση του φαινομένου της εποχικότητας.
Η αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και του ΕΣΠΑ 2021-2027 αποτελεί μια μοναδική ευκαιρία την οποία οφείλει να αξιοποιήσει το κεντρικό κράτος και η τοπική αυτοδιοίκηση για να αποφύγουμε μια ασύμμετρη και κατ’ επέκταση μη βιώσιμη ανάπτυξη μεταξύ των τουριστικών ροών, των σημαντικών ιδιωτικών επενδύσεων για τις οποίες μιλήσαμε πριν από λίγο και των απαραίτητων υποδομών.
3ος Πυλώνας: Διαχείριση και Προώθηση Προορισμών
Ήταν πράγματι ένα σημαντικό πρώτο βήμα αυτό που πετύχαμε τα τελευταία χρόνια σε αρκετές περιοχές της χώρας, ξεκινώντας από την Αθήνα. Η στενή συνεργασία της τοπικής αυτοδιοίκησης με τουριστικές επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα, αεροπορικές εταιρείες, αεροδρόμια, και τον ΣΕΤΕ, με καταλυτικό τον ρόλο της Marketing Greece, οδήγησαν σε σημαντικά πρώτα απτά αποτελέσματα στην υλοποίηση προωθητικών δράσεων.
Καλούμαστε τώρα να συνεχίσουμε στο δρόμο αυτό, ακολουθώντας τα πρότυπα πολλών άλλων ευρωπαϊκών πόλεων και τουριστικών προορισμών, όχι μόνο για την προώθηση και την προβολή, αλλά κυρίως, για την ορθή διαχείριση των προορισμών και την περαιτέρω ανάπτυξή τους ακολουθώντας ένα πρακτικό και ρεαλιστικό μοντέλο Οργανισμών Διαχείρισης Προορισμών (των γνωστών DMOs).
Οι οργανισμοί αυτοί θα πρέπει να ασχοληθούν με τα ζητήματα της φέρουσας ικανότητας των προορισμών, τις υποδομές, τη συγκοινωνιακή διαχείριση αλλά και τη διαμόρφωση και ανάδειξη υφιστάμενων και νέων προϊόντων.
Στην προσπάθεια αυτή θα πρέπει να συμμετάσχουν και να ακουστούν οι παραδοσιακοί συνομιλητές της τοπικής αυτοδιοίκησης όπως ξενοδόχοι, τουριστικοί πράκτορες, αεροπορικές εταιρείες και αεροδρόμια, η ΚΡΟΥΑΖΙΕΡΑ αλλά και ταυτόχρονα σημαντικοί νέοι παίκτες, που επιδρούν στη φέρουσα ικανότητα και το σύγχρονο τουριστικό προϊόν όπως , οι ιδιοκτήτες και διαχειριστές τουριστικών ακινήτων και επαγγελματικής βραχυχρόνιας μίσθωσης, οι επιχειρήσεις outdoor experiences & θεματικού τουρισμού, οι εκπρόσωποι του yachting και του θαλάσσιου τουρισμού για να αναφέρω μόνο κάποιους από αυτούς και φυσικά οι εργαζόμενοι του τουρισμού και οι μόνιμοι κάτοικοι.
Το πρόσφατο νομικό πλαίσιο του Υπουργείου Τουρισμού για τους Οργανισμούς Διαχείρισης Προορισμών, το οποίο όμως χρήζει ουσιώδους ενίσχυσης και βελτίωσης, σε συνδυασμό με το νομικό πλαίσιο για τη συνδιαφήμιση των περιφερειών, αποτελούν καινούργια εργαλεία για τη συνεργασία μεταξύ Δημόσιου, Ιδιωτικού Τομέα και Τοπικής Αυτοδιοίκησης που μένει να αξιοποιηθούν αλλά και να διευρυνθούν.
Μόνο με μια συνεκτική και ολιστική διαχείριση από σοβαρούς DMOs μπορούμε να δώσουμε ουσιαστικές απαντήσεις στα ζητήματα του κάθε προορισμού, αποφεύγοντας μη παραγωγικές συζητήσεις για τον υπέρ-τουρισμό, τη φέρουσα ικανότητα και την υποτιθέμενη σύγκρουση μεταξύ τουρισμού και ποιότητας της ζωής των μόνιμων κατοίκων.
