Διευθυντές και πολιτικοί συντάκτες των έξι ευρωπαϊκών εκδόσεων (αγγλική, ιταλική γαλλική, ισπανική, γερμανική και ελληνική) της HuffPost - ανάμεσα τους και ο δικός μας Αντώνης Φουρλής - γράφουν για το διακύβευμα των Ευρωεκλογών της 26ης Μαΐου αναφορικά με την ακροδεξιά και τα ποσοστά που θα λάβει σε αυτή την εκλογική αναμέτρηση, η οποία αποδεικνύεται πιο κρίσιμη από ποτέ.
Βερολίνο - Ακμπαρ Σαχίντ Αχμέντ
Η 27η Μαΐου θα είναι μια μεγάλη μέρα για το χαλαρά ενωμένο λαϊκιστικό κίνημα των ακροδεξιών πολιτικών, που έχει ταρακουνήσει τις φιλελεύθερες δημοκρατίες παγκοσμίως και ενέπνευσε το φόβο μιας δραματικής στροφής προς τον βίαιο εθνικισμό και τους κραδασμούς στην παγκόσμια τάξη.
Ο κόσμος θα γνωρίζει μέχρι τότε εάν οι περισσότεροι από 500 εκατομμύρια ψηφοφόροι σε ολόκληρη την Ευρώπη έχουν δει τις προσδοκίες τους να εκπληρώνονται και θα δώσουν στους αυτοαποκαλούμενους εθνικιστές μια ιστορική εξουσιοδότηση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το όργανο που ρυθμίζει και συμβάλλει στη διαμόρφωση των πολιτικών της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Τα ριζοσπαστικά δεξιά κόμματα και οι λαϊκοί ήρωές τους, όπως ο αντιπρόεδρος της ιταλικής κυβέρνησης, Ματέο Σαλβίνι, πιθανότατα θα χαίρονται, επιδεικνύοντας τα αποτελέσματα ως απόδειξη ότι συνεχίζουν να κερδίζουν δύναμη και υποστήριξη, μετά τις νίκες - ορόσημα για την ιδεολογία τους στις ΗΠΑ, την Βρετανία, την Ιταλία και άλλα έθνη. Η επιτυχία τους πιθανώς θα ενθουσίσει τους πνευματικούς συμμάχους τους στο εξωτερικό, από τον Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ μέχρι τον Βλαντιμίρ Πούτιν στη Ρωσία.
Αλλά η άκρα δεξιά θα προετοιμάζεται επίσης για δύσκολες νέες ευθύνες και εξονυχιστικό έλεγχο - και στην πραγματικότητα ότι οι ιδέες τους, όπως και οι περιορισμένες προσπάθειες σε διεθνείς συνεργασίες όπως η Ε.Ε, παραμένουν περιθωριακές: η μεγάλη πλειοψηφία του κοινοβουλίου πρόκειται να παραμείνει υπέρ της Ε.Ε. και θα κυριαρχείται από παραδοσιακά, περισσότερο κεντρώα κόμματα.
Δεν είναι πλέον ιδιαίτερα περίεργο ή εντυπωσιακό το γεγονός ότι οι λαϊκιστές μπορούν να κερδίσουν ψήφους. Αυτό που μετρά και θα μπορούσε να έχει αντίκτυπο σε δισεκατομμύρια ανθρώπους πέρα από τα σύνορα της Ευρώπης είναι το πόσο πολύ η επιρροή τους θα τους επιτρέψει να επαναπροσδιορίσουν την ατζέντα της ηπείρου και να εξυπηρετήσουν στόχους όπως η ακόμη πιο σκληρή αντιμετώπιση των μεταναστών και των μειονοτήτων, όπως οι μουσουλμάνοι, η υποβάθμιση θεμάτων όπως τα ανθρώπινα δικαιώματα και η αλλαγή του κλίματος ως λιγότερο σημαντικά από την εθνική κυριαρχία.
