«Άμα πεινάς το ξέρεις. Φωνάζουνε τα σπλάχνα σου. Άμα κρυώνεις το ίδιο. Άμα αγαπάς πώς να το καταλάβεις; Γιατί: τι είναι αγάπη; Κάποιος πήγε να πει κάτι και δεν είπε τίποτα. Είπε πως είναι κάτι σα φωτιά. Μα είναι; Άλλος είπε πως είναι δροσούλα, άλλος σαν δοξαριά. Τι είναι τέλος πάντων…. Κι αν είναι αγάπη κάτι που το λένε «αγάπη» είναι αυτό η αγάπη;» (Λουντέμης)
Στα πολλαπλά ερωτήματα του Λουντέμη ο Έριχ Φρομ αποπειράται να δώσει κάποια πειστική απάντηση θεωρώντας πως η αγάπη εκφράζει την ανάγκη του ανθρώπου να βρει νέους δεσμούς με το περιβάλλον μετά την τραυματική γι’ αυτόν απομάκρυνση από τη φύση (Η αλληγορία της εκδίωξης των πρωτόπλαστων από τον παράδεισο).
Αυτή η αγάπη δεν προϋποθέτει τη διάχυση και τη διάλυση του υποκειμένου στο πρόσωπο του άλλου – αντικειμένου.
Αντίθετα είναι μια ένωση που θεμελιώνεται πάνω στη βάση της «διάσωσης» της μοναδικότητας και ακεραιότητας και των δυο μελών του διωνύμου (Υποκείμενο – Αντικείμενο αγάπης). Αυτή είναι και η δυναμική της αγάπης.
«Η δυναμική ιδιότητα της αγάπης βρίσκεται σ’ αυτήν την πόλωση: ξεπηδά από την ανάγκη υπερνίκησης του διαχωρισμού από τους άλλους, που έχει σαν αποτέλεσμα τη μοναδικότητα του ατόμου, χωρίς ωστόσο να καταργείται η ατομικότητα αυτή» (Φρομ).
Η θετική παρουσία της αγάπης
Η αγάπη ως εσωτερικό βίωμα στιγμάτισε την πορεία του ανθρώπου και συνέτεινε στον εξανθρωπισμό του. Από την άλλη πλευρά καθόρισε και το πλαίσιο μέσα στο οποίο οι διαπροσωπικές και κοινωνικές σχέσεις απέκτησαν άλλο περιεχόμενο πάνω στη βάση της αμοιβαιότητας των συναισθημάτων και του σεβασμού της ιδιαιτερότητας του άλλου.
Η αγάπη, δηλαδή, συμβάλλει κατά θετικό τρόπο στην πραγμάτωση της ψυχικής ισορροπίας και πληρότητας. Κι αυτό γιατί η αγάπη πηγάζει από τη χαρά της προσφοράς στον «απέναντι» χωρίς στοιχεία ιδιοτέλειας και ανταπόδοσης.
Ο Μπουσκάλια τονίζει πως «Η αγάπη είναι ένα δραστικό μοίρασμα. Αν κάποιος έχει αγάπη να δώσει, μπορεί να τη μοιραστεί με όλο τον κόσμο και πάλι θα έχει την ίδια αγάπη όπως και στην αρχή».
Ο συναισθηματικός πλούτος της αγάπης απελευθερώνει το υποκείμενο – Εγώ από την ανασφάλεια και το φόβο. Μέσα στην αγάπη νιώθει δυνατό, ασφαλές και δημιουργικό. Η αγάπη ενεργοποιεί όλες τις θετικές δυνάμεις του ατόμου και δημιουργεί ένα κλίμα αισιοδοξίας.
Ωστόσο, η θετική συνεισφορά της αγάπης ανιχνεύεται και στο ηθικό επίπεδο του ανθρώπου.
Ο άνθρωπος, δηλαδή, με την αρωγή της αγάπης απελευθερώνεται από τα ταπεινά πάθη και εξυψώνεται σε ανώτερες σφαίρες ηθικής και ανθρωπιάς. Καλλιεργείται ο αλτρουισμός, η ανιδιοτέλεια και η ανεκτικότητα. Το άτομο αντιστέκεται στο ναρκισσισμό του και νιώθει τη χαρά της προσέγγισης με τους άλλους, ακόμη κι αν αυτοί είναι διαφορετικοί.
Σε ένα άλλο επίπεδο με τη βοήθεια της αγάπης το άτομο υπερβαίνει το βασανιστικό συναίσθημα της μοναξιάς.
