Οι ήχοι της πόλης από τον Δημήτρη Καμαρωτό

Project ATLAS: Αθήνα (ΣΙΩ) – Παρίσι – Καρλσρούη
,
,

Ενα εξαιρετικά σύνθετο και φιλόδοξο δημιουργικό σχέδιο το οποίο προετοιμαζόταν για περισσότερο από έναν χρόνο φτάνει επιτέλους στην στιγμή της υλοποίησης του. Το Project ATLAS είναι μια ιδέα του μαθηματικού αλλά επίσης και συνθέτη και ερευνητή στο γαλλικού IRCAM – δηλαδή του πιθανότατα ακόμα και σήμερα σημαντικότερου διεθνώς οργανισμού μελέτης, έρευνας και πειραματισμού πάνω στην μουσική, τον ήχο και την σχετική με αυτά τεχνολογία – Carmine – Emanuele Cella με το IRCAM να αποτελεί την έδρα και τον βασικό διοργανωτή του.

Στη βάση της η ιδέα αυτή (που φέρει τον απολύτως επεξηγηματικό υπότιτλο «Μια ηχητική χαρτογραφία της Ευρώπης») ήταν η πραγματοποίηση παράλληλων και ταυτόχρονων συναυλιών σε τρεις πόλεις με πρωτότυπα έργα ισάριθμων συνθετών καθένα από τα οποία θα εμπνεόταν από την πόλη του δημιουργού του. Για τον σκοπό αυτό το IRCAM απευθύνθηκε σε δύο φορείς με τους οποίους ήδη συνεργάζεται, το ZKM στην Καλσρούη της Γερμανίας και την Στέγη Ιδρύματος Ωνάση στην Αθήνα, οι οποίοι πρότειναν αντίστοιχα τον Valerio Tricoli και τον Δημήτρη Καμαρωτό για να συμπληρώσουν την τριάδα μαζί με τον ίδιο τον Carmine – Emanuele Cella στο Παρίσι. Η προετοιμασία του εγχειρήματος απαίτησε την πολύ στενή συνεργασία των φορέων και των συνθετών υπό τον κεντρικό συντονισμού του IRCAM και ήταν ένας τεχνολογικός καταρχήν αλλά εν πολλοίς και δημιουργικός άθλος ο οποίος όμως έφτασε σε αίσιον πέρας, την πραγματοποίηση το βράδυ της Παρασκευής 13 Δεκεμβρίου στις στις 9 ώρα Ελλάδας (αν και η ώρα προσέλευσης, ειδικά για την Αθήνα, είναι 8.30 μ. μ.) των τριών ταυτοχρόνων συναυλιών.

.
.
.

Συνομίλησα με τον Δημήτρη Καμαρωτό - ο οποίος αποδεικνύεται εκ των πραγμάτων και για μιαν ακόμα φορά ότι είναι ο εκπρόσωπος της ελληνικής μουσικής πρωτοπορίας με διεθνή ακτινοβολία περισσότερη από οποιονδήποτε άλλον ανάλογο του - συνολικά για το τόσο καινοτόμο Project ATLAS και κυρίως βέβαια για το εξαιρετικά ενδιαφέρον και πρωτότυπο, τόσο στην σύλληψη/γραφή όσο και στην εκτέλεση του, δικό του έργο που έχει τον εύγλωττο τίτλο «Μουσική είναι η πόλη».

Υποθέτω ότι ήταν το IRCAM που επέλεξε εσένα και τους άλλος δύο συνθέτες για το Project ATLAS και σας το ανέθεσε αλλά νομίζω ότι έχει μεγάλη σημασία το αν η ιδέα για το έργο το οποίο θα παρουσιάσεις προϋπήρχε και μετά την ανάθεση απλά την χρησιμοποίησες στο project προσαρμόζοντας την σε αυτό ή προέκυψε εξαιτίας και ειδικά για αυτό;

Για να βάλουμε τα πράγματα με στην σειρά τους, το IRCAM πρότεινε αυτό το πλαίσιο ανάπτυξης συνεργασίας, ο C. E. Cella πρότεινε μια πιο συγκεκριμένη πρόταση συνεργασίας με τις βασικές παραμέτρους για την σύμπραξη τριών συνθετών από διαφορετικές πόλεις με έργα για την πόλη καθενός. Οι δύο άλλοι φορείς, η ΣΙΩ και το ZKM, πρότειναν τους δικούς τους συνθέτες, και, από την αρχή, την Μαρίνα Γιώτη για την δημιουργία και τον έλεγχο του βίντεο για όλο το project. Η δική μου συμμετοχή, λόγω της παλαιάς σχέσης μου με το IRCAM, έγινε αμέσως αποδεκτή από τον βασικό διοργανωτή και αρχίσαμε την πρακτική συνεργασία για το ATLAS τον Σεπτέμβριο του ’18. Η σχέση που έχω και το ενδιαφέρον μου να διερευνώ σε κάθε ευκαιρία περισσότερο τον χώρο μιας μουσικής που χρησιμοποιεί φυσικούς ήχους, τους μεταφέρει σε άλλο τόπο και τους συνδυάζει με τους «τυπικούς» της μουσικής, όπως όργανα και ηλεκτρονικά, είναι δεδομένη και πρακτικά εφαρμοσμένη σε κάθε παραγωγή που κάνω, είτε στα πλαίσια μια παράστασης είτε σε συναυλία. Εδώ έχουμε μια σύνθετη, μοναδική από πλευράς συνδυασμού μέσων, συναυλία.

