Η αντιμετώπιση κάθε φασιστικής συμπεριφοράς στην ατομική ζωή παραμένει δυστυχώς το πρώτο πρόταγμα των κοινωνιών ακόμη και σήμερα.
NurPhoto via Getty Images

Φαίνεται πως μετά την πρωτόδικη απόφαση για τη Χρυσή Αυγή κλείνει ένας κύκλος. Το μεγάλο ερώτημα είναι κατά πόσον τα διαδραματιζόμενα γεγονότα αυτού του κύκλου μας δίδαξαν ως κοινωνία κάτι ή σε λίγο θα ξεχαστούν και ένα σημαντικό ποσοστό θα ξαναπέσει στην παγίδα των μηδενιστικών εσμών και των κάθε λογής –ισμών.

Η Χρυσή Αυγή γεννήθηκε μέσα στα συντρίμμια που άφηνε πίσω του το μεταπολιτευτικό πολιτικό σύστημα, της διαφθοράς, της διαπλοκής, της οικογενειοκρατίας, των ημετέρων των γραμμητζίδων, αλλά και της κοινωνίας της απάθειας, του βολέματος, της αστακομακαρονάδας, της φοροδιαφυγής, του αυθαίρετου και της ανομίας που τις περισσότερες φορές λάμβανε χώρα με αίσθηση δικαίου.

Στην ίδια λογική γεννήθηκαν κι άλλες υποοομάδες, όπως του δεν πληρώνω, καθώς και το μεγάλο πολύχρωμο πλήθος που με θυμό, οργή, αγανάκτηση και άκριτο στρουθοκαμηλισμό, κραύγαζε στην Πλατεία Συντάγματος «να καεί να καεί το μπ……. Η βουλή».

Σαφώς ένα μικρό ποσοστό στην Ελληνική κοινωνία διαχρονικά και ας το πούμε «ιδεολογικά» δεν μας είχε αφήσει να ξεχάσουμε ότι υπάρχουν οι νοσταλγοί των ναζιστών και των φασιστών, όπως παλιότερα η ΕΠΕΝ κ.α. Ακόμη και ομάδες διάφορες που κρύβονταν μέσα στα Κοινοβουλευτικά κόμματα βρήκαν αφορμή, με την κατάρρευση του παλιού πολιτικού συστήματος μετά το 2010, να βγουν μπροστά και να δηλώσουν ότι είναι παρόν, εντασσόμενοι στο μόρφωμα της Χ.Α.

Ένα πρώτο ερώτημα που τίθεται είναι αν έχει ευθύνες το πολιτικό σύστημα γι αυτή την εξέλιξη.

Η απάντηση προκύπτει αβίαστα και γέρνει προς τη θετική κατεύθυνση, λαμβάνοντας υπόψη τον τρόπο που πολλοί πολιτεύτηκαν μεταπολιτευτικά. Αυτό βέβαια αποτελεί αιτιολόγηση του φαινομένου κι όχι δικαιολογία για όσους έκαναν αυτές τις επιλογές.

Ένα δεύτερο ερώτημα είναι αν η κοινωνία έχει τη δική της ευθύνη (κατά το μέρος που της αναλογεί) με τη σιωπηρή αποδοχή αυτού του μορφώματος για μεγάλο διάστημα και το χειρότερο με την επιλογή των εκατοντάδων χιλιάδων που το στήριξαν.

Κι εδώ η απάντηση είναι θετική.

Το τρίτο ερώτημα αφορά τη δικαιοσύνη και το κατά πόσο θα μπορούσε να παρέμβει νωρίτερα και να σταματήσει με τα δικά της μέσα την παράνομη και σε αρκετές περιπτώσεις (όπως αποδείχτηκε στο Δικαστήριο) εγκληματική δραστηριότητα της ΧΑ.

Εδώ η απάντηση δεν είναι εύκολη, γιατί αφενός το δικαστικό σύστημα στη Χώρα μας έχει γίνει ένας δυσκίνητος οργανισμός και αφετέρου απέχει αρκετά από τον ρόλο που του δίνει το Σύνταγμα και ο νομικός μας πολιτισμός (ένας από τους τρείς) ως πυλώνας εξουσίας.