Οι πολιτικοί και οι αναλυτές παρακολουθούν εκ του σύνεγγυς εάν η άκρα δεξιά θα διατηρήσει ένα από τα μεγαλύτερα πλεονεκτήματα της: την επιρροή της στην πολύ μεγαλύτερη διεθνή κέντρο-δεξιά. Προσπαθώντας να μιμηθούν τους επαναστατικούς λαϊκιστές για να μην χάσουν τους ψηφοφόρους τους, οι καθιερωμένες πολιτικές δυνάμεις της δεξιάς βοήθησαν να νομιμοποιηθούν τα επιχειρήματα των εθνικιστών και μάλιστα να μετατραπούν σε κανόνα - ενισχύοντας την παγκόσμια επιτυχία των αντιεξουσιαστικών στοιχείων, με τον ίδιο τρόπο με τον οποίον οι Ρεπουμπλικανοί στις ΗΠΑ προώθησαν την ατζέντα του Στιβ Μπάνον και του Στέφεν Μίλερ, οι Συντηρητικοί της Βρετανίας τροφοδότησαν την πιο ακραία πτέρυγα και το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα σε επίπεδο ΕΕ ανέχτηκε τις αντιδημοκρατικές και συχνά κινήσεις μίσους του ηγέτη της Ουγγαρίας, Βίκτορ Ορμπάν.
Το ερώτημα για την κεντροδεξιά είναι αν αυτή συμμαχία το αξίζει εκλογικά και αν μπορεί να συνεχίσει να ακολουθεί τις πολιτικές που θέλει - σε μεγάλο βαθμό υπέρ των επιχειρήσεων, συχνά κοινωνικά συντηρητικές - χωρίς τελικά να εξαλειφθεί ή να αναγκαστεί να στηρίξει τοξικές πτυχές της ακροδεξιάς προσέγγισης, όπως η υποκίνηση φυλετικών εντάσεων ή η συσχέτιση με βίαιες ομάδες.
Ο κεντροδεξιός καγκελάριος της Αυστρίας, Σεμπάστιαν Κούρτς, πρότεινε να δείξει πώς ένας ακόμη πιο στενός συνασπισμός με τη ριζοσπαστική δεξιά θα μπορούσε να λειτουργήσει, σχηματίζοντας κυβέρνηση με το Κόμμα των Ελεύθερων - κάτι που ιστορικώς αποτελούσε ταμπού για τη χώρα του. Τώρα η κυβέρνησή του κατέρρευσε στην αποκάλυψη ότι ο ακροδεξιός αναπληρωτής του συζητούσε τους παράνομους τρόπους για να τονώσει το κόμμα του με μια γυναίκα που του παρουσιάστηκε ως ανιψιά Ρώσου μεγιστάνα - και υπάρχει ένα κύμα νέας ανησυχίας στο ευρωπαϊκό πολιτικό φάσμα σχετικά με το τι σημαίνει να έχουμε τέτοιους πολιτικούς στην εξουσία.
Εν τω μεταξύ, οι αντίπαλοι των λαϊκιστών ψάχνουν για τη δική τους φρέσκια δημοτικότητα. Τα πράσινα κόμματα, τα οποία μαζί με την περιβαλλοντική τους εστίαση κατέχουν αριστερές απόψεις για την πολυπολιτισμικότητα και άλλα ζητήματα, εκτιμάται ότι θα τα καταφέρουν καλύτερα από ποτέ σε όλη την Ευρώπη και ο Γάλλος Πρόεδρος Εμμανουήλ Μακρόν εργάζεται για να ενώσει κεντρώους ηγέτες και ψηφοφόρους της ηπείρου ενάντια στην ακροδεξιά , τόσο για να εκπληρώσει το όραμά του για την ευρωπαϊκή ενότητα όσο και για να πάει κόντρα στον εγχώριο αντίπαλό του.
Οι λαϊκιστές έχουν συγκεντρώσει πρωτοφανή δύναμη λέγοντας για χρόνια ότι θέλουν μια εναλλακτική λύση σε ένα καθεστώς που που παρουσιάζουν ως αναποτελεσματικό και επικίνδυνο. Χωρίς να βρίσκονται μέσα στο σύστημα, μπόρεσαν να συνεχίσουν να προωθούν την αντίληψη ότι είναι πραγματικά σε επαφή με τις επιθυμίες των πολιτών, χωρίς να απαντούν σε ερωτήσεις όπως το πώς θα χειριστούν την λαϊκή δυσαρέσκεια για τις πολιτικές τους, τι θα κάνουν για τις διαφωνίες στο εσωτετικό του κινήματός τους σε θέματα όπως ο ρόλος της κυβέρνησης στην οικονομία, ή το μείζον ζήτημα του τι θα κάνουν οι υπερεθνικιστές για τον κόσμο πέρα από τα εθνικά τους σύνορα, εκτός από το να τον κατακρίνουν.