.
.

Ανεξάρτητα από τις προθέσεις του εμπνευστή του ποια είναι για εσένα προσωπικά η φιλοσοφική σημασία και αξία του Project ATLAS και αντίστοιχα ποια πιστεύεις ότι είναι η ανάλογη σημασία του, τι θέλει να δείξει στο ακροατήριο της Αθήνας και βέβαια και των δύο άλλων πόλεων;

Το Σχέδιο ATLAS, για να αποφύγουμε να χρησιμοποιούμε συνέχεια τον όρο project, ήταν αρκετά ανοιχτό ώστε να μπορέσουμε να το διαμορφώσουμε έτσι ώστε να υπάρχει αρκετό ελεύθερο δημιουργικό χώρο στους συμμετέχοντες. Η αρχική αποδοχή ότι δεν θα κάνουμε ένα είδος μουσικού αυτοσχεδιασμού από τρεις πόλεις αλλά τρία πλήρη έργα με κοινό θέμα και κοινές στιγμές ήταν καθοριστική. Τώρα, φτάνοντας στην στιγμή της συναυλίας, νομίζω ότι καθένας από εμάς, οι τρεις συνθέτες και η βίντεο δημιουργός, έχουμε να παρουσιάσουμε κάτι που είναι απολύτως προσωπικό και πλήρες. Το πόσο αυτό το προσωπικό εμπεριέχει και τους άλλους, τις άλλες πόλεις και, το πιο ευαίσθητο και σημαντικό, τους κατοίκους τους, είναι το πιο ιδιαίτερο στοιχείο της πρότασης του ATLAS.

..
..

Ειδικά για την συναυλία της Αθήνας ας φανταστούμε ότι έχουμε την δυνατότητα να μετατρέψουμε το κοντινό περιβάλλον, τον περίγυρο, μιαν ολόκληρη πόλη ξεκινώντας από τους ήχους. Αυτό θα μπορούσε, σε έναν ιδεατό κόσμο, να διαμορφώσει τις συνήθειές μας, τελικά ίσως και τον εαυτό μιας πόλης. Ακολουθώντας αυτή την μυθική αφήγηση στην συναυλία μας ένας περιπατητής/εξερευνητής αναζητά δημόσιους χώρους όπου η ιδιαιτερότητα της πόλης μπορεί να επιτρέψει, με ήπιο τρόπο, την συνύπαρξη και συναναστροφή. ¨Όταν δεν τους βρίσκει τους δημιουργεί με την «μαγική μηχανή» της μουσικής. Στην πράξη μια ομάδα δώδεκα κατοίκων της πόλης μας εκπαιδεύτηκε, εξοπλίστηκε και ηχογράφησε σε υψηλή ποιότητα όλων των ειδών τους ήχους της Αθήνας. Είναι η προσωπική «ματιά», το ενδιαφέρον καθενός για κάτι, που εμπλούτισε την σύνθεσή μου και όλο το εγχείρημα. Αυτοί οι ήχοι – όχι όλοι βέβαια γιατί είναι υλικό συνολικής διαρκείας τουλάχιστον μίας εβδομάδας - συντέθηκαν σε ένα αραιό ηχητικό νέφος που φτάνει στο ακροατήριο από ένα νέο σύστημα ηχείων το οποίο έχει εγκατασταθεί στην αίθουσα. Μετά, όπως η μουσική αφήγηση προχωρά, αρμονικές συχνότητες εξάγονται από τους φυσικούς ήχους και τροφοδοτούν ένα σύνολο μουσικών οργάνων, χωρίς όμως τους εκτελεστές τους, που βρίσκονται στη σκηνή. Εκεί έχει αναπτυχθεί στο IRCAM, ειδικά για την συναυλία του ATLAS – ΑΘΗΝΑ, ένα ηλεκτρομηχανικό σύστημα που συντονίζει τις χορδές και τα ηχεία των οργάνων και με μικρόφωνα επιστρέφουν στους ακροατές σε μίξη με τους φυσικούς ήχους. Αυτά είναι τα αναγκαία μέσα και διαδικασία για να αφηγηθούμε μια ιστορία, σχεδόν χωρίς λόγια, μόνο με κάποιες μικρές σημειώσεις που προβάλλονται σαν να είναι το ημερολόγιο του περιπατητή//εξερευνητή της πόλης μας.