Είναι τεράστια η συζήτηση που έχει αναπτυχθεί γύρω από το θέμα και δεν μπορεί να εξεταστεί στα πλαίσια ενός άρθρου. Θα πρέπει να θυμίσω όμως ότι για να φτάσουμε σήμερα σε αυτό το αποτέλεσμα ( έστω μετά από επτά χρόνια- τεράστιο διάστημα για μια τέτοια ειδικά δίκη) χρειάστηκε η παρέμβαση της εκτελεστικής εξουσίας η οποία συγκέντρωσε όλες τις επιμέρους δικογραφίες και τις έστειλε στη δικαιοσύνη ( ως κοινή δράση συγκεκριμένης οργάνωσης) από όπου άρχισε να ξετυλίγεται το κουβάρι.

Κατά την ταπεινή μου άποψη αυτό θα έπρεπε να αποτελεί καθήκον της Δικαιοσύνης, η οποία θα έπρεπε να έχει το αισθητήριο, τη γνώση, και τη θέληση σε ανάλογες περιπτώσεις να παρεμβαίνει πιο δυναμικά και πιο αποτελεσματικά.

Το φαινόμενο της Χρυσής Αυγής μπορεί να μπήκε στο «χρονοντούλαπο της Ιστορίας», αλλά κανείς να μην θεωρήσει ότι η δική μας κοινωνία αλλά και οι αντίστοιχες Ευρωπαϊκές δεν έχουν μπροστά τους πολύ δρόμο από την τελική καταδίκη και περιθωριοποίηση αυτών των –ισμών ( ναζισμού- φασισμού).

Δεν πρέπει να ξεχνάμε τα τεράστια ποσοστά των ακροδεξιών κομμάτων σε όλες τις Χώρες της Ευρώπης (σε μία ήπειρο που πλήρωσε ακριβά και με πολύ αίμα αυτές τις δράσεις) πολλά από τα οποία βρίσκονται και σε Κυβερνητικά έδρανα.

Η αντιμετώπιση του Ναζισμού και του Φασισμού αλλά και κάθε φασιστικής συμπεριφοράς στην ατομική ζωή, στην οικογένεια, στην κοινωνία, στους επαγγελματικούς χώρους, παραμένει δυστυχώς το πρώτο πρόταγμα των κοινωνιών ακόμη και σήμερα.

Από την άλλη η αποδοχή των κανόνων της Πολιτείας των δημοκρατικών θεσμών και των αποφάσεων της πλειοψηφίας (αυτό είναι άλλωστε η Δημοκρατία) και του σεβασμού στους κανόνες και τους νόμους που έχουν τεθεί ως δίκαιο σε ένα Κράτος Δικαίου, δεν μπορεί συνεχώς και με κάθε αφορμή να αμφισβητούνται από (έστω δυναμικές) μειοψηφίες, οι οποίες με κάθε ευκαιρία προσπαθούν ακόμη και με τη βία να επιβάλλουν στην πλειοψηφία τις μειοψηφικές τους απόψεις.

Αυτό έκανε η Χρυσή Αυγή και γι αυτό καταδικάστηκε «όχι γιατί είχε τη συγκεκριμένη ιδεολογία αλλά για το γεγονός ότι αυτή την μειοψηφική στην κοινωνία άποψη ( και δράση) προσπάθησε ΜΕ ΤΗ ΒΙΑ να την επιβάλει στην πλειοψηφία».

Αυτό είναι ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά του Φασισμού και δεν πρέπει να το ξεχνά κανείς.

Ας κοιταχτούμε λοιπόν όλοι στον καθρέφτη.

Με κάθε αφορμή οι μειοψηφίες αυτές ροκανίζουν τα θεμέλια της Δημοκρατίας, γι αυτό η κοινωνία με οποιονδήποτε μανδύα κι αν εμφανίζονται πρέπει να τις κρατά πάντα στο περιθώριο και η Πολιτεία να μεριμνά ούτως ώστε να είναι ακίνδυνες για τη Δημοκρατία.

Δημοφιλή