Τον τελευταίο καιρό, εμφανίστηκε και πάλι στην Ελλάδα με αφορμή την έκδοση των νέων ηλεκτρονικών ταυτοτήτων, όπως και κατά την περίοδο της πανδημίας του κορονοϊού, η συνήθης περίεργη συμμαχία διαφόρων θρησκευτικών φονταμενταλιστών κύκλων, φασιστικών μορφωμάτων, αριστερίστικων οργανώσεων, κομμάτων του ελληνικού κοινοβουλίου με ολοκληρωτικές απόψεις και οπαδών του πληκτρολογίου. Άνθρωποι, οι οποίοι αρνούνται την λήψη της νέας ταυτότητας ενός δημοσίου, κρατικού ηλεκτρονικού εγγράφου.
Μάλιστα πολλοί απ’ αυτούς διακηρύττοντες την αντίθεση τους, προκαλούν τους ταπεινούς πιστούς που υπακούουν στα κελεύσματα και στην διδασκαλία της Εκκλησίας, ειρωνευόμενοι ενίοτε αυτούς. Προσκαλούν ιδιαιτέρως όσους αισθάνονται ανασφάλειες και θρησκοληπτικούς φόβους στην διενέργεια συγκεντρώσεων, συλλαλητηρίων, στην δημιουργία κοινωνικών αναστατώσεων και βεβαίως στην άρνηση παραλαβής των νέων ταυτοτήτων.
Επίσης επιβεβαιώνεται και μία περίεργη συνεργασία Μοναχών διαφόρων Μονών του Αγίου Όρους και της Ελλάδας, Κληρικών διαφόρων εκκλησιαστικών δικαιοδοσιών, με κομματικά στελέχη φασιστικών μορφωμάτων εντός και εκτός του κοινοβουλίου, η οποία ήταν κατάδηλη και κατά τις πρόσφατες βουλευτικές εκλογές του 2023.
Όλοι αυτοί καπηλεύονται την άδολη θρησκευτική πίστη, με ομιλίες σε συνέδρια, ημερίδες και σε άλλες κοσμικές εκδηλώσεις, με εμφανίσεις τους σε τηλεοπτικές εκπομπές ενώ με φαντασιώσεις, αντιεπιστημονικές και συνωσιομολογικές αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης παραπλανούν τους συνάνθρωπους τους προς ίδιον μικροκομματικό όφελος, ενίοτε και οικονομικό, αφού πολλοί πιστοί θεωρούν τον λόγο των μετακινουμένων γερόντων σε διάφορες οικίες και αίθουσες συλλόγων, ως τον αυθεντικό τρόπο έκφρασης του λόγου της Εκκλησίας.
Συγχρόνως, αγνοούν ή και αντιπαλεύουν προς τον λόγο της μοναδικής αυθεντικότητος του Χριστού, ο οποίος εκφράζεται δια των Επισκόπων και δια των Συνόδων. Οι πιστοί αυτοί συνήθως ομαδοποιούνται και δημιουργούν φατρίες οπαδών του συγκεκριμένου «Γέροντος» και του συγκεκριμένου κόμματος και θεωρούν τους εαυτούς τους αλάθητους επειδή έτσι το είπε ο «Γέροντας», γιαυτό και έχουν άποψη εναντίον της λήψεως των νέων ταυτοτήτων και μάλιστα αντιτίθενται σε κάθε συνοδική απόφαση, επιτιθέμενοι και καθυβρίζοντας Ιερείς, Επισκόπους, Θεολόγους αλλά και κάθε μη συμφωνούντα πιστό χριστιανό με την άποψη του «γκουρού» Γέροντά τους και του κομματικού ινστρούχτορά τους.
Αποφαίνονται λέγοντας: Ο πιστός που θα πάρει τη νέα ταυτότητα αρνείται την πίστη του. Ένας πιστός που θα πάρει τη νέα ταυτότητα θα καταδικαστεί από τον Χριστό ως αρνητής της πίστεως.
Σύνηθες φαινόμενο σχολαστικής θεολογίας και «μεσαίωνα». Υποκαθιστούν όχι μόνο την κρίση του Χριστού αλλά και τον ίδιο τον Χριστό. Οι πολέμιοι της νέας ταυτότητας καθορίζουν τη βούληση του Χριστού, γεγονός το οποίο σημαίνει διαχωρισμό από το σώμα του την Εκκλησία και συνεπώς αίρεση, αφού συνεπάγεται άρνηση ή «δέσμευση» της θείας Χάριτος. Προκαθορισμό της Θείας βουλήσεως και βεβαίως μεταποίηση Αυτής σε κτιστή ανθρώπινη γνώση και επιθυμία.
