Οι δυστυχισμένες γιορτές των ποιητών

Το πονεμένο μας κομμάτι θα έχει πάντα θέση στα Χριστούγεννα
corradobarattaphotos via Getty Images

some kind of nut

the best Christmas I can remember
I was in a tiny room in
Philadelphia
and I pulled down all the
shades
and went to bed
and pulled up the
covers.

there was no telephone.
there were no Christmas cards.
there was no family.
there were no gifts

and I believe that I felt better
than anybody in that
city
and almost anybody
in any of the
cities.

and I celebrated New Year’s
Eve in the same
manner.

Charles Bukowski, 1989, Unpublished poems and writings

***

Ο Τσαρλς Μπουκόφσκι, για όσους δεν τον γνωρίζουν, ήταν ένας ποιητής και συγγραφέας που έζησε στην Αμερική μια περιθωριακή ζωή, συχνά περιπλανώμενος. Έκανε διάφορες δουλειές και έγραφε πολύ προκλητικά. Μου αρέσει πολύ αυτό το ποίημα. Δίνει το δικαίωμα στους ανθρώπους να μην γιορτάζουν καταναγκαστικά, επειδή το διατάζει το ημερολόγιο. Δίνει το δικαίωμα στους ανθρώπους να αποσύρονται, να λυπούνται, να είναι μόνοι, να μη χειροκροτούν εντυπωσιακά πυροτεχνήματα που θα εξαφανιστούν σε ένα δευτερόλεπτο, να μην πιστεύουν ψεύτικους λόγους που αγορεύονται με πάθος και υποκρισία και να μην ακολουθούν σαν τα πρόβατα τα προβλεπόμενα, που κάθε χρόνο είναι τα ίδια ξανά και ξανά.

Μια παρόμοια εικόνα μας παρουσιάζει και ο δικός μας ποιητής, ο Μίλτος Σαχτούρης στο ποίημα του «Τα λυπημένα Χριστούγεννα των ποιητών»:

πόσα

πόσα

Δυστυχισμένα Χριστούγεννα των ποιητών

Δεν θα συνιστούσα, σε όποιον γυρεύει μόνο ευτυχία, ποίηση τα Χριστούγεννα. Όσοι όμως βασανίζονται από κάποια ποιητική φύση δεν γίνεται να μην μελαγχολούν μπροστά στα αμέτρητα φώτα που αναβοσβήνουν τις βραδιές των γιορτών στους δρόμους ή μπροστά στον ανθρώπινο πόνο που τέτοιες μέρες φαντάζει τρανταχτός δίπλα στην υπερβολική ωραιοποίηση αυτών των ημερών.

Έχει γράψει και ο Μπρεχτ ένα ποίημα για τους πονεμένους των γιορτών με τίτλο «Φτάνουν Χριστούγεννα»:


(…) Κρασί ζεσταίνουμε, παλιό και δυνατό.
κάνει καλό με τέτοιον άγριο καιρό.
Ζεστό κρασί, ξύλα στην πόρτα καρφωμένα.
Έξω, ουρλιάζουνε αγρίμια θυμωμένα.
Κοπιάστε, αγρίμια, να κρυφτείτε απ’ το χιονιά:
Ούτε τ’ αγρίμια έχουνε ζεστή φωλιά.
Θα ρίξουμε τα πανωφόρια στη φωτιά,
να γίνει η φλόγα της για λίγο πυρκαγιά,
να ζεσταθούμε ενώ θα καίγεται η στέγη,
να ζούμε, όταν το σκοτάδι πια θα φεύγει.
Κόπιασε, άνεμε -εκεί έξω πώς αντέχεις;
Κι εσύ κουράστηκες, κι εσύ σπίτι δεν έχεις.

Αυτές τις ημέρες, στα ζεστά μας σαλόνια κάποια στιγμή κάποια τηλεόραση θα ανοίγει και θα μπαίνουν ξαφνικά μέσα οι εικόνες των πολέμων. Οι δημοσιογράφοι θα φωνασκούν και εμείς θα ρίχνουμε μια φευγαλέα ματιά στην οθόνη την ώρα που θα λέμε κάποιο αστείο. Κάποια καλοντυμένη κυρία, την ώρα που απαριθμούν τον αριθμό των νεκρών παιδιών, θα κοιτάζει με λύπη μια παγέτα που έπεσε από το φόρεμά της στο πάτωμα. Όμως, υπάρχουν και στην ιστορική μνήμη της δικής μας χώρας μαύρα Χριστούγεννα.

To 1952 ο Τέλος Άγρας έγραψε το ποίημα «Χριστούγεννα 1948»:

Σημαία

ακόμη τα δίκανα

στημένα στους δρόμους

τα μαγικά σύρματα τα σταυρωτά

και τα σπίρτα καμένα

και πέφτει η οβίδα

στη φάτνη

του μικρού Χριστού (…)

Δεν θα ήθελα να χαλάσω την εορταστική διάθεση κανενός, σε όλους μας αξίζει η ξεκούραση και η χαρά. Όμως, η ίδια η ιστορία των Χριστουγέννων είναι ποιητική όσο τίποτα και απίστευτα μελαγχολική. Η ιστορία των Χριστουγέννων μιλάει για διωγμό, για κρύο, για την ελπίδα που τρεμοπαίζει όπως ένα αστέρι. Η ιστορία των Χριστουγέννων μιλά για την υπέρβαση μπροστά στον απόλυτο τρόμο, για αυτούς που ψάχνουν τον δρόμο και για την υπόκλιση που πρέπει να κάνουν οι δυνατοί στο ευάλωτο.

Ίσως τελικά, τα λυπημένα γραπτά των ποιητών να φωτίζουν πάντα κάτι μέσα μας. Γιατί τα αληθινά Χριστούγεννα δεν γίνεται να μην ενέχουν το πονεμένο μας κομμάτι. Μέσα από αυτό ξεπροβάλλει η δύναμή μας και η ελπίδα μας. Δεν μπορούν να μην ενέχουν μια ματιά στον πόνο του διπλανού, γιατί η ανθρώπινη επαφή είναι αυτή που μας σώζει. Δεν μπορούν να μην ενέχουν τη συνειδητοποίηση της πραγματικότητας γύρω μας και ναι, η πραγματικότητα δεν είναι σαν τις γλυκανάλατες ταινίες που παίζονται κάθε χρόνο στην τηλεόραση.

Πάνω από όλα τα Χριστούγεννα δεν μπορούν να μην ενέχουν τη συνειδητοποίηση της πραγματικότητας που έχουμε μέσα μας. Όλα τα συναισθήματα είναι αποδεκτά, μπορούμε να θυμώνουμε τα Χριστούγεννα ή να κλαίμε, μπορούμε να φοβόμαστε και να μένουμε λίγο μόνοι κάτω από τα σκεπάσματα. Μπορούμε φυσικά να φοράμε και παγιέτες και ό,τι μας κάνει να νιώθουμε όμορφα. Αρκεί να είμαστε ειλικρινείς με τον εαυτό μας και με τους άλλους, αρκεί σε έναν κόσμο που γίνεται όλο και πιο ψεύτικος, να μπορούμε να είμαστε περισσότερο αληθινοί.

Δημοφιλή