.
.
.

Πόσο εύκολη ή δύσκολη ήταν η συνεργασία σου με τους άλλους δύο συνθέτες, όχι ως προσωπικότητες αλλά από καθαρά δημιουργικής, μουσικής και εκτελεστικής πλευράς, συνολικά ως; προς την παράσταση;

Η συνεργασία ήταν δύσκολη αλλά όχι λόγω χαρακτήρα ή συμπεριφοράς κάποιου αλλά γιατί εμείς οι ίδιοι περιγράψαμε και υποστηρίξαμε ένα δύσκολο στόχο, το να πραγματοποιήσουμε μιαν απόλυτα διασυνδεδεμένη συναυλία σε τρεις πόλεις, με θέμα καθενός την δική του και όπως γίνεται αισθητή μέσω των ήχων της από τους κατοίκους της αλλά, παράλληλα και ταυτόχρονα, να είναι τρία αυτόνομα, πλήρη και προσωπικά μουσικά έργα. Ήταν δύσκολο αλλά επειδή ήμασταν αυστηροί και σύμφωνοι ότι δεν θα φύγουμε καθόλου από όσα πιστεύουμε από την αρχή σαν οδηγό της συνεργασίας έχω την αίσθηση ότι είμαστε όλοι κοντά σε αυτό που φανταστήκαμε από την αρχή.

Για να έρθουμε και στην ουσία του θέματος, ποια θεωρείς ότι είναι η μουσικολογική και δημιουργική σημασία του για καθέναν από εσάς, για το κοινό κάθε μιας πόλης αλλά και συνολικά για το ευρωπαϊκό;

Μιλώντας από την θέση του συνθέτη αγγίζουμε νέες δυνατότητες αλλά αυτές δεν είναι οι τεχνολογικές. Οποιαδήποτε νέα τεχνική, τεχνολογία, διασυνδεσιμότητα, γίνεται σημαντική μόνον αν επιτρέπει μια μεγαλύτερη ελευθερία του δημιουργού που προκύπτει από την ευκολία χρήσης και την συνδυαστικότητα των μέσων. Αυτή η διαδικασία του νέου, που μπορεί να συνδυάζει κάτι πολύ παλαιό με κάτι απόλυτα νεοφερμένο, όταν δημιουργεί μιαν ευκολία υλοποίησης μιας σύλληψης σε κάτι το οποίο μπορείς να μοιραστείς με ένα κοινό είναι αναγκαία και είναι αυτό που με κύματα κάνει την μουσική να προχωρεί,, να αλλάζει και να παραμένει κρίσιμη για την ισορροπία του συστήματος που μας περιέχει.

..
..

Το εύρημα του ενόργανου συνόλου που δεν αποτελείται από ανθρώπινα χέρια προέκυψε μετά την ολοκλήρωση του έργου ή υπήρχε εξαρχής και είναι δομικό στοιχείο της σύνθεσης;

Το ενόργανο σύνολο που εμπλουτίσθηκε αργότερα και με κάποιες δικές μου ηχητικές κατασκευές ήταν η βασική ιδέα από την πρώτη ημέρα που έμαθα για το ATLAS. Φαντάστηκα τον κόσμο στην αίθουσα της ΣΙΩ να βρίσκεται περιτριγυρισμένος από τους ήχους της Αθήνας με αυτό το σύνολο οργάνων αλλά δίχως μουσικούς στην σκηνή. Μετά συνειδητοποίησα ότι δεν ήταν καινούριο για εμένα. Το 2010 συμμετείχα, μαζί με τον Μιχαήλ Μαρμαρινό στα εγκαίνια της ΣΙΩ. Τότε, στην ίδια αίθουσα, πρότεινα και υλοποιήσαμε με την Καμεράτα μιαν εναρκτήρια στιγμή όπου ακούγαμε την ορχήστρα να παίζει από το βυθισμένο αλλά όπως ανέβαινε βλέπαμε ότι όλα τα όργανα ήταν εκεί αλλά δεν υπήρχαν μουσικοί ενώ ταυτόχρονα οι μουσικοί και ο μαέστρος πλησίαζαν και συνέχισαν χωρίς να διακοπεί η μουσική.

