Σπάνια υπάρχει παιδί που δεν άκουσε τουλάχιστον από τους γονείς του ότι θα ήταν καλό να έχει σωστές ιδέες, καθώς επίσης ότι υπάρχουν κακές λέξεις που δεν πρέπει να τις λέμε.
Εκτός, όμως, από τους πραγματικούς γονείς και τα πραγματικά παιδιά, υπάρχουν και οι υπερβατικοί γονείς που απευθύνονται σε μεγάλης ηλικίας παιδιά, σε ώριμους ή υπερώριμους πολίτες, που καλούνται να μάθουν έστω και στα γεράματά τους τη νέα σκέψη και τη νέα γλώσσα. Να σκέφτονται και να μιλούν ορθά. Μη φανταστείτε προτροπές και νουθεσίες ή νομοθεσίες που στοχεύουν στην προστασία του δημόσιου λόγου από τη χυδαιότητα. Αυτή όχι μόνον δεν κινδυνεύει από το newspeak, αλλά σε ορισμένους χώρους και είδη λόγου είναι εργαλείο καθιέρωσης και ανάδειξης.
Οι ιδεολογικοί και γλωσσικοί καθωσπρεπισμοί της δικής μας εποχής είναι πολύ διαφορετικοί σε σύγκριση με τους αντίστοιχους προηγούμενων δεκαετιών. Αφορούν, επιλεκτικά πάντοτε, ορισμένες κατηγορίες του πληθυσμού και ορισμένες συμπεριφορές και ταυτότητες. Διανοούμενοι, δημοσιογράφοι, δημοσιολόγοι, αλλά και θεσμικοί φορείς εξηγούν στο κοινό ποιος είναι ο «ορθός» τρόπος σκέψης και έκφρασης σε σχέση με κάποιο θέμα και απαιτούν συμμόρφωση, κραδαίνοντας την ετικέτα του «ακροδεξιού», του «ρατσιστή», του «φασίστα» ή του «οπισθοδρομικού» σε όποιον δεν συμμορφώνεται με τη νόρμα της «προόδου». Περιττό να πω ότι στο πολιτικό πεδίο οι «σωστές ιδέες» και η «ορθή γλώσσα» δεν είναι ούτε αριστερής, ούτε δεξιάς, ούτε άλλης προέλευσης. Αντιθέτως, αποτελούν το σημείο σύγκλισης και συναίνεσης όλων των «προοδευτικών» από οποιαδήποτε πολιτική παράταξη. Κάτι σαν πολιτισμική οικουμενική ή μεγάλος ιδεολογικός συνασπισμός.
Σε ποια θέματα παρατηρείται αυτή η «προοδευτική» σύγκλιση; Κυρίως στα θέματα της «διαφορετικότητας», αλλά όχι κάθε διαφορετικότητας. Οι ζηλωτές του νέου Zeitgeist προτρέπουν το κοινό να αλλάξει τρόπο σκέψης αλλά και τρόπο ομιλίας, όταν γίνεται αναφορά σε κάποια από τις ομάδες που εμπίπτουν στη νέα διαπαιδαγώγηση. Μία από αυτές τις ομάδες για την οποία υπάρχει πίεση προσαρμογής στην πολιτική ορθότητα, συνδυασμένη με ισχυρή δόση υποκρισίας όσων την ασκούν, είναι η ομάδα των Ρομά. Και εδώ ξεκινούν τα προβλήματα. Διότι η εφαρμογή των κανόνων της πολιτικής ορθότητας σε τέτοιες περιπτώσεις έχει κατ’ ανάγκην αναδρομική ισχύ. Υπάρχει κοινωνική ιστορία με τη συγκεκριμένη ομάδα, υπάρχουν εμπειρίες από το παρελθόν, υπάρχουν κείμενα και μουσικές που δημιουργήθηκαν πριν έρθει το κύμα της πολιτικής ορθότητας. Τι θα κάνουμε με αυτά;
Το πρόβλημα το είχαμε ξαναδεί όταν καθιερώθηκε η Δημοτική. Τότε ορισμένοι ακραιφνείς αντι-καθαρευουσιάνοι και αντι-αρχαϊστές τάχθηκαν υπέρ της εκρίζωσης των καθαρευουσιάνικων τύπων και εκφράσεων που αναγκαστικά, λόγω της ιστορικής συνύπαρξης, έχουν παγιωθεί στη Δημοτική. Ο στόχος ήταν μια «καθαρή Δημοτική», χωρίς το «συντηρητικό» στοιχείο της καθαρεύουσας. Και τι θα γινόταν με την πρόσβαση της νέας γενιάς στη ελληνική λόγια παράδοση; Η απάντησή τους ήταν αφοπλιστική: Βασικά η επαφή αυτή δεν χρειάζεται, αλλά αν χρειαστεί, θα γίνουν οι αντίστοιχες μεταφράσεις στη Δημοτική.