Η συντροφικότητα και η αλληλεγγύη είναι οι μόνιμοι συνοδοί της αγάπης. Κι αυτό γιατί κανένας δεν μπορεί να νιώσει ολοκληρωμένος και ευτυχισμένος μέσα στην παγερή μοναξιά του.
Μπορεί ο Σαρτρ να θεωρούσε τους άλλους «κόλαση», ωστόσο η παρουσία και η αποδοχή των άλλων μας καθιστά ψυχικά ισχυρούς με θετικό δείκτη αυτοεκτίμησης και αυτοπεποίθησης. Στην αγάπη δικαιώνεται η θέση του Γκαρωντύ «Η απουσία των άλλων είναι η κόλαση».
«Βάλε μια δύση κι ένα βαρκάκι να λιώνει μέσα. Ομορφιά! Μα αν δεν υπάρχει μάτι να το δει, αυτό τότε είναι ομορφιά;
Ένα πουλάκι κελαηδά ολομόναχο σ’ έρημο δάσος…… Αν δεν τ’ ακούσει κανείς…. Είναι αυτό κελάιδισμα; Κι είναι μπορετό να κελαιδήσει γλυκά ένα ολομόναχο πουλάκι αν δεν υπάρχει πίσω από κάποιο φύλλο το αφτάκι ενός άλλου πουλιού;» (Λουντέμης)
Η απομυθοποίηση της αγάπης
Ωστόσο, πέρα από την αναμφισβήτητη θετική συνεισφορά της αγάπης, υπάρχουν και εκείνοι που υποστηρίζουν πως αυτή δεν είναι πανάκεια για κάθε «ανθρώπινο νόσημα».
Η εξιδανίκευση της αγάπης και η υπερεκτίμηση των «δυνατοτήτων» της μπορεί να οδηγήσει σε απογοητεύσεις απομυθοποιώντας έτσι το πιο γνήσιο ανθρώπινο συναίσθημα. Ο Μπουσκάλια στην προσπάθειά του να απομυθοποιήσει τη δύναμη της αγάπης επισημαίνει εμφαντικά:
«Ακόμα και εκεί που η αγάπη είναι τέλεια δεν αποτελεί μια ολοκληρωμένη λύση για τη σχέση».
Δεν είναι λίγοι εκείνοι που όταν αγάπησαν «πληγώθηκαν» και έγιναν καχύποπτοι απέναντι στην αγάπη. Κι αυτό γιατί οι περισσότεροι ένιωσαν ή ταύτισαν την αγάπη με τη δέσμευση και την εξάρτηση (έστω και συναισθηματική).
Έτσι νιώθουν ανελεύθεροι και αναζητούν την ευτυχία και τη δύναμη στη αυτονομία τους. Έτσι πολλοί γίνονται εσωστρεφείς και υψώνουν τείχη απέναντι στους άλλους.
Ο άνθρωπος, όμως, καλείται να διαχειριστεί την κοινωνικότητά του και τα παρεπόμενα κοινωνικά συναισθήματα (συντροφικότητα….) με τη δυσπιστία του προς την εγωπάθεια και τον ατομικισμό των άλλων.
Έτσι το άτομο φαίνεται να είναι εγκλωβισμένο σε ένα παράδοξο σύμπλεγμα συναισθημάτων που η υπέρβασή του είναι δύσκολη. Ο Μπουσκάλια το περιγράφει με έντονο τρόπο.
«Αυτό είναι, πραγματικά, παράδοξο. Από τη μια μεριά να νιώθουμε βαθύτατα δεμένοι με τις έννοιες της ελευθερίας, της απελευθέρωσης και της ανεξαρτησίας, και από την άλλη να νιώθουμε μια βαθιά ανάγκη για συντροφικότητα. Προσπαθούμε να συνενώσουμε τις αντιθέσεις αυτές μέσα στην αγάπη». («Ν’ αγαπάμε ο ένας τον άλλο», Μπουσκάλια).
Ο δύσκολος δρόμος για την αγάπη
Στη δυσπιστία προς την αγάπη συντείνει και η κυριαρχία στις μέρες μας ενός στυγνού ορθολογισμού που τον επωάζει το τεχνοκρατικό πνεύμα.
Το μέγιστον της παραγωγής ποδηγετεί κάθε ανθρώπινη συμπεριφορά εγκλωβίζοντας τα άτομα στην τυποποίηση και στην συναισθηματική αποβιταμίνωση.