Οι αρνητές των ταυτοτήτων προσδιορίζουν σε ποιούς ανθρώπους επιλέγει να πάει η Θεία Χάρη. Υποδεικνύουν, σε Αυτήν!!! τους αρνητές των νέων ταυτοτήτων, όσους δεν παραλάβουν την νέα ταυτότητα, ως να είναι το κρατικό αυτό κτιστό έγγραφο εμπόδιο ώστε να μη διοχετεύεται η Θεία Χάρη. Απόψεις οι οποίες δεν έχουν καμμία σχέση με τη δογματική διδασκαλία της Εκκλησίας και άρα είναι αιρετικές, όπως αιώνες πριν έχει διακηρύξει η πατερική και συνοδική εμπειρία.
Όμως αποτελεί η λήψη της νέας ταυτότητας άρνηση του προσώπου του Χριστού, όπως διατείνονται οι «υπερασπιστές της ορθοδοξίας», λαλούντες ένθεν κακείθεν, «δίχα του Επισκόπου και της Συνόδου»;
Ο Βαρλαάμ, πολέμιος του Αγίου Γρηγορίου τού Παλαμά, θεωρούσε ότι η Θεία Χάρη είναι κτιστή, παρομοίως οι αρνητές της ταυτότητας διδάσκουν ότι το ανθρώπινο πρόσωπο δεν πρέπει να έχει αυτήν την ηλεκτρονική ταυτότητα δηλαδή ένα κρατικό έγγραφο εάν θέλει να «συναντηθεί» με τη Θεία Χάρη. Με την διδασκαλία όμως και την παρότρυνση αυτή κηρύττουν ότι η Θεία Χάρη ελέγχεται και καθοδηγείται από το τι θα κατέχει ο πιστός στην κοινωνική του ζωή και στην σχέση του με το κράτος. Ο Θεός δηλαδή καθίσταται γνωστός από τις ιδεοληψίες του ανθρώπινου μυαλού και ενεργεί ή δεν ενεργεί μέσα από κτιστά πράγματα.
Ο Βαρλαάμ πίστευε ότι η άκτιστη φύση του Θεού ταυτίζεται με την άκτιστη ενεργεία του και ότι η επικοινωνία ανάμεσα στον Θεό και τους ανθρώπους γίνεται δια μέσου των κτιστών ενεργημάτων του.
Με την επιβολή των απόψεών τους επί της «κτιστής» βουλήσεως του Θεού, (αν είναι δυνατόν!) οι «θεολόγοι» των κινημάτων άρνησης παραλαβής της νέας ταυτότητας θεωρούν ότι οι ενέργειες του Θεού και η Χάρη του Θεού είναι κτιστές, αφού συνεχώς αναφέρονται για μη επικοινωνία μεταξύ του ανθρώπου που φέρει το ηλεκτρονικό έγγραφο (δηλαδή ένα κτιστό εμπόδιο) και του Θεού. Όμως δεν πρέπει να τιμούμε τον Θεό με τα εξωτερικά κτιστά χαρακτηριστικά μας μόνο αλλά και με την καρδιά μας.
«Ο λαός ούτος τοις χείλεσι με τιμά, η δε καρδία αυτού πόρω απέχει απ’ εμού. Υποκριταί! καλώς προεφήτευσε περί υμών Ησαΐας λέγων·Υποκριταί!» (Ματθ. 15, 7-8).
Ο Βαρλαάμ επίσης δεν δεχόταν την μέθεξη της χάριτος, σε αντίθεση με τον Παλαμά που δέχεται μετοχή του ανθρώπου στην Θεία Χάρη «ελέω» Αυτής, χωρίς προαπαιτούμενα υλικά αντικείμενα ή ανθρώπινες ακροβασίες του νου. Η Θεία Χάρις δεν δεσμεύεται από τίποτα και κατέρχεται όταν ο πιστός «κεκαθαρμένος» βρίσκεται εντός της Εκκλησίας και μετέχει των μυστηρίων της.