Τώρα βρίσκονται από μέσα - είναι καιρός να δείξουν τι θα ακολουθήσει.
Ρώμη - Τζιάνι Ντελ Βέκιο, αρχισυντάκτης HuffPost Italia
Πριν από ένα χρόνο η Ιταλία έγινε η πρώτη ηγετική ευρωπαϊκή χώρα στην πρόσφατη ιστορία, στην οποία τόσο λαϊκίστικες όσο και προφανώς αντιευρωπαϊκές δυνάμεις κατάφεραν να πάρουν την εξουσία. Και, παρά την 12μηνη τραυματική παραμονή στην εξουσία και την γιγάντωση των διαιρέσεων μεταξύ των εταίρων του συνασπισμού, η ακροδεξιά Λέγκα του Βορρά με την αντιμεταναστευτική γραμμή και το αντιεξουσιαστικό κίνημα των πέντε αστέρων (M5S) εξακολουθούν να είναι μαζί ακόμα στην κυβέρνηση - σε μια χώρα όπου οι πρωθυπουργοί αλλάζουν σχεδόν σε ετήσια βάση.
Σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες δημοσκοπήσεις, η στήριξη προς το κόμμα του αντιπροέδρου της κυβέρνησης και υπουργού Εσωτερικών, Mατέο Σαλβίνι, είναι ισχυρή περίπου στο 30%, ενώ το κόμμα M5S του έτερου αντιπροέδρου Λουίτζι Ντι Μάιο συγκεντρώνει 22%. Ωστόσο, η ισορροπία μεταξύ των δυνάμεων μετατοπίστηκε: Λόγω της ικανότητας του Σαλβίνι να εκμεταλλευτεί τους φόβους για τη μετανάστευση και το έγκλημα, η Λέγκα κέρδισε πόντους τους τελευταίους 12 μήνες, ενώ το M5S παρουσίασε σημαντική πτώση. Αξίζει να σημειωθεί ότι κατά τη διάρκεια των ιταλικών γενικών εκλογών του 2018, η Λέγκα βρισκόταν στο 17%, ενώ το M5s έγινε το πλειοψηφικό κόμμα με το 32% των ψήφων. Είναι ένα αποτέλεσμα που πιθανόν συνέβαλε στην αποτροπή βίαιων συγκρούσεων στους δρόμους της Ιταλίας, όπως συμβαίνει με το κίνημα των κίτρινων γιλέκων στη Γαλλία. Στην πραγματικότητα, οι δυνάμεις κατά του καθεστώτος βρίσκονται στο κοινοβούλιο - δεν χρειάζεται να βρίσκονται στο δρόμο.
Ωστόσο, σε μια ένδειξη του νέου «πολιτικού φυσιολογικού» της Ιταλίας, τα δύο κυρίαρχα κόμματα δείχνουν πολύ μεγαλύτερη ικανότητα καθορισμού της ατζέντας από τους λεγόμενους «εμπορικούς» ανταγωνιστές τους. Ο Σαλβίνι και ο Ντι Μάτζιο κατάφεραν να αναλάβουν την κυριότητα των θεμάτων που συνήθως συνδέονται με την παραδοσιακή αριστερά και δεξιά, δηλαδή το κεντροδεξιό κόμμα Forza Italia, του τέσσερις φορές πρωθυπουργού Σίλβιο Μπερλουσκόνι, και του σοσιαλδημοκρατικού Partito Democratico. Ο Σαλβίνι, αναμφισβήτητα μια από τις ισχυρότερες φιγούρες της Ευρώπης, ελέγχει την ασφάλεια των συνόρων και τη μετανάστευση, ενώ ο κυβερνητικός του εταίρος Ντι Μάιο, που εγκατέλειψε το πανεπιστήμιο και ζούσε στο πατρικό του μέχρι και πριν πέντε χρόνια, ηγείται στα αστικά δικαιώματα και τις προσπάθειες της κυβέρνησης να καταφέρει να νικήσει την οικονομική και κοινωνική ανισότητα. Είναι τέτοια η δύναμή τους, που παρόλου που κυβερνούν μαζί, παίζουν ταυτόχρονα τον ρόλο της πλειοψηφίας και της αντιπολίτευσης. Ενώ τα αντίπαλα κόμματα Partito Democratico και Forza Italia βρίσκονται στο περιθώριο της πολιτικής συζήτησης, ο Ντι Μάιο και ο Σαλβίνι συγκρούονται καθημερινά, με αυξημένες εντάσεις μεταξύ των δύο πλευρών, οδηγώντας σε ερωτήματα σχετικά με το εάν ο συνασπισμός τους μπορεί πραγματικά να επιβιώσει μακροπρόθεσμα. Πράγματι, εάν ο συνασπισμός της Ιταλίας επρόκειτο να αποτύχει, θα οφειλόταν στην αυτοκαταπολέμησή του και όχι στη δύναμη των παραδοσιακών κομμάτων.
