Η Νιγηρία είναι το πολυπληθέστερο κράτος της Αφρικής (~ 212 εκ. κάτοικοι), με τον πληθυσμό της να είναι σχεδόν ίσα μοιρασμένος μεταξύ μουσουλμάνων και χριστιανών. Στο Βορρά πλειοψηφούν οι μουσουλμάνοι, στο Νότο οι χριστιανοί ενώ στα κεντρικά, στην επονομαζόμενη Μέση Ζώνη, οι πληθυσμοί είναι ανάμεικτοι.
Εδώ και χρόνια, οι χριστιανοί στις βόρειες και κεντρικές περιοχές της χώρας υφίστανται άγριες και μαζικές διώξεις, οι οποίες, σύμφωνα με αρκετές οργανώσεις, συνιστούν γενοκτονία. Επιθέσεις λαμβάνουν χώρα σχεδόν σε καθημερινή βάση, κυρίως στις πολιτείες Taraba, Kaduna, Plateau, Benue, Adamawa, Gombe, Nasarawa και Kogi.
Ένοπλοι κάνουν επιδρομές σε χωριά και τα πυρπολούν αφού προηγουμένως κλέψουν ζώα και περιουσίες, εισβάλλουν σε εκκλησίες και σχολεία, απαγαγουν και δολοφονούν άνδρες, γυναίκες και παιδιά, ακόμη και νεογέννητα βρέφη. Ανήλικα κορίτσια απάγονται, υποδουλώνονται, βιάζονται, αναγκάζονται να αλλαξοπιστήσουν και παντρεύονται παρά τη θέλησή τους.
Υπολογίζεται ότι μέσα σε 12 χρόνια, 10 εκατομμύρια Χριστιανοί έχουν ξεριζωθεί από τον τόπο τους και έχουν βρει καταφύγιο σε πιο ασφαλείς περιοχές της χώρας, 13.000 εκκλησίες και 1.500 σχολεία έχουν καταστραφεί. Σύμφωνα με στοιχεία της International Society for Civil Liberties and Rule of Law, τουλάχιστον 43.000 άτομα έχουν δολοφονηθεί ενώ η International Committee on Nigeria ανεβάζει τον αριθμό των θυμάτων μεταξύ 2010-2020 στις 52.000.
Παρά τους περιορισμούς στην κυκλοφορία λόγω της πανδημίας της νόσου του κορωνοϊού, οι επιθέσεις την τελευταία χρονική περίοδο βαίνουν αυξούμενες. Κατά το διάστημα Ιανουαρίου-Ιουλίου 2021, τουλάχιστον 3.462 έχασαν τη ζωή τους, περίπου 3000 απήχθησαν και 300 εκκλησίες δέχθηκαν επίθεση.
Θύτες είναι η Μπόκο Χαράμ, μέλη της φυλής Φουλάνι και το παρακλάδι του ισλαμικού κράτους στη Δυτική Αφρική (ISWAP). Η Μπόκο Χαράμ είναι μια τζιχαντιστική οργάνωση που έχει χαρακτηριστεί τρομοκρατική από τις ΗΠΑ και την ΕΕ, η οποία δρα στη βόρεια Νιγηρία και σε γειτονικές χώρες (Τσαντ, Νίγηρα, Καμερούν).
Στόχος της είναι η εγκαθίδρυση ενός ισλαμικού χαλιφάτου στα πρότυπα του ISIS στη Συρία και το Ιράκ. Προς τούτο, προσπαθεί να ξεριζώσει κάθε στοιχείο δυτικού τρόπου ζωής.
Σημειώνεται ότι εκτός από χριστιανούς, στο στόχαστρό της, αν και σε μικρότερη κλίμακα, βρίσκονται και μουσουλμάνοι που απορρίπτουν την εξτρεμιστική ιδεολογία της, ανιμιστές και άθεοι.
Οι Φουλάνι είναι ένα μουσουλμανικό νομαδικό φύλο βοσκών που κατοικεί στα βόρεια της χώρας και στη Μέση Ζώνη. Πραγματοποιούν επιδρομές σε χωριά, κατά κύριο λόγο κατά τη διάρκεια της νύχτας, οπλισμένοι με καλάσνικοφ. Υποστηρίζεται ότι ορισμένες φορές η αγριότητά τους ξεπερνά ακόμη και αυτήν των μαχητών της Μπόκο Χαράμ.
Οι αρχές ασφαλείας κατηγορούνται ότι δεν επεμβαίνουν την ώρα των επιθέσεων για να προστατεύσουν τους αμάχους ή να συλλάβουν και να οδηγήσουν στη δικαιοσύνη τους επιτιθέμενους.