Κηρύττουν οι νέοι Βαρλααμίτες λοιπόν, παρομοίως με αυτά που και ο Βαρλαάμ πρέσβευε, ότι το Άκτιστο φως είναι κτίσμα και βοηθητικό μέσο για να μπορέσει ο άνθρωπος να φτάσει στον Θεό. Δέχονται δηλαδή την νόηση και όχι την θέα του θείου φωτός ως τρόπο γνώσεως του Θεού. Οι νέο-Βαρλααμίτες πιστεύουν ότι με την μη παραλαβή της ταυτότητας θα μπορεί να κοινωνήσει ο πιστός με το φως άλλως η νέα ταυτότητα θα αποτελέσει εμπόδιο. Η θέα λοιπόν του Θεού εξαρτάται από την ύπαρξη ή μη του κτιστού και εν προκειμένω της νέας ταυτότητας. Σε αντίθεση προς τον Άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, ο οποίος τονίζει ότι ποτέ ο Θεός δεν γνωρίζεται από τον άνθρωπο στην πληρότητά του, η σχέση δηλαδή του Θεού με το κτιστό πάντα θα είναι ελλιπής. Ο Θεός πάντα θα είναι το περισσότερο και πληρέστερο από κάθε τι το κτιστό ακόμη και από τον άνθρωπο.
Το κτιστό δεν υποβάλλει το Άκτιστο. Ο Χριστός συναντά τον πιστό εντός της Εκκλησίας, ως «αναγεννημένον εν Χριστώ» και «κεχρισμένον εν Πνεύματι Αγίω», ως μέλος του σώματος του Χριστού, όπως και αν είναι η βιολογική σωματική του μορφή, η δε σχέση του με την Εκκλησία δεν εξαρτάται από την βιολογική του κατάσταση.
Η θέα του Θεού δεν έχει να κάνει με σωματικά χαρακτηριστικά ή με άλλα υλικά στοιχεία που φέρει ο άνθρωπος αλλά είναι μετοχή εν Χριστώ.
Ο άνθρωπος θεούται «κατ’ ενέργειαν και χάριν» και καμμιά ταυτότητα δεν μπορεί να εμποδίζει αυτήν την προσωπική σχέση κτιστού και Ακτίστου. Κατά την θεία Λειτουργία υπάρχουν έσχατα και παρελθόντα και όλα συγκεφαλαιώνονται στο λειτουργικό παρόν, όπου προγευόμεθα την Βασιλεία του Θεού. Η κατοχή της ηλεκτρονικής ταυτότητας εμποδίζει αυτήν την συγκεφαλαίωση, την κατάργηση δηλαδή του χρόνου, την μετατροπή του κόσμου σε «χώρο» της Βασιλείας του Θεού; Μη γένοιτο !!!
Αυτό το οποίο εμποδίζει την θέα του Θεού από τον άνθρωπο είναι το ψεύδος, η υποκρισία, η ανειλικρίνεια, η έλλειψη της αγάπης προς τον συνάνθρωπο όπως την νοηματοδότησε ο Χριστός και την ερμήνευσε ο απόστολος Παύλος κάθε τι δηλαδή που μας αποκόπτει από την κοινωνία με το σώμα της Εκκλησίας και μας απομονώνει από την Χάρη του Θεού, δηλαδή η αμαρτωλότητά μας.
«Το Πνεύμα όπου θέλει πνει, και την φωνήν Αυτού ακούεις, αλλ’ ουκ οίδας πόθεν έρχεται και που υπάγει» (Ιωάν. 3΄ 8). Αναρωτιέμαι λοιπόν, ο κατέχων την κτιστή ταυτότητα με όποιο επίτευγμα της ανθρώπινης τεχνολογίας φέρει, δεν γεύεται της οντολογικής αλλοιώσεως που παρέχει το Άγιο Πνεύμα κατά τους λόγους του ιδίου του Χριστού;
Ο Θεός δεν δεσμεύεται με την κατοχή της ταυτότητας απο τον άνθρωπο. Η ενασχόληση των αιρετικών αυτών, των συγχρόνων νέο-βαρλααμιτικών κύκλων ως προς την ταυτότητα, φανερώνει έναν «αθεολόγητο» ορθολογισμό μεσαιωνικού τύπου και προπαγανδιστικό λόγο προτεσταντικής αντίληψης, γιατί υποτάσσει το Θείο στην λογική επιθυμία των αρνητών της ταυτότητας. Γιαυτό και οι αρνητές αυτοί χρησιμοποιούν τα πλείστα όσα επιχειρήματα λογικά ή μάλλον λογικοφανή, πάντα για να πείσουν ότι η Θεία Χάρις δεσμεύεται από ηλεκτρονικά έγγραφα και βεβαίως οι ίδιοι χρησιμοποιούν για την προβολή και επιβολή των ακραίων θέσεών τους κάθε σύγχρονο ηλεκτρονικό μέσο.