Ο ΣΕΤΕ έχει παρουσιάσει στην κυβέρνηση και την τοπική αυτοδιοίκηση συγκεκριμένες προτάσεις για την διαχείριση και προώθηση προορισμών, ανοίγοντας τον διάλογο στις τοπικές κοινωνίες. Θα συνεχίσουμε να εργαζόμαστε με έμφαση στο μέτωπο αυτό.
4ος Πυλώνας: Αγορά εργασίας
Το 2019 ο Τουρισμός συνέβαλε άμεσα και έμμεσα στο 25% του ΑΕΠ με συνολικά 850.000 θέσεις εργασίας στο 3ο τρίμηνο.
Η εικόνα αυτή άλλαξε δραματικά στα χρόνια της πανδημίας οδηγώντας πολλούς εργαζόμενους μεσοπρόθεσμα αλλά και σε πολλές περιπτώσεις μακροπρόθεσμα εκτός Τουρισμού και Μεταφορών, με τις αντίστοιχες συνέπειες να φαίνονται ξεκάθαρα την περυσινή χρονιά της ανάκαμψης. Το πρόβλημα αυτό, στην μετά πανδημία εποχή, αφορά πλέον σε όλο το φάσμα δεξιοτήτων, και δεν είναι μόνο Ελληνικό αλλά παγκόσμιο.
Τη χρονιά που διανύουμε, με τις ενισχυμένες τουριστικές ροές και παρά τις αυξήσεις στα επίπεδα αμοιβών του κλάδου, το ζήτημα της αδυναμίας εύρεσης προσωπικού έχει ενταθεί. Με δεδομένο το οξύ δημογραφικό πρόβλημα της χώρας μας, το ζήτημα αυτό θα αποτελέσει σημαντική δομική πρόκληση για τα επόμενα χρόνια.
Η λύση του απαιτεί καινοτόμες παρεμβάσεις στην αγορά εργασίας, έτσι ώστε, με προγράμματα προσέλκυσης, κατάρτισης και συνεχούς βελτίωσης δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού να ανταποκριθούμε στις νέες απαιτήσεις στον χώρο της εργασίας και στις διεθνείς τάσεις που διαμορφώθηκαν μετά την πανδημία, αλλά και στις καλπάζουσες εξελίξεις της τεχνολογίας.
Η ενίσχυση και ο εκσυγχρονισμός των εκπαιδευτικών δομών για τον τουριστικό κλάδο θα πρέπει να αποτελέσουν στρατηγική προτεραιότητα.
Ένα είναι σαφές, ικανοποιημένοι επισκέπτες δεν μπορούν να υπάρξουν χωρίς ικανοποιημένους εργαζόμενους στον κλάδο του τουρισμού. Το ανθρώπινο κεφάλαιο παραμένει ο πιο κρίσιμος παράγοντας που διαμορφώνει το προϊόν μας.
Κλείνοντας την αναφορά στα θέματα της αγοράς εργασίας, θα ήθελα να ξεκαθαρίσω με απόλυτη έμφαση ότι ο ΣΕΤΕ, ως υπεύθυνος Κοινωνικός Εταίρος που προάγει την υγιή επιχειρηματικότητα, βρίσκεται πάντοτε απέναντι και καταδικάζει οποιαδήποτε αθέμιτη πρακτική παραβιάζει την εργασιακή νομοθεσία και στρέφεται κατά των νόμιμων δικαιωμάτων των εργαζομένων του κλάδου μας.
Και βέβαια αναμένει από την Ελληνική Πολιτεία να συμβάλλει καθοριστικά, διενεργώντας τους απαραίτητους ελέγχους.
5ος Πυλώνας: Βιωσιμότητα
Βιώσιμη Ανάπτυξη και Περιβαλλοντική Υπευθυνότητα αποτελούν πλέον διεθνώς τις κεντρικές κατευθύνσεις για τη διαμόρφωση της στρατηγικής για το μέλλον του Τουρισμού.