Το δίλημμα για τους «μαλλιαρούς» της πολιτικής ορθότητας, όμως, είναι πιο δύσκολο. Δεν είναι μόνον τα κείμενα, αλλά και η μουσική από το παρελθόν που για κάποιον περίεργο λόγο στην Ελλάδα παραμένει ζωντανή. Προέρχεται από το παρελθόν, αλλά είναι ενεργό στοιχείο του παρόντος. Οι Έλληνες την ακούνε και την τραγουδούν ακόμη ερήμην της πολιτικής ορθότητας. Εδώ το ιερατείο του καθωσπρεπισμού έχει τρεις λύσεις. Η πρώτη είναι η απαγόρευση ασμάτων που παραβιάζουν τη νέα γλώσσα, πράγμα δύσκολο έως κωμικό. Η δεύτερη είναι η γλωσσική αναμόρφωση των ασμάτων επί το προοδευτικότερον, χωρίς την άδεια των δημιουργών τους – οι πιο πολλοί δεν υπάρχουν πια - κατά κάποιον τρόπο «επαναστατικώ δικαίω». Εδώ θα φτάναμε στο άκρον άωτον της γελοιότητας. Προσπαθήστε να αντικαταστήσετε τις «απαγορευμένες» λέξεις που υπάρχουν στα παρακάτω τυχαία σταχυολογημένα αποσπάσματα από αντίστοιχα τραγούδια ή ποιήματα – αλλά και σε εκατοντάδες άλλα όπου οι «κακές» λέξεις έχουν σαφώς θετικό σημασιολογικό φορτίο - με τις σημερινές «ορθές» και θα δείτε το αποτέλεσμα:
…Περδικόστηθη Tσιγγάνα, ω μαγεύτρα, που μιλείς
τα μεσάνυχτα προς τ’ άστρα γλώσσα προσταγής.…Νιώθω ποια είσαι όταν λες το σ’ αγαπώ
σαν μια βασίλισσα τσιγγάνα που περνάει….Ποιαν αγαπάς; Κάποια τσιγγάνα.
Πώς τη λένε; Φάτα Μοργκάνα.….Μικρές τσιγγάνες του Νοτιά
χορεύουν στη ματιά σου.….Οι τσιγγάνες τραγουδάνε και χορεύουν και γλεντάνε
μα απ’ όλα τα κορίτσια ξεχωρίζει η Μαρίτσα.….παγώνια στήσαν στο μπαλκόνι του λημέρι
και μια τσιγγάνα στην αυλή του τραγουδά.…σαν τσιγγάνοι κι οι δυο τριγυρνάμε τρελά
μες στο βάλτο του εγωισμού μας.….Τα τραγούδια είναι πλάνη και σου παίρνουν την καρδιά
είναι άστεγοι τσιγγάνοι έξω από τη Λειβαδιά….Νύχτα συντρόφι των φτωχών
τσιγγάνα παινεμένη….Είν’ η καρδιά μου άστατη μ’ αρέσει η ελευθερία
σαν τους τσιγγάνους που δε ζουν στην ίδια πολιτεία….Θέλω μια ζωή τσιγγάνα μια ζωή γλυκιά τσιγγάνα
να χορεύει ως το πρωί.….Σαν τσιγγάνα η καρδιά μου σ’ αγαπάει
όπως ξέρουν οι τσιγγάνοι ν’ αγαπούν.….τώρα οι τσιγγάνες μας καρδιές
πρέπει να αλλάξουνε πατρίδα.….με μπουζούκια με κιθάρες
και τσιγγάνικα βιολιά.…τούτη η τσιγγάνα, μου `κανε, μάνα,
παράδεισο την κόλαση.….μαζί σου ξημερώνω μαζί σου και κοιμάμαι
τσιγγάνικη ψυχή παντού σε κυνηγάνε.…Έλα τσιγγάνα μου, χόρεψε μάνα μου,
για σένα παίζουν τα βιολιά,…Τι τα θέλεις τα παλάτια τα σουλτάνικα
αραπίνα με τα μάτια τα τσιγγάνικα…Συλβάνα, τσιγγάνα μου τρελή
πεθαίνω για ένα σου φιλί….Μεσ’ στο γυφτομαχαλά σου θα σου πάρω τα φιλιά σου,
αχ, τσιγγάνα μου, μάτια πλάνα μου….Φέρε μια βόλτα τσίφτισσα, τσιγγάνα τουρκογύφτισσα
Τσιγγάνα τουρκογύφτισσα, φέρε μια βόλτα τσίφτισσα….Μια γυφτοπούλα αγάπησα, μια όμορφη Τσιγγάνα,
που ’χει δυο χείλη σαν φωτιά και δυο ματάκια πλάνα.….Τσιγγάνικα είν’ τα ματιά σου
πλατιά τα δυο σου φρύδια….Ειμ’ εγώ η τσιγγάνα, η μοίρα, η μάγισσα
που βαθιά τη ζωή σου για πάντα τη σφράγισα.….Χλωμή τσιγγάνα, τρελή καρδιά,
βαδίζεις μόνη στην ερημιά,….Γιατί τα έβαψες ξανθά τσιγγάνα τα μαλλιά σου
κι έχασες τη γλύκα σου κι όλη τη τσαχπινιά σου.….Τι την θέλεις να την πάρεις την τσιγγάνα
τι γυρεύεις να την παντρευτείς….Οι τσιγγάνες κι οι τσιγγάνοι τα τσαντίρια τους ξεστήνουν
φόρτωσε το καραβάνι φεύγουν κι έχε γεια μ′ αφήνουν….Ρίξε Τσιγγάνα τα χαρτιά και πες μου την αλήθεια
θα γιάνει τάχα ο καημός που κρύβω μες στα στήθια….Μελαχρινή τσιγγάνα μου μη μου χαλάς χατίρι
πάρε κι εμένα μάνα μου μαζί σου στο τσαντίρι…Φτάνει πια μη με παιδεύεις μη μου δείχνεις απονιά,
δυο γλυκά φιλάκια δώσ’ μου εσύ τσιγγάνα μου γλυκιά.….Τσιγγάνος εγεννήθηκα, τσιγγάνος θα πεθάνω
και άλλο ταίρι στην ζωή, ποτέ μου δε θα κάνω.….Γυφτοπούλα στο χαμάμ κι εγώ πληρώνω μπιρ ταμάμ
όσα όσα τα πλερώνω να σε βλέπω μπιρ ταμαμ….Εγώ είμαι γυφτοπούλα, είμαι και προσφυγοπούλα.
