Δίχως αντίπαλο σε ότι αφορά τους ψηφοφόρους της Κεντροαριστεράς πορεύεται στην τελική ευθεία προς τις εκλογές ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας. Οι αδέξιοι χειρισμοί της ηγεσίας του ΚΙΝ.ΑΛ σε ότι αφορά το ζήτημα της ονομασίας των Σκοπίων, σε συνδυασμό με τις απογοητευτικές επιλογές ορισμένων υποψηφίων του κόμματος στις εθνικές εκλογές, κατέστησαν τον κ. Τσίπρα από στρυμωγμένο στη γωνία του πολιτικού «ρινγκ», σε απόλυτο κυρίαρχο της δεξαμενής ψηφοφόρων της Κεντροαριστεράς. Αντί το όνομα του κ. Τσίπρα να κινδύνευε να σβηστεί από τον πολιτικό χάρτη της χώρας εξαιτίας της επαίσχυντης συμφωνίας των Πρεσπών, η Φώφη Γεννηματά και τα στελέχη του πυρήνα της κατάφεραν να αναστήσουν πολιτικά τον κ. Τσίπρα.
Η παρουσία του κ. Τσίπρα στη Βουλή το βράδυ της Τετάρτης ήταν απλά παράσταση για ένα ρόλο. Ο πρωθυπουργός των Μνημονίων και της αθέτησης των προεκλογικών του υποσχέσεων, εμφανίστηκε στη Βουλή άνετος, λέγοντας μία σειρά από ψέματα δίχως κανένας από την αντιπολίτευση να μπορεί να ορθώσει απέναντί του πειστικά πολιτικά επιχειρήματα. Η Φώφη Γεννηματά και τα στελέχη του ΚΙΝ.ΑΛ κατάφεραν να πέσουν στην παγίδα που τους είχε στήσει ο Αλέξης Τσίπρας στο θέμα της ονομασίας των Σκοπίων. Ενώ αρχικά το ΚΙΝ.ΑΛ είχε δεσμευτεί δημόσια ότι τα στελέχη του κόμματος δεν θα στηρίξουν τη συμφωνία και ότι στη Βουλή θα τεθεί ακόμη και θέμα κομματικής πειθαρχίας προκειμένου να καταψηφίσουν οι βουλευτές του κόμματος, τελικά κάτι τέτοιο δεν συνέβη. Ήδη η δημόσια εικόνα που παρουσίασε το ΚΙΝ.ΑΛ τις τελευταίες μέρες σχετικά με το ζήτημα της ψήφισης της συμφωνίας των Πρεσπών, απογοήτευσε και τους πλέον πιστούς οπαδούς του. Ενώ αρχικά η ηγεσία του ΚΙΝΑΛ είχε τονίσει πως θα θέσει θέμα κομματικής πειθαρχίας στην ψηφοφορία, τελικά ανέκρουσε πρύμναν, εξαιτίας της στάσης του επικεφαλής της ΔΗΜΑΡ, Θανάση Θεοχαρόπουλου. Ο τελευταίος ξεκαθάρισε ότι η στάση της ΔΗΜΑΡ θα καθοριστεί έπειτα από συνεδρίαση της κεντρικής επιτροπής του κόμματος και έδειξε να διαφοροποιείται από τη γραμμή της Φώφης Γεννηματά.
Λίγα 24ωρα πριν, κορυφαίες προσωπικότητες της Κεντροαριστεράς, όπως ο Γιάννης Ραγκούσης και ο Νίκος Μπίστης είχαν παρευρεθεί σε εκδήλωση με θέμα «Το στοίχημα της Συμφωνίας των Πρεσπών» στο Μέγαρο Μουσικής, όπου παρευρέθηκε και ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας. Με λίγα λόγια ο πρωθυπουργός φάνηκε να κερδίζει ξεκάθαρα τις εντυπώσεις για το ζήτημα αυτό σε ότι αφορά τους ψηφοφόρους της Κεντροαριστεράς, την ίδια ώρα που η Φώφη Γεννηματά απέδειξε πως ούτε μπορεί να ενώσει αλλά ούτε και να εμπνεύσει την Κεντροαριστερά και τους ψηφοφόρους της, αφού εδώ και μήνες και αμέσως μετά τις εσωκομματικές εκλογές, το ΚΙΝ.ΑΛ επέστρεψε δημοσκοπικά και έμεινε κολλημένο στο 6%.
Όλα αυτά απέδειξαν ότι το ΚΙΝ.ΑΛ όχι μόνο δεν είναι συμπαγές αλλά αρκετοί στο εσωτερικό του κινούνται ξεκάθαρα από προσωπικές στρατηγικές με μόνο γνώμονα τη συμπόρευση με τον Κυριάκο Μητσοτάκη στην εξουσία και όχι τις πραγματικές ανάγκες του τόπου.
