Από εκείνη τη περίοδο μερικές φορές νιώθω ότι θυμάμαι τα πάντα και άλλες τίποτα.
Θυμάμαι όμως τη μυρωδιά του φόβου και της απελπισίας που ανέπνεα στις θλιβερές πιάτσες του αθηναϊκού κέντρου όταν έβγαινα για να αναζητήσω τις ουσίες που χρειαζόμουν.
Μαθαίναμε, τότε τον χειμώνα του 2011, ότι ο ένας μετά τον άλλον έβγαινε θετικός στον HIV και θυμάμαι ανθρώπους να κλαίνε και να λένε ότι θα αυτοκτονήσουν μέχρι να πέσουν ξανά για λίγο στη λήθη των οπιούχων και των βενζοδιαζεπίνων.
Ήξερα πως πιθανότατα μου είχε συμβεί. Μοιραζόμουν χωρίς δισταγμό σύνεργα χρήσης με αυτοκαταστροφική μανία που μόνο αν έχεις ζήσει στους δρόμους πέριξ της Ομόνοιας και της Βάθη μπορείς να την κατανοήσεις.
Η επίσκεψη στον ΟΚΑΝΑ και το τεστ που έκανα εκεί απλά επιβεβαίωσε τους φόβους μου. Η αλήθεια είναι πως δεν ήξερα πολλά πράγματα. Ο κολλητός μου μου είπε -αφού ξεπέρασε το αρχικό σοκ- ότι στην δεκαετία του 80 θα ήμουν καταδικασμένος και ότι πρέπει να επικοινωνήσω άμεσα με τους ανθρώπους που ζούνε με το HIV χρόνια...Έψαξα στο διαδίκτυο ″Σύλλογος Οροθετικών Ελλάδας″ και μου βγήκε το όνομα ΘΕΤΙΚΗ ΦΩΝΗ.
Κάποιες μέρες μετά επισκέπτομαι ένα παλιό σπίτι στην Ανάφης και μιλάω με έναν ψηλό χαμογελαστό τύπο. Τον λένε Γιώργο και ζει με τον HIV πολλά χρόνια. Του εξηγώ τι ακριβώς συμβαίνει μαζί μου. Μου λέει ότι πρέπει να πάω σε ένα πρόγραμμα, σε κλειστή κοινότητα και μετά να τα ξαναπούμε, ανάμεσα σε άλλα. Του απαντώ ότι μόλις βγήκα από κοινότητα πριν κάποιους μήνες, ότι έχασα τη μητέρα μου, έκανα βαριά υποτροπή, πέθανε και ο πατέρας μου και το επόμενο πράγμα που ξέρω είναι ότι είμαι και θετικός. Το χαμόγελο υποχωρεί μπροστά σε μια προφανή έκπληξη και ένα βλέμμα συμπόνοιας. Αυτό μου αρκεί. Αποχαιρετώ τον Γιώργο και κατευθύνομαι στην Ομόνοια...Αρκετές ώρες μετά ξυπνάω σπίτι, μόνος όπως πάντα με ένα αίσθημα απόλυτης εγκατάλειψης και απελπισίας...Μου έρχονται τα τελευταία λόγια του κολλητού μου «Αλήθεια πιστεύεις ότι ήρθε η ώρα σου ή ήρθε ο καιρός να αλλάξει κάτι; Εμείς θα βοηθήσουμε». Το «εμείς» σημαίνει οι παιδικοί φίλοι που μου έμειναν από το σχολείο.
Ένα μικρό φως, πολύ μικρό αλλά όχι αμελητέο άρχισε να καίει μέσα μου και να λιώνει τους παγετώνες της εσωτερικής ερήμωσης που νιώθει ένας χρήστης όταν έχει αποξενωθεί από όλους και όλα όσα κάποτε σήμαιναν κάτι για αυτόν. Πλησίασα τον καθρέφτη και έκανα την ίδια ερώτηση που μου έκανε ο φίλος μου: «Πιστεύεις ότι ήρθε η ώρα σου;». Κατάφερα να ψελλίσω ένα όχι και να αισθανθώ μια κάποια συμπάθεια μετά από πολύ καιρό για τον εαυτό μου. Τα υπόλοιπα έγιναν πολύ γρήγορα.
Οι φίλοι μου, που ήρθαν σπίτι και με αυστηρό τόνο μου ανακοίνωσαν ότι μετακομίζω σε ένα άλλο χώρο που οι ίδιοι έχουν ετοιμάσει για να αλλάξω περιβάλλον και για να μπορώ να παρακολουθήσω ομάδες υποδοχής μέχρι να μπω στο κλειστό του 18Ανω, ο πρώτος μήνας αποχής που ξεκίνησα αντιρετροϊκή θεραπεία, όταν έμαθα μετά επίσης από λίγο καιρό ότι είναι μη ανιχνεύσιμο το ιικό μου φορτίο άρα υπάρχει εξαιρετική ανταπόκριση του οργανισμού στη θεραπεία. Το κλειστό που κράτησε εφτά μήνες, η ψυχοθεραπεία, οι πρώτες απόπειρες συγγραφής μετά από χρόνια, ο ακτιβισμός και η χειραφέτηση.
Αποφάσισα να βγω μπροστά, αρχικά ασυνείδητα και να μιλήσω ανοιχτά για τη χρήση και την οροθετικότητα. Για να λιώσουν οι παγετώνες μέσα μου και να διαχειριστώ την ντροπή και το στίγμα που είχα συσσωρεύσει χρόνια. Για να σπάσει ένα φράγμα αορατότητας και περιθωριοποίησης που είδα να σκοτώνει πολύ παραπάνω από οποιαδήποτε ουσία και οποιοδήποτε ρετροϊό. Μετά από κάποιους μήνες που είχα ολοκληρώσει την επανένταξη του 18άνω χτυπάει το τηλέφωνο και είναι ο Γιώργος, ο ψηλός από τη ΘΕΤΙΚΗ ΦΩΝΗ που είχα μιλήσει σε εκείνο το παλιό σπίτι στην Ανάφης...Μου ανακοινώνει ότι με προσλαμβάνει ο Σύλλογος για ένα project μείωσης βλάβης για χρήστες ουσιών.
Τέσσερα χρόνια μετά έχω βρεθεί σε απίστευτα μέρη και έχω ζήσει καταστάσεις που ούτε καν θα τις φανταζόμουν πιο πριν ως εργαζόμενος στο πεδίο. Και ερχόμενος καθημερινά σε επαφή με εξαιρετικά ευάλωτους και στιγματισμένους ανθρώπους -όπως κάποτε υπήρξα εγώ και ενδέχεται να ξαναυπάρξω στο μέλλον- εξελίχθηκα. Εξελίχθηκα σε κάποιον που αυτοί οι παγετώνες λιώσανε μέσα του.