Εχουν καταφέρει οι δύο λαϊκιστικές δυνάμεις να τηρήσουν τις υποσχέσεις που έκαναν κατά τη διάρκεια της εκστρατείας; Ναι και Οχι. Μέχρι στιγμής, και οι δύο έχουν κατορθώσει να εγκρίνουν τα βασικά μέτρα: το M5S εισήγαγε ένα εισόδημα για τους πολίτες, το οποίο αποσκοπούσε στη μείωση της φτώχειας των χαμηλόμισθων, μαζί με περικοπές μισθών για τους βουλευτές.
Η Λέγκα έχει κερδίσει μεταρρυθμίσεις που μειώνουν την ηλικία συνταξιοδότησης από τα 67 στα 62 για εκατομμύρια πολίτες, επέκτειν την νομική προστασία αυτοάμυνας για τα θύματα εγκληματικών πράξεων και περιόρισε τα δικαιώματα ασύλου. Στην πραγματικότητα, οι νέες αφίξεις προσφύγων στην Ιταλία έχουν μειωθεί αισθητά από τότε που ο Σαλβίνι ανέλαβε τα σύνορα της χώρας τον Ιούνιο. Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, μόνο 348 μετανάστες έχουν φτάσει μέχρι στιγμής φέτος, ποσοστό μειωμένο κατά 94% σε σύκγριση με την ίδια περίοδο το 2018 και κατά 98% σε σχέση με το 2017 - αν και αξίζει να ρωτήσετε με τι κόστος. Οι διεθνείς οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων σημειώνουν ότι η προσέγγιση του Σαλβίνι να περικόψει τις ιταλικές επιχειρήσεις διάσωσης για απελπισμένους ναυαγούς αιτούντες άσυλο και να στηριχθεί στις καταπιεστικές δυνάμεις της Λιβύης για να τους κρατήσει πίσω έχει πιθανώς βλάψει δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους.
Παρίσι - Τζέφρι Κλαβέλ, Πολιτικός συντάκτης, HuffPost France
Παρά το γεγονός ότι αποδυναμώνεται από νομικά πισωγυρίσματα, μια σειρά από αποτυχίες και αυξημένο ανταγωνισμό για να κερδίσει την ψήφο κατά του καθεστώτος, η ηγέτης της γαλλικής ακροδεξιάς, Μαρίν Λε Πεν, κατόρθωσε να πλασαριστεί ως η μόνη «χρήσιμη ψήφος» που μπορεί να τιμωρήσει τον μη δημοφιλή πρόεδρο, Εμμανουήλ Μακρόν, στην προεκλογική εκστρατεία των ευροεκλογών. Στο κλίμα αβεβαιότητας που δημιούργησε η κρίση με τα «κίτρινα γιλέκα» η Λε Πεν διατήρησε την εκλογική της βάση, ενώ οι κύριοι αντίπαλοί της είδαν τα ποσοστά τους να πέφτουν.
