Με ανοιχτή, ακόμη, την ημερομηνία (ίσως και την ατζέντα) της έναρξης των διερευνητικών συνομιλιών Αθήνας και Άγκυρας , εταίροι και σύμμαχοι δείχνουν να έχουν επιστρέψει στην «γραφειοκρατική μακαριότητα» που διαταράχτηκε, στα τέλη Ιουλίου, από την επιμονή της Άγκυρας να επιβάλλει τους δικούς της όρους στη ΝΑ Μεσόγειο και τις οχλήσεις Αθήνας (και Λευκωσίας) για μια «ευρωπαϊκή απάντηση» με κυρώσεις, που θα συνέτιζε την Τουρκία.
Μετά από σχεδόν δύο μήνες έντασης στα νερά και στον ουρανό του Αιγαίου η Τουρκία δείχνει να επιμένει σε μια συμπεριφορά που απάδει αυτής μιας χώρας που επιδιώκει το διάλογο ,ενδιαφέρεται ειλικρινά για σχέσεις καλής γειτονίας με την Ελλάδα και ετοιμάζεται να προσέλθει σε συζητήσεις. Τελευταίο γεγονός η εξαγγελία (της Άγκυρας και όχι της Τουρκοκυπριακής Διοίκησης) για το άνοιγμα των Βαρωσίων.
Η ρητορική της Άγκυρας και η συνολική της δραστηριότητα εκπέμπουν σαφή μηνύματα αμφισβήτησης και ανατροπής του status quo στη Μεσόγειο, τα Βαλκάνια και στη Μέση Ανατολή και αυτό είναι ήδη αντιληπτό (τώρα περισσότερο από ποτέ) από τις Ηνωμένες Πολιτείες αλλά και από τη Γαλλία που ,ωστόσο, διαμορφώνουν διαφορετική στάση: Στάση αναμονής για την Ουάσινγκτον και ευθείας αντίδρασης για το Παρίσι.
Γερμανία, Ιταλία και Ισπανία (για να μιλήσουμε για τις μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες) επιλέγουν να τηρήσουν στάση ευμενούς «ουδετερότητας» καθοδηγούμενες από μια , μάλλον ατυχή, αντίληψη διασφάλισης (η έστω μη διακινδύνευσης) των εμπορικών τους συμφερόντων.
Η ελληνοτουρκική κρίση του περασμένου καλοκαιριού κλιμακώθηκε επικίνδυνα και όχι τυχαία από την Άγκυρα καθώς ο αντικειμενικός της σκοπός ήταν η συνολική «αλλαγή πλαισίου».
Αυτό που επέτυχε η Τουρκία είναι η ανάδειξη ενός θέματος που εως πρότινος απασχολούσε τις εσωτερικές σελίδες και ενίοτε ορισμένα πρωτοσέλιδα στις τουρκικές εφημερίδες. Πλέον, το ζήτημα της αποστρατιωτικοποίησης απέκτησε το «λούστρο» της διαφοράς, ενεγράφη σε πλείστα υπηρεσιακά και επίσημα έγγραφα (ακόμα και ως σημείωση) και έφτασε να σχολιαστεί από τον υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ Μ.Πομπέο.
Η διατύπωση νέων διαφορών , η «τοποθέτησή» τους και οι απαιτήσεις που τις συνοδεύουν αποτελούν ένα νέο διαπραγματευτικό πλαίσιο. Ακόμα και στην περίπτωση που δεν θα τεθεί άμεσα , θα υπάρχει για να θυμίζει ή να «απειλεί» πως συνιστά μια αξίωση από την πλευρά της Άγκυρας.
Η νέα ποιοτική αναβάθμιση των διεκδικήσεων της Τουρκίας μπορεί να στοίχισε ακριβά αλλά κανείς από το επιτελείο του Ταγιπ Ερντογάν δεν θα δυσαρεστηθεί: Μερικές φορές αξίζει να επενδύσεις μακροπρόθεσμα έστω και κάτω από την πίεση της υποχώρησης της τουρκικής λίρας και της «οικονομικής στενότητας» που πιέζει τον τούρκο ηγέτη.
