Μετά από εργασίες συντήρησης και αποκατάστασης που διήρκεσαν είκοσι χρόνια, η Οικία των Βέτι -η «Καπέλα Σιστίνα της Πομπηίας», όπως τη χαρακτήρισε ο διευθυντής του αρχαιολογικού πάρκου Γκάμπριελ Τσουχτρίγκελ- με τα διάσημα fresco (τις ερωτικές τοιχογραφίες και τις δώδεκα μυθολογικές σκηνές), αλλά και τον κήπο που κοσμούν αγάλματα και σιντριβάνια, ανοίγει για το κοινό και πάλι, την Τετάρτη 11 Ιανουαρίου.
Η περίτεχνη Οικία Βέτι, ένα καλειδοσκόπιο χρωμάτων και εικόνων, θάφτηκε κάτω από τόνους στάχτης μετά την έκρηξη του Βεζούβιου το 74 μ.Χ. και ήρθε στο φως κατά τη διάρκεια ανασκαφών στα τέλη του 19ου αιώνα, διατηρημένη σε σχετικά καλή κατάσταση.
Απλωμένη στην πλούσια συνοικία της αρχαίας πόλης, έλαβε το όνομα της από τους ιδιοκτήτες της, Aulus Vettius Restitutus και Aulus Vettius Conviva, δύο απελεύθερους σκλάβους οι οποίοι πλούτισαν από το εμπόριο κρασιού. Αν και παλαιότερες θεωρίες υποστήριζαν ότι οι δύο άνδρες ήταν αδέρφια, θεωρείται πιο πιθανό ότι γνωρίστηκαν ως δούλοι του ίδιου κυρίου, ο οποίος ονομαζόταν Aulus Vettius, σύμφωνα με τον διευθυντή του Αρχαιολογικού Πάρκου της Πομπηίας
«Ήταν ένα από τα πιο απαιτητικά και πολύπλοκα εργοτάξια των τελευταίων δεκαετιών», σχολίασε ο Γκάμπριελ Τσουχτρίγκελ. Στις εργασίες που άρχισαν το 2002, συνέδραμαν με τις γνώσεις και το ταλέντο τους αρχαιολόγοι, αναστηλωτές, αρχιτέκτονες, πολιτικοί μηχανικοί και κηπουροί τοπίου.
Ο Ιταλός υπουργός Πολιτισμού Τζενάρο Σαντζουλιάνο, ο οποίος παρέστη στα εγκαίνια, συνεχάρη τόσο τον Τσουχτρίγκελ, όσο και τον πρώην διευθυντή του Αρχαιολογικού Πάρκου της Πομπηΐας, Μάσιμο Οζάνα, ο οποίος επέβλεψε μεγάλο μέρος των εργασιών.
Με πληροφορίες από Ansa, The Guardian