Αν η ταυτότητα εμποδίζει την μετοχή στη Θεία Χάρη, όπως διατείνονται οι σύγχρονοι νέο-βαρλααμίτες αρνητές της, τότε ο Θεός δεν είναι ελεύθερος να ενεργήσει για την σωτηρία του ανθρώπου επειδή εμποδίζεται ή δεσμεύεται από μία κτιστή–τεχνητή κατασκευή. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη βλασφημία από αυτήν την άρνηση της παρουσίας και της δράσης του Αγίου Πνεύματος που είναι πάντοτε παρόν σε κάθε μυστηριακή πράξη της Εκκλησίας.
Με τα μυστήρια της Εκκλησίας η φθαρτή κτίση, μεταμορφώνεται και ενδύεται αφθαρσία. Κάθε τι το υλικό λοιπόν εξαγιάζεται μέσα από τη συμμετοχή και την χρήση στα μυστήρια, όπου ο πιστός κοινωνεί με τον Χριστό
Η Θεία Χάρη αγιάζει πάντα τα κτιστά άρα μπορεί να δράσει και όταν ο εν δυνάμει άγιος-άνθρωπος κατέχει την ταυτότητα. Ένα δηλαδή υλικό χρηστικό εργαλείο το οποίο δεν εμποδίζει την μετάδοση της Θείας Χάριτος στον όλο άνθρωπο και την ευχαριστιακή συμμετοχή του στο σώμα της Εκκλησίας.
Για την εκκλησιαστική σύναξη ο Θεός, ο Οποίος «αγάπη εστίν», κοινωνείται εντός της ελεύθερα, ακόμη και αν κατέχει ο πιστός ηλεκτρονική ταυτότητα, η οποία φέρει ή δεν φέρει όλα τα «τσιπ», συστήματα γεωεντοπισμού και χαράγματα του κόσμου, γιατί: «Ο άνθρωπος ενώνεται μόνον με την ενέργεια (την Χάρη) του Θεού. Ούτε με την ουσία του Θεού ενώνεται ποτέ ο άνθρωπος, ούτε με την υπόσταση του Λόγου. Ενώνεται μόνον με την ανθρώπινη φύση του Χριστού κατά την Θεία Μετάληψη. Δηλαδή ο άνθρωπος ενώνεται με την τεθεωμένη, αναστημένη και δεδοξασμένη ανθρωπίνη φύση του Χριστού και δι’ Αυτής, με την άκτιστη ενέργεια της ανθρωπίνης φύσεως του Χριστού, που είναι η άκτιστη Θεία Χάρις. Αυτή είναι που σώζει, αυτή είναι που ανασταίνει, αυτή που θεραπεύει την ψυχή και το σώμα του ανθρώπου» (π. Ιωάννης Ρωμανίδης).
Τίποτε το κτιστό και άρα φθαρτό π.χ. ηλεκτρονική ταυτότητα δεν μπορεί να εμποδίσει τον άνθρωπο από την κοινωνία της Χάριτος του Θεού μέσα στην Εκκλησία διά των μυστηρίων, παρά μόνο η «παραμορφωμένη» πνευματική του κατάσταση. Όσοι θεοχαρίτωτοι μαρτύρησαν και μαρτυρούν για τον Χριστό μέχρι σήμερα είχαν και έχουν ως προτεραιότητα την ειλικρινή αγαπητική σχέση με τον Χριστό και τους συνανθρώπους τους και δεν ασχολούνται με το οποιοδήποτε κτιστό κρατικό ή δημόσιο έγγραφο όσες πληροφορίες περί αυτών και αν αναγράφει αυτό.
Ας σταματήσουν λοιπόν όλοι αυτοί οι αρνητές της παραλαβής των νέων ηλεκτρονικών ταυτοτήτων, οι μη σεβόμενοι την εντολή του Χριστού «αποδώστε στον Kαίσαρα εκείνα που ανήκουν στον Kαίσαρα, και στον Θεό εκείνα που ανήκουν στον Θεό», να αναβιώνουν νέο-βαρλααμιτικές δοξασίες εκμεταλλευόμενοι την θεολογική απαιδευσιά των απλών και ευσεβών χριστιανών, αναβίωση η οποία έχει δυσμενείς συνέπειες στη ζωή των συνανθρώπων μας και του κοινωνικού συνόλου.