Γιατί είναι επιτακτική η ανάγκη διαμόρφωσης ενός τουριστικού προϊόντος που θα βασίζεται στη Κοινωνικά και Περιβαλλοντικά Βιώσιμη Ανάπτυξη;
Είναι μόνο θέμα δεοντολογικό και ηθικό απέναντι στον πλανήτη και τις επόμενες γενεές;
Προφανώς δεν είναι μόνο αυτό. Είναι και μείζον θέμα ανταγωνιστικότητας του τουριστικού μας προϊόντος.
Η βιωσιμότητα είναι μία από τις βασικές τάσεις που καθορίζουν τις επιλογές του σημερινού καταναλωτή και ταξιδιώτη, ειδικότερα δε στις ηλικίες 18 έως 35 που αναδύονται πλέον ως το δυναμικότερο κομμάτι της τουριστικής αγοράς, ταξιδεύοντας όλο και περισσότερο, επιλέγοντας συνειδητά τη συλλογή εμπειριών και όχι αγαθών, σε αντίθεση με προηγούμενες γενιές.
Παράλληλα, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, το Πρόγραμμα «Fit for 55», ο στόχος της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα κατά τουλάχιστον 55% μέχρι το 2030 επηρεάζει και θα επηρεάζει όλο και περισσότερο το ταξίδι και τον τουρισμό.
Βλέποντας όμως την μεγάλη εικόνα, πρέπει να παραδεχθούμε ότι στον τομέα αυτόν η χώρα μας υστερεί.
Εάν δούμε τον Δείκτη Περιβαλλοντικής Βιωσιμότητας, τον Environmental Sustainability Index που δημοσιεύει η Ευρωπαϊκή Ένωση, με μέσο δείκτη στην Ευρώπη το 100, οι ανταγωνιστές μας Ιταλία και Ισπανία βρίσκονται στο 121 και στο 105 αντίστοιχα, ενώ Η Ελλάδα αξιολογείται μόνο στο 72.
Η διαμόρφωση λοιπόν ενός βιώσιμου και περιβαλλοντικά υπεύθυνου τουριστικού προϊόντος αποτελεί μονόδρομο εάν θέλουμε ο ελληνικός τουρισμός να συνεχίσει την θετική του πορεία και το BRAND Ελλάδα να διατηρηθεί στην κορυφή.
Ο ΣΕΤΕ δεν μπορεί παρά να βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της προσπάθειας αυτής.
Θα ήθελα λοιπόν από αυτό το βήμα σήμερα να προαναγγείλω, την πρωτοβουλία του ΣΕΤΕ για τη δημιουργία ενός Προγράμματος Βιώσιμης Τουριστικής Ανάπτυξης, και την καθιέρωση αντίστοιχης εισηγητικής επιτροπής προς το Διοικητικό Συμβούλιο.
Στόχος της προσπάθειας αυτής θα είναι η παροχή μεθοδολογίας και εργαλείων που θα επιτρέπουν μέσα από συγκεκριμένα βήματα την στοχοθέτηση, την υλοποίηση και τη πιστοποίηση της εξέλιξης των τουριστικών επιχειρήσεων προς την βιωσιμότητα και τους μηδενικούς ρύπους.
Σχεδιάζουμε συνειδητά και υπεύθυνα αυτήν την πρωτοβουλία αυτορρύθμισης του κλάδου, πεπεισμένοι ότι η βιωσιμότητα δεν είναι μόνο αναγκαιότητα αλλά θα αποδειχθεί και σωστή επιχειρηματική επιλογή – ένα θετικό business case.
Στο δρόμο αυτό, η πράσινη μετάβαση πρέπει να στηριχτεί έμπρακτα και με απλές διαδικασίες από το Ταμείο Ανάκαμψης και τα υπόλοιπα χρηματοδοτικά εργαλεία τόσο για τις μεγάλες όσο και τις μικρομεσαίες τουριστικές επιχειρήσεις.
Επενδύσεις και ανταγωνιστικότητα, Υποδομές, Διαχείριση Προορισμών, Αγορά Εργασίας, και Βιωσιμότητα θα αποτελέσουν τους κεντρικούς άξονες των δράσεων μας την επόμενη περίοδο.