Το ακροδεξιό κόμμα Εθνικός Συναγερμός μάχεται τώρα στήθος με στήθος με το κεντρώνο Η Δημοκρατία Μπροστά του Μακρόν και πλησιάζει το στόχο του να γίνει το κόμμα, που ήταν γνωστό ως Εθνικό Μέτωπο, νούμερο ένα στη Γαλλία. Ακόμα και η προσωπική συμμετοχή του Μακρόβ στην εκστρατεία έδωσε στην ΛΕ Πεν την ευκαιρία να μετατρέψει τις ευρωπαϊκές εκλογές σε έναν «τρίτο γύρο» της ψηφοφορίας για τις προεδρικές εκλογές. «Εάν ο Μακρόν χάσει αυτές τις εκλογές, τότε θα πρέπει να φύγει», είπε.
Αλλά η ισχυρή της θέση δεν αποτελεί ακόμα θρίαμβο. Από το 2014, όταν το Εθνικό Μέτωπο (FN) κέρδισε τις ευρωεκλογές στη Γαλλία με 24,8% των ψήφων, δεν έχει καταφέρει να ακολουθήσει τις υποσχέσεις του. Η Λε Πεν έχει ξεχάσει τώρα την υπόσχεσή της ότι δήθεν θα εγκατέλειπε την Ε.Ε., λόγω των ανησυχιών με το κωμικοτραγικό παράδειγμα του Brexit, και ελπίζει να αποδείξει στους ψηφοφόρους ότι μπορεί να αποδώσει, ενώνοντας τις δυνάμεις της με άλλους υπερεθνικιστές όπως ο Ιταλός Ματέτο Σαλβίνι.
Μαζί με τον πρώην σύμβουλο του Ντοναλντ Τραμπ, Στιβ Μπάνον, ο οποίος υποστήριξε την εκστρατεία της προκαλώντας αμηχανία αλλά και την αντίδραση των οπαδών του Μακρόν που την κατηγορούν για συνεργασία με τους υπέρμαχους της «λευκής υπεροχής» και την ιταλική ακροδεξία, υποστηρίζει την ιδέα του Σαλβίνι να ενώσει τις ριζοσπαστικές δυνάμεις στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Ωστόσο, παραμένουν εκτός παιχνιδιού δυνητικοί συμμάχοι ζωτικής συμμαχίας, όπως ο Ούγγρος ηγέτης Βίκτορ Ορμπαν, ο οποίος δήλωσε ρητά ότι δεν θα σχηματίσει συμμαχία με τη Λε Πεν. Μένει να δούμε αν ο Σαλβίνι θα θυσιάσει τη σχέση του με τη Λε Πεν για να σχηματίσει έναν συνασπισμό με άλλα αντισυστημικά στοιχεία - περιορίζοντας έτσι την επιτυχία της ακόμα και αν αυτή έρθει με το μέγεθος που αναμένεται στη Γαλλία.
Λονδίνο - Νεντ Σίμονς, Πολιτικός Συντάκτης HuffPost UK
Στη Βρετανία, αυτές οι εκλογές δεν έπρεπε να συμβούν. Η Τερέζα Μέι είχε υποσχεθεί να απομακρυνθεί από το Ηνωμένο Βασίλειο από την ΕΕ έως τις 29 Μαρτίου 2019. Αλλά η άρνηση των βουλευτών να υποστηρίξουν τη συμφωνία της Brexit έχει οδηγήσει σε μεγάλη καθυστέρηση. Οι εκλογές στις 23 Μαΐου θα θεωρηθούν σε μεγάλο βαθμό ως δεύτερο δημοψήφισμα. Όλα τα μάτια θα είναι στραμμένα στον αριθμό των ψήφων που θα πάρουν τα προ-Brexit κόμματα και πόσους από τις πλευρές τους παίρνουν τα pro-Βremain.
Το αδιέξοδο στο οποίο έχει οδηγηθεί το Westminster, έχει κατηγορηθεί για την μεγάλη άνοδο του νέου λαϊκιστικού Κόμματος Brexit του Νάιτζελ Φάρατζ. Ξεκίνησε μόλις πριν από ένα μήνα και γρήγορα πήρε κεφάλι στις δημοσκοπήσεις - με την υποστήριξη των απογοητευμένων ψηφοφόρων που ζητούν την έξοδο της χώρας (Leave). Τώρα έχει πάνω από 100.000 μέλη - που αποτελεί εντυπωσιακό αριθμό για ένα βρετανικό πολιτικό κόμμα. Ο Φάρατζ διασχίζει τη χώρα για να μιλήσει σε συγκεντρώσεις γεμάτες υποστηρικτές.