Η Φώφη Γεννηματά άφησε την πρωτοβουλία των κινήσεων στον Αλέξη Τσίπρα σε ένα τόσο σοβαρό εθνικό θέμα, δίνοντας του την ευκαιρία, μία κακή συμφωνία να την εμφανίσει ως επιτυχία και να καταφέρει να βγει αλώβητος από τις κοινοβουλευτικές διαδικασίες. Οι ίδιες προσωπικές στρατηγικές και οι κρυφές ατζέντες οδήγησαν πριν από λίγο καιρό σε λανθασμένες επιλογές προσώπων σε ότι αφορά ορισμένους υποψήφιους στις εθνικές εκλογές. Όπως είχα πει και τότε, ανακοινώνοντας ταυτόχρονα την παραίτηση μου από το κόμμα που υπηρέτησα πιστά για τρία χρόνια, τα ίδια φθαρμένα πρόσωπα που οδήγησαν την παράταξη στην εκλογική συρρίκνωση των ποσοστών της, εξακολουθούν να κινούν τα νήματα από το παρασκήνιο. Η περιβόητη ανανέωση που ευαγγελίζονταν η κα Γεννηματά αποδείχτηκε φρούδα, την ίδια ώρα που το ΚΙΝ.ΑΛ αγνοεί παντελώς τα μηνύματα της κοινωνίας. Δυστυχώς αυτό είναι κάτι που θα φανεί ξεκάθαρα στις επόμενες εθνικές εκλογές, όποτε και αν γίνουν αυτές, κάτι που δεν φαίνονται να αντιλαμβάνονται μέχρι τώρα στο περιβάλλον της κας Γεννηματά και παρά τις εσωτερικές αντιδράσεις από κάποιες φωνές λογικής, που ακόμη υπάρχουν.
Μία κακή συμφωνία
Εδώ θα πρέπει να ξεκαθαρίσω ότι από την πρώτη στιγμή που επήλθε η συμφωνία μεταξύ Τσίπρα και Ζάεφ προσωπικά είχα ταχθεί κατά αυτής. Όχι μόνο επειδή η κυβέρνηση δεν συζήτησε καν τις προθέσεις της με τα πολιτικά κόμματα της χώρας αλλά και επειδή με τη συμφωνία που έφερε και με την υπογραφή της, ενισχύεται ο αλυτρωτισμός των Σκοπιανών. Ο αλυτρωτισμός θα ακυρωνόταν πρακτικά εάν ο κ. Τσίπρας υποχρέωνε τον σκοπιανό ομόλογό του να αποδεχτεί ότι οι πολίτες της «Βόρειας Μακεδονίας» θα ονομαζόταν Βορειομακεδόνες και η γλώσσα τους σλαβομακεδονική. Με το να αποδέχεται το όνομα «Μακεδόνες» και τη γλώσσα ως «Μακεδονική», στην ουσία επικυρώνει τον αλυτρωτισμό των γειτόνων μας. Προσωπικά θα πρέπει να σημειώσω επίσης ότι είμαι αλληλέγγυος στην ευρωπαϊκή προοπτική της περιοχής και ειδικότερα της ΠΓΔΜ, αλλά απαραίτητη προϋπόθεση είναι η ακύρωση κάθε μορφής αλυτρωτισμού. Η συμφωνία Τσίπρα στην ουσία συντηρεί τα προβλήματα και δεν οδηγεί σε ολοκληρωμένη και βιώσιμη λύση. Αντίθετα οξύνει τους εθνικισμούς και στα δυο κράτη, υπονομεύοντας έτσι την σταθερότητα και την ασφάλεια στην περιοχή. Ήδη εχθές ο συνέταιρος του Αλέξη Τσίπρα, Πάνος Καμμένος, δήλωσε για τη συμφωνία των Πρεσπών, ότι «η συγκεκριμένη συμφωνία θα φέρει πολύ πόνο στα βαλκάνια και… αίμα !». Όλα αυτά όμως στην παρούσα φάση δεν φαίνεται να πτοούν το προβάδισμα Τσίπρα στην Κεντροαριστερά. Η Φώφη Γεννηματά απέδειξε ότι παρά την προνομιακή πολιτική συγκυρία, αδυνατεί να υπερκεράσει τον αντίπαλό της, με ολέθριες συνέπειες για τα συμφέροντα της χώρας τα οποία πλήττονται καίρια από τους χειρισμούς Τσίπρα.
Εύχομαι να διαψευστώ, αλλά τα μηνύματα που έρχονται από την κοινωνία - η οποία έχει ανάγκη από κάτι καινούργιο, εντελώς διαφορετικό από όσα εφαρμόζουν τα μέχρι σήμερα πολιτικά κόμματα - κάθε άλλο παρά ευνοϊκά είναι για το ΚΙΝ.ΑΛ, το οποίο εκτός των άλλων έχει να αντιμετωπίσει τον κακό του εαυτό, τον κακό εαυτό των παλαιών κομματαρχών του παλιού «κακού» ΠΑΣΟΚ, που ο ίδιος ο λαός αποκήρυξε, και που είναι μαθημένοι να κινούνται στο παρασκήνιο.