Ο Όλαφ Σολτς είναι από την Τετάρτη ο νέος καγκελάριος της Γερμανίας και επικεφαλής μιας τρικομματικής κυβέρνησης συνασπισμού σε συνεργασία με τους Πράσινους και το Ελεύθερο Δημοκρατικό Κόμμα, βάζοντας τέλος στην 16χρονη εποχή της απερχόμενης καγκελαρίου Άνγκελα Μέρκελ.
Ο Σολτς θα ηγηθεί ενός υπουργικού συμβουλίου 17 μελών, αποτελούμενο από εννέα άνδρες και οκτώ γυναίκες.
Ποιος είναι όμως ο νέος αρχηγός της κυβέρνησης της Γερμανίας;
Στωικός, απτόητος, γεμάτος αυτοπεποίθηση
Λίγοι πίστευαν ότι ο αντικαγκελάριος και υπουργός Οικονομικών στην κυβέρνηση της Μέρκελ πως θα οδηγούσε τους κεντροαριστερούς Σοσιαλδημοκράτες σε μια εκλογική νίκη που φαινόταν απίθανη πριν από λίγους μήνες καθώς βρισκόντουσαν αρκετά πίσω στις δημοσκοπήσεις. Μόλις το 2019, ο Σολτς είχε ηττηθεί στη μάχη για την προεδρία του SPD. Όχι μόνο επειδή το κόμμα ήθελε έναν πιο αριστερό ηγέτη, αλλά και επειδή ο εσωστρεφής πραγματιστής δεν είχε καταφέρει ποτέ να κερδίσει τις καρδιές των σοσιαλδημοκρατών.
Ωστόσο, εντός του κόμματος του έμοιαζε ως ο μόνος πολιτικός ”βαρέων βαρών”, κατάλληλος για τη δουλειά. Ο στωικός τρόπος με τον οποίο πραγματοποίησε την προεκλογική εκστρατεία του, εξωτερικά ατάραχος, φαίνεται πως αποτέλεσε τη βάση της επιτυχίας του. Δέχτηκε την ήττα του το 2019 χωρίς παράπονο, ξανασηκώθηκε στα πόδια του και συνέχισε απτόητος δίχως φαινομενικά να αμφιβάλλει ποτέ για τον εαυτό του. Ούτε οι εξεταστικές επιτροπές της Βουλής για το φορολογικό σκάνδαλο Cum-Ex (σ.σ η υπόθεση «cum-ex» ήταν ένα σκάνδαλο εμπόρων που χρησιμοποίησαν ένα παραθυράκι για να ξεγελάσουν τις ομοσπονδιακές κυβερνήσεις και να λάβουν εκατομμύρια σε επιστροφές φόρων για φόρους που δεν είχαν πληρώσει ποτέ) και την υπόθεση απάτης Wirecard, ενόσω διετελούσε υπουργός Οικονομικών, δεν κατάφεραν να του κάνουν ανεπανόρθωτη ζημιά.
Από μαρξιστής... συντηρητικός πραγματιστής της οικονομίας
Γεννήθηκε στο Οσναμπρουκ της δυτικής Γερμανίας το 1958, αλλά εδώ και αρκετά χρόνια ζει στο Πότσνταμ, λίγο έξω από το Βερολίνο, μαζί με τη σύζυγό του, Μπρίτα Ερνστ, η οποία είναι υπουργός Παιδείας στο κρατίδιο του Βρανδεμβούργου. Το 1975 ενώ ήταν 17 ετών και φοιτητής εντάχθηκε στο SDP. Εργάστηκε επίμονα να ανέβει στην πολιτική σκάλα και καθόλη τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας, υπέστη μια αξιοσημείωτη μεταμόρφωση. Ως αντιπρόεδρος της οργάνωσης νεολαίας του SPD και της διεθνούς ενώσεως της σοσιαλιστικής νεολαίας τη δεκαετία του 1980, ήταν γνωστός ως ριζοσπάστης σοσιαλιστής που ζητούσε «να ανατραπεί η καπιταλιστική οικονομία». Αλλά όταν εργάστηκε ως ειδικός δικηγόρος για το εργατικό δίκαιο με το δικό του δικηγορικό γραφείο στο Αμβούργο, έμαθε πολλά για το πώς λειτουργεί πραγματικά η επιχειρηματικότητα.
Ο Σολτς σύντομα θεωρήθηκε ότι μεταπήδησε στην πιο συντηρητική πτέρυγα του SPD- όχι μόνο από την άποψη της οικονομικής πολιτικής. Ως υπουργός Εσωτερικών στην πόλη-κράτος του Αμβούργου το 2001, ακολούθησε μια σκληρή γραμμή στον αγώνα κατά των εμπόρων ναρκωτικών, επιτρέποντας στην αστυνομία να τους χορηγεί αναγκαστικά εμετικά για στοιχεία. Ως γενικός γραμματέας του SPD, βοήθησε στην προώθηση της αμφιλεγόμενης μεταρρύθμισης της αγοράς εργασίας «Ατζέντα 2010» του Καγκελαρίου Γκέρχαρντ Σρέντερ ενάντια στη θέληση πολλών αριστερών συντρόφων του στο σοσιαλδημοκρατικό κόμμα.
Λόγω του επαναλαμβανόμενου και τεχνοκρατικού τρόπου ομιλίας του, απέκτησε εκείνη την εποχή το παρατσούκλι “Scholzomat”, ένα λογοπαίγνιο με τη γερμανική λέξη για τη μηχανή. Δεν είναι άτομο που εκδηλώνει συχνά συναισθήματα και δεν είναι εξωστρεφής αλλά ένας απόλυτα ελεγχόμενος άνθρωπος. Ακόμα και σε στιγμές μεγαλύτερης χαράς, μοιάζει σε Βρετανό μπάτλερ. Άνθρωποι που τον γνωρίζουν καλά και έχουν συνεργαστεί μαζί του για μεγάλο χρονικό διάστημα λένε ότι δεν τον έχουν ακούσει ποτέ να υψώνει τη φωνή του, πόσο μάλλον να φωνάζει όταν θυμώνει. Όταν κάτι τον αναστατώνει, η μόνη έκφραση ταραχής είναι πως τα αυτιά του γίνονται κόκκινα. Αυτό συνέβη για τελευταία φορά κατά τη διάρκεια μιας ζωντανής προεκλογικής συζήτησης στην τηλεόραση, όταν ο Σολτς ένιωσε ότι δέχτηκε άδικη επίθεση από τον αντίπαλο του CDU.
Μετά την επταετή θητεία του ως δήμαρχος του Αμβούργου, τον Μάρτιο του 2018 ανέλαβε ομοσπονδιακός Υπουργός Οικονομικών στην κυβέρνηση της Αγκελα Μέρκελ και σύντομα έγινε ένας από τους πιο δημοφιλείς πολιτικούς της Γερμανίας, φτάνοντας σε ποσοστό αποδοχής 50%.
Αν και ανήκει στην πιο συντηρητική πτέρυγα του SPD οι πιο... αριστεροί πρόεδροι του κόμματος, η Σάσκια Eσκεν και Νόρμπερτ Βάλτερ-Μπόργιανς τον πρότειναν ως υποψήφιο καγκελάριο του κόμματος τον Αύγουστο του 2020, αν και δεν τον ήθελαν ως κομματικό ηγέτη και αρχικά, δεν ήταν ιδιαίτερα δημοφιλής μεταξύ των περισσοτέρων μελών του κόμματος.
COVID και ηγεσία
Από το 2007, ο Όλαφ Σολτς κατέχει σχεδόν αδιάκοπα κυβερνητικές θέσεις. Πρώτα ως ομοσπονδιακός υπουργός Εργασίας και μετά ως κυβερνητικός δήμαρχος του Αμβούργου. Το 2018, επέστρεψε στο Βερολίνο ως ομοσπονδιακός υπουργός Οικονομικών και αντικαγκελάριος. Λέγεται ότι από τότε είχε βάλει στο μάτι την καγκελαρία.
Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, απέκτησε μεγαλύτερη επιρροή. Ως υπουργός Οικονομικών, ήταν υπεύθυνος για την παροχή βοήθειας δισεκατομμυρίων σε εταιρείες που επλήγησαν από το κλείσιμο. Κατόρθωσε να το καρπωθεί πολιτικά για να βάλει τον εαυτό του ξανά στο επίκεντρο.
«Θα χρησιμοποιήσουμε μπαζούκα για να κάνουμε ό,τι είναι απαραίτητο», υποσχέθηκε στις αρχές του 2020 όταν ανακοίνωσε την τολμηρή και εκτεταμένη οικονομική βοήθεια.
Ο Σολτς έχει επανειλημμένως δηλώσει ότι η Γερμανία θα μπορέσει να αντιμετωπίσει οικονομικά την πανδημία. Η χώρα θα έχει αναλάβει νέο χρέος 400 δισεκατομμυρίων ευρώ έως το τέλος του 2022. Η οικονομική ανάπτυξη θα επιτρέψει στη χώρα να χειριστεί αυτό το βάρος, υποσχέθηκε ο Σολτς κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας.
«Κανείς δεν χρειάζεται να το φοβάται, το έχουμε καταφέρει ήδη μία φορά μετά την τελευταία κρίση το 2008 και το 2009, και θα το διαχειριστούμε ξανά σε λιγότερο από 10 χρόνια», είπε.
Στα τέλη του 2021, ωστόσο, έγινε ολοφανερό ότι η πανδημία απέχει πολύ από το να τελειώσει. Η νέα κυβέρνηση θα πρέπει να αναλάβει ακόμη περισσότερα χρέη για να στηρίξει την οικονομία.
Στην εξωτερική πολιτική, ο Σολτς είναι θιασώτης της συνέχειας. Υπό την ηγεσία του, η Γερμανία θα εργαστεί για μια «ισχυρή, κυρίαρχη Ευρώπη» που μιλά «με μία φωνή», «γιατί διαφορετικά δεν θα παίξει σημαντικό ρόλο».
Θεωρεί τη συνεργασία με τις Ηνωμένες Πολιτείες και το ΝΑΤΟ ως θεμελιώδη αρχή.
Πέρα από την οικονομία, τεράστιες προκλήσεις περιμένουν τον Καγκελάριο Όλαφ Σολτς και σε άλλους πολιτικούς τομείς. Χρειάζεται να διαχειριστεί έναν συνασπισμό τριών, αρκετά διαφορετικών κομμάτων.Ωστόσο αν χρειαστεί να σταματήσει τα μέλη του υπουργικού συμβουλίου από το να τσακώνονται, ο Σολτς ενδεχομένως να θυμηθεί μια πολυσυζητημένη δήλωση του που είχε κάνει όταν είχε αναλάβει το κατακερματισμένο και αποδιοργανωμένο παράρτημα του SPD στο Αμβούργο: «Όποιος ζητήσει την ηγεσία από εμένα θα την πάρει».
Πηγή: DW