Το κυβερνών Συντηρητικό κόμμα, που διοικείται από την Μέι, έχει πολύ χαμηλά ποσοστά. Μια έρευνα έδειξε ότι είχε πέσει τόσο χαμηλά όσο η πέμπτη θέση. Τρία από τα πέντε συντηρητικά μέλη έχουν προτείνει ότι θα ψηφίσουν για έναν υποψήφιο για το κόμμα Brexit. Όπως και το 40% των συντηρητικών συμβούλων. Ο βουλευτής Huw Merriman περιμένει το κόμμα να πάρει την ”απόλυτη πικρία”.
Πολλοί θα ερμηνεύσουν μια νίκη του Farage ως μήνυμα από τους ψηφοφόρους ότι θέλουν μια συμφωνία Brexit. Θα προσθέσει επίσης πίεση από το κόμμα της να εγκαταλείψει την αρχηγία η Μέι.. Έχει ήδη συμφωνήσει με το κόμμα της να καθορίσει ένα χρονοδιάγραμμα για την αναχώρηση της ως πρωθυπουργός. Το καλοκαίρι είναι σχεδόν βέβαιο πως θα έχουμε εκλογική διαδικασία για την ανάδειξη νέου αρχηγού . Ο Μπόρις Τζόνσον, πρώην υπουργός των Εξωτερικών, και ένας από τους ηγέτες της εκστρατείας της εξόδου (Leave) είναι το φαβορί.
Το Εργατικό Κόμμα του Jeremy Corbyn είναι πιθανό να έρθει στη δεύτερη θέση. Αλλά το κόμμα είναι βαθιά χωρισμένο. Η ηγεσία, ανησυχώντας για την απώλεια ψήφων από τις περιοχές της χώρας που τάσσονται υπέρ της εξόδου ( Leave ), δεσμεύεται να προχωρήσει στο Brexit. Ωστόσο, καλοβλέπει την δυνατότητα και στηρίζει την πιθανότητα ενός δεύτερου δημοψηφίσματος προκειμένου να μην χάσουν τις ψήφους των πολιτών που θέλουν την παραμονή της χώρα στην Ευρωπαϊκή Ενωση (Remainers). Αλλά ένα μεγάλο κομμάτι Εργατικών Βουλευτών, και η πλειονότητα των μελών της βάσης, θέλουν μια σταθερή δέσμευση για μια λεγόμενη Λαϊκή Ψηφοφορία. Ο Corbyn προειδοποίησε πρόσφατα σε μια συνάντηση των βουλευτών του ότι το κόμμα «αιμορραγούσε» ψήφους υπέρ των απροκάλυπτων υποστηρικτών της παραμονής (Remain), των Φιλελεύθερων και των Πράσινων.
Μαδρίτη - Γκιγιέρμο Ροντρίγκεζ, αρχισυντάκτης HuffPost Spain
Υπάρχει ένα σύνθημα που οι Ισπανοί πάντα χρησιμοποιούν για να αισθάνονται μοναδικοί και που έχει μεταφερθεί από τη μία γενιά στην άλλη. ”Η Ισπανία είναι διαφορετική”, λέγεται και γράφεται στα αγγλικά. Η αλήθεια είναι αυτή. Για παράδειγμα, όσον αφορά την εμφάνιση αντιευρωπαϊκών κομμάτων που αμφισβητούν ή τουλάχιστον ασκούν έντονη κριτική στην μονιμότητα της Ισπανίας στην ΕΕ. Υπάρχει μόνο μία ομάδα, η οποία είναι δεμένη στην άκρα δεξιά, η οποία θα μπορούσε σήμερα να αποτελεί απειλή για τον γάμο Ισπανίας-ΕΕ: Vox.
