Οι προτεραιότητες της εξωτερικής πολιτικής του Ερντογάν μετά την επανεκλογή του

Ο τουρκικός κρατικός μηχανισμός λειτουργεί πλέον με το σκεπτικό πως η Τουρκία είναι μια περιφερειακή δύναμη που σκέφτεται και δρα ούσα ανεξάρτητη από τη Δύση.
Chris McGrath via Getty Images

Η εξωτερική πολιτική της Τουρκίας κατά τη διακυβέρνηση του Adalet ve Kalkınma Partisi (ΑΚΡ) θα μπορούσε να χωριστεί σε δύο φάσεις. Η αρχική φάση που ξεκινά από την πρώτη εκλογική νίκη του κόμματος και φτάνει μέχρι τη λεγόμενη Αραβική Άνοιξη το 2011, οδήγησε σε μια εξωτερική πολιτική που στόχο είχε μέσω της ήπιας ισχύος, να χτίσει γέφυρες με τις περιοχές άμεσου τουρκικού ενδιαφέροντος, αλλά και με τη διεθνή κοινότητα εν γένει. Η δεύτερη φάση είχε και διατηρεί ως βασικό χαρακτηριστικό της, την αντιπαράθεση και τη χρήση σκληρής ισχύος για την επίτευξη των γεωπολιτικών στόχων της Άγκυρας.

Αυτή η δεύτερη φάση, προκάλεσε ένα κλίμα δυσπιστίας, ανταγωνισμού, ακόμα και εχθρότητας, με πολλές περιφερειακές και διεθνείς δυνάμεις τα τελευταία χρόνια. Ως εκ τούτου, οι προεδρικές εκλογές του Μαΐου 2023 απέκτησαν αυξημένη βαρύτητα, καθώς μεταξύ άλλων, θα κρινόταν το ύφος της εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας αλλά και η γεωπολιτική κατεύθυνση της χώρας για τα επόμενα χρόνια. Η αποτυχία όμως του φιλοδυτικού συνασπισμού της αντιπολίτευσης να νικήσει το Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, αποτέλεσε μια μεγάλη απογοήτευση για όσους μέσα και έξω από την Τουρκία ήλπιζαν ότι οι εκλογές αυτές θα σηματοδοτούσαν μια επανεκκίνηση της εξωτερικής πολιτικής της Άγκυρας.

Έχοντας κερδίσει την επανεκλογή του, ο Ερντογάν εισέρχεται πλέον στην τρίτη δεκαετία της διακυβέρνησής του και αναμένεται να επικεντρώσει την προσοχή του σε μια σειρά από σημαντικά ζητήματα, προκειμένου να υποστηρίξει το αφήγημα περί «ισχυρής Τουρκίας» στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής. Πιο συγκεκριμένα, όσον αφορά τις σχέσεις της Τουρκίας με την Ανατολή και τη Δύση, η Άγκυρα αναμένεται να διατηρήσει τις σχέσεις «δούνε και λαβείν» με την Ουάσιγκτον και τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. Επίσης, θα αποφύγει να έρθει σε οποιαδήποτε αντιπαράθεση με το σύμμαχό της χώρας, Βλαντιμίρ Πούτιν, ο οποίος στήριξε οικονομικά τον Ερντογάν την προεκλογική περίοδο, με την αναβολή πληρωμής για την προμήθεια ρωσικού φυσικού αερίου. Παράλληλα, συμφώνησε με τη διαμεσολάβηση του Τούρκου προέδρου για τη χρονική επέκταση της συμφωνίας για την εξαγωγή σιτηρών από την εμπόλεμη Ουκρανία.

Ακόμα, οι εντάσεις στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο, παρότι έχουν μειωθεί σε σχέση με το προηγούμενο διάστημα, είναι πολύ πιθανό να επιστρέψουν, καθώς η Τουρκία δεν θα πάψει να διεκδικεί ένα ηγεμονικό status στη περιοχή, αλλά και τον έλεγχο των φυσικών πόρων της λεκάνης της Ανατολικής Μεσογείου. Το δόγμα Mavi Vatan θα παραμείνει ενεργό και η τουρκική αμφισβήτηση ελληνικής κυριαρχίας και κυριαρχικών δικαιωμάτων θα αποτελεί μια πραγματικότητα, που θα εξακολουθεί να υπονομεύει την προοπτική σχέσεων καλής γειτονίας μεταξύ της Ελλάδας και της Τουρκίας.