Η αριθμοποίηση των ανθρώπων διαβρώνει τα βάθρα της ανθρωπιάς και καθιστά τα άτομα συναισθηματικά αφυδατωμένα.
Οι άνθρωποι πλέον σε όλες τις εκφράσεις των κοινωνικών τους σχέσεων λειτουργούν ανταγωνιστικά. Έτσι τρέφεται η καχυποψία προς το συνάνθρωπο και επωάζεται η αντικοινωνικότητα.
Το κλίμα αυτό δικαιώνει όλους εκείνους που θεωρούν τον άνθρωπο «φύσει» κακόν, στοιχείο που απομυθοποιεί την αποτελεσματικότητα της αγάπης. Σχετικά ο Μπουσκάλια σημειώνει «Ποτέ μην εξιδανικεύεις τους άλλους. Ποτέ δεν θα ικανοποιήσουν τις προσδοκίες σου».
Ακολούθησε την αγάπη…
Όσες αμφισβητήσεις, όμως, κι αν διατυπώνονται για την αποτελεσματικότητα της αγάπης, δεν παύει να υπάρχει η ανάγκη για συνένωση και συντροφικότητα.
Η αγάπη μπορεί άλλους να φοβίζει ή να πληγώνει, δεν παύει όμως, έστω και δειλά, να διεκδικεί μερίδιο στην ανθρώπινη συνεννόηση και στην ευδαιμονία με την αριστοτελική έννοια του όρου.
Γι αυτό οι προτροπές πολλών ειδικών ηχούν έντονα στην πεζότητα της εποχής μας, όπως αυτές του Χαλίλ Γκιμπράν «Όταν η αγάπη σε καλεί, ακολούθησέ την, μόλο που τα μονοπάτια της είναι τραχιά και απότομα. Κι όταν τα φτερά της σ΄αγκαλιάσουν παραδώσου μόλο που το σπαθί που είναι κρυμμένο ανάμεσα στις φτερούγες της μπορεί να σε πληγώσει».
Κάποιοι άλλοι καταφεύγουν σε προτροπές για μια υγιή σχέση μέσα στην αγάπη. Ο Μπουσκάλια συμβουλεύει «Μην πνίγετε ο ένας τον άλλο. Τίποτα δεν ωριμάζει στην σκιά». Ή «Ποτέ μην υποχρεώσεις κανέναν να κάνει οτιδήποτε για σένα «στο όνομα της αγάπης». Η αγάπη είναι αδιαπραγμάτευτη».
Μπορεί η λογική και η επιστήμη να άλλαξαν τη εικόνα και τη φορά της ανθρωπότητας η αγάπη, όμως, είναι που περισώζει τη βαθύτερη ουσία του ανθρώπου και διευκολύνει τη συνύπαρξη των ανθρώπων. Ο Λουντέμης το είδε καθαρά και γι αυτό προτείνει:
«Αυτό το «πράμα» πρέπει να σκάβεις μέσα σου μια λακούβα να το θάβεις, κι’ ό,τι βρέξει. Μην το λες πουθενά. Ας το να σε κάψει. Θα ξέρεις ότι χάνεσαι λίγο – λίγο από μια αρρώστεια που δεν ξέρεις τα όνομά της. Θα ξέρεις όμως ότι είναι μια αρρώστεια που σε κάνει όμορφο. Ομορφαίνεις και πεθαίνεις.. Κι’ όταν θα νομίσεις ότι πέθανες…θάχει τελειώσει η αρρώστεια. Θα είσαι ζωντανός μα θα είσαι και άσκημος. Θάχεις φριχτά ασκημίσει. Αλήθεια….αυτό είναι η αγάπη; Όποιος αγαπά δε μπορεί να το πεί. Κι’ όποιος δεν αγαπά δεν το ξέρει».
Χρήσιμα βιβλία και άρθρα
«Ένα παιδί μετράει τα’ άστρα», Μενέλαος Λουντέμης.
«Η αγάπη», Λέο Μπουσκάλια.
«Ν’ αγαπάμε ο ένας τον άλλον», Λέο Μπουσκάλια.
«Η τέχνη της αγάπης», Έριχ Φρομ.
«Ιδεόπολις», Ηλίας Γιαννακόπουλος.
«Έρωτας VS Ευτυχία», Ηλίας Γιαννακόπουλος (Διαδίκτυο)
«Τ’ ‘ν’ αυτό που το λέμε αγάπη», Ηλίας Γιαννακόπουλος (Διαδίκτυο)
«Η αγάπη κατά Φρόμ», Ηλίας Γιαννακόπουλος (Διαδίκτυο)