Την σύνοδο των ανεπτυγμένων χωρών του G7 κόντεψε να τινάξει στον αέρα ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τράμπ στο Μαλπμαί του Κεμπέκ το Σαββατοκύριακο, αφήνοντας ερωτήματα στους εταίρους αν τελικά οι ΗΠΑ θα συνεχίσουν να συμμετέχουν σ’ αυτήν.
Όλα ξεκίνησαν μία εβδομάδα πριν από τη σύνοδο κορυφής, όταν ο Τράμπ ανακοίνωσε πως θα επιβάλει μεγάλους φόρους στην εισαγωγή του ατσαλιού και του αλουμινίου από την Ευρώπη και τον Καναδά, μια κίνηση που θεωρήθηκε χαστούκι για τους Ευρωπαίους και κυρίως για τον Καναδό πρωθυπουργό Τζάστιν Τρυντώ. Ο τελευταίος έσπευσε να απαντήσει με την επιβολή υψηλής φορολογίας σε αγαθά που εισάγονται στον Καναδά από τις ΗΠΑ.
Η δεύτερη επίθεση που δέχθηκαν οι εταίροι του Τράμπ στη συνάντηση κορυφής του G7 έγινε πριν ακόμη ξεκινήσει ο ίδιος για τη σύνοδο κορυφής, όταν άρχισε να δηλώνει πως ο Βλάντιμιρ Πούτιν της Ρωσίας θα πρέπει να επιστρέψει στο κλαμπ των ανεπτυγμένων χωρών για να ξαναγίνει η G8. Ο Τράμπ το έπραξε αυτοβούλως χωρίς να συμβουλευτεί ή να ρωτήσει τους υπόλοιπους, επιδεικνύοντας τη γνωστή αλαζονεία του.
Το κλίμα ήταν ήδη εχθρικό και ο Τζάστιν Τρυντώ πριν από τη συνεύρεση στο Μαλμπαί το γνώριζε καλά. Προσπάθησε να χαμηλώσει τους τόνους και να συμφωνήσουν οι εταίροι στο κοινό ανακοινωθέν, το οποίο δεν αναφέρθηκε ειδικά στις περίφημες ταρίφες, αλλά σε άλλα γενικότερα θέματα καθώς και στην δέσμευση του Καναδά, της Γερμανίας, της Γαλλίας,της Ιταλίας, της Ιαπωνίας, της Μεγάλης Βρετανίας και της Ευρωπαϊκής ’Ένωσης, να τηρήσει τη συμφωνία του Παρισιού για το περιβάλλον και να συγκεντρώσει το ποσόν των 3.8 δισεκατομμυρίων δολαρίων προκειμένου να μορφωθούν τα κορίτσια στις αναπτυσσόμενες χώρες.
Ωστόσο, σε μια κρίσιμη παράγραφο το κοινό ανακοινωθέν σημείωνε πως οι χώρες - μέλη υπογράμμισαν τον κρίσιμο ρόλο ενός συστήματος εμπορίου βασισμένου σε διεθνείς κανόνες καθώς και την ανάγκη να καταπολεμηθεί ο «προστατευτισμός». Επίσης οι ηγέτες έδωσαν έμφαση στην σπουδαιότητα του να είναι ανοικτές, διαφανείς και σύμφωνες με το δίκαιο του Διεθνούς Εμπορίου όλες οι διμερείς και διεθνείς εμπορικές συνθήκες.
Κι ενώ ο Αμερικανός πρόεδρος είχε συμφωνήσει στο εν λόγω κοινό ανακοινωθέν, λίγες στιγμές αργότερα ζήτησε από τους συμβούλους του να αποσύρουν την υπογραφή των ΗΠΑ, κατηγορώντας τον Καναδό πρωθυπουργό για ψευδείς δηλώσεις και προδοσία, λόγια βαριά για τον παραδοσιακό σύμμαχό του.