Η Άγκυρα στη διάρκεια των τελευταίων δύο μηνών
Διεθνοποίησε τις απαιτήσεις της με ορισμένο (ή ευλογο για εκεινη) κόστος
«Επέβαλε» μια δική της ατζέντα θεμάτων εις ευήκοον όλων (Ευρωπαίων , Ρώσων και Αμερικανών)
«Υποχρέωσε» την Ουάσινγκτον αλλά και τη Μόσχα να «ακούσουν» τις απαιτήσεις αλλά και τα επιχειρήματα της
Η «αποστρατικοποίηση» των νησιών του Αιγαίου δεν είναι πλέον σύνθημα ακραίων κύκλων της γειτονικής χώρας αλλά αξίωση που «αναγνωρίζεται» από ΗΠΑ και Ρωσία καθώς Ουάσιγκτον και Μόσχα ακούν και μιλούν για αυτή. Μάλιστα, διατυπώνονται και προωθημένες και πιο «λειτουργικές» λύσεις από τους ίδιους τους εταίρους και συμμάχους μας: Ποιος θα αγνοήσει τις «κομψές» νύξεις για «μείωση του στρατιωτικού αποτυπώματος» (sic) που αποδίδονται στον αμερικανό υπουργό Εξωτερικών, τις προτάσεις για «αποθήκευση» συγκεκριμένων οπλικών συστημάτων (sic) από τις δυνάμεις στα Ελληνικά νησιά αλλά και τις πληροφορίες της σοβαρής Frankfurter Allgemeine Zeitung (FAZ) πως το ΝΑΤΟ προτείνει (;) συγκεκριμένες ζώνες πτήσεων (!!!) στο Αιγαίο! Ουσιαστικά, αυτή η πρόταση είναι μια νεοπαγής εξαίρεση από τον καθολικό κανόνα του Διεθνούς Δικαίου που δεν επιτρέπει το δικαίωμα της «αβλαβούς διέλευσης» για τα πολεμικά αεροσκάφη !!!
Ασκώντας για αυτόν ακριβώς το λόγο καιροσκοπική πολιτική, η Τουρκία μετά από έναν και πλέον μήνα ρητορικών απειλών αλλά και έντονης στρατιωτικής δραστηριότητας στις περιοχές άσκησης δικαιωμάτων Ελλάδας και Κύπρου, «άλλαξε» συμπεριφορά σε μια προσπάθεια να αποφύγει τις ευρωπαϊκές κυρώσεις. Και αυτό έχει άμεση σχέση με την ισχυρή εμπλοκή του Βερολίνου αλλά και του ΝΑΤΟ, που προσέφερε τη λύση των τεχνικών συζητήσεων ώστε να εξουδετερωθεί κάθε προσπάθεια σοβαρής και αποτελεσματικής πολιτικής απέναντι στην Τουρκία.
Ακόμα και η σφοδρή επιθυμία συμμάχων όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, να εκμηδενίσουν τον κίνδυνο διάρρηξης της ΝΑ πτέρυγας του ΝΑΤΟ δεν μπορεί να κρύψει την επιμονή της γερμανικής πατρωνίας περί διαλόγου (οποιουδήποτε διαλόγου ;) στον οποίο άλλωστε επενδύει όχι μόνον η προεδρία της χώρας στην ΕΕ (συγκυριακά) αλλά και το ίδιο το Βερολίνο (διαχρονικά) για λόγους προφανείς που εκτείνονται από την μακρά προϊστορία των δύο χωρών , Γερμανίας και Τουρκίας, έως τη στενή οικονομική σχέση.
Η Άγκυρα επέτυχε να απομακρυνθεί προσώρας από το πεδίο με μικρές σχετικά ζημιές (πλην της τεχνικής και λειτουργικής απώλειας της φρεγάτας Kemal Reis) καθώς απέφυγε τις κυρώσεις. Έχασε όμως σημαντικό πολιτικό «έρμα» αξιοπιστίας έναντι συμμάχων και η πρόσφατη απόπειρα Ερντογάν να επαναπροσεγγίσει τον Γάλλο πρόεδρο είναι δηλωτική της τουρκικής αδυναμίας να εξασφαλίσει κέρδη στο παραδοσιακό ανατολίτικο «παζάρι»…
Βέβαια, η Άγκυρα δείχνει να αμφιβάλλει για την αξιοπιστία των ευρωπαϊκών απειλών και αυτό άλλωστε έδειξε η ρητορική της που σχεδόν είχε προεξοφλήσει την «απροθυμία» της ΕΕ να επιβάλει κυρώσεις! Επενδύει λοιπόν στην ίδια αναθεωρητική τακτική και στη λογική της προβολής ισχύος, η οποία έως στιγμής φαίνεται πως αποδίδει για την Τουρκία ή τουλάχιστον αποδίδει με ένα κόστος το οποίο –επί του παρόντος- είναι πρόθυμη να καταβάλλει.