Ξέρω και χορεύω φίνα και με μάθαν στην Αθήνα.….Δυο γυφτοπούλες στο βουνό, μάνα και θυγατέρα δυο,
βότανα εμαζεύανε, βρίσκουν ένα λαβωμένονε,….Έλα, γύφτο μ’ έλα και θα μού ’ρθει τρέλα.
Πάρε με στην αγκαλιά σου, έλα γύφτο μ’ έλα.….Βρε, μια γυφτοπούλα κλαίει, κλαίει για τον Ναζίμ Ολσού
Βρε και τα μαλλιά της καίει με σπίρτο τ’ ουρανού….Ατσιγγάνα με φωνάζουν γυφτοπούλα μ’ ονομάζουν
Μόλις φύγω απ’ το τσαντίρι βρίσκω μάγκα μουσαφίρη…..Έχω πίκρα, έχω μαυρίλα που η μοίρα με μισεί,
ποιος θα με γλυκάνει, μίλα γυφτοπούλα μου εσύ.….Άλλοι αγαπούν μελαχρινές κι άλλοι αγαπούν ξανθούλας
κι εγώ αγαπώ μια γύφτισσα ενός τσιγγάνου κόρη.….και τότε και τότε οι άνθρωποι θα πουν ξανά
γύφτοι, γύφτοι τα φτιάξαν τα καρφιά.….Είμαστ’ εμείς οι ξακουστοί τσιγγάνοι, γύφτικη ράτσα, άγνωστη γενιά,
που με τ’ ασκέρι και το καραβάνι φέρνουμε βόλτα όλο τον ντουνιά.….Γύφτισσα τον εβύζαξε, γι’ αυτό έχει φτερά.
Έρωτας τον επείραξε, γι’ αυτό όλο γελά.….Μια γυφτοπούλα αγάπησα που μένει σε τσαντίρι
και δε μου χάλασε ποτέ ως τώρα το χατίρι.….Θα σε βγάλω γυφτοπούλα απ’ της σκλαβιάς σου το κλουβί
θα σε ντύσω αρχοντοπούλα και θα περνάς χρυσή ζωή.….Η νύχτα η γυφτοπούλα κι απόψε κάνει κέφι
Χορεύει και χτυπάει το φεγγαράκι ντέφι.….Κατσιβέλα στο σεργιάνι βγήκε μια βραδιά
και τη μοίρα της ζητάω να μου πει στα πεταχτά….Έχω ιδεί πολλές σουλτάνες ξακουστές στην ομορφιά
μα εσύ σκλαβώνεις κόσμο κατσιβέλα μου γλυκιά.….Κάτω στην Άγια Βαρβάρα πέρα στο Κορυδαλλό
μια τσιγγάνα κατσιβέλα μου `χει πάρει το μυαλό.…Την ελένε Μαρινέλλα κι είναι η πρώτη κατσιβέλα.
Μαρινέλλα Μαρινέλλα, έλα στο τσαρδί μου έλα.….Κι ήρθαν κι οι γύφτοι οι διαβασµένοι κι οι σκεφτικοί
κι οι βυθισµένοι στ′ αξήγητου το ξήγηµα, ήρθαν,
κι ήρθαν κι οι γύφτοι οι χτυπηµένοι από την πέτρα της µελέτης,
κι οι µαντευτάδες κι οι αστρολόγοι, κι οι γητευτές κι οι ρουχολόγοι,
κι οι ξηγητάδες των ονείρων
Η τρίτη λύση για τους ακραιφνείς της πολιτικής ορθότητας είναι να αντιληφθούν ότι το παρελθόν δεν μπορεί να «σιδερωθεί» τόσο εύκολα, χωρίς η όποια «τακτοποίηση» να προκαλέσει την αίσθηση του γελοίου. Και αφού το αντιληφθούν, τουλάχιστον να σιωπήσουν ή ας τραγουδήσουν μαζί με τους παραβάτες.