Παρά το γεγονός ότι ο ηγέτης του κόμματος αναγνωρίζει δημόσια τη συμπαράστασή του για το Salvini ή της Le Pen, ο αντιεβραϊσμός του Vox είναι εξαιρετικά ελαφρύς σε σύγκριση με αυτόν στη Γαλλία και την Ιταλία. Δεν πρόκειται για την αποχώρηση από την ΕΕ, ούτε για την προσπάθεια να μπει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προκειμένου να την καταστρέψει από μέσα. Πάνω απ ’όλα, πρόκειται για την αμφισβήτηση του ρόλου της ΕΕ, αναγνωρίζοντας ότι, παρά τις θετικές ιδιότητες, χρειάζεται κάποιες σημαντικές βελτιώσεις.
Παρόλο που μοιάζει με ένα χαλαρό αντιευρωπαϊσμό (που στην ουσία αυτό είναι), όταν το βλέπετε από ευρωπαϊκή σκοπιά, το Vox, θεωρείται ακραίο στην Ισπανία. Αυτό συμβαίνει επειδή κάθε πολιτικό κόμμα δεν υπερασπίζεται αυστηρά το ευρωπαϊκό εγχείρημα. Δεν μιλούν για μεταρρύθμιση, αλλά μάλλον για τη συγκάλυψη των προβλημάτων που μπορεί να υπάρχουν. Η Ισπανία είναι άψογα μια φιλοευρωπαϊκή χώρα.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο, βασιζόμενοι στο γεγονός ότι η Ευρώπη δεν τίθεται υπό αμφισβήτηση, οι επόμενες εκλογές της Κυριακής θα γίνουν περισσότερο σε εθνική κλίμακα και όχι σε ευρωπαϊκή κλίμακα. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο η ακροδεξιά, η οποία είχε μια τέτοια αύξηση στις γενικές εκλογές - είναι ήδη η πέμπτη δύναμη στην Ισπανία, η οποία έχει 24 βουλευτές και πάνω από 2,6 εκατομμύρια ψήφους, σε ποσοστό 10,26%) - % των ψήφων και 5 έδρες, σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις.
Κατά τη διάρκεια της εκστρατείας για τις εκλογές αυτές, η κύρια κριτική που ασκεί η Vox στην ΕΕ επικεντρώνεται κυρίως στον έλεγχο της μετανάστευσης, τοποθετώντας τους μαζί με τα αξιώματα του Σαλβίνι - τη στήριξη για τους πρόσφυγες εκείνους που διασώζουν τους μετανάστες μόνοι τους. Επίσης, η ομάδα με επικεφαλής τον Santiago Abascal απαιτεί την επιστροφή κυριαρχίας στα κράτη μέλη. Αυτές οι απόψεις μπορούν να οριστούν με πολλούς τρόπους, αλλά όχι ριζοσπαστικές. Χωρίς αμφιβολία, η Ισπανία είναι διαφορετική!
Αθήνα - Αντώνης Φουρλής, διευθυντής σύνταξης HuffPost Greece
Πίσω στις ευρωπαϊκές εκλογές το 2014, η Ελλάδα βρέθηκε στο μάτι της καταιγίδας. Η τρόικα γνώρισε την οικονομία και η διάσωση ήταν ένας εφιάλτης.
Εισερχόμενοι στην τελευταία εβδομάδα πριν από τις ευρωπαϊκές εκλογές του 2019, η κατάσταση είναι διαφορετική. Και οι Έλληνες γνωρίζουν πολύ καλά τη μάχη κατά των ακροδεξιών, των λαϊκιστών και των ευρωσκεπτικιστών. Η Χρυσή Αυγή, το ναζιστικό ακροδεξιό κόμμα είναι πάντα ένα πρόβλημα. Προσπαθούν να γίνουν τρίτο πολιτικό κόμμα - ενώ οι Σοσιαλιστές και το Κομμουνιστικό Κόμμα προσπαθούν σκληρά να τους αφήσουν πίσω.
Σύμφωνα με μερικές από τις πιο πρόσφατες δημοσκοπήσεις (Politico και Star TV Greece) τα ποσοστά είναι πολύ κοντά. Η Χρυσή Αυγή είχε κερδίσει τρεις έδρες στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο το 2014 - και οι τρεις ευρωβουλευτές της ανεξαρτητοποιήθηκαν στην πορεία - και είναι είναι πιθανό να πάρει αυτή τη φορά δύο έδρες. Εν τω μεταξύ, υπάρχει μια δίκη σε εξέλιξη μετά τη δολοφονία του ράπερ Παύλου Φύσα το 2013 από έναν υποστηρικτή της Χρυσής Αυγής.