Ανεξάρτητα όμως από όλα αυτά, κατά πόσον η virtual ορχήστρα συνιστούσε δυσκολία για την γραφή και την ανάπτυξη του έργου και κατά πόσον πρόκληση η οποία σε ώθησε για άλλη μια φορά να υπερβείς κάποια ακόμα δημιουργικά και εκτελεστικά όρια σου;

Η ορχήστρα εδώ δεν είναι virtual. Ως τέτοια εννοούμε μιαν ορχήστρα όταν την υποκαθιστούμε με μια ηχογράφηση ή με ήχους συνθετικούς που μιμούνται τα όργανα σε αυτή την περίπτωση όμως δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο. ¨Όλα είναι πραγματικά και μπροστά μας με φυσικό τρόπο αλλά είναι «άλλα όργανα», για παράδειγμα υπάρχει ένα συναυλιακό πιάνο αλλά ο τρόπος που ενεργοποιείται ηχητικά δεν είναι αυτός που χρησιμοποιεί ο πιανίστας. Δεκάδες μικρές και μεγάλες ειδικές συσκευές το συντονίζουν και παράγουν έναν ήχο πολύ διαφορετικό από αυτόν που έχουμε συνηθίσει να ακούμε από το συγκεκριμένο όργανο.

.
.

Τέλος αναμένεις ίσως να εκπλαγείς και ο ίδιος κάποιες στιγμές κατά την διάρκεια της παράστασης ή έχεις ήδη αντιμετωπίσει και διαχειριστεί όλες τις πιθανές και μη «εκπλήξεις» και γνωρίζεις πολύ καλά τι θα ακουστεί και τι θα φανεί αύριο βράδυ; Και αντίστοιχα, τι να περιμένει το ακροατήριο και με ποια διάθεση θα του πρότεινες να προσέλθει;

Οι εκπλήξεις μου από την συναυλία ελπίζω να είναι μόνο καλές! Στην ουσία δεν περιμένουμε περισσότερες εκπλήξεις από ό,τι σε ένα άλλο σύνθετο, ορχηστρικό ή ηλεκτρονικό, έργο διάρκειας μιας ώρας. Υπάρχει μια απόλυτα λεπτομερής παρτιτούρα και πρόβες που γίνονταν με τις ολοκληρωμένες μορφές και των τριών παράλληλων έργων ήδη από τον Ιούλιο. Εκείνο που είναι ανοιχτό είναι η ερμηνεία. Το υλικό που θα παιχτεί είναι συγκεκριμένο αλλά ο τρόπος που ελέγχεται για να επιτευχθεί το αναμενόμενο αποτέλεσμα είναι ζωντανή εκτέλεση η οποία εξαρτάται από πολλούς παράγοντες και μέσα που χειρίζομαι σε πραγματικό χρόνο από το κέντρο της αίθουσας για να έχω πλήρη και ακριβή ακρόαση. Τέτοιοι παράγοντες είναι οι αρμονικές και η ενεργοποίηση των οργάνων αλλά και η παρουσία των άλλων πόλεων σε συγκεκριμένες στιγμές. Η διάθεση του ακροατηρίου είναι από την φύση της ελεύθερη όμως έκανα μια προσπάθεια στην δική μας συναυλία να υπάρχει ένα πρώτο βήμα, μια εισαγωγή. Έτσι στο φουαγιέ της ΣΙΩ λειτουργούν εδώ και δέκα ημέρες δύο ηχητικές εγκαταστάσεις που δημιουργήσαμε μαζί με την αρχιτέκτονα Εύα Μανιδάκη, τα «ηχητικά δένδρα», αναφορικά με τις άλλες δύο πόλεις. Στην αίθουσα, πριν την συναυλία και για μισή ώρα, θα υπάρχει μια ηχητική μίξη των ήχων της Αθήνας που θα περιτριγυρίζει σε χαμηλή ένταση το κοινό. Θέλω να υπογραμμίσω ότι δεν είναι μια συναυλία που απευθύνεται σε εξειδικευμένο ή με ειδικά μουσικά ενδιαφέροντα κοινό. Απευθύνεται στους κατοίκους της πόλης που θέλουν να βρεθούν στο κέντρο μιας μουσικής αφήγησης με αντικείμενο την Αθήνα και, την ίδια στιγμή, με ανοιχτό «παράθυρο», στο Παρίσι και την Καρλσρούη.

Εγώ θα έλεγα ένα ανοιχτό «παράθυρο» στο πως διαμορφώνεται ο ευρωπαϊκός πολιτισμός και κυρίως η αστική κουλτούρα σήμερα, στην απολύτως τωρινή συγκυρία και συνθήκες, με τον ήχο/μουσική στη θέση του τζαμιού και σε τρεις ενδεικτικές ευρωπαϊκές πόλεις. Προσωπικά αισθάνομαι τυχερός για το ότι η Αθήνα είναι μια από αυτές και ομολογώ ότι ανυπομονώ όσο λίγες φορές να «κοιτάξω» από το συγκεκριμένο παράθυρο.

.
.
|

Δημοφιλή