Ο Τράμπ σε δύο τουίτ έγραψε ότι ο Τζάστιν Τρυντώ έκανε ψευδείς δηλώσεις στη συνέντευξη τύπου μετά τη σύνοδο κορυφής του G7 και ότι το έπαιζε γλυκός και κατευναστικός μέχρι να δηλώσει πως οι νέοι φόροι των ΗΠΑ είναι προσβλητικοί και δεν πρόκειται να ανεχθεί στρίμωγμα. Ο Τράμπ αποκάλεσε τον Τρυντώ άτιμο και αδύναμο επιμένοντας πως οι φόροι των αμερικανικών προϊόντων στον Καναδά είναι υψηλοί με αποκορύφωμα το 270% στα γαλακτοκομικά προϊόντα.
Οι συνεργάτες του Τράμπ κατηγόρησαν στη συνέχεια της Κυριακής τον Καναδό πρωθυπουργό πως επιτέθηκε στον Αμερικανό πρόεδρο αφήνοντάς τον εκτεθειμένο απέναντι στον ηγέτη της Βόρειας Κορέας, τον Κιμ Γιονγκ Ουν, τον οποίο θα συναντούσε αργότερα.
Στην πραγματικότητα, ο Τράμπ έπραξε αυτό που κάνει πάντα. Με τα γνωστά τουίτ του έδωσε ένα χαστούκι στον πρωθυπουργό του Καναδά και στους υπόλοιπους εταίρους του υπερασπιζόμενος την επιλογή του να αυξήσει τους φόρους στο εισαγόμενο ατσάλι και το αλουμίνιο, προωθώντας τον προστατευτισμό του εμπορίου, τον οποίο οι άλλοι ηγέτες της δύσης θεωρούν καταστροφικό για τις διμερείς και διεθνείς εμπορικές σχέσεις.
Η συμπεριφορά του Τράμπ απέναντι στον οικοδεσπότη της συνόδου κορυφής, τον δημοφιλή Τζάστιν Τρυντώ ήταν άκρως αγενής, επιθετική και ανάρμοστη. Ήταν η συνήθης συμπεριφορά του βέβαια, καθώς ο Τράμπ δεν σκέφτεται σαν ηγέτης της δύσης αλλά σαν ένα λαϊκιστής πρόεδρος, που ενδιαφέρεται να κολακεύσει το μέσο αμερικανό ψηφοφόρο του.
Κάθε τουίτ που γράφει απευθύνεται στον γελαδάρη του Τέξας, στον ανθρακωρύχο του Οχάιο, στον παραπλανημένο Αμερικανό που εξακολουθεί να αυταπατάται πως ένας πλουτοκράτης ενδιαφέρεται ειλικρινά για το δικό του ευ ζήν.
Στη σύνοδο του Μαλμπαί ο Τράμπ σίγουρα βγήκε ηττημένος, όχι μόνο διότι οι εταίροι του αρνούνται να δεχθούν την παραβίαση των κανόνων του διεθνούς εμπορίου και των διεθνών συνθηκών, αλλά διότι αποδείχθηκε για μια ακόμη φορά πως δεν δρα ως ηγέτης μιας υπερδύναμης με τη σοβαρότητα που αρμόζει στο ρόλο του, αλλά ως ένας κυνηγός της αυτοεπιβεβαίωσής του στον αμερικάνικο λαό.
Σε αυτή τη μάχη του Κεμπέκ , ο Ντόναλντ Τράμπ παρέδωσε επίσημα τα κλειδιά της ηγεσίας του δυτικού κόσμου στον Καναδό πρωθυπουργό Τζάστιν Τρυντώ.
Οσο για τον Τζάστιν εκτός από τους εταίρους του, μετά από τη συμπεριφορά του Ντόναλντ, βρήκε εσωτερική υποστήριξη και σε εθνικό επίπεδο, καθώς όλοι οι πρωθυπουργοί των επαρχιών και οι ηγέτες των κομμάτων της αντιπολίτευσης, συνασπίστηκαν πίσω από τον πρωθυπουργό τους.