Στο πλαίσιο του 2 Growthfund Summit του Υπερταμείου / Growthfund που έγινε στην Αθήνα, ο Μιχάλης Αργυρού, πρόεδρος του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, εκτίμησε ότι για το 2024 οι επενδύσεις ως ποσοστό του ΑΕΠ θα προσεγγίσουν το 18%, όταν το 2019 ήταν λίγο κάτω από 11% και το 2023 έφτασαν σχεδόν στο 16%.
«Η αύξηση των επενδύσεων είναι πολύ σημαντική γιατί αυξάνουν το δυνητικό ΑΕΠ, δηλαδή την ικανότητα της χώρας να παράγει, αλλά είναι σημαντικό και για λόγους παραγωγικότητας -που είναι κι αυτό ένα μεγάλο στοίχημα για την οικονομική πολιτική- διότι χωρίς παραγωγικότητα δεν μπορούμε να αυξήσουμε τους πραγματικούς μισθούς και κατά συνέπεια το βιοτικό επίπεδο», επισήμανε.
Ως προς τη χρησιμότητα ενός Εθνικού Επενδυτικού Ταμείου, που θα τεθεί σε πλήρη λειτουργία το δεύτερο εξάμηνο του 2025, ο Μιχάλης Αργυρού εστίασε στις ιδιαίτερα καινοτόμες επενδύσεις στις οποίες για να κινητοποιηθούν ιδιώτες μέσω των χρηματαγορών αλλά και άλλα οχήματα, όπως τα venture capitals, χρειάζονται έναν διαμοιρασμό το υψηλού ρίσκου. «Το Νέο Επενδυτικό Ταμείο μπορεί να χρηματοδοτήσει πολύ καινοτόμες επενδύσεις στέλνοντας και ισχυρά σήματα για το τι αποτελεί προτεραιότητα για μία επενδυτική προσπάθεια, όπως στους τομείς των πράσινων επενδύσεων, της καινοτομίας, των μεταφορών, της αλυσίδας εφοδιασμού κ.ά.», υπογράμμισε.
«Εμείς είμαστε το sovereign fund of funds της Ελλάδας, είπε ο Δρ. Χάρης Λαμπρόπουλος, Πρόεδρος της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΑΤΕ, πρ. ΤΑΝΕΟ) και σε έναν σύντομο απολογισμό, ανέφερε ότι το χαρτοφυλάκιο της ΕΑΤΕ περιλαμβάνει 32 νέα σχήματα, συν αυτά που λειτουργούσαν από το Equifund 1, με 1,8 δισ. ευρώ υπό διαχείριση.
«Από τα 2,1 δισ. που διαχειριζόμαστε για λογαριασμό του Ελληνικού Δημοσίου, εμείς έχουμε δεσμεύσει σε αυτά τα 32 σχήματα 805 εκατ. ευρώ και έχουν αντλήσει άλλο 1 δισ. ιδιωτικά κεφάλαια. Είμαστε το απόλυτο παράδειγμα σύμπραξης δημόσιου και ιδιωτικού τομέα στα κεφάλαια επιχειρηματικών συμμετοχών, καθώς έχουμε εμπεδωθεί πλέον και ως ο αξιόπιστος θεσμικός συνεπενδυτής σε αυτόν τον τομέα», επισήμανε ο Χάρης Λαμπρόπουλος. Εξέφρασε την πεποίθηση ότι ως το τέλος του 2024 θα έχουν ολοκληρωθεί οι συμβάσεις για ακόμα 4 ταμεία, με την ΕΑΤΕ να ξεπεράσει το 1 δισ. σε δεσμεύσεις και ακόμη 1,2 δισ. ιδιωτικών κεφαλαίων, φτάνοντας σε 2,2 δισ. υπό διαχείριση.
Έκανε λόγο για μία «ιστορική ευκαιρία» για την Ελλάδα από την αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και του ΕΣΠΑ, τονίζοντας την αναγκαιότητα ιδιωτικής συμμετοχής. «Δικός μας ρόλος και του νέου Επενδυτικού Ταμείου είναι να λειτουργήσουμε ως καταλύτης για την αξιοποίηση αυτών των πόρων».
Στη διεθνή εμπειρία κρατικών Επενδυτικών Ταμείων, που διαθέτουν μία κλίμακα ενεργητικού από κάποιες εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ ως και 1,5 τρισεκατομμύρια όπως αυτό της Νορβηγίας, αναφέρθηκε η Αλεξάνδρα Κονίδα, Managing Director, Head of Multinationals & Regional ESG Lead for Global Banking, HSBC Continental Europe. Προχώρησε στην κατάταξη αυτών σε τρεις βασικές κατηγορίες:
-εκείνα που στηρίζουν με χρηματοδοτήσεις με ευνοϊκότερου όρους από την αγορά επενδύσεις και έργα στρατηγικής σημασίας, που δεν μπορούν να χρηματοδοτηθούν με αμιγώς εμπορικά κριτήρια, εστιάζοντας σε δημόσια αγαθά και υπηρεσίες με κοινωνικό αποτύπωμα.
-εκείνα που δρουν με κριτήριο την οικονομική απόδοση και αναλαμβάνουν πρόσθετο ρίσκο, προκειμένου να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις προσέλκυσης ιδιωτικών κεφαλαίων από το εγχώριο σύστημα και από το εξωτερικό, όπως το στρατηγικό Fund της Ιρλανδίας με 18,5 δισ. ενεργητικό, που πρόσφατα ανακοίνωσε δύο νέα funds για την επένδυση στους τομείς της κλιματικής αλλαγής και των υποδομών με αρχικό κεφάλαιο 2 δισ. και των νέων τεχνολογιών με αρχικό κεφάλαιο 8,5 δισ.
-εκείνα που δρουν με καθαρά με εμπορικό χαρακτήρα και στόχο τη μέγιστη δυνατή απόδοση, τέτοια είναι της Μέσης Ανατολής και της Νορβηγίας.