Επίσης, εξαιτίας του γεγονότος ότι τόσο ο πρόεδρος της χώρας, Μουχαμαντού Μπουχάρι, όσο και αξιωματικοί των Ενόπλων δυνάμεων ανήκουν στη φυλή Φουλάνι, υποστηρίζεται ότι οι εξτρεμιστές απολαμβάνουν μιας ιδιότυπης ασυλίας και ότι ενίοτε ο Στρατός συνεργάζεται μαζί τους.
Στην Έκθεση της αμερικανικής Διακομματικής Επιτροπής για τις Θρησκευτικές Ελευθερίες του 2020 επισημαίνεται ότι οι 3 προαναφερθείσες ομάδες απήγαγαν και εκτέλεσαν πολλά άτομα λόγω των θρησκευτικών τους πεποιθήσεων. Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στον αποκεφαλισμό ενός μέλους της Χριστιανικής Ένωσης Νιγηρίας μετά την απροθυμία του να αλλαξοπιστήσει.
Χριστιανικές οργανώσεις τονίζουν ότι απώτερος στόχος των εξτρεμιστών είναι η πλήρης εκδίωξη των χριστιανών από τη βόρεια και κεντρική Νιγηρία και η ισλαμοποίηση της χώρας. Παράλληλα, η Μη Κυβερνητική Οργάνωση Christian Solidarity International υπογραμμίζει ότι «οι χριστιανοί έχουν καταστεί απειλούμενο είδος» σε κάποιες περιοχές της χώρας και έχει εκδώσει από τον Ιανουάριο του 2020 προειδοποίηση για γενοκτονία, καλώντας το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ να αναλάβει δράση.
Ο Gary L. Bauer, μέλος της αμερικανικής Διακομματικής Επιτροπής για τις Θρησκευτικές Ελευθερίες, κρούει τον κώδωνα του κινδύνου. Επισημαίνει ότι η Νιγηρία έχει μετατραπεί σε «πεδίο θανάτου» για τους χριστιανούς. «Κάθε φορά που μια οικογένεια πηγαίνει στην εκκλησία, έχει την οδυνηρή επίγνωση ότι αυτή η επίσκεψη μπορεί να είναι το τελευταίο πράγμα που κάνει στη γη», σημειώνει.
Ωστόσο, η αντίδραση της Δύσης είναι υποτονική έως ανύπαρκτη. Οι εκκλήσεις προς τα Ηνωμένα Έθνη για προστασία των χριστιανικών πληθυσμών δεν έχουν βρει ανταπόκριση έως τώρα. Η μόνη αντίδραση, αν και χωρίς πρακτικό αντίκρισμα, ήλθε από τις ΗΠΑ, το Υπουργείο Εξωτερικών των οποίων συμπεριέλαβε για πρώτη φορά τη Νιγηρία στη λίστα των χωρών ειδικής παρακολούθησης το Δεκέμβριο του 2019 και ένα χρόνο αργότερα στις χώρες ιδιαίτερης ανησυχίας λόγω εμπλοκής και ανοχής σε συνεχείς παραβιάσεις της θρησκευτικής ελευθερίας.
Οι Αρχές της χώρας απορρίπτουν τις κατηγορίες περί στοχοποίησης και γενοκτονίας των χριστιανών, αποδίδοντας τις συγκρούσεις στην κλιματική αλλαγή και στον ανταγωνισμό μεταξύ νομαδικών και αγροτικών κοινοτήτων για τη νομή της γης. Ενώ, όμως, η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι οι επιθέσεις είναι τυχαίες και δεν έχουν θρησκευτικό υπόβαθρο, αδυνατεί να εξηγήσει γιατί οι Φουλάνι σκοτώνουν άοπλους χριστιανούς πολίτες, θρησκευτικούς ηγέτες και λειτουργούς, καταστρέφουν και πραγματοποιούν επιδρομές σε εκκλησίες ακόμη και κατά τη διάρκεια εορτών ή τέλεσης μυστηρίων και, όπως υπογραμμίζουν επιζώντες, χρησιμοποιούν θρησκευτική ρητορική κατά τη διάρκεια των επιθέσεων.
Σε κάθε περίπτωση, η διεθνής κοινότητα πρέπει να εγκαταλείψει τη στάση αδράνειας. Τόσο ο ΟΗΕ όσο και τα δυτικά κράτη οφείλουν να ασκήσουν πιέσεις στη νιγηριανή κυβέρνηση ώστε να θέσει τέρμα στην αιματοχυσία, να λάβει μέτρα για τη διερεύνηση των τελεσθέντων εγκλημάτων και την απονομή δικαιοσύνης, και να προστατεύσει όλους τους πολίτες ανεξαρτήτως θρησκεύματος. Η μη αναγνώριση των δεινών που υφίστανται οι χριστιανοί και η ατιμωρησία των θυτών οδηγεί στη διαιώνιση των εγκληματικών ενεργειών.