“Μια αστραπή είναι η ζωή μας… μα προλαβαίνουμε”
(N.Καζαντζάκης).
«Σε κάποια από τις Ολυμπιάδες, ένας γέροντας προσήλθε στο Στάδιο για να παρακολουθήσει τους αγώνες. Μάταια όμως προσπαθούσε να βρει μία θέση για να καθίσει. Μόλις πλησίασε το μέρος όπου κάθονταν οι Σπαρτιάτες, αυτοί αμέσως σηκώθηκαν από σεβασμό για να του προσφέρουν τη θέση τους. Οι υπόλοιποι Έλληνες που βρίσκονταν εκεί γύρω επαίνεσαν του Σπαρτιάτες. Τότε ο γέροντας είπε: «Όλοι οι Έλληνες γνωρίζουν ποιο είναι το καλό. Μόνον οι Σπαρτιάτες, όμως, το πράττουν» (Πηγή Πλούταρχος).
Στη ζωή μας υπάρχουν κάποια άτομα (γονείς, παππούδες, γιαγιάδες) που μάς γέννησαν, μάς αγάπησαν, μάς φρόντισαν, μάς δίδαξαν και διαμόρφωσαν τη ζωή μας. Γι αυτό τώρα…
Όταν σκέπτομαι πως η ζωή που μας δίνεται ως δώρο δεν ξοδεύεται στη νιότη, ούτε λυγίζει στις κακουχίες του χρόνου, τότε νιώθω νικητής.
Όταν βλέπω στα πρόσωπα των ηλικιωμένων τη θέληση να αντιπαλέψουν τη φθορά του χρόνου, τότε αισθάνομαι ένοχος για τις δικές μου φοβίες και την παραίτηση.
Όταν συλλογίζομαι πως η ζωή καταξιώνεται από τα έργα που αφήνουμε και όχι τις μέρες που ξοδέψαμε στο άρμα του χρόνου απλά ζώντας, τότε νιώθω δικαιωμένος για όσα δημιούργησα.
Όταν αντικρίζω πρόσωπα χαρακωμένα από το λεπίδι του χρόνου που, ωστόσο, δεν σκύβουν, ούτε παραπονιούνται από τη δυσμορφία αλλά στέκονται όρθιοι κι αποφασισμένοι, τότε αισθάνομαι σίγουρος για τις αντοχές μου.
Όταν ακούω τους ηλικιωμένους να συμβουλεύουν και όχι να καταφεύγουν σε φλύαρες διδαχές, τότε σκέπτομαι πόσο άδικος ήμουνα, όταν τους περιφρονούσα με την αδιαφορία μου.
Όταν βλέπω κάποιους να θέλουν να μένουν – ή να φαίνονται πάντα νέοι! – και για να το πετύχουν αλλάζουν το πρόσωπό τους, τότε νιώθω λίγο οργισμένος, γιατί διαβλέπω μια ασέβεια στην αναγκαιότητα – δικαίωμα να ζήσουμε και τα τρία στάδια της ηλικίας μας.
Όταν μιλώ με νέους και διαβλέπω μια περιφρόνηση και απαξίωση στα γηρατειά, τότε συλλογίζομαι πόσο ανέξοδες και φθηνές είναι οι καταγγελίες του ρατσισμού και πόσο ευτυχής νιώθω που φρόντισα τους γονείς μου, όταν αυτοί απόκαμαν από την ασθένεια και το φορτίο του χρόνου.
Όταν θυμάμαι τα παραμύθια και τις ιστορίες του παππού μου και της γιαγιάς μου, τότε νιώθω ξαφνικά απογοητευμένος από την αδυναμία μου να πω τα ίδια ή άλλα στα δικά μου εγγόνια.
Όταν συζητώ με άλλους που ερίζουν, αν ο ήλιος είναι ομορφότερος την αυγή ή το βασίλεμα, τότε νιώθω πολύ αδύναμος για να υποστηρίξω το ένα ή το άλλο.
Όταν μιλώ με ηλικιωμένους και δεν χρησιμοποιούν πολύ τον παρελθόντα χρόνο (αναμνήσεις…) αλλά τον «μέλλοντα», τότε συλλαμβάνω τον εαυτό μου αδαή σχετικά με τη θέληση και τη δύναμη κάποιων να «ζήσουν».
Όταν παρατηρώ γύρω μου να πληθαίνουν τα γηροκομεία και οι οίκοι ευγηρίας, τότε δεν αισθάνομαι περήφανος για την κοινωνική μέριμνα προς τους ηλικιωμένους αλλά νιώθω ανήσυχος για την απουσία της οικογένειας.
Όταν βλέπω νέους δίπλα σε ηλικιωμένους με όλες τις διαφορές και αντιθέσεις (σώματος, ψυχής, ιδεολογίες…), τότε καταλαβαίνω την αναγκαιότητα της ισορροπίας του σύμπαντος και της ζωής που πηγάζει από τις συγκρούσεις και όχι από την επίπλαστη υποχρέωση σε κάποια εξουσία. Έτσι, νιώθω ικανοποιημένος για την κοσμογονική αρχή που πρόβαλε ο Ηράκλειτος, την «παλίντονον αρμονίην».
Όταν ακούω τους ξωμάχους της ζωής με περισσή ειλικρίνεια να επαινούν τους νέους για τις ιδέες και τα επιτεύγματά τους, τότε αισθάνομαι χαρούμενος, γιατί αυτό σημαίνει πρόοδος.
Όταν βλέπω τους νέους να συμβουλεύονται τους ηλικιωμένους αλλά και να βαδίζουν το δικό τους δρόμο, το «απάτητο μονοπάτι», τότε νιώθω υπερήφανος για τη νέα γενιά που γνωρίζει να ακούει το παλιό και πάνω σε αυτό να οικοδομεί το νέο. Η διαλεκτική του Έγελου στην απόλυτη εφαρμογή της.
Και όλα αυτά γιατί είναι σημαντικό να συνειδητοποιείς πως: