Όταν ήμουν στην τετάρτη δημοτικού στη γιορτή της 28ης Οκτωβρίου η δασκάλα με έβαλε να παίξω τη νοσοκόμα, που φρόντιζε τραυματίες στρατιώτες σε κάποιο στρατόπεδο. «Όταν δεν μιλάς στο έργο, να πηγαίνεις να τους κάνεις τάχα ένεση και να τους δίνεις καραμέλες ως χάπια», θυμάμαι ακόμη την σκηνοθετική οδηγία που μου είχε δώσει. Νομίζω ότι έδωσα τόσες καραμέλες στους συμμαθητές μου που υποδύονταν τους τραυματίες, που θα είχαν πονόκοιλο το βράδυ.
Η θεατρική μου πορεία έληξε εκεί και φυσικά δεν αποτελεί ενδιαφέρον θέμα για κανέναν. Όμως, αναφέρω αυτό το γεγονός γιατί τότε ένιωσα θαυμασμό για αυτές τις εθελόντριες νοσοκόμες. Ίσως κάπως να είδα ότι οι γυναίκες δεν είναι δειλές και λιπόψυχες, ούτε είναι υποχρεωτικό να αρκεστούν στον ρόλο της πριγκίπισσας που πρέπει μόνο να στολίζεται, όπως ορίζουν πολλές φορές τα στερεότυπα. Μπορούν να είναι γενναίες, δυνατές και γενναιόδωρες και έτσι έχουν υπάρξει.
Η 28η Οκτωβρίου και ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος θεωρούνται περισσότερο ανδρικό θέμα. Το θάρρος εκείνης της εποχής έχει την ανδρική μορφή του στρατιώτη που πολέμησε στο μέτωπο. Πόσες γυναίκες, όμως, μεγάλωσαν παιδιά χωρίς άνδρες και πόσες έχασαν τα παιδιά τους; Πόσες γυναίκες βιάστηκαν, πόσες αναγκάστηκαν να γεννήσουν και να μεγαλώσουν τα παιδιά των βιαστών τους; Πόσο θάρρος, πόση αντοχή χρειάστηκαν για να συνεχίσουν τη ζωή τους μετά από όλα αυτά;
Στην πατριαρχική κοινωνία, στην οποία μεγαλώσαμε και ζούμε, έχουμε συνδέσει το θάρρος με τη σωματική ρώμη, με την επιθετικότητα. Θάρρος και αντοχή, όμως, σημαίνει επίσης ότι επιζώ, ότι συνεχίζω μετά από μια τραυματική εμπειρία. Και όσο αυτό δεν γίνεται κατανοητό, θα είναι πάντα ανεπαρκής και στιγματιστική η αντίληψη για όσους έχουν βιώσει βία, γιατί εστιάζει μόνο στην αδύναμη πλευρά τους και παραβλέπει πλήρως το δυνατό τους κομμάτι.
Ας επιστρέψουμε στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Τότε υπήρξαν και γυναίκες που έκαναν ακριβώς όσα έκαναν και οι άνδρες. Πρόσφατα παρακολούθησα μια σειρά ντοκιμαντέρ που είχε ως θέμα τις Γαλλίδες και τις Αγγλίδες, που συμμετείχαν στην αντίσταση κατά των Ναζί στη Γαλλία. Εκπαιδεύονταν όπως οι άντρες, έπεφταν με αλεξίπτωτα, ανατίναζαν γέφυρες ή σιδηροδρομικές γραμμές, ήταν ασυρματίστριες ή αποπλανούσαν για να εκμαιεύουν μυστικά. Μετακινούνταν διαρκώς και το φύλο τους ήταν προσόν στη δουλειά αυτή. Οι Ναζί υποτιμούσαν τόσο τις γυναίκες, που δεν υποψιάζονταν πως τα αθώα κορίτσια στα ποδήλατα ήταν ικανά για σαμποτάζ. Κάποιες ήταν αρχηγοί δικτύων, αρκετές εκτελέστηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης και όσες επέζησαν παρασημοφορήθηκαν, μία μάλιστα από τον ίδιο τον Τσώρτσιλ. Συνολικά, όμως, η γυναικεία συμμετοχή στον πόλεμο δεν έχει αναγνωριστεί.
Στην Ελλάδα η Λέλα Καραγιάννη είχε μετατρέψει το σπίτι της σε αρχηγείο στη διάρκεια της ναζιστικής κατοχής. Βοηθούσε να φυγαδευτούν Βρετανοί στρατιώτες και συμμετείχε σε δολιοφθορές. Η Καραγιάννη δημιούργησε και δίκτυο κατασκοπείας το οποίο, μεταξύ άλλων, συγκέντρωσε πληροφορίες για τις κινήσεις των γερμανικών πλοίων, υπέκλεψε σχεδιαγράμματα αεροδρομίων και διοχέτευσε πληροφορίες για Έλληνες συνεργάτες των Γερμανών. Εκτελέστηκε το 1944, έναν μήνα πριν την Απελευθέρωση.
Η 17χρονη Ηρώ Κωνσταντοπούλου έκρυβε όπλα και προκηρύξεις κάτω από τη σχολική ποδιά της. Συνελήφθη και βασανίστηκε, αλλά οι Ναζί δεν κατάφεραν να της αποσπάσουν πληροφορίες. Οι γονείς της την έσωσαν με κάποιες γνωριμίες. Συνέχισε τη δράση της και συνελήφθη μετά από σαμποτάζ σε τρένο. Εκτελέστηκε με δεκαεπτά σφαίρες το 1944. Το άγαλμά της βρίσκεται στην Πλατεία Τερψιθέας, στον Πειραιά. Λίγοι περαστικοί πιστεύω ότι γνωρίζουν ποιο είναι αυτό το κορίτσι.
Υπήρξαν και πολλές γυναίκες εθελόντριες του Ερυθρού Σταυρού, σαν εκείνη που υποδύθηκα. Ο Ελληνικός Ερυθρός Σταυρός την περίοδο 1940-1945 παρείχε νοσηλευτική φροντίδα, στελέχωσε νοσοκομειακές μονάδες και σταθμούς πρώτων βοηθειών για την περίθαλψη των τραυματιών, διοργάνωσε συσσίτια και διένειμε κουβέρτες και είδη ρουχισμού. Στο βιβλίο του Στέφανου Μίλεση, «Ο πόλεμος των αμάχων» (Εκδόσεις Κυριακίδη), διαβάζουμε για τη «Φανέλα του Στρατιώτη», πρωτοβουλία ένδυσης των στρατιωτών στην Αλβανία. Οι Πειραιώτισσες από την έναρξη του πολέμου μέχρι τον Φεβρουάριο του 1941 έστειλαν 46.137 μάλλινα είδη που έπλεξαν, κάλτσες, φανέλες, γάντια, πουλόβερ, κουκούλες. Από το βιβλίο αυτό μαθαίνουμε επίσης ότι οδηγούσαν και ασθενοφόρα!
Και μιας και είπαμε για σχολικές γιορτές, να μην ξεχάσουμε μια άλλη γυναίκα που συνείσφερε αλλιώς στην πόλεμο, με την τέχνη της. Τη Σοφία Βέμπο. Η φωνή της στο «Παιδιά, της Ελλάδος παιδιά» εξέφρασε τον πόνο και τη δύναμη των Ελληνίδων μητέρων στον Ελληνοιταλικό πόλεμο και έδωσε θάρρος στους στρατιώτες. Μέχρι σήμερα το τραγούδι της μεταφέρει τα συναισθήματα, τις συγκινήσεις και την ατμόσφαιρα του 1940. Η Βέμπο προσέφερε στο Ελληνικό Ναυτικό 2.000 λίρες και όταν μπήκαν οι Ναζί στην Ελλάδα, μεταμφιεσμένη σε καλόγρια φυγαδεύτηκε στη Μέση Ανατολή. Εκεί συνέχισε να τραγουδά για τα ελληνικά και τα συμμαχικά στρατεύματα.
Εν κατακλείδι, αν θέλουμε να αλλάξουν τα στερεότυπα για τη γυναίκα δεν αρκεί να θιγόμαστε κάθε φορά που κάποιος άξεστος μας λέει να πάμε να πλύνουμε τα πιάτα. Οφείλουμε ταυτόχρονα να αποκαταστήσουμε την εικόνα των γυναικών των αλλοτινών εποχών, να αναδείξουμε τις ικανότητες τους, και να βρούμε παραδείγματα, όπως αυτά που αναφέραμε, που θα αποτελούν πρότυπα για τα σημερινά κορίτσια.
ΠΗΓΕΣ
«Ο πόλεμος των αμάχων, οδοιπορικό ιστορίας στον Πειραιά του πολέμου και της κατοχής», Μίλεσης Στέφανος και Κυρίμης Κωνσταντίνος, Εκδόσεις Κυριακίδη, 2022