Η Τουρκία αναμένεται επίσης να δώσει έμφαση στην περιοχή του Καυκάσου, καθώς ο Ερντογάν επιδιώκει τη δημιουργία μιας χερσαίας οδού που θα συνδέει την Τουρκία με το Αζερμπαϊτζάν μέσα από τα εδάφη της Αρμενίας, με απώτερο στόχο να αποκτήσει πρόσβαση στην Κασπία Θάλασσα και να ενισχύσει τους δεσμούς της Τουρκίας με τις τουρκογενείς πρώην σοβιετικές δημοκρατίες της Κεντρικής Ασίας.

Επιπλέον, ένα από τα πιο σημαντικά θέματα που θα απασχολήσουν την τουρκική εξωτερική πολιτική το επόμενο διάστημα, είναι ο φάκελος της Συρίας. Η Τουρκία είναι απίθανο να αποσύρει τα στρατεύματα της από τα βόρεια εδάφη της αραβικής χώρας χωρίς πρώτα να έχει εξουδετερώσει την αυτόνομη κουρδική διοίκηση στα βορειοανατολικά της χώρας, κάτι που δεν αναμένεται να γίνει σύντομα, καθώς οι κουρδικές δυνάμεις εξακολουθούν να στηρίζονται από την Ουάσιγκτον.

Στις αρχές Μαΐου, η Τουρκία και η Συρία με τη διαμεσολάβηση της Μόσχας και της Τεχεράνης, συμφώνησαν να συνεχίσουν τις διαβουλεύσεις για μια μελλοντική εξομάλυνση των διμερών σχέσεων τους. Όμως, η Συρία έχει θέσει ως όρο την απομάκρυνση των τουρκικών στρατευμάτων από τα εδάφη της πριν υπάρξει συνάντηση μεταξύ των προέδρων των δυο χωρών, περιπλέκοντας τα σχέδια του Ερντογάν.

Τέλος, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η πρόθεση της Άγκυρας να ενταχθεί μελλοντικά στον Οργανισμό Συνεργασίας της Σαγκάης, του οποίου ηγούνται η Ρωσία και η Κίνα, γεγονός που δείχνει με σαφήνεια τον ευρασιατικό προσανατολισμό της τουρκικής ηγεσίας.

Όλα τα παραπάνω δείχνουν πως η Τουρκία θα συνεχίσει, λόγω των επιδιώξεών της, να προσπαθεί να γίνει μια ισχυρή περιφερειακή ή ακόμα και παγκόσμια δύναμη, αποτελώντας ταυτόχρονα παράγοντα αστάθειας και πηγή προβληματισμού για τη Δύση. Η επιστροφή της Τουρκίας στους κόλπους της Δύσης συνεπώς, είναι ένα ενδεχόμενο που ανήκει στο παρελθόν.

Ο τουρκικός κρατικός μηχανισμός λειτουργεί πλέον με το σκεπτικό πως η Τουρκία είναι μια περιφερειακή δύναμη που σκέφτεται και δρα ούσα ανεξάρτητη από τη Δύση και τα δυτικά συμφέροντα, κάτι που σημαίνει πως οι κρατικοί δρώντες της ευρύτερης περιοχής, και όχι μόνο, θα κληθούν να διαμορφώσουν νέες στρατηγικές ανάσχεσης της τουρκικής επιρροής.

Κάτι τέτοιο έχει εν μέρει αρχίσει ήδη να γίνεται μέσω της εμβάθυνσης της συνεργασίας μέσω τριμερών σχημάτων, όπως αυτά στα οποία συμμετέχει η Ελλάδα και η Κυπριακή Δημοκρατία, αλλά και μέσω της γεωπολιτικής αναβάθμισης χωρών της περιοχής, με στόχο τη μείωση της γεωπολιτικής σημασίας της Τουρκίας, ιδιαίτερα στους τομείς της ενέργειας και της ασφάλειας.




Δημοφιλή