Υπάρχουν καλά νέα. Τα δύο μεγάλα πολιτικά κόμματα - ο ΣΥΡΙΖΑ και η Νέα Δημοκρατία - είναι προφανές πως θα παραμείνουν οι βασικοί συντελεστές και η Χρυσή Αυγή δεν θα μπορέσει να καθορίσει την ατζέντα στην ελληνική πολιτική ούτε θα συμμετέχει σε καμία κυβέρνηση. Αλλά ακόμα ... Είναι το θέμα των εθνικών εκλογών στις αρχές του φθινοπώρου.
Ο Πρωθυπουργός της Ελλάδος Αλέξης Τσίπρας στηρίζει την εκστρατεία του στα οικονομικά του ”επιτεύγματα”. Η Ελλάδα έχει ολοκληρώσει τις υποχρεώσεις της με την Τρόικα και τη διάσωση. Η κυβέρνησή του μόλις ψήφισε ένα νόμο με τίτλο “13η σύνταξη” - μέρος ενός πακέτου που περιλαμβάνει χαμηλότερους φόρους.
Εν τω μεταξύ, ο Τσίπρας και το δικό του πολιτικό κόμμα ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί να ελαχιστοποιήσει το πολιτικό κόστος της συμφωνίας των Πρεσπών. Η συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και Β. Μακεδονίας απορρίφθηκε από τα κόμματα της αντιπολίτευσης καθώς και από την πλειοψηφία των Ελλήνων που ζουν στη Μακεδονία.
Ο Τσίπρας είναι επίσης κάτω από πίεση για διακοπές σε γιοτ μεγιστάνας λιγότερο από ένα μήνα μετά τις θανατηφόρες πυρκαγιές στην Αττική. Ο Αλέξης. Τσίπρας φαίνεται να είναι αισιόδοξος για το αποτέλεσμα των προσεχών ευρωπαϊκών εκλογών αλλά εκφράζει συχνά την προσοχή όσον αφορά την άνοδο της ακροδεξιάς στην Ευρώπη. Επιπλέον, επιμένει ότι ο ηγέτης του ΕΛΚ, Manfred Weber, είναι μέρος του ακροδεξιού προβλήματος.
Σύμφωνα με δήλωση του Αλέξη Τσίπρα μετά την πρόσφατη επίσκεψη Γουέμπερ στην Αθήνα, «Οι προοδευτικές δυνάμεις της Ευρώπης πρέπει να είναι έτοιμες να απαντήσουν σε μία μετεκλογική συνεργασία του Ευρωπαικού Λαικού Κόμματος και της άκρας δεξιάς, με μία δική μας στρατηγική σύγκλιση ενάντια στον νεοφιλελευθερισμό και τον εθνικισμό».
Ο κύριος αντίπαλός του είναι ο Κυριάκος Μητσοτάκης, αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας - παραδοσιακή κέντρο / δεξιά στην Ελλάδα. Σε αντίθεση με τους Orban, Salvini, Le Pen και την ελληνική άκρα δεξιά, η Νέα Δημοκρατία είναι φιλοευρωπαϊκή και κατηγορεί τον Τσίπρα για την παρεμπόδιση των οικονομικών μεταρρυθμίσεων. Ο Μητσοτάκης επίσης υπόσχεται χαμηλότερους φόρους, εστιάζοντας κυρίως στις επιχειρήσεις και το εμπόριο.
Σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις, η Νέα Δημοκρατία οδηγεί την κούρσα των εκλογών, με το ποσοστό να κυμαίνεται από 4% έως 14%. Ωστόσο, το ερώτημα είναι: Μπορούν οι Έλληνες ψηφοφόροι να ξεφύγουν από την εικονική τους πραγματικότητα την επόμενη Κυριακή και να ψηφίσουν την ευρωπαϊκή εκπροσώπησή τους ή θα ψηφίσουν σαν να ήταν οι εθνικές εκλογές;