«Η χειρουργική, μαιευτική και αναισθητική φροντίδα φέρνουν δυσανάλογα αποτελέσματα στην κλιματική αλλαγή», σύμφωνα με άρθρο το οποίο υπογράφουν γιατροί και ερευνητές της Σχολής Δημόσιας Υγείας του Χάρβαρντ και δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό The Lancet.
Οι υπογράφοντες ανησυχούν ότι οι κλιματικές επιπτώσεις των τρεχουσών χειρουργικών πρακτικών θα επιδεινωθούν, καθώς τα χειρουργεία θα είναι προσβάσιμα πια για 5 δισεκατομμύρια άτομα σε όλο τον κόσμο, κυρίως σε χώρες με χαμηλό και μεσαίο εισόδημα, που μέχρι πρότινος δεν είχαν αυτή την «πολυτέλεια».
«Όλοι οι άνθρωποι πρέπει να έχουν πρόσβαση στα χειρουργεία. Αλλά αν το κάνουμε με το μοντέλο που έχει αναπτυχθεί σε πλούσιες χώρες, δεν θα αντέξουμε τις κλιματικές επιπτώσεις», εξηγεί ο Άαρον Μπερνστάιν, διευθυντής του Κέντρου για την Κλιματική Υγεία και το Παγκόσμιο Περιβάλλον στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ.
Σε παγκόσμιο επίπεδο, η υγειονομική περίθαλψη είναι υπεύθυνη για περίπου 4,6% των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου, σύμφωνα με μια έκθεση του 2019 στο The Lancet . Το ένα τέταρτο προέρχεται από τις ΗΠΑ, παρά το γεγονός ότι εκεί βρίσκεται μόλις το 4% του παγκόσμιου πληθυσμού.
«Εάν ο τομέας της υγείας παγκοσμίως ήταν μια χώρα, θα ήταν ο πέμπτος [μεγαλύτερος] υπεύθυνος για την εκπομπή αερίων του θερμοκηπίου», λέει η Σούζαν Γουίλμπερν, διευθύντρια βιωσιμότητας στο Health Care Without Harm, μια οργάνωση που εργάζεται για τη μείωση του περιβαλλοντικού αποτυπώματος της υγειονομικής περίθαλψης παγκοσμίως.
Τα χειρουργεία επηρεάζουν την κλιματική αλλαγή, επειδή η θέρμανση, ο εξαερισμός και ο κλιματισμός τους λειτουργούν σε υψηλά επίπεδα, ακόμα κι όταν δεν υπάρχουν ασθενείς. Οι χειρουργικοί χώροι παράγουν επίσης 20% έως 30% των απορριμμάτων μιας εγκατάστασης και το ένα τρίτο των αποβλήτων βιολογικού κινδύνου , τα οποία πρέπει να απορρίπτονται ειδικά.
Η χρήση ορισμένων αναισθητικών αερίων, όπως το νιτρώδες οξείδιο και η δραστική ουσία, δεσφλουράνιο, είναι μια άλλη σημαντική πηγή αερίων θερμοκηπίου σε χειρουργεία, σύμφωνα με το άρθρο. Τα αναισθητικά που εγχέονται αντί να εισπνέονται, αφετέρου, αφήνουν ένα ελάχιστο αποτύπωμα άνθρακα.
«Το ευκολότερο πράγμα που μπορούμε να κάνουμε είναι να σταματήσουμε να σπαταλάμε τόσα πολλή ενέργεια», λέει ο Δρ Τζόντι Σέρμαν, αναπληρωτής καθηγητής αναισθησιολογίας και επιδημιολογίας στις περιβαλλοντικές επιστήμες υγείας στο Πανεπιστήμιο του Γέιλ.
Εκτός από τη σπατάλη ενέργειας, λέει ο κ. Σέρμαν, υπάρχουν πολλές άλλες ανεπάρκειες στο σύστημα υγειονομικής περίθαλψης που συμβάλλουν στην αλλαγή του κλίματος. Για παράδειγμα, σχεδόν 3 δισεκατομμύρια δολάρια σπαταλούνται σε φάρμακα χημειοθεραπείας στις ΗΠΑ ετησίως, επειδή τα φιαλίδια μίας χρήσης κρατούν περισσότερο φάρμακο από ό, τι απαιτείται, σύμφωνα με ένα άρθρο της Washington Post του 2016.
Ωστόσο, το άρθρο του Lancet προειδοποιεί ότι η κλιματική αλλαγή έχει ήδη αρνητικό αντίκτυπο στην ικανότητα των γιατρών να εξυπηρετούν τους ασθενείς τους. Όχι μόνο οι ασθένειες αλλάζουν και επιδεινώνονται λόγω της αύξησης των θερμοκρασιών και της ρύπανσης, αλλά και οι κλιματικές καταστροφές, όπως τα κύματα θερμότητας, οι καταιγίδες και οι πυρκαγιές, καταστρέφουν επίσης τα νοσοκομεία, διακόπτοντας πολλές φορές την ηλεκτρική ενέργεια και διακόπτοντας τις αλυσίδες εφοδιασμού.
Ο Μπερνστάιν λέει ότι καθίσταται εφικτό να αυξηθεί η πρόσβαση στη χειρουργική φροντίδα χωρίς να βλάπτουμε το περιβάλλον. Για παράδειγμα, πρέπει να υιοθετηθούν οι πράσινες συσκευές και στα χειρουργεία, όπως συνέβη με τις τηλεοράσεις, τα ψυγεία και τα κλιματιστικά.
Οι αναπτυσσόμενες χώρες θα μπορούσαν επίσης να παρακάμψουν τις άχρηστες πρακτικές υψηλής έντασης άνθρακα που επικρατούν στις πλουσιότερες χώρες και να πάνε κατευθείαν σε βιώσιμες επιλογές. Τα πρώτα βήματα έχουν γίνει σε νοσοκομεία στην Ρουάντα και στην Αϊτή.
Έτσι, για πρώτη φορά, ίσως οι πλούσιες χώρες πάρουν ένα παράδειγμα εξοικονόμησης ενέργειας από τις φτωχότερες.
(Με